[Θέλω νά εἶμαι ὡραῖο δεῖγμα ἀνθρώπου Ἕλληνος. Νὰ σκοπός μιᾶς ζωῆς!
ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ ]
Μὲ ρίζες στὸ Βογατσικὸ τῆς Μακεδονίας, ἡ οἰκογένεια Δραγούμη εἶχε ἐγκατασταθεῖ στὸ Μέγα Ρεῦμα Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τὸ 1782.
Ὁ προπάππος, Μᾶρκος Δραγούμης, ἦταν Φιλικὸς καὶ Ἐθνικὸς Ἀγωνιστής. Δίδασκε ρητορικὴ καὶ φιλοσοφία στὰ Ἑλληνικὰ Σχολεῖα τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ὅταν ξέσπασε ἡ Ἐπανάσταση, δημεύθηκε ὅλο τὸ συγγραφικὸ ἔργο, ἡ βιβλιοθήκη καὶ ἡ περιουσία του. Θὰ καταφύγει στὴν Ὀδησσὸ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὸ Ναύπλιο. Στὶς πρῶτες Ἐθνικὲς Συνελεύσεις ἦταν ἀντιπρόσωπος τῶν συμπατριωτῶν του Μακεδόνων καί, ὅταν μεταφέρθηκε ἡ πρωτεύουσα, ἐγκαταστάθηκε στὴν Ἀθήνα, ὅπου καὶ πέθανε.
Ὁ παπποῦς, Νικόλαος Δραγούμης, ἦταν ἐπίσης λόγιος καὶ πολιτικός. Χρημάτισε γραμματέας δύο Ἐθνοσυνελεύσεων καὶ τοῦ πολιτικοῦ γραφείου τοῦ Ἰωάννη Καποδίστρια. Διορίστηκε διευθυντὴς ὑπουργείου, ὑπουργικὸς σύμβουλος καὶ ἐν τέλει Ὑπουργὸς Ἐξωτερικῶν. Ἐξέδιδε τὴν Εὐτέρπη, τὸν Spectateur de l' Orient, καθῶς καὶ τὴν Πανδώρα, τὴν ὁποία καὶ διηύθυνε γιὰ δεκαέξι χρόνια.
Ὁ πατέρας, Στέφανος Δραγούμης, ἦταν νομικός, φιλόλογος καὶ ἀρχαιολόγος. Τὸ 1878 μετέφερε ὁ ἴδιος μὲ καράβι ὅπλα στὸν Κολινδρὸ τοῦ Ὀλύμπου γιὰ τοὺς ἐπαναστάτες Μακεδόνες, καὶ λίγο ἔλειψε νὰ πέσει στὰ χέρια τῶν Τούρκων. Κυριώτερο ἔργο του ἦταν ἡ ὑποκίνηση τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγῶνος. Τὸ 1912 ἀνέλαβε τὴν γενικὴ διοίκηση τῆς Κρήτης καὶ τὸ 1913 ἐκείνη τῆς Μακεδονίας.
Ὁ Ἴων, τὸ πέμπτο ἀπὸ τὰ ἕνδεκα παιδιὰ τοῦ Στεφάνου Δραγούμη καὶ τῆς Ἐλισσάβετ Κοντογιαννάκη, γεννήθηκε στὴν Ἀθήνα τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1878. Ὁ ζωηρὸς καὶ φιλομαθὴς Δραγούμης, ἔζησε καὶ ἀναπτύχθηκε σὲ ἕνα περιβάλλον λογίων, πολιτικῶν, καλλιτεχνῶν καὶ ἐπιστημόνων. Μὲ τὴν ὁλοκλήρωση τῶν ἐγκυκλίων σπουδῶν, ἐγγράφεται στὴν Νομικὴ Σχολὴ τῶν Ἀθηνῶν. Ἦταν τύπος λεπτός, μὲ χαρακτηριστικὰ εὐγενικὰ , ὀλιγόλογος, ἁβρὸς καὶ μὲ ἕνα ἰδιαίτερο θέλγητρο στοὺς τρόπους.
Σὲ ἡλικία μόλις δεκαεπτὰ ἐτῶν κατατάσσεται ἐθελοντὴς στὸν πόλεμο τοῦ 1897.
"(..) Πρίν ἀρχίσει ὁ πόλεμος, εἶχα πεῖ τοῦ πατέρα πὼς θέλω νὰ γίνω στρατιώτης καὶ μ' ἐμπόδισε. Ὅταν ἄρχισε ὁ πόλεμος καὶ μπῆκαν οἱ Τοῦρκοι στὴν Λάρισα, πῆγα ἀμέσως καὶ κατατάχθηκα. Θὰ λυποῦμαι ὅσο ζῶ ποὺ δὲν βρέθηκα στὴν μάχη. Πῶς ἤθελα νὰ πολεμήσω καὶ νὰ κακοπαθήσει αὐτὸ τὸ κορμί. Χαίρομαι πολὺ ποὺ ἔγινα στρατιώτης, γιατὶ μαθαίνω πολλὰ πράγματα καὶ πολλοὺς ἀνθρώπους."
Ἡ ἀτυχὴς ἔκβαση τοῦ πολέμου ὑπῆρξε γιὰ τὸν Ἴωνα μέγα ἀφυπνιστικό χτύπημα. Τὸ 1899 σὲ ἡλικία 21 ἐτῶν λαμβάνει τὸ πτυχίο τῆς Νομικῆς καὶ, κατόπιν διαγωνισμοῦ, διορίζεται ἀκόλουθος τοῦ Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν.
"(..)Θὰ γίνω ἀκόλουθος διότι α) πρέπει νὰ κάνω μία δουλειὰ ἀφοῦ δὲν ἔχω χρήματα ἀρκετὰ γιὰ νὰ ἔχω τὸ δικαίωμα νὰ ζήσω χωρὶς δουλειὰ καὶ β) ἔτσι θὰ ταξιδέψω ἀναγκαστικὰ καὶ θὰ δουλέψω γιὰ τὴν Πατρίδα χωρὶς νὰ μὲ δίνει τίποτε ἄλλο παρὰ τὸ ψωμὶ μου καὶ χωρὶς νὰ ζητῶ τίποτε. Αὐτὰ θὰ κάνω ὡς τοῦ χρόνου. Ὅλη μου τὴ ζωὴ θὰ κάνω τὰ ἑξῆς: Θὰ δουλεύω γιὰ νὰ ὠφελήσω τὴν κοινωνία. Μὰ γιὰ νὰ μὴν γίνω σὰν κι αὐτή, πρέπει νὰ συλλογιέμαι ἀδιάκοπα καὶ αἰώνια. Ποτὲ νὰ μὴν πάψω τὴν συλλογιά, ποτὲ νὰ μὴν δέχομαι τὶς ἰδέες τῶν ἄλλων, τὸν τρόπο τῆς ζωῆς τους, προτοῦ τὶς κοσκινίσω ὅσο παίρνει καλά. Ποτὲ νὰ μὴν κάνω ἀσυνείδητα ὅσα κάνουν οἱ ἄλλοι. Κανέναν Θεὸ νὰ μὴν προσκυνῶ, χωρὶς νὰ ξέρω τὸ γιατί."
Ἀπὸ πολὺ νωρὶς ὁ Ἴων Δραγούμης ἀγωνιζόταν νὰ βρεῖ τὸ Νόημα τῆς Ὑπάρξεώς του. Ἀποφασιστικὴ γιὰ τὴν διαμόρφωση τοῦ χαρακτῆρα καὶ τῆς κοσμοθεωρίας τοῦ Ἴωνος Δραγούμη ἦταν σαφῶς οἱ κληρονομικὲς καταβολὲς ἀλλὰ καὶ τὸ ἄμεσο περιβάλλον του. Ἡ οἰκογένεια Δραγούμη εἶχε Ἐθνικὴ Ἱστορία. Ὁ πατέρας του, Ὑπουργὸς Ἐξωτερικῶν, ἀγωνιοῦσε γιὰ τὴν τύχη τῆς Μακεδονίας. Ὁ Παῦλος Μελᾶς θὰ ξεκινοῦσε ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ Ἴωνος γιὰ τὴν μεγάλη θυσία. Ὁ τεράστιος Περικλῆς Γιαννόπουλος καὶ ὁ πατριώτης Ἀθανάσιος Σουλιώτης - Νικολαΐδης ἄσκησαν στὸν Ἴωνα τὴν θετικώτερη δυνατὴ ἐπίδραση.
Τὸ 1902 τοποθετεῖται στὸ προξενεῖο τῆς Μακεδονίας, στὸ Μοναστήρι. Ἀπὸ ἐκεῖ καταπιάνεται μὲ τὴν ὀργάνωση τῶν Ἑλληνικῶν Κοινοτήτων τῆς Μακεδονίας ἐνάντια στὴν προπαγάνδα τῶν βουλγαρικῶν κομιτάτων. Οἱ ἐνέργειές του ξυπνοῦν τὴν κοιμισμένη κοινὴ γνώμη καὶ ὁ Ἀγῶνας ποὺ ἀρχίζει τότε, βρίσκει ἕτοιμο τὸν Ἑλληνισμό. Ὡς πρόξενος στὶς Σέρρες, στὸν Πύργο τῆς Βουλγαρίας, στὴν Φιλιππούπολη, στὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ ἀπό ἐκεῖ στὸ Δεδεαγάτς, ὁ Ἴων Δραγούμης ἀφυπνίζει καὶ ὀργανώνει τὶς Ἑλληνικὲς δυνάμεις.
Τὸ 1907 τοποθετεῖται στὴν πρεσβεία τῆς Πόλης καὶ τὸν ἴδιο χρόνο ἐκδίδει τὸ Μαρτύρων καὶ Ἡρώων Αἷμα. Ὅπως ἔκανε στὴν Θράκη, στὴν Μακεδονία καὶ στὴν Ἀλεξάνδρεια, ὀργανώνει τὸν Ἑλληνικὸ πληθυσμὸ τῆς Πόλης. Καὶ, μαζὶ μὲ τὸν Ἀθανάσιο Σουλιώτη - Νικολαΐδη, ἱδρύει τὴν Ὀργάνωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἡ ὅλη του δράση ὅμως δημιουργεῖ ἀντιδράσεις. Μετατίθεται στὴν Ρώμη καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὸ Λονδῖνο. Μετὰ ἀπὸ μία σειρὰ ἀποστολῶν σὲ Πόλη, Σόφια, Βελιγράδι, Βενετία, Βιέννη καὶ Θεσσαλονίκη, διορίζεται στὸ ὑπουργεῖο ὅπου καὶ θὰ συνεχίσει τὸ Ἔργο του.
Μὲ τὴν κατάληψη τῶν Δωδεκανήσων ἀπὸ τοὺς Ἰταλούς, ὀργανώνει τὸ συνέδριο τῶν Δωδεκανήσων καὶ, πρὶν τὸ διαλύσουν οἱ Ἰταλοί, προφταίνουν οἱ Δωδεκανήσιοι καὶ ζητοῦν τὴν Ἑνώση μὲ τὴν Ἑλλάδα. Τότε εἶναι ποὺ δημοσιεύει τὸ ἐμβληματικὸ του Ἔργο "Ὅσοι Ζωντανοὶ". Μὲ τὸ ξέσπασμα τῶν Βαλκανικῶν Πολέμων, ὁ Ἴων Δραγούμης κατατάσσεται στὸν στρατό. Ὁ Κωνσταντῖνος ὅμως τὸν ἀποσπᾶ ὡς πολιτικὸ σύμβουλο στὸ Στρατηγεῖο. Παρευρίσκεται στὴν μάχη τῶν Γιαννιτσῶν. Μαζὶ μὲ τὸν Δούσμανη καὶ τὸν Μεταξᾶ διαπραγματεύεται τὴν παράδοση τῆς Θεσσαλονίκης. Ὁ ἴδιος συντάσσει τὸ πρωτόκολλο τῆς παραδόσεως τῆς πόλεως καὶ, ὁ ἴδιος, μὲ τὸ χέρι του, θὰ σηκώσει τὴν πρώτη Ἑλληνικὴ Σημαία στὴν Ἀρχιεπισκοπὴ τῆς Θεσσαλονίκης.
Ὅπως ἦταν λογικό, ἡ ἄοκνη δράση του Ἴωνος Δραγούμη προκαλοῦσε ἀναταραχὴ στοὺς πολιτικοὺς κύκλους. Ἀποσπᾶται ἐκ νέου σὲ ἀποστολὲς. Ἐκφράζει τὴν διαφωνία του ζητῶντας τὴν ἀνάκλησή του. Διορίζεται πρέσβυς στὴν Πετρούπολη, ὅπου καὶ διαπραγματεύεται μὲ ἐπιτυχία τὸ θέμα τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ μεριμνᾶ γιὰ τὴν ὀργάνωση τῶν Ἑλληνικῶν Κοινοτήτων στὴν Ρωσσία.
Τὸ 1913 ὁ Ἴων Δραγούμης ἀποτυπώνει -αὐτούσιο- τὸ Ὅραμα τοῦ 21 στὸ κείμενό του Τὸ Κράτος.
"(..) Σκοπὸς ἐκείνων ποὺ ἔφτιασαν τὸ νέο κράτος, ἦταν νὰ γίνει ἐργαστήρι πανελληνικό, ποὺ νὰ ἐξακολουθήσει τὸν ἀγῶνα τοῦ Ἔθνους ὡς ποὺ τὸ Βυζαντινὸ κράτος νὰ ξεφορτωθεῖ τὸν Τοῦρκο ἀπὸ πάνω του, νὰ ξαναπιάσει ὁ Ρωμιὸς τὴ διοίκηση τοῦ Κράτους ποὺ εἶχε πρωτεύουσα τὴν Πόλη καὶ νὰ ξανακαθήση Ἕλληνας Βασιλιᾶς στὸν θρόνο τῶν Παλαιολόγων. "
Τὸ 1917 ἡ ἔντονη διαμαρτυρία του γιὰ τὴν βίαιη ἐπέμβαση τῆς Ἀντάντ στὰ ἐσωτερικὰ τῆς Ἑλλάδος εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ ἐξορισθεῖ μαζὶ μὲ ἄλλους ἀντιβενιζελικοὺς στὴν Κορσική, ὅπου καὶ ἔμεινε δύο σχεδὸν χρόνια, ὡς τὸν Μάη τοῦ 1919. Τότε εἶναι ποὺ θὰ ἐκτοπισθεῖ στὴν Σκόπελο. Ἀπὸ ἐκεῖ ὑποβάλλει ὑπόμνημα μὲ τὸ ὁποῖο ἐκθέτει τὸ σύνολο τοῦ Ἑλληνικοῦ Ζητήματος μέσα στὴν Ἀνατολή, τονίζει τὴν χρησιμότητα τοῦ Ἑλληνικοῦ παράγοντος, τὶς ἐδαφικὲς διεκδικήσεις τῆς Ἑλλάδος, τὴν ἀνάγκη δημιουργίας οὐδέτερου, ἀνεξάρτητου κράτους τῶν Στενῶν. Ὑποστήριξε τέλος, ὅτι ἔπρεπε νὰ διατηρηθεῖ ἡ ἐδαφικὴ ἀκεραιότητα τῆς Μικρᾶς Ἀσίας.
Τὸν Νοέμβριο τοῦ 1919 θὰ ἀφεθεῖ ἐλεύθερος. Ἐπιστρέφει στὴν Ἀθήνα ὅπου καὶ θὰ διεξαγάγει σθεναρὸ ἀγῶνα κατὰ τοῦ Βενιζελισμοῦ.
Ὁ Ἴων εἶχε φθάσει στὴν ἀκμὴ τῆς ἡλικίας του. Ἐτῶν 42. Πολύπειρος, ἀγωνιώδης, ταλαντευόμενος μεταξὺ πολιτικῆς καὶ στοχασμοῦ. Ἦταν ὥριμος γιὰ νὰ δώσει εἴτε στὸν ἕναν εἴτε στὸν ἄλλον τομέα τοὺς καρποὺς τῆς εὐγενοῦς καὶ ἔντονης προσωπικότητός του. Ὅπως εἶχε πεῖ ὁ ἴδιος, βρισκόταν σὲ ὥρα πλούτου τῆς ψυχῆς του. Σὲ μιὰ τέτοιαν ὥρα, τὸν ἀπέσπασε ἀπὸ τὴν ζωὴ ὁ βίαιος θάνατος.
31η Ἰουλίου 1920. Ἦταν ἡ ἑπομένη τῆς δολοφονικῆς ἀπόπειρας κατὰ τοῦ Βενιζέλου στὸ Παρίσι. Ὁ Ἴων Δραγούμης μόνος, ὁδηγοῦσε ἀπὸ τὴν Κηφισιὰ πρὸς τὴν Ἀθήνα.
2.30 μμ. Σὲ μικρὴ ἀπόσταση ἀπὸ τὴν Βίλλα τοῦ Θὼν (Τέρμα Ἀμπελοκήπων), ὅπου ἦταν οἱ στρατῶνες τοῦ Τάγματος Ἀσφαλείας, ἄνδρες τοῦ τάγματος αὐτοῦ, ὑποχρεώνουν τὸ αὐτοκίνητο νὰ σταματήσει. Μαζὶ μὲ πολῖτες ποὺ κάθονταν ἐκεῖ κοντὰ σὲ μιὰ παράγκα καὶ συνομιλοῦσαν μὲ ἀξιωματικοὺς ἀναγνωρίζουν τὸν Δραγούμη. Ἔξαλλοι καὶ φανατισμένοι, τὸν κυκλώνουν βρίζοντας καὶ γρονθοκοπῶντας τον στὸ κεφάλι. Τὸν ὁδηγοῦν στὸν περίβολο τῶν στρατώνων καὶ κατόπιν στὰ γραφεῖα τοῦ Τάγματος. Ἐκεῖ βρίσκεται ὁ ἀρχηγὸς Γύπαρης, ὁ ὁποῖος ἀφήνει ἀμέσως τὸν Ἴωνα καὶ πηγαίνει στὸν θάλαμο τοῦ νοσοκομείου ὅπου ὑπῆρχε τὸ μοναδικὸ τηλέφωνο. Ἐπικοινωνεῖ μὲ κάποιον -ἄγνωστο καὶ μυστηριώδη- καὶ ἀμέσως διατάσσει τὸν ἐπιλοχία Σαρτζέτη, συνοδεία ἀπὸ 12 στρατιῶτες μαζὶ μὲ ἕναν ἄλλον ἐπιλοχία, νὰ μεταφέρουν τὸν Δραγούμη στὸ Φρουραρχεῖο. Οἱ δύο ἐπιλοχίες βάζουν τὸν Ἴωνα στὴν μέση καὶ συνοδεία τῶν 12 στρατιωτῶν ξεκινοῦν πρὸς τὴν κατεύθυνση τῶν Ἠλυσίων.
Ἡ ὥρα ἦταν 4μμ. Εἶχε ἀφόρητο καύσωνα. Ἅπαντες οἱ στρατιῶτες τυφεκιοφόροι. Μόλις τὸ ἀπόσπασμα πλησίασε στὸν ὑπ'. ἀριθμὸν 905 στῦλο τοῦ τράμ, ἀλλάζει κατεύθυνση πρὸς τὰ ἀριστερὰ καὶ σταματᾶ δίπλα στὸ πεζοδρόμιο. Τὴν στιγμὴ ποὺ ὁ Ἴων πλησίασε στὸ πεζοδρόμιο καὶ ἐνῶ ἀνέβαινε σὲ αὐτό, ἕνας ἀπὸ τοὺς δύο ἐπιλοχίες τὸν πυροβόλησε ἀπὸ πίσω. Μὲ τὸν πυροβολισμὸ ὁ Δραγούμης γύρισε πρὸς τὰ πίσω καὶ ἀπὸ ἀπόσταση τεσσάρων περίπου βημάτων τὸ ἀπόσπασμα ἐκκένωσε τὰ ὅπλα του. Ἀκούστηκαν δέκα πυροβολισμοὶ. Κανένα πρόσταγμα ὅμως.
Ὁ Ἴων σωριάστηκε ἄπνους. Οἱ ἐπιλοχίες τὸν πλησίασαν καὶ τοῦ ἔριξαν τὶς χαριστικὲς βολές. Τὸ παράδειγμά τους ἀκολούθησαν καὶ μερικοὶ ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες. Πέντε ἀπὸ αὐτούς, κατάφεραν κτυπήματα κατὰ τοῦ αἱμόφυρτου Δραγούμη μὲ τὶς ξιφολόγχες. Ἕνα αὐτοκίνητο πλησίασε. Πῆρε τοὺς στρατιῶτες καὶ ἔφυγε. Λίγη ὥρα μετά, δὲν εἶχε μείνει ἴχνος τοῦ δράματος.
Τὰ μεσάνυκτα, ἕνας στρατιώτης χτυπᾶ τὴν πόρτα τῆς Οἰκίας Δραγούμη. Καὶ ἀνακοινώνει στὶς δύο ἀδελφὲς τοῦ Ἴωνος Δραγούμη, τὴν κυρία Καλλέργη καὶ τὴν κυρία Μελᾶ : "Ἡ κηδεία τοῦ Δραγούμη θὰ γίνει τὸ πρωὶ στὶς ἑπτά. Νὰ πάτε στὴν ὥρα γιατὶ δὲν θὰ σᾶς περιμένουν γιὰ νὰ τὸν χώσουνε".
Τὸ πρωινὸ τῆς 1ης Αὐγούστου τοῦ 1920, ἡ οἰκογένεια Δραγούμη παρέδιδε τὸ σῶμα τοῦ δολοφονηθέντος Ἐθνικοῦ Ἀγωνιστοῦ στὴν Ἑλληνικὴ Γῆ. Ὁ ἐνταφιασμὸς ἔγινε παρουσία ταγματάρχου, ὁ ὁποῖος κατόπιν διαταγῆς τοῦ Φρουραρχείου συνόδευε τοὺς οἰκείους τοῦ νεκροῦ πιέζοντας τὸν ἱερέα νὰ κάνει γρήγορα. Οἱ πύλες τοῦ κοιμητηρίου φυλασσόταν ἀπὸ ἔνοπλη φρουρά. Ἡ εἴσοδος ἀπαγορευόταν σὲ ὁποιονδήποτε ἄλλον.
26η Ἰουνίου τοῦ 1920. Ἐξόριστος στὴν Σκόπελο, ἔγραφε ὁ Ἴων Δραγούμης στὸ Ἡμερολόγιό του.
"(..) Μοῦ φαίνεται πὼς τελείωσα τὴν ζωὴ μου. Τώρα, περιμένοντας τὴν ὥρα τοῦ θανάτου, θὰ σκέπτομαι, θὰ μονάζω, θὰ διαβάζω καὶ θὰ γράφω. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀποστολὴ μου, καὶ ὄχι τ' ἀντίκρυσμα τῶν ἀνθρώπων."
Πέθανε ὅπως τὸ εἶχε εὐχηθεῖ. Ὄρθιος. Μὰ καὶ ὅπως ποτὲ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ τὸ φανταστεῖ. Χτυπημένος ἀπὸ σφαῖρες Ἑλληνικές.
Ὀξύνους πολιτικὸς στοχαστής. Διπλωμάτης. Ἐθνικὸς Ἀγωνιστής. Λόγιος. Ἐκπροσωποῦσε ὅ,τι πιὸ ζωντανό, ὅ,τι πιὸ ἀληθινὸ τῆς Φυλῆς μας. Τὸν πυρετὸ τῆς δράσης, τὸν παλμὸ ποὺ διαπερνᾶ, ποτίζει καὶ φλέγει κάθε λέξη καὶ πράξη.
Ὁ Ἴων Δραγούμης ἐργαζόμενος γιὰ τὸ Ἔθνος, τίμησε τὸν Τρόπο. Σάρκωσε τὴν Ἀγάπη γιὰ τὴν Πατρίδα, τὴν Ἐλευθερία καὶ τὸν Ἄνθρωπο.
ΑΘΑΝΑΤΟΣ.
.
Μὲ Ἀγάπη καὶ Σεβασμό,
Ἰωάννα Γ. Καραγκιούλογλου
31 Ἰουλίου 2022