Σελίδες

Κυριακή 17 Ιουλίου 2022

Φώτης Κόντογλου

 

Μπορεί να είναι εικόνα 1 άτομο και στέκεται 
 
Ἂν δὲν νοιώθεις μυστήριο σὲ ὅ,τι βλέπεις, σὲ ὅ,τι ἀκοῦς, σὲ ὅ,τι πιάνεις, εἶσαι στ᾿ ἀλήθεια πεθαμένος ἄνθρωπος. Θυμᾶμαι τὸν καιρὸ ποὺ ζοῦσα πιὸ φυσικὴ ζωή, πὼς ὅλα μὲ κάνανε νὰ βουτῶ βαθειὰ μέσα μου καὶ νὰ βρίσκω κάποια ἀλλόκοτα πετράδια, καὶ κάποια μαργαριτάρια μιᾶς ξωτικῆς θάλασσας...


Στον αγέρα πετούν ένα σωρό πράματα! Ακούγεται η βαθειά βουή του ατελείωτου κόσμου... Στήσε το αυτί σου!... Τι μυστική γλώσσα έχει η ψυχή! ... Περπατώ με τις μύτες των ποδιών μου, το δάχτυλό μου είναι απάνου στο στόμα μου... Ειδών ειδών μυρουδιές κλώθουνται σε χρωματιστά ρέματα, που ’ναι όμοια με τόξα τ’ ουρανού... Απάνου στο πάτωμα στοιβάζουνται - φρου φρου - μαλακά πούπουλα, που στρίφουν στον αγέρα και πέφτουν αμέτρητα, σκεδιάζοντας χίλια χάδια αγάπης - χίλια χάδια αγάπης...
Οι άδειες καμάρες τ’ ουρανού γιομίζουν από μια κρυφή μουσική... Μέσα στο άπατο χάος κυλάνε αργά και βουβά εκατομμύρια χαμένοι αιώνες... Η Πούλια αφουγκράζεται με σιωπή τη σκέψη του θεού... Απάνου στις στερεμένες θάλασσες του Βέγα αρχίζει να φυσά ένα ερημικό αγέρι.
Φτωχή μου φωλιά! Εδώ μέσα οι άγγελοι χορεύουν με τις αιώνια παιδικές φτέρνες τους κάθε βράδυ... Ωσαννά! Ωσαννά!... Η γης αγιάστηκε!...
...Αν έρτω γω στα κατατόπια σου, ξέρω καλά πως θα με ποτίσεις πίκρα και μιζέρια, γιατί είμαι απλός κ' εσύ δασκαλεύεσαι μέρα-νύχτα απ' το διάολο. Μα αν τύχαινε κανένας άνεμος να σε ρίξει σε τούτο το έρημο μέρος που ζω κι αν μπορούσα για μια στιγμή να σου δανείσω το μυαλό μου και την καρδιά μου, τότες θα 'βλεπες, τότες θα καταλάβαινες για ποιά μυστήρια σου μιλώ...
Φώτισε, Κύριε, τὶς σκοτισμένες διάνοιές μας. Ἐλευθέρωσέ τες ἀπὸ τὰ φιλόσαρκα φρονήματα. Γέμισε τὴν καρδιά μας μὲ τὴν πανευφρόσυνη λύπη σου. Γιατὶ μ᾿ αὐτὴ βρίσκουμε τὸν μυστικὸ δρόμο ποὺ μᾶς φέρνει σὲ Σένα, κι ὄχι μὲ τὶς ἀπατηλὲς σοφίες τοῦ κόσμου τούτου.
Ἡ λύπη τῆς διανοίας εἶναι θυμίαμα εὔοσμο, ποὺ ἀνεβαίνει πρὸς τὸν θρόνο σου. Αὐτὴ ἀνοίγει τὴν κλεισμένη πύλη, γιὰ νὰ μπεῖ ἡ ψυχή μας στὴ χώρα τῶν μυστηρίων Σου. Γιὰ τοῦτο εἶπες· «μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοὶ παρακληθήσονται. Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται».