Από τις εκδόσεις Αιγαίον της Λευκωσίας κυκλοφορεί η σειρά Κειμήλια.
Τα κειμήλια (από το ρήμα κείμαι) είμαστε κάποια κείμενα, πάλι από το κείμαι, που δεν θα αυτοπροσδιοριστούμε ως κλασσικά, μα υπάρχοντα, εσαεί παρόντα.
Είμαστε, για παράδειγμα, ο «Θούριος» του Ρ. Φεραίου, ο «Ύμνος» του Δ. Σολωμού και οι «Ωδές» του Α. Κάλβου (για την ελληνική ελευθερία), η «Εννάτη Ιουλίου» του Β Μιχαηλίδη,
η «Αφήγηση του Ματρόζου για την μάχη του Γρ. Αυξεντίου στον Μαχαιρά» και το «Διάγγελμα του Τ. Παπαδόπουλου» (για τη κυπριακή ελευθερία), μια «Ομιλία» του Τσε Γκουεβάρα, το "Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος " του Αλέξανδρου Υψηλάντη, το "γιατί εκάμαμε την Επανάσταση"του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και το "τρώνε από εμάς και μένει και η μαγιά" του Ίωάννη Μακρυγιάννη, ή του Μάρτιν Λούθερ Κιγκ (για τη παγκόσμια ή την φυλετική ελευθερία) και δεκάδες, εκατοντάδες και χιλιάδες άλλα κείμενα από την ελληνική και την παγκόσμια διανόηση.
Όταν, επομένως, λέμε ότι «ενθάδε κείμεθα» (εμείς τα κειμήλια - κείμενα), με το «ενθάδε» εννοούμε τη ρίζα μας, την ελευθερία, την όποια μορφή ελευθερίας, επειδή η ελευθερία είναι μία -ενιαία και αδιαίρετη- και με το «κείμεθα» δεν εννοούμε ότι είμαστε νεκροί, εδώ θαμμένοι, μα κεκοιμημένοι, ονειρευόμενοι, άνθρωποι άνω θρώσκοντες, ελεύθεροι, επειδή η ελευθερία είναι η πεμπτουσία της ανθρώπινης υπόστασης, που μας εξασφαλίζει την αιώνια νεότητα και την αθανασία.
Κι όταν λέμε «τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι», με το «κείνων» εννοούμε τους πατέρες μας, που με το αίμα τους μας παρέδωσαν την ρίζα ελεύθερη και με το «ρήμασι πειθόμενοι»
εννοούμε την εντολή που μας άφησαν να φανούμε αντάξιοί τους και πολλώ κάρρονες, να την κρατήσουμε και να την ενδυναμώσουμε, για να δρατζιάσει το ίλαντρόν μας, όχι να παραλαμβάνουμε δέντρο και να παραδίδουμε κλώνο. Αυτοί είμαστε εμείς, οι κάρρονες.
Εσείς ποιοι είστε; Δεν θα πούμε οι χείρονες, μα πέστε μας. Ποιο είναι το ενθάδε, ποια η ρίζα σας; Πού κείσθε, σε ποιους τάφους, σε ποια κοιμητήρια; Ποιοι είναι οι εκείνοι σας; Ποια είναι τα ρήματα στα οποία είστε πειθόμενοι; Ίτε. Ήδη μας θάβουν ζωντανούς. Εμείς είμαστε οι πέτρες σας.
Τα κειμήλια (από το ρήμα κείμαι) είμαστε κάποια κείμενα, πάλι από το κείμαι, που δεν θα αυτοπροσδιοριστούμε ως κλασσικά, μα υπάρχοντα, εσαεί παρόντα.
Είμαστε, για παράδειγμα, ο «Θούριος» του Ρ. Φεραίου, ο «Ύμνος» του Δ. Σολωμού και οι «Ωδές» του Α. Κάλβου (για την ελληνική ελευθερία), η «Εννάτη Ιουλίου» του Β Μιχαηλίδη,
η «Αφήγηση του Ματρόζου για την μάχη του Γρ. Αυξεντίου στον Μαχαιρά» και το «Διάγγελμα του Τ. Παπαδόπουλου» (για τη κυπριακή ελευθερία), μια «Ομιλία» του Τσε Γκουεβάρα, το "Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος " του Αλέξανδρου Υψηλάντη, το "γιατί εκάμαμε την Επανάσταση"του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και το "τρώνε από εμάς και μένει και η μαγιά" του Ίωάννη Μακρυγιάννη, ή του Μάρτιν Λούθερ Κιγκ (για τη παγκόσμια ή την φυλετική ελευθερία) και δεκάδες, εκατοντάδες και χιλιάδες άλλα κείμενα από την ελληνική και την παγκόσμια διανόηση.
Όταν, επομένως, λέμε ότι «ενθάδε κείμεθα» (εμείς τα κειμήλια - κείμενα), με το «ενθάδε» εννοούμε τη ρίζα μας, την ελευθερία, την όποια μορφή ελευθερίας, επειδή η ελευθερία είναι μία -ενιαία και αδιαίρετη- και με το «κείμεθα» δεν εννοούμε ότι είμαστε νεκροί, εδώ θαμμένοι, μα κεκοιμημένοι, ονειρευόμενοι, άνθρωποι άνω θρώσκοντες, ελεύθεροι, επειδή η ελευθερία είναι η πεμπτουσία της ανθρώπινης υπόστασης, που μας εξασφαλίζει την αιώνια νεότητα και την αθανασία.
Κι όταν λέμε «τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι», με το «κείνων» εννοούμε τους πατέρες μας, που με το αίμα τους μας παρέδωσαν την ρίζα ελεύθερη και με το «ρήμασι πειθόμενοι»
εννοούμε την εντολή που μας άφησαν να φανούμε αντάξιοί τους και πολλώ κάρρονες, να την κρατήσουμε και να την ενδυναμώσουμε, για να δρατζιάσει το ίλαντρόν μας, όχι να παραλαμβάνουμε δέντρο και να παραδίδουμε κλώνο. Αυτοί είμαστε εμείς, οι κάρρονες.
Εσείς ποιοι είστε; Δεν θα πούμε οι χείρονες, μα πέστε μας. Ποιο είναι το ενθάδε, ποια η ρίζα σας; Πού κείσθε, σε ποιους τάφους, σε ποια κοιμητήρια; Ποιοι είναι οι εκείνοι σας; Ποια είναι τα ρήματα στα οποία είστε πειθόμενοι; Ίτε. Ήδη μας θάβουν ζωντανούς. Εμείς είμαστε οι πέτρες σας.