Όσο περισσότερο βέβαιοι είναι οι Τούρκοι ότι η Ελλάδα θ’ απαντήσει αποφασιστικά, τόσο λιγότερες πιθανότητες υπάρχουν να αποτολμήσουν το απονενοημένο, αυτοκτονικό για αυτούς εγχείρημα.
Του Μελέτη Μελετόπουλου*
Ο ελληνικός λαός επέδειξε σταθερά, στην μακρά ιστορία του, ανδρεία και πατριωτισμό. Οι στρατευμένοι και οι άμαχοι, οι οπλίτες και οι αξιωματικοί, οι άνδρες και οι γυναίκες, οι κάτοικοι του κράτους και οι ομογενείς του εξωτερικού, οι αστοί και οι χωρικοί, οι συντηρητικοί και οι προοδευτικοί, όλοι διαχρονικά συμμετείχαν με ζήλο, ενθουσιασμό, αφοσίωση στους αγώνες του έθνους.
Την στάση του λαού αξιοποίησαν ή δεν αξιοποίησαν οι εκάστοτε ηγεσίες του. Το 1912-3 ο Ελευθέριος Βενιζέλος, με σωστή διπλωματική προετοιμασία και στρατηγικό σχεδιασμό, διπλασίασε την Ελλάδα σε μερικές εβδομάδες, βασιζόμενος στην κεραυνοβόλο δράση των Ελλήνων οπλιτών και αξιωματικών. Το 1918-21 η ακραία αυτοθυσία και γενναιότητα των απλών στρατιωτών οδήγησε τις ελληνικές δυνάμεις μέχρι το οροπέδιο της Αγκύρας (αντιθέτως, το 1922, τα τραγικά πολιτικά και διπλωματικά σφάλματα των αντιβενιζελικών κυβερνήσεων ακύρωσαν τα επιτεύγματα του ελληνικού στρατού και προκάλεσαν την κατάρρευση του μετώπου). Το 1940 ο Μεταξάς διατύπωσε το ΟΧΙ βασιζόμενος στην ομόθυμη και αδιάλλακτη στάση του ελληνικού λαού έναντι του εισβολέα, ο οποίος συνετρίβη στα βουνά της Αλβανίας. Στην πρώτη γραμμή του πυρός πολέμησαν οι πάντες, από τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο μέχρι τον Χαρίλαο Φλωράκη.
Υπάρχουν και τα αντιπαραδείγματα. Το 1974 υπήρχε κλίμα ομόθυμης και διακομματικής συστράτευσης, που η χούντα εξαέρωσε με την οικτρά αποτυχημένη επιστράτευση και την φυγομαχία της, που κατέληξαν στην άνευ σοβαρής αντιστάσεως κατάληψη της βόρειας Κύπρου από τους Τούρκους. Το 1996, στην κρίση των Ιμίων, χιλιάδες εθελοντών προσέρχονταν, οι ένοπλες δυνάμεις ήταν έτοιμες και αποφασισμένες να εξαερώσουν τον τουρκικό στόλο, αλλά ο τότε πρωθυπουργός προτίμησε να εκλιπαρήσει τον Χόλμπρουκ να παρέμβει για να πείσει τους Τούρκους ν’ αποχωρήσουν, με αντίτιμο την υποστολή της ελληνικής σημαίας (δηλαδή την απώλεια της εθνικής κυριαρχίας) στα Ίμια.
Ασφαλώς και σήμερα ο ελληνικός λαός θα πράξει με γενναιότητα το καθήκον του, εάν παραστεί ανάγκη. Θα τιμήσει το μερίδιο της ευθύνης που του αναλογεί. Θα φανεί αντάξιος της αντιστασιακής παράδοσης της ελληνικής ιστορίας. Όλες οι υπάρχουσες ενδείξεις δείχνουν ότι θα υπάρξει πανεθνική, υπερκομματική και παλλαϊκή κινητοποίηση, ακόμα και όσων αυτοπροσδιορίζονται ως οπαδοί της «συνεννόησης» και του συμβιβασμού. Διότι πρόκειται για άμυνα έναντι επίδοξου εισβολέα και υποψήφιου κατακτητή ελληνικού εδάφους.
Η ηγεσία έχει όμως την ευθύνη της απόφασης για αντίσταση και της διαχείρισης της σύγκρουσης, εφ’ όσον και οψέποτε αυτή προκύψει. Ο πρωθυπουργός (αφού βρισκόμαστε σε καθεστώς πρωθυπουργοκεντρικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας) είναι αυτός που θα έχει τον τελευταίο λόγο. Αυτός θ’ αποφασίσει εάν η ελληνική πολεμική μηχανή θ’ απαντήσει αστραπιαία και καταιγιστικά σε τυχόν τουρκική πρόκληση ή εάν θα προσφύγει στην διαμεσολάβηση του Αμερικανού ΥΠΕΞ ή του ΓΓ του ΝΑΤΟ, ενώ οι Τούρκοι θα προβαίνουν σε τετελεσμένα. Αυτός θα αποφασίσει εάν θα υπάρξει αντίσταση μέχρις εσχάτων ή εάν θα δεχθεί η Ελλάδα να συρθεί σε τράπεζα διαπραγματεύσεων εφ’ όλης της ύλης και σε αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάννης.
Είναι βέβαιο -και έτσι διαφαίνεται από τις μέχρι τώρα διπλωματικές ενέργειες, δημόσιες δηλώσεις και δεσμεύσεις- ότι η Ελληνική Κυβέρνηση και ο Πρωθυπουργός θα λειτουργήσουν με πλήρη συναίσθηση της ιστορικά επιβεβαιωμένης αρχής, ότι την ώρα της κρίσεως την Πατρίδα θα σώσει η αδιάλλακτη εθνική άμυνα και όχι η ταπεινωτική διαπραγμάτευση για την εθνική μας κυριαρχία ή η προσφυγή σε ξένη διαμεσολάβηση (που θα καταλήξει στο ίδιο αποτέλεσμα).
Εξ άλλου, όσο περισσότερο βέβαιοι είναι οι Τούρκοι ότι η Ελλάδα θ’ απαντήσει αποφασιστικά, τόσο λιγότερες πιθανότητες υπάρχουν να αποτολμήσουν το απονενοημένο, αυτοκτονικό για αυτούς εγχείρημα.
*Δρ. Οικονομικών & Κοινωνικών Επιστημών του Παν/μίου Γενεύης.