Σελίδες

Δευτέρα 8 Μαΐου 2023

Οδυσσέας Ανδρούτσος

 



Χάνι με λέγαν της Γραβιάς,

για χανι’ μ’ είχαν χτίσει

μα ο γιος τ’ Αντρούτσου,

μ’εκανε της δόξας ρημοκκλήσι»

.Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΓΡΑΒΙΑΣ ΚΑΙ Ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΣ!

Σχεδόν 40 μέρες από την έναρξη της Επανάστασης, τον Μάιο του 1821, ο Αγώνας των Ελλήνων δοκιμαζόταν. Οι Τούρκοι μόλις είχαν κερδίσει την μάχη της Αλαμάνας και ο Έλληνας ήρωας Αθανάσιος Διάκος είχε βρει μαρτυρικό θάνατο, με σημαντικό αντίκτυπο στο ηθικό των εξεγερμένων. Ο νικητής της Αλαμάνας Ομέρ Βρυώνης, αποφασίζει να προχωρήσει προς την Πελοπόννησο για να καταπνίξει τον πυρήνα της Επανάστασης και επιλέγει να το κάνει από την Σκάλα Σαλώνων, διασχίζοντας την Ρούμελη και καταλαμβάνοντας και τα Σάλωνα.



Οι οπλαρχηγοί της Ρούμελης όμως, είναι αποφασισμένοι να τον εμποδίσουν. Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, ο Δυοβουνιώτης και ο Πανουργιάς συναντιούνται σ’ ένα παλιό χάνι, στο Χάνι της Γραβιάς για να οργανωθούν. Άλλες μαρτυρίες υποστηρίζουν πως ο ίδιος ο Ομέρ Βρυώνης, που γνώριζε τον Ανδρούτσο από την αυλή του Αλή Πασά στα Γιάννενα, του ζήτησε να συναντηθούν εδώ για να τον πείσει να παραδοθεί. Ο Ανδρούτσος όμως, ταγμένος στον αγώνα του έθνους, κάλεσε τους συμπολεμιστές του για να του επιτεθούν. Μετά από διαφωνίες ως προς τον καλύτερο τρόπο αντιμετώπισης του πολυάριθμου τουρκικού στρατού (9000 πολεμιστές και περίπου 1000 έφιπποι), ο Ανδρούτσος ανέλαβε την πρωτοβουλία και επέλεξε το πλίνθινο, μικρό χάνι για οχυρό που θα στήριζε την άμυνά του.Το οίκημα ήταν ισόγειο στο μεγαλύτερο μέρος του – μόνο σε ένα μικρό τμήμα υπήρχε όροφος – και περιβαλλόταν από επίσης πλίνθινη μάντρα. Το Χάνι της Γραβιάς όμως, έμελλε να είναι το απόρθητο φρούριο του Οδυσσέα Ανδρούτσου. Η παράδοση λέει, πως ενώ οι συνομιλούντες οπλαρχηγοί είχαν φτάσει σε αδιέξοδο, και με το ηθικό τους πτοημένο από την πρόσφατη ήττα στην Αλαμάνα, ο Ανδρούτσος σηκώθηκε όρθιος και ζήτησε από τους πολεμιστές όποιος ήταν έτοιμος να πεθάνει μαζί του στο Χάνι της Γραβιάς, να πιαστεί στο χορό. Ξεκίνησε πρώτος να χορεύει τραγουδώντας δυνατά κι αμέσως πιάστηκαν μαζί του ένα – ένα τα παλικάρια, τόσα πολλά, που αναγκάστηκε να διαλέξει μόνο 117, καθώς το χάνι ήταν μικρό και δεν χωρούσαν άλλοι.Το πρωί της 8ης Μαΐου του 1821 κλείστηκαν μέσα, οχυρώθηκαν όσο καλύτερα μπορούσαν και περίμεναν τους Τούρκους, που είχαν ήδη ξεκινήσει την πορεία τους προς τα Σάλωνα. Οι δυο άλλοι οπλαρχηγοί εντωμεταξύ είχαν πιάσει τα ψηλώματα των βουνών απ’ την μια κι απ’ την άλλη μεριά του Χανιού της Γραβιάς. Όταν ο Ομέρ Βρυώνης έφτασε, έστειλε στους πολιορκημένους μουσουλμάνο δερβίση να τους μεταφέρει μήνυμα για να παραδοθούν. Μόνο που βόλι του ίδιου του Ανδρούτσου τον έριξε κάτω νεκρό, δίνοντας το σήμα να ξεκινήσει η μάχη.Τουλάχιστον 3 απανωτές επιθέσεις του τουρκικού στρατεύματος απώθησαν οι πολιορκημένοι στο Χάνι της Γραβιάς από το μεσημέρι ως αργά το βράδυ εκείνης της μέρας – η λαϊκή παράδοση λέει πως ήταν εφτά. Βλέποντας ο Ομέρ Βρυώνης πως το μικρό χάνι δεν έπεφτε με τίποτα, θέλησε να χωθεί ο ίδιος στη μάχη, οι σύντροφοί του όμως τον εμπόδισαν και αντ’αυτού τον συμβούλευσαν να φέρει το πυροβολικό του από την Λαμία και να επιτεθεί το άλλο πρωί με κανόνια. Οι κλεισμένοι στο Χάνι υπέθεσαν πως κάτι τέτοιο θα συνέβαινε, ενώ άλλες μαρτυρίες λένε πως κάποιος γνωστός του Ανδρούτσου στην αυλή του Ομέρ Βρυώνη το φώναξε σαν «απειλή», ειδοποιώντας έτσι τους πολιορκημένους για τις προθέσεις του αντιπάλου.Και πάλι παίρνοντας την κατάσταση στα χέρια του ο Ανδρούτσος, αποφασίζει πως είχε έρθει η ώρα να εγκαταλείψουν οι Έλληνες το Χάνι της Γραβιάς, το «φρούριό» τους. Στη μέση της νύχτας της 8ης προς 9ης Μαΐου, οι αγωνιστές καταφέρνουν να ξεφύγουν περνώντας μέσα από το αντίπαλο στρατόπεδο!Από την ιστορική Μάχη στο Χάνι της Γραβιάς και μετά ο Ανδρούτσος γίνεται ο αδιαμφισβήτητος αρχηγός της Ρούμελης. Έχασε μόνο 6 από τα παλικάρια του, ενώ οι Τούρκοι μέτρησαν περισσότερους από 300 νεκρούς. Η μεγαλύτερη προσφορά της νίκης αυτής όμως, ήταν πως κλόνισε τα σχέδια του Ομέρ Βρυώνη, που καθυστέρησε σημαντικά την κάθοδό του προς την Πελοπόννησο. Οι εστίες της Επανάστασης εκεί είχαν την ευκαιρία να φουντώσουν και με αναπτερωμένο το ηθικό από την μεγάλη νίκη στο Χάνι της Γραβιάς να εδραιώσουν την Επανάσταση...ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΣ Από τους επιφανέστερους στρατιωτικούς ηγέτες της Επανάστασης του ‘21. Έπεσε θύμα των εμφύλιων διαμαχών κατά τη διάρκεια του Αγώνα και σκοτώθηκε από χέρι ελληνικό.Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος γεννήθηκε στην Ιθάκη το 1788 και ήταν ο μονάκριβος γιος του ξακουστού αρβανίτη αρματολού της Ρούμελης Αντρέα Βερούση ή Καπετάν Ανδρούτσου και της Ακριβής Τσαρλαμπά, κόρης προεστού της Πρέβεζας. Στο νησί του Οδυσσέα είχε καταφύγει η μητέρα του για να γλιτώσει από την καταδίωξη των Τούρκων, επειδή ο πατέρας του είχε ακολουθήσει τον θαλασσομάχο Λάμπρο Κατσώνη στις ανά το Αιγαίο περιπέτειές του. Εκεί βαφτίστηκε το 1792 από τη γυναίκα του Κατσώνη, Μαρουδιά, που για τον ίδιο λόγο είχε ζητήσει κι αυτή άσυλο στο νησί. Προς τιμή του ομηρικού ήρωα, του δόθηκε το όνομα Οδυσσέας. Ο ίδιος, όμως, πατρίδα του θεωρούσε την πατρίδα του πατέρα του, τις Λιβανάτες της Λοκρίδας.Όταν ο Αλή Πασάς έμαθε πως ο φίλος του καπετάν Ανδρούτσος, που εν τω μεταξύ είχε αποκεφαλιστεί από τους Τούρκους το 1797, άφησε γιο, τον πήρε κοντά του στην αυλή του στα Γιάννενα, που αποτελούσε τότε σπουδαίο στρατιωτικό σχολείο, στο οποίο μαθήτευσαν αρκετοί Έλληνες αγωνιστές του '21. Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον μεγάλωσε ο μικρός Οδυσσέας. Εκεί έμαθε τα πρώτα γράμματα και να μιλάει ιταλικά και αρβανίτικα. Η σωματική του δύναμη ήταν παροιμιώδης και διηγούνται αναρίθμητα κατορθώματά του. Κάποιος βιογράφος του γράφει, ότι «επήδα ως έλαφος, έτρεχεν ως ίππος και ίππευεν ως Κένταυρος».Το 1816 ο Αλή Πασάς τον έστειλε αρματολό στη Λειβαδιά, αφού τον πάντρεψε πρώτα με την Ελένη Καρέλη. Εκεί έμεινε ως τις παραμονές του 1821. Τον Οκτώβριο του 1820, μετά από διαμάχη με τους τοπικούς άρχοντες, έφυγε και τη θέση του πήρε ο Αθανάσιος Διάκος. Από το 1818 ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας και ένθερμος υποστηρικτής του Αγώνα.ADVERTISEMENTΜόλις ξέσπασε η Επανάσταση βρέθηκε αμέσως στις πρώτες γραμμές του Αγώνα και ανέλαβε να ξεσηκώσει τους Έλληνες της Ανατολικής Ρούμελης. Στις 8 Μαΐου του 1821 κλείνεται με άλλους 117 πολεμιστές στο Χάνι της Γραβιάς και χαρίζει στον Αγώνα μία από τις πιο δοξασμένες μάχες, που τον επέβαλε ως τον στρατιωτικό αρχηγό της Ρούμελης. Η νίκη του Ανδρούτσου στη Γραβιά έσωσε την επανάσταση από βέβαιο κίνδυνο, καθώς ο Ομέρ Βρυώνης με 8.000 άνδρες βάδιζε ακάθεκτος προς την εξεγερμένη Πελοπόννησο.Το 1822 φθάνει στην Αθήνα και αναλαμβάνει τη διοίκηση του κάστρου της Ακρόπολης, με φρούραρχο τον Γιάννη Γκούρα. Στην Ακρόπολη έκανε διάφορα οχυρωματικά έργα και την εξασφάλισε με νερό που δεν είχε. Στο μεταξύ, νέα εχθρικά σώματα πλημμύρισαν τη Ρούμελη. Κι επειδή ο Οδυσσέας δεν είχε αρκετές δυνάμεις να αντισταθεί, αναγκάσθηκε να συνθηκολογήσει μαζί τους. Ήταν τα λεγόμενα «καπάκια» (προφορικές συμφωνίες), ένα τέχνασμα για να κερδίσει χρόνο, το οποίο όμως παρεξηγήθηκε από τους εχθρούς του (κοτσαμπάσηδες της Ανατολικής Ρούμελης και Ιωάννης Κωλέττης), που δεν τον συμπαθούσαν, λόγω της μεγάλης επιρροής που ασκούσε στο λαό.Ο Ανδρούτσος, οργισμένος από τη συμπεριφορά των πολιτικών, παραιτείται και η κυβέρνηση στέλνει τον Νούτσο και τον Παλάσκα να τον αντικαταστήσουν. Υποψιαζόμενος ότι οι δύο απεσταλμένοι της κυβέρνησης έρχονται να τον σκοτώσουν, χάνει την ψυχραιμία του και με την ανοχή του οι άνδρες του τους σκοτώνουν. Ο Κωλέττης τον επικηρύσσει για 5.000 γρόσια και ο Υπουργός Εκκλησιαστικών επίσκοπος Ανδρούσης Ιωσήφ τον αφορίζει. Όμως, η κάθοδος του Δράμαλη αναγκάζει την κυβέρνηση να ανακαλέσει την επικήρυξη και τον αφορισμό του Ανδρούτσου, ο οποίος αναλαμβάνει ξανά δράση. Δεν κατορθώνει να εμποδίσει την κάθοδο του Οθωμανού πολέμαρχου στην Πελοπόννησο, αλλά δεν αφήνει να περάσουν εφοδιοπομπές και ενισχύσεις για τη στρατιά του.Μετά την καταστροφή του Δράμαλη, ο Ανδρούτσος επέστρεψε στην Αθήνα και ίδρυσε δύο σχολεία στην Αθήνα και κάλεσε τον Κοραή από την Ευρώπη και τον Βάμβα από την Κεφαλλονιά να έρθουν να διδάξουν, χωρίς να εισακουσθεί. Γρήγορα, νέες στρατιωτικές επιχειρήσεις τον έκαναν να φύγει από την Αθήνα για την Ανατολική Ρούμελη. Τον Νοέμβριο του 1822 ηττάται από τον Κιοσέ Μεχμέτ στο Δαδί και παραλίγο να αιχμαλωτισθεί, ενώ τον Ιούλιο του 1823 ανακόπτει στη Βοιωτία την εκστρατεία του Γιουσούφ Περκόφτσαλη Πασά.Ο ηρωισμός του, το προοδευτικό του πνεύμα και το ομηρικό του όνομα, στάθηκαν αφορμή να θέλουν να τον γνωρίσουν όλοι οι Ευρωπαίοι φιλέλληνες που κατέβηκαν στην επαναστατημένη Ελλάδα. Με πολλούς από αυτούς συνεργάστηκε για διάφορα κοινωφελή έργα και τον φίλο του λόρδου Βύρωνα, τον Άγγλο Έντουαρντ Τρελόνι, τον έκανε γαμπρό του, δίνοντάς του την ετεροθαλή αδελφή του Ταρσίτσα.Η διαμάχη του και ο παραγκωνισμός του από τους αντιπάλους του ανάγκασαν τον πεισματάρη και οξύθυμο πολέμαρχο να πάρει τους άνδρες του και να έλθει στη Βοιωτία στις αρχές του 1825. Εκεί προέβη σε νέα «καπάκια» με τους Τούρκους, με σκοπό να εκβιάσει την κυβέρνηση, χωρίς όμως να προδώσει την επανάσταση. Οι εχθροί του βρήκαν μία ακόμη ευκαιρία να χαρακτηρίσουν την πράξη του αντεθνική και τον ίδιο προδότη. Η κυβέρνηση έστειλε εναντίον του ισχυρή στρατιωτική δύναμη, με αρχηγό τον παλαιό του φίλο Γιάννη Γκούρα, που από καιρό είχε γίνει ο προσωπικός του εχθρός.Ο Οδυσσέας, αποφεύγοντας συστηματικά κάθε συμπλοκή με τα κυβερνητικά σώματα για να μη χυθεί πολύτιμο αδελφικό αίμα, αποτραβήχτηκε στις Λιβανάτες. Ύστερα από μερικές μικροσυμπλοκές στις αρχές Απριλίου παραδόθηκε στον Γκούρα (7 Απριλίου 1825), με τη ρητή υπόσχεση ότι θα τον έστελνε στην Πελοπόννησο για να δικαστεί από τη Διοίκηση.Ο Γκούρας, όμως, δεν κράτησε την υπόσχεσή του. Τον φυλάκισε στην Αθήνα, πάνω στην Ακρόπολη. Επειδή, στο μεταξύ, ξεσηκώθηκαν διάφοροι αγωνιστές, με πρώτο τον Καραΐσκάκη, για την άδικη κακομεταχείριση του Ανδρούτσου κι επειδή ο ίδιος ζητούσε να περάσει το συντομότερο από δίκη, ο Γκούρας πρόσταξε να τον θανατώσουν στις 5 Ιουνίου του 1825.Για να καλύψουν το έγκλημά τους πέταξαν το πτώμα του στο λιθόστρωτου του Ναού της Απτέρου Νίκης και διέδωσαν πως ο φυλακισμένος προσπάθησε να αποδράσει και σκοτώθηκε. Τον έθαψαν προσωρινά στην εκκλησία της Σωτήρας στο Ριζόκαστρο. Η αλήθεια δεν άργησε να αποκαλυφθεί και η ιστορία τον αποκατέστησε ηθικά, τοποθετώντας τον ανάμεσα στους κορυφαίους ήρωες του της Ελληνικής Επανάστασης. Μα και το κράτος τον δικαίωσε. Το 1865 έγινε με μεγάλη επισημότητα και στρατιωτικές τιμές η μετακομιδή των οστών του στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών, όπου σήμερα υπάρχει ο τάφος του.