Σελίδες

Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2012

Βόρειος Ήπειρος


Απαιτείται άμεση συσπείρωση για μία νέα αρχή στην παιδεία του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού

Γκοτζιάς Γιώργος

Τελειόφοιτος Π.Τ.Δ.Ε Ιωαννίνων 2012

 Η πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος στην Αλβανία και η μετανάστευση ενός μεγάλου μέρους των Ελλήνων του τόπου μας σε πόλεις της Ελλαδικής επικράτειας, συντέλεσαν ώστε η γη μας να ερημώσει και οι προσαρμογή των Βορειοηπειρωτών στην Ελλάδα, να είναι αρκετά δύσκολη.

Μολαταύτα σιγά – σιγά άρχισαν και αυτοί να εφαρμόζουν το ρητό των αρχαίων προγόνων μας, «Όπου γης και πατρίς» και να αφομοιώνονται στον τρόπο ζωής των υπόλοιπων Ελλαδιτών.

Απ’ την άλλη τα παιδιά τους, τα οποία μέχρι πρότινος είχαν φοιτήσει ελάχιστα ή καθόλου στα τοπικά Ελληνικά σχολεία, δεν είχαν σχεδόν κανένα πρόβλημα ώστε να προσαρμοστούν στο Ελλαδικό μοντέλο εκπαίδευσης, το οποίο και αυτό με τη σειρά του έχει αρκετά προβλήματα (τα οποία δεν θα αναφέρω γιατί θα μακρηγορήσω) που περιορίζουν την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας τους.

Μολονότι έφυγε τόσος πολύς κόσμος, τα σχολεία της Ε.Ε.Μ δεν σταμάτησαν να λειτουργούν. Αρχικά επικράτησε κάποια ζωντάνια στον αριθμό των μαθητών, αλλά και στην ανταπόκριση των εκπαιδευτικών στις ανάγκες τους. Βέβαια τότε το λεγόμενο «Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα» ήταν της «μόδας». Δόθηκε μεγάλη βαρύτητα από Ελλαδικής πλευράς σε θέματα ενίσχυσης των σχολείων μας, αλλά και σε πιέσεις που ασκήθηκαν προς την τότε αλβανική κυβέρνηση (1994).

Επίσης πολύ σύλλογοι απ’ τον Ελλαδικό χώρο ενίσχυσαν τα σχολεία μας με διάφορα βοηθήματα και άλλα εγχειρίδια. Πράγμα που για κάποια χρόνια τόνωσε το ηθικό των εκπαιδευτικών, ώστε να είναι συνεπέστατη στα καθήκοντά τους. Εκείνη την περίοδο αρκετά παιδιά απ’ τους εναπομείναντες Έλληνες στη Βόρεια Ήπειρο, κατάφεραν να εισαχθούν στα Ελληνικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και να διαπρέψουν ο καθένας στον τομέα του. Ωστόσο στα τέλη της δεκαετίας του ’90 αλλά και στις αρχές του 21ου αιώνα, ένα νέο μεταναστευτικό ρεύμα θα χτυπήσει ξανά στην «καρδιά» τον τόπο μας.

Ξαφνικά άρχισαν να συγχωνεύονται τα σχολειά πολλών χωριών, με αποτέλεσμα να περιορίζεται άμεσα ο αριθμός των εκπαιδευτικών οι οποίοι απασχολούνταν. Όπως αναφέρει και ο  Θεοφάνης Μαλκίδης στο βιβλίο του «Η Εθνική Ελληνική Μειονότητα της Αλβανίας», η εκπαίδευση νέων δασκάλων για την οποία η Αλβανία έχει υπογράψει μια σειρά διεθνών συμβάσεων ότι θα εφαρμόσει, δεν έγινε σχεδόν πότε ή τουλάχιστον δεν πραγματοποιήθηκε με το κύρος το οποίο πράττουν άλλες χώρες παγκοσμίως.

Συγκεκριμένα στο Δημοτικό Σχολείο της Ε. Ε.Μ, τα μαθήματα τα οποία διδάσκονται, είναι σε ποσοστό 70 – 80 % στην Ελληνική γλώσσα. Πράγμα που αυτόματα γεννά το ερώτημα κατά πόσο οι εκπαιδευτικοί μας είναι καταρτισμένη να διδάξουν σωστά στην μητρική γλώσσα των μαθητών. Το μοναδικό Πανεπιστημιακό Ίδρυμα στην περιοχή μας το οποίο προετοιμάζει εκπαιδευτικούς για την Ε.Ε.Μ, είναι το «Ελληνικό Τμήμα Γλώσσας Ιστορίας και Ελληνικού Πολιτισμού»στο Πανεπιστήμιο Αργυροκάστρου.

Πριν τη μεταβατική περίοδο στην Αλβανία, λειτουργούσε και η «Μέση Παιδαγωγική Σχολή Αργυροκάστρου», η οποία σχετίζονταν άμεσα με τις λεγόμενες Παιδαγωγικές Ακαδημίες που λειτούργησαν στην Ελλάδα πριν το 1980 και αργότερα αναβαθμίστηκαν σε Πανεπιστημιακές Παιδαγωγικές Σχολές με τη νομοθεσία του Ανδρέα Γ. Παπανδρέου (1989).Το πρόβλημα όμως είναι πως η συγκεκριμένη Πανεπιστημιακή σχολή δεν παρέχει σχεδόν καμία παιδαγωγική κατάρτιση στους σπουδαστές της, παρά μόνον γνώσεις σε θέματα που σχετίζονται με την Ελληνική Φιλολογία.

Οι μαθητές ενός Δημοτικού Σχολείου, θα πρέπει εκτός της Ελληνικής μητρικής τους Γλώσσας, να μάθουν Μαθηματικά, Φυσική, Μελέτη Περιβάλλοντος και ένα σωρό άλλα μαθήματα τα οποία αφορούν τις Φυσικές και Κοινωνικές Επιστήμες. Απ’ την άλλη ο μαθητής αυτής της ηλικίας είναι μια εν δυνάμει κοινωνική προσωπικότητα, η οποία σε αυτό το στάδιο της ανάπτυξής της, χρήζει ψυχολογικής υποστήριξης. Άρα ο εκπαιδευτικός πέραν των υπόλοιπων ακαδημαϊκών γνώσεων θα πρέπει να ‘χει γνώσεις Ψυχολογίας και Κοινωνιολογίας. (Λόγω της πολυπολιτισμικής εποχής στην οποία ζούμε, ο μαθητής θα πρέπει να ενταχθεί ομαλά στη σύγχρονη κοινωνία).

Ως εκ τούτου τα παιδιά τα οποία διαμένουν μόνιμα στο τόπο μας έχουν δεχθεί μια βάναυση προχειρότητα στην εκπαίδευσή τους, σε σημείο να κάνουν τεράστια λάθη σε επίπεδο σύνταξης και ορθογραφίας της μητρικής τους γλώσσας. Δυστυχώς υπάρχουν και κρούσματα περιθωριοποίησης και αυταρχισμού κατά την επικοινωνία τους με το δάσκαλο. Πράγμα που συνεπάγεται με την απομόνωση τους απ’ το υπόλοιπο σχολικό «σώμα». Πότε όμως δεν είναι αργά.

Είναι άμεση ανάγκη και υποχρέωση από όλους όσους σχετιζόμαστε με τα θέματα της εκπαίδευσης και καταγόμαστε απ’ τα αιματοβαμμένα χώματα της Βόρειας Ηπείρου, να συσπειρωθούμε ώστε να συμβάλλουμε ο καθένας ανάλογα με τις γνώσεις και τις δυνάμεις που διαθέτει, με σκοπό να κλείσει άμεσα το «κεφάλαιο» της κοροϊδίας, η οποία παίζεται τόσα χρόνια εις βάρος της μόρφωσης των Ελλήνων της Διεθνώς αναγνωρισμένης Βορείου Ηπείρου.

Ας βρεθούμε απέναντί τους και ας πούμε «ΣΤΟΠ» σε όλη αυτή την κτηνωδία και την απανθρωπιά κάποιων γνωστικών ηγετών. Είμαστε υπόλογοι απέναντι στη νέα γενιά, η οποία θα πρέπει να ζήσει στη γη την οποία «όρισε» γι αυτήν ο Πύρρος.

ΑΠΑΙΤΟΥΜΕ και ΔΙΕΚΔΙΚΟΥΜΕ τα αυτονόητα.

Όσα στέρησαν απ’ τους γονείς μας, δε θα τα στερήσουν και από ‘μας.