Μετά την κήρυξη της ελληνικής επανάστασης το 1821 η Υψηλή Πύλη θορυβήθηκε και προσπάθησε να αντεπεξέλθει στο δύσκολο έργο της καταστολής της. Όταν ο σουλτάνος Μαχμούτ Β΄ αντιλήφθηκε ότι δε μπορούσε με τις δυνάμεις του να αντιμετωπίσει τους Έλληνες ζήτησε τη βοήθεια του αντιβασιλέα της Αιγύπτου Μεχμέτ Αλή. Σε αντάλλαγμα του παραχωρούσε την Κρήτη, την Κύπρο και την ηγεμονία της Πελοποννήσου για τον Ιμπραήμ Πασά, τον θετό του γιo.
Σύμφωνα με το σχέδιο των Οθωμανών πρώτα θα κατέστρεφαν τον ελληνικό στόλο και τα πέντε ναυτικά νησιά, Κάσο, Σάμο, Ψαρά, Ύδρα και Σπέτσες. Σε δεύτερη φάση οι τουρκικές δυνάμεις θα αναλάμβαναν την κατάπνιξη της επανάστασης στη Στερεά Ελλάδα, ενώ ο Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο.
Ο Μεχμέτ Αλή έστειλε τον Ιμπραήμ στην Ελλάδα, με στόχο αρχικά την επίθεση του τουρκικού και του αιγυπτιακού στόλου κατά των επαναστατημένων νησιών του Αιγαίου. Έτσι τον Ιούνιο του 1824 ο αιγυπτιακός στόλος κατέστρεψε ολοκληρωτικά την Κάσο και λίγο αργότερα ο τουρκικός στόλος ερήμωσε τα Ψαρά. Επόμενος στόχος θα ήταν η Σάμος. Ο τουρκικός στόλος με τον Χοσρέφ πασά κινήθηκε προς τη Σάμο, ενώ ο ελληνικός στόλος αντιστάθηκε σθεναρά.
Ο Χοσρέφ κατευθύνθηκε ανάμεσα στην Κω και την Αλικαρνασσό περιμένοντας ενισχύσεις. Στα μέσα Αυγούστου εμφανίστηκε ο αιγυπτιακός στόλος με τον Ιμπραήμ. Ο ελληνικός στόλος βρισκόταν αγκυροβολημένος. Η πρώτη σύγκρουση των εχθρικών στόλων έγινε στις 24 Αυγούστου στα στενά μεταξύ Κω και Αλικαρνασσού. Έπειτα λόγω κακοκαιρίας ο ελληνικός στόλος κατέφυγε στον κόλπο του Γέροντα απέναντι από τη Λέρο.
Πέντε ημέρες αργότερα έγιναν οι πρώτες αψιμαχίες μεταξύ των δύο στόλων, οι οποίες συνεχίστηκαν και τις επόμενες ημέρες.
Ήδη από τις 28 Αυγούστου ξεκίνησαν οι επιχειρήσεις. Κάποια πλοία του ελληνικού στόλου βγήκαν από τον κόλπο και ο αιγυπτιακός στόλος κινήθηκε για να διεισδύσει μεταξύ των δύο τμημάτων του ελληνικού στόλου. Η ναυμαχία του Γέροντα στις 29 Αυγούστου 1824, η σπουδαιότερη ναυμαχία του 1821. Συγκρούστηκαν ο ελληνικός στόλος με επικεφαλής το ναύαρχο Ανδρέα Μιαούλη και δύναμη 70 πλοίων και ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος με τους πασάδες Χοσρέφ και Ιμπραήμ και τετραπλάσιο σχεδόν αριθμό πλοίων, πιο συγκεκριμένα 1 δίκροτο, 25 φρεγάτες, 50 πάρωνες και ημιολίες, 300 μεταγωγικά, 50.000 ναύτες και στρατιώτες και 2.500 πυροβόλα. Τα ελληνικά πλοία ήταν υδραίικα, σπετσιώτικα και λίγα ψαριανά, όσα είχαν γλιτώσει από την καταστροφή των Ψαρών.
Το πρωινό της Παρασκευής 29 Αυγούστου του 1824 οι δύο αντίπαλοι στόλοι βρέθηκαν αντιμέτωποι στις βραχονησίδες Τσατάλια. Εννιά ελληνικά πλοία μαζί και το πλοίο του Μιαούλη με δύο πυρπολικά έπλεαν στον κόλπο του Γέροντα κι εναντίον τους στράφηκαν αρκετά εχθρικά σκάφη. Στα ελληνικά εκείνα πλοία βρίσκονταν, εκτός απ’ τον Μιαούλη και άλλοι ικανοί πλοίαρχοι, όπως ο Σαχτούρης, ο Κολανδρούτσος, ο Κριεζής, ο Κυριακός, ο Παπανικολής, ο Τομπάζης, ο Τσαμαδός και ο Λεμπέσης.
Τα εχθρικά πλοία προσπάθησαν να κυκλώσουν τα ελληνικά, αλλά ο Μιαούλης με εννέα πλοία και δύο πυρπολικά προχώρησε προς τον κόλπο του Γέροντα. Τα αιγυπτιακά πλοία, που κάλυπταν το δεξιό άκρο του εχθρικού στόλου, αποφάσισαν να τα χτυπήσουν, καθώς ήταν απομονωμένα. Ο Παπανικολής προσπάθησε να τα εμποδίσει να πλησιάσουν τα πλοία του Μιαούλη, αλλά δέχθηκε ομαδικό πυρ και αναγκάστηκε να υποχωρήσει, αφού έκαψε πρώτα το πυρπολικό του. Η νηνεμία που επικρατούσε στη θάλασσα δεν επέτρεψε τη δράση των πυρπολικών του Ματρόζου, του Πιπίνου και του Νικόδημου.
Ο ναύαρχος Αλεξανδρής γράφει ότι λόγω της νηνεμίας και του διασκορπισμού των πλοίων , δεν κατάφεραν να φτάσουν εκεί περισσότερα από 22 πλοία, μεταξύ των οποίων οι ναυαρχίδες των Σαχτούρη και Μιαούλη. Τα υπόλοιπα έμειναν μεταξύ Λειψών και Φαρμακονησίου.
Έτσι ανάμεσα στα δυο ελληνικά τμήματα υπήρχε ευρύ χάσμα που το πρωί της 29ης Αυγούστου προσπάθησε να καλύψει ο Ιμπραήμ, να κλείσει το άνοιγμα του κόλπου και να συντρίψει με τα κανόνια του τα εγκλωβισμένα ελληνικά πλοία. Είχε σύμμαχο τον καιρό , σε αντίθεση με τον ελληνικό στόλο που παρέμενε ακίνητος λόγω της νηνεμίας.
Ο Μιαούλης απευθυνόμενος στους προκρίτους της Υδρας περιγράφει:
<<Το πρωί πριν της ανατολής του ηλίου οι εχθροί έχοντες σοβράννο, ύψωσαν την αλαζόνα σημαία τους και δια μουσικών οργάνων ήρχοντο καθ ημών ευρισκομένων εν γαλήνη. Πόσα άπειρα οι Έλληνές μας έχυσαν δάκρυα διότι δεν είχαν άνεμον να ορμήσουσι κατά των απίστων>>.
Αλλά ο Μιαούλης δεν περίμενε την καλή διάθεση του ανέμου , αλλά διέταξε τους ναύτες να κατεβάσουν τις βάρκες και να ρυμουλκήσουν τα πλοία έξω από τον κόλπο.
Γράφει ο Σπύρος Μελάς: Ο κίνδυνος που νιώθει βαθιά σ ‘ολη την έκτασή του κάνει να αστράψουν στη ψυχή του Μιαούλη επιβλητικές και ασύγκριτες οι αρετές του μεγάλου αρχηγού που τη στόλιζαν.
Όλες οι βάρκες κάτω προστάζει ατάραχος…φόρτσα κουπί να βγούμε ρυμούλκο από τον κόρφο.
Με την αίσθηση του παλιού καπετάνιου είχε μαντέψει από πού θα έλθει σε λίγο η σωτήρια πνοή και προστάζει να κρατούν πλώρη κατά τη δύση.
Οι μουσικές, τα κανόνια, τα ξεφωνητά των τσούρμων της αιγυπτιακής αρμάδας όλο ζυγώνουν…Οι ναύτες του ελληνικού στόλου καθισμένοι στα κουπιά, κολυμπητοί στον ιδρώτα, γδέρνουν, ματώνουν τα χέρια τους για να τραβήξουν τα καράβια έξω από τον κόρφο, τρίζουν οι σκαρμοί φωτιές πετούν…
Μα να, ένα χαμόγελο φωτίζει την αυστηρή μορφή του, το πρώτο καράβι πήρε λίγο αεράκι…αλαλαγμός θριάμβου σηκώνεται στο τσούρμο.
Αν η ναυμαχία δινόταν κατά παράταξη ο ελληνικός στόλος δεν είχε καμία ελπίδα λόγω του πολυάριθμου στόλου των αντιπάλων. Έτσι τα ελληνικά πλοία διείσδυσαν ανάμεσα στα εχθρικά και δόθηκε η ευκαιρία στα πυρπολικά να δράσουν ανενόχλητα. Πολύ γρήγορα τα ελληνικά πυρπολικά, τα «μπουρλότα» έφεραν το πολυπόθητο αποτέλεσμα.
Ο Σπετσιώτης μπουρλοτιέρης Λάζαρος Μουσούς κατόρθωσε να προσκολλήσει το πυρπολικό του σ’ ένα αιγυπτιακό μπρίκι. Έντρομοι οι 300 άνδρες που αποτελούσαν το πλήρωμά του έπεσαν στη θάλασσα και το μπρίκι ακυβέρνητο παρασύρθηκε από το ρεύμα και λίγο πιο κάτω ανατινάχθηκε. Δύο πυρπολικά υπό τους Παπαντώνη και Βατικιώτη κατόρθωσαν να κολλήσουν σε μια μεγάλη αιγυπτιακή φρεγάτα με 44 κανόνια, η οποία κάηκε μέσα σε λίγα λεπτά, παρασύροντας στον βυθό τούς περισσότερους από τους 1.100 άνδρες του πληρώματός της.
Ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος άρχισε να υποχωρεί προς την Κω, ενώ ο ελληνικός αγκυροβόλησε στον κόλπο του Γέροντα. Την ναυμαχία παρακολούθησαν από τα υψώματα των νησιών τους πολλοί κάτοικοι της Λέρου και της Καλύμνου αντίστοιχα .
Ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος διασπάσθηκε .Η ναυμαχία αυτή προκάλεσε στους Τούρκους ζημιές σε δύο φρεγάτες, δύο κορβέτες, δύο μπρίκια, 50 φορτηγά πλοία αιχμαλωτίστηκαν, ένας ναύαρχος και 4.000 στρατιώτες, ανάμεσά τους και 500 Άραβες συνελήφθησαν και μεταφέρθηκαν στο Ναύπλιο. Μάλιστα συνολικά βυθίστηκαν 27 πλοία.
Η στρατιωτική ιδιοφυΐα του Μιαούλη και το μεγαλοφυές σχέδιό του να εκμεταλλευτεί τον ευνοϊκό για τα ελληνικά πλοία άνεμο, ώστε να πλησιάσει τα τουρκικά πλοία για μία μάχη από πολύ κοντινές αποστάσεις και χωρίς να είναι οι δύο στόλοι σε παράταξη έδωσε στον ελληνικό στόλο τη νίκη. Η μεγάλη επιτυχία αυτή του ελληνικού ναυτικού αναπτέρωσε το ηθικό των ανδρών του, διέσωσε τη Σάμο και καθυστέρησε την απόβαση του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο.
Η ναυμαχία του Γέροντα είναι μία από τις λαμπρότερες σελίδες της Επανάστασης του ’21. Οι αντίπαλες δυνάμεις ήταν τόσο πολύ άνισες, που η θετική έκβαση της ναυμαχίας για τους Έλληνες προκάλεσε τον θαυμασμό των ξένων. Ο Γάλλος ναύαρχος Εντμόν Ζιριέν ντε λα Γκραβιέρ (1812-1892), αναφερόμενος στη ναυμαχία του Γέροντα, παρατηρεί: «Η ναυτική ιστορία ίσως να μην έχει σελίδα περισσότερο ενδιαφέρουσα από αυτήν για έναν ναυτικό».
Ο ρόλος της Καλύμνου στη Ναυμαχία του Γέροντα
1) Ο Ανδρέας Μιαούλης ο Ναύαρχος είχε αποκλειστεί λόγω ισχυρής θαλασσοταραχής , 9 μποφόρ, στην θαλάσσια περιοχή μεταξύ Αγαθονησίου- Λειψών. Ως εκ τούτου δεν μπορούσε να πλησιάσει με τα μικρά μετασκευασμένα σε πολεμικά εμπορικά του πλοία τον πανίσχυρο , πολυάριθμο και ισχυρά εξοπλισμένο στόλο των Τουρκοαιγυπτίων.
2) Οι Καλύμνιοι όμως ψαράδες μας, πού παρακολουθούσαν από κοντά τά γεγονότα όλα , με το υπέρ Πίστεως και Πατρίδος στην ψυχή και με θάρρος έσπευσαν στον Μιαούλη με 10 ψαροκάικα και του ζήτησαν να βοηθήσουν , σαν γνώστες της περιοχής, και να τον οδηγήσουν από υπήνεμα μέρη στο σημείο πού ήταν ο εχθρικός στόλος. Ο Ναύαρχος μας συγκινήθηκε και ικανοποιημένος για το θάρρος των Καλυμνίων ψαράδων ξεκίνησε άμεσα την προετοιμασία απόπλου του στόλου μας. Όμως οι ψαράδες μας έθεσαν μια προϋπόθεση στον άξιο Ναύαρχο, θα τον οδηγήσουν εφόσον τους βάλει από ένα κανόνι σε κάθε ψαράδικο και να πάρουν μέρος στην επικείμενη ναυμαχία. Ο Μιαούλης εμφανώς συγκλονισμένος από την πρωτοφανή αυτή στάση έδωσε την εντολή και εξοπλίστηκαν τα ψαροκάικα τα οποία έλαβαν μέρος και δεν βυθίστηκε κανένα.
3) Στην Κάλυμνο τις ώρες αυτές τις κρίσιμες επικρατεί γενικός συναγερμός αλλά κυρίως Πνευματικός συναγερμός. Ο τότε Καλύμνιος Μητροπολίτης Καλύμνου- Λέρου – Αστυπαλαίας Ιερεμίας Πατελλάκης λαμβάνει πρωτοβουλία και καλεί όλο τον κλήρο, μοναχούς – μοναχές και πολύ κόσμο και όλοι μαζί ανεβαίνουν στο ψηλότερο βουνό τον Προφήτη Ηλία απ΄όπου έχουν και πλήρη εικόνα των γεγονότων και γονατιστοί εκπέμπουν δέηση προς την Παναγία μας να βοηθήσει τους ήρωες ναυμάχους μας πού βρίσκονται μπροστά σε μια λαίλαπα . Την ίδια στιγμή ο Μιαούλης, πού είχε καταφθάσει, σηκώνει την σημαία μάχης και δίνει την εντολή με τους σηματορούς του σε όλα τά πλοία μας : ‘’ Εις το όνομα του Τιμίου και ζωοποιού Σταυρού πυρ ‘’ ! Η εξέλιξη είναι γνωστή, καταβυθίστηκε ο υπερσύγχρονος Τουρκοαιγυπτιακός Στόλος με την επέμβαση της Παναγίας μας και το ηρωικό φρόνημα των Ελλήνων.
4) Μετά την θριαμβευτική νίκη μας ο Ναύαρχος Μιαούλης έρχεται με τον Στόλο μας στην Κάλυμνο , αποβιβάζεται στον λιμένα μας όπου όλο το νησί τον υποδέχεται μέσα σε ένα μοναδικό στην ιστορία ενθουσιασμό καί συγκίνηση. Αυθόρμητα ο Καλυμνιακός λαός παίρνει στους ώμους του τον νικητή Ναύαρχο και τον οδηγά σηκωτό στον Καθρεδικό Ι.Ναό της Παναγίας μας στη Χώρα Καλύμνου όπου καθόλη τη διάρκεια της Δοξολογητικής δέησης ο Ανδρέας Μιαούλης έμεινε γονατιστός με το μέτωπο καταγής μπροστά από την εικόνα της Μεγαλόχαρης στο Τέμπλο.
Ο Καλύμνιος συγγραφέας και ιστορικός Γιάννης Ζερβός περιγράφει:
Η ναυμαχία έγινε ανάμεσο Πεζώντα-Γαϊδουρονήσι-Αγίους Αποστόλους-και Τσατάλια.
Τοσούτον πλησίον της ξηράς της Καλύμνου ήσαν τα πλοία, ώστε από τον Προφήτην Ηλίαν μόλις έβλεπαν το επάνω μέρος των ιστίων-τον παμπαφίγγον.
Ούτω δε βοηθούμενοι και υπό του πνεύσαντος ανέμου, έπλευσαν κατά των επιλοίπων εχθρικών πλοίων, άτινα διεσκορπίσθησαν εις Βουρδούμιον και εις άλλα μέρη. Των δε ελληνικών πλοίων τα περισσότερα-30 τον αριθμόν-μεταξύ των οποίων και του Ναυάρχου Μιαούλη, κατέπλευσαν εις τον λιμένα της Καλύμνου.
Όταν έφθασαν ενταύθα τα πλοία, οι κάτοικοι έξαλλοι από χαράν προσεκόμισαν αυτοίς βόας, πρόβατα, όρνιθας και παν ό,τι είχον. Αφού περιποιήθησαν άπαντα τα πλοία και προμήθευσαν εις αυτά τα αναγκαία, επρόκειτο δε μετά ταύτα να αποπλεύσωσιν εκεί, όπου το προς τον ιερόν σκοπόν αυτών καθήκον εκάλη ταύτα.
Επί χρόνον πολύ δεν ήκουες άλλο τραγούδι στο Χωριό παρά μόνον την στιχοπλοκίαν, που είχε κάμει ένας δικός μας και την έμαθον οι ναύται του Μιαούλη και την τραγουδούσαν σε ταβέρνες και σοκάκια όλη τη νύχτα, ως ότου πάλιν επεβιβάσθησαν τα πληρώματα:
Εις του Γέροντα τον κάβο
καραντί κάμνει μεγάλο,
μια φρεσκάδα βόλτα-βόλτα
φοβερίζει τα μπουρλότα.
Μπουρλότο της μολήσανε
Στην πρύμνη και τ αφήσανε,
άλλο ένα της μολάρουν
και στην μπάντα την τρακάρουν.
Πήρε ο τσιπχανές φωτιά
και φοβηθήκαν τα σκυλιά:
-Μπρε απόψε θα μας κάψουν
και σκλάβους θα μας πιάσουν.
-Χάιντε γεια σου, μωρ ναβέτα,
που καμες τις μπάλες νέτα.
Να ταν δυο σαν τον Μιαούλη
καίαν την αρμάδα ούλη.
Να ταν κι άλλη μια ναβέτα
κάμναν την αρμάδα νέτα.