Σελίδες

Σάββατο 15 Μαΐου 2021

Το πρόβλημα με την Τουρκία είναι ότι είναι μέλος του ΝΑΤΟ, όχι η Αρμενία !

 

.









Του χρόνου, ας μιλήσουμε σοβαρά για την αποβολή της Τουρκίας από το ΝΑΤΟ, κάτι που θα είναι χρήσιμο.

Με αυτά τα λόγια ξεκινά το άρθρο του Doug Bandow που δημοσιεύτηκε στο CATO Institute και στο The American

 Spectator.



Ο Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έκανε ένα γενναίο βήμα όπως λέγεται. Αναγνώρισε την γενοκτονία των Αρμενίων από την Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1915. Κάπου 1,5 εκατομμύριο άνθρωποι χάθηκαν. Ο Μπάιντεν είπε: «Κάθε χρόνο αυτή την ημέρα, θυμόμαστε τις ζωές όσων πέθαναν κατά την Αρμενική γενοκτονία της Οθωμανικής περιόδου και δεσμευόμαστε να αποτρέψουμε τέτοιες ακρότητες από το να επαναληφθούν».

Ποιος θα μπορούσε να αντιταχθεί σε τέτοια συνήθη συναισθήματα; Η κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Τουρκίας. Εδώ και χρόνια οι λομπίστες της Άγκυρας μαζί με Τουρκικές ομάδες μάχονταν τους εκπροσώπους των Αρμενίων και των υποστηρικτών τους, Ελλήνων και των Κυπρίων, σχετικά με το κατά πόσον το Κογκρέσο και ο πρόεδρος θα διατυπώσουν τη γνώμη τους γι’ αυτό το σκοτεινό ιστορικό ζήτημα. Η μάχη για το πώς μπορούν να χαρακτηριστούν τα γεγονότα που συνέβησαν δεκαετίες πριν, ήταν από τις πιο δύσκολες στην Ουάσιγκτον.

Τα τελευταία χρόνια η Έγκυρα έχασε έδαφος. Ο Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δημιούργησε ένα απολυταρχικό κράτος, συνέλαβε Αμερικανούς πολίτες, έγινε εχθρός με το Ισραήλ, προκάλεσε εδαφικές συγκρούσεις με την Ελλάδα και την Κύπρο, υποστήριξε ισλαμιστικές δυνάμεις, συνεργάστηκε με το Ισλαμικό Κράτος, επιτέθηκε στους Κούρδους συμμάχους των Αμερικανών στη Συρία, παρενέβη στρατιωτικά στη Λιβύη και συνεργάστηκε με τη Ρωσία. Έτσι έχει πλέον λίγους φίλους στην Αμερική. Κανένας που δεν έχει Τουρκικό αίμα ή δεν πληρώνεται από την Τουρκία, δεν έχει λόγο να υπερασπίζεται την Τουρκική κυβέρνηση. Δεν υπάρχει πολιτική ποινή για έναν πολιτικό των ΗΠΑ όταν αγνοεί τις καταγγελίες της Άγκυρας και όταν αψηφά τις εντολές της Άγκυρας.

Εάν η απόφαση ήταν δική μου, τα πυρηνικά όπλα της Αμερικής θα έφευγαν από το Ιντσιρλίκ αύριο και όλες οι άλλες στρατιωτικές δυνάμεις θα έμπαιναν δε διαδικασία μεταφοράς των βάσεων έξω από την Τουρκία. Και η Ουάσιγκτον θα συζητούσε με τα άλλα μέλη του ΝΑΤΟ πως να εκδιώξουν ή να περιορίσουν την Άγκυρα, να μειώσουν τον κίνδυνο μια πέμπτης φάλαγγας εντός της συμμαχίας.

Το καλύτερο για τις ΗΠΑ σήμερα θα ήταν ένα πολιτικό διαζύγιο, από τη συνεχή πάλη για τη μελλοντική σχέση. Ο Ερντογάν είναι αξιόπιστος μόνο στο να κάνει κακό στους συμμάχους και στον Τουρκικό λαό. Το θέμα της γενοκτονίας των Αρμενίων βρίσκεται μπροστά του. Ήταν από καιρό ένα ματς, που όμως δεν ανήκει ούτε στο Κογκρέσο, ούτε στον Λευκό Οίκο.

Από ιστορικής πλευράς, κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, η Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε χαλαρούς δεσμούς με τις δυνάμεις του άξονα και δεχόταν συνεχώς επίθεση από την Αντάντ. Οι Οθωμανοί ανέμεναν πως τυχόν ήττα τους θα είχε ως αποτέλεσμα την διάλυση της χώρας τους. Έτσι θεωρούσαν πως βρίσκονταν σε αγώνα επιβίωσης.

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η τότε κυβέρνηση προχώρησε σε μαζικές βιαιότητες και δολοφονίες των Χριστιανών και των Αρμενίων. Αυτό που συνέβη ήταν ένα τρομερό λάθος ανεξάρτητα από τις ακριβείς προθέσεις και τα αποτελέσματα. Η λέξη «γενοκτονία» είναι ένας τεχνικός όρος με συγκεκριμένη έννοια. Το εάν αυτό που συνέβη πριν από 106 χρόνια ταιριάζει απόλυτα στον ορισμό της γενοκτονίας, δεν έχει καμία συνέπεια σήμερα.

Τα θύματα έχουν πεθάνει και αυτό δεν αλλάζει. Οι περιουσίες που κατασχέθηκαν έχουν χαθεί. Η γη που απαλλοτριώθηκε έχει διανεμηθεί σε άλλους. Αυτοί που διέταξαν και έπραξαν τις ακρότητες έχουν πεθάνει. Η κυβέρνηση που ευθύνεται για τις ακρότητες, χάθηκε μετά το τέλος του πολέμου. Ακόμη και η χώρα που ευθύνεται για τις ακρότητες εξαφανίστηκε. Αυτό που δημιουργήθηκε στη συνέχεια είναι διαφορετικό: διαφορετικοί αξιωματούχοι, σε ένα άλλο σύστημα διακυβέρνησης, σε ένα άλλο κράτος, που λειτουργεί διαφορετικά, επιβλέποντας διαφορετικούς ανθρώπους.

Το αν η Οθωμανική Αυτοκρατορία διέπραξε γενοκτονία, αποτελεί μεγάλο ερώτημα για ακαδημαϊκή έρευνα. Αλλά ποιο το νόημα να ρίχνουμε στη διαμάχη τον πολιτικό υπόνομο της Ουάσινγκτον;

Στην πραγματικότητα, η αμφιλεγόμενη διαμάχη δεν σχετίζεται με τις αποτρόπαιες πράξεις που συνέβησαν έναν αιώνα πριν. Σχετίζεται όμως με την σημερινή Δημοκρατία της Τουρκίας. Με λίγα λόγια, είναι ένα πολιτικό όπλο για να χτυπηθεί η Άγκυρα.

Φυσικά, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, η Τουρκία αποτελεί ελκυστικό στόχο, κάτι που της αξίζει. Αυτό που απομένει μετά από δύο δεκαετίες αυξανόμενης διαφθοράς και αυταρχισμού από τον Ερντογάν και το κατ’ όνομα κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, είναι μια Δημοκρατία στα χαρτιά. Χρησιμοποίησε βάναυσα το αποτυχημένο πραξικόπημα πριν 5 χρόνια ως το δικό του Ράιχσταγκ, συλλαμβάνοντας όσους περισσότερους από τους αντιπάλους και τους επικριτές του μπορούσε, όπως επίσης ανθρώπους που απλώς αμφέβαλαν γι’ αυτόν και φυλάκισε δεκάδες χιλιάδες, ενώ εκδίωξε πολλούς από τα σχολεία, τις δουλειές τους και τα σπίτια τους.

Η οργάνωση Freedom House θεωρεί την Άγκυρα «μη ασφαλή» περιοχή. Η Οργάνωση έγραψε:
«Αφού πέρασε αρχικά κάποιες φιλελέυθερες μεταρρυθμίσεις, η κυβέρνηση του ΑΚΡ έδειξε αυξανόμενη περιφρόνηση για τα πολιτικά δικαιώματα και τις πολιτικές ελευθερίες και επιδίωξε μια δραματική και ευρεία καταστολή όσων θεώρησε ότι έλαβαν μέρος στο αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016. Οι συνταγματικές αλλαγές που υιοθετήθηκαν το 2017 συγκέντρωσαν την ισχύ στα χέρια του προέδρου. Ενώ ο Ερντογάν συνεχίζει να ασκεί τεράστια δύναμη στην τουρκική πολιτική, οι νίκες της αντιπολίτευσης στις δημοτικές εκλογές του 2019 και ο αντίκτυπος της πανδημίας COVID-19 στην ήδη ασταθή οικονομία έχουν δώσει στην κυβέρνηση νέα κίνητρα για την καταστολή των διαφωνούντων και τον περιορισμό του δημόσιου λόγου».

Την ίδια ώρα, η Άγκυρα έχει γίνει ένα κακόβουλος περιφερειακός παίκτης. Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι δεν μπορούν να ισχυριστούν πλέον πως η Τουρκία αποτελεί πυλώνα ασφάλειας, τον ακρογωνιαίο νοτιοανατολικό λίθο του ΝΑΤΟ κατά της Ρωσικής επιθετικότητας και μοντέλο φιλελεύθερης ισλαμικής διακυβέρνησης. Ακόμη και αν κάποτε αυτό ήταν αλήθεια και στο επιχείρημα γινόταν υπερβολική χρήση, δεν ισχύει εδώ και δεκαετίες.

Ωστόσο, τίποτα από αυτά δεν έχει σχέση με το ζήτημα της γενοκτονίας των Αρμενίων. Η σημερινή κυβέρνηση της Τουρκίας, η οποία προέκυψε μετά από πικρές συγκρούσεις μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, δεν έχει καμία σχέση με τη συμπεριφορά του προηγούμενου καθεστώτος. Αντί να αντιμετωπίζει τις κατηγορίες κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ως κριτική για τη σύγχρονη Τουρκία, ο Ερντογάν θα πρέπει να παρατηρήσει ότι το ζήτημα ανήκει σε ένα εντελώς διαφορετικό κράτος και κυβέρνηση – τόσο ξένο για την Άγκυρα σήμερα, όσο οι αποικίες για τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Στη συνέχεια θα μπορούσε να απορρίψει το ζήτημα ως άσχετο με την κυβέρνησή του και θα μπορούσε να επιστρέψει στην καταπίεση, φυλάκιση και λεηλασία του λαού του.

Η αιτία που οι Αρμένιοι, οι Κύπριοι και οι Έλληνες επιμένουν στο να πιέζουν για το θέμα αυτό, είναι επειδή προφανώς αναστατώνει τους Τούρκους και την Τουρκία. Εάν η Άγκυρα έδειχνε αδιαφορία, η υποστήριξη του θέματος θα ατονούσε. Το ζήτημα είναι σημαντικό και δημιουργεί σημαντικές θέματα για τους λομπίστες και τις εταιρείες δημοσίων σχέσεων, μόνο και μόνο επειδή είναι ένα αναμενόμενα χρήσιμο όπλο ενάντια σε αυτό που έχει γίνει πολύ δυσάρεστο και μη δημοφιλές καθεστώς (θυμηθείτε τους σωματοφύλακες του Ερντογάν να χτυπάνε ειρηνικούς διαδηλωτές κατά την επίσκεψή του στις ΗΠΑ το 2018). Το γεγονός ότι οι Τούρκοι δυσφορούν σε μεγάλο βαθμό στη διαμάχη για τη γενοκτονία, δημιουργεί κάτι περισσότερο από λίγη χαιρεκακία.

Η αναγνώριση του Μπάιντεν αποτελεί μια καλή στιγμή για να τελειώσει ο ανταγωνισμός και να προχωρήσουμε παρακάτω. Ο αριθμός των μελών του Κογκρέσου που γνωρίζουν πέντε πράγματα για την υπόθεση, μετριέται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Ο εκτελεστικός κλάδος είναι λίγο καλύτερα εξοπλισμένος για να αποδίδει ιστορικές κρίσεις.

Οι πολιτικοί έχουν πολλή δουλειά να κάνουν. Δεν θα αποφασιστεί εάν ο Βρούτος μαχαίρωσε δίκαια τον Ιούλιο Καίσαρα ή η Αμέλια Έκχαρτ αιχμαλωτίστηκε από τους Ιάπωνες. Αυτά θα παραμείνουν άλυτα μυστήρια. Ούτε οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι πρέπει να ασχολούνται με το νομικό καθεστώς των φρικτών δολοφονιών που διαπράχθηκαν εδώ και πολύ καιρό από ανθρώπους, κυβερνήσεις, κράτη και χώρες που δεν υπάρχουν πλέον.

Του χρόνου, ξεχάστε την Αρμενική γενοκτονία. Ας συζητήσουμε σοβαρά την εκδίωξη της Τουρκίας από το ΝΑΤΟ, σε συντονισμό με την Ευρώπη σε απάντηση στην καταστροφική συμπεριφορά της Άγκυρας στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή και επιβάλλοντας κυρώσεις στον Ερντογάν και τους υποτακτικούς του, που κατέστρεψαν την Τουρκική δημοκρατία. Η υλοποίηση (της έναρξης της συζήτησης εκδίωξης της Τουρκίας από το ΝΑΤΟ) θα ήταν χρήσιμη και θα διατηρούσε του ίδιους λομπίστες και δημοσιοσχεσίτες εξίσου απασχολημένους και καλοπληρωμένους.

Πηγή: Cosmostatus