Τριάντα
χρόνια μετά την (αργοπορημένη)
αναγνώριση του ατιμώρητου και διαρκούς εγκλήματος της Γενοκτονίας των
Ελλήνων
Ήταν πριν ακριβώς τριάντα χρόνια όταν, μετά
την πρόταση του Μιχάλη Χαραλαμπίδη, η Βουλή των Ελλήνων αναγνώρισε με
καθυστέρηση πολλών δεκαετιών το ατιμώρητο και
διαρκές έγκλημα της Γενοκτονίας των Ελλήνων. Αυτή που σχεδιάστηκε,
οργανώθηκε και εκτελέστηκε από το
σωβινιστικό, ρατσιστικό, φασιστικό καθεστώς των Νεότουρκων και του Μουσταφά
Κεμάλ, αυτή που αφαίρεσε τη ζωή από πάνω ένα εκατομμύριο Ελληνίδες και Έλληνες
και προσφυγοποίησε σχεδόν τους διπλάσιους.
Το ελλαδικό κράτος έχοντας
κινηθεί στο πλαίσιο της λήθης, της αφωνίας, της αμνησίας για το μεγαλύτερο
έγκλημα του 20ου αιώνα, μαζί με τη Γενοκτονία των Αρμενίων και το
Ολοκαύτωμα, νομιμοποίησε τον δάσκαλο του Χίτλερ, τον Μουσταφά Κεμάλ με το
σύμφωνο φιλίας του 1930, προτείνοντάς τον ακόμη και για Νόμπελ Ειρήνης (!),
νομιμοποίησε στη διεθνή κοινότητα τους δολοφόνους της Σμύρνης και της
Τραπεζούντας, σιώπησε για το έγκλημα που συνεχίστηκε στην Κωνσταντινούπολη,
Ίμβρο και Τένεδο το 1955 και το 1964, καθώς και στην Κύπρο το 1974, αδιαφόρησε
για την διεθνή αναγνώριση του μαζικού εγκλήματος.
Μετά τη ψήφιση του σχετικού νομοσχεδίου για
την αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου στις 24 Φεβρουαρίου του 1994 και η θέσπιση της 19ης Μαΐου ως ημέρα
Εθνικής μνήμης( λίγα χρόνια αργότερα ακολούθησε η ψήφιση του νομοσχεδίου για τη
Γενοκτονία στη Μικρά Ασία και η ανακήρυξη της 14ης Σεπτεμβρίου ως ημέρα
μνήμης), οι Ελληνίδες και οι Έλληνες θα περίμεναν μία στάση που αρμόζει σε
κράτους, του οποίοι οι πολίτες υπέστησαν αυτή τη βαρβαρότητα. Δηλαδή συνεχής αγώνας
για παγκόσμια αναγνώριση, απαίτηση από την Τουρκία για ό,τι προβλέπεται από το
διεθνές δίκαιο. Αντιθέτως όλες και όλοι ζήσαμε μία σειρά από ενέργειες οι
οποίες πραγματικά μας άφησαν έκπληκτους :
Την 19η Μαΐου 1995 προσγειώνονται τουρκικά αεροσκάφη στην
προσφυγική Νέα Αγχίαλο και γίνεται η συναυλία Ρουβά – Κούτ στην Λευκωσία, στην ημικατεχόμενη
Κύπρο. Την 19η Μαΐου 1996 γίνεται απόπειρα να σταλεί η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών
στις εορτές μνήμης του Κεμάλ στην Άγκυρα (!), ενώ οι εναλλασσόμενοι ως πρωθυπουργοί
και υπουργοί εξωτερικών καταθέτουν στεφάνι στο μαυσωλείο του βασικού
υπεύθυνου για τη Γενοκτονία(!)
Αλήθεια, πως μπορεί να δικαιολογηθεί η απουσία, η αδιαφορία, η ολιγωρία του
επονομαζόμενου πολιτικού προσωπικού της για το ζήτημα ανάδειξης της Γενοκτονίας
εντός και εκτός Ελλάδας;
Πως μπορεί να ερμηνευθεί το γεγονός ότι τριάντα χρόνια μετά τη ψήφιση του νόμου για την αναγνώριση της Γενοκτονίας, στο αντιρατσιστικό
κείμενο που ισχύει στην Ελλάδα απουσιάζει η αναφορά για τη Γενοκτονία, με
τη δικαιολογία της μη διεθνούς αναγνώρισης;
Και οι αναγνωρίσεις που ελήφθησαν απούσης της Ελλάδας, μετά από τη
δική μας συστηματική και ανιδιοτελή προσπάθεια
στη Σουηδία, στις ΗΠΑ, στην Αυστραλία, στην Κύπρο, στον Καναδά, στην Ολλανδία, στην Αυστρία, στον ΟΗΕ, στην ΕΕ, στον ΟΑΣΕ και
αλλού τι είναι;
Πως μπορεί να γίνει αποδεκτό ότι υπάρχουν στην Ελλάδα του 2024, εκπρόσωποι από το
πολιτικό, δημοσιογραφικό και ακαδημαϊκό χώρο, που θαυμάζουν τον Κεμάλ, τον εξολοθρευτή
των Ελλήνων και άλλων εθνοτήτων και μάλιστα φωτογραφίζονται περιχαρείς μπροστά
στο πορτραίτο του και το μαυσωλείο του;
Γιατί η Ελλάδα απουσιάζει όταν γίνεται αναφορά για το ζήτημα της
Γενοκτονίας σε διεθνείς οργανισμούς και διεθνείς συναντήσεις και κρύβεται
φοβούμενη, ενώ την ίδια στιγμή υβρίζει τους νεκρούς προγόνους μας, αφού παρίσταται
στα εγκαίνια του ψεύτικου σπιτιού του δολοφόνου Κεμάλ στη Θεσσαλονίκη;
Γιατί η Ελλάδα ως Υπουργείο Εσωτερικών, Νομαρχία, Περιφέρεια,
Περιφερειακή Ενότητα, Δήμος κλπ, καλεί τον ελληνικό λαό να εορτάσει (!!!) την ημέρα
μνήμης της Γενοκτονίας; Γιατί μεταθέτει την ημέρα απόδοσης τιμής των
δολοφονημένων προγόνων μας σε άλλη ημερομηνία, κάνοντάς την «λάστιχο» με τελετουργικό που φωνάζει «να βγούμε από την υποχρέωση»; Γιατί γίνεται ανεκτή η αναθεωρητική στάση της
Τουρκίας, οποία αντιστρέφει την ιστορία
και την αλήθεια και μας απειλεί να μας ξαναρίξει στη θάλασσα όπως το 1922; Γιατί
μέχρι σήμερα δεν έχει τεθεί ποτέ στην κατοχική
Τουρκία το ζήτημα της αναγνώρισης Γενοκτονίας;
Τα παραπάνω τα αναφέρουμε με λύπη ως προσάρτημα στο σύντομο απολογισμό της συμπλήρωσης
τριάντα ετών από την αναγνώριση της Γενοκτονίας. Ταυτόχρονα όμως νιώθουμε χαρά
για τους Αρμένιους συναγωνιστές μας, τους οποίους θαυμάζουμε για ό, τι έχουν καταφέρει για την
αναγνώριση του εγκλήματος ενάμιση εκατομμυρίου προγόνων τους
Και
σήμερα, σε μία συγκυρία κατά την οποία ένας λαός όπως ο Αρμενικός, που έχει
υποστεί το ίδιο έγκλημα, μας δείχνει το δρόμο της αξιοπρέπειας και της αλήθειας,
τώρα που έχουν καταλυθεί ρατσιστικά και ολοκληρωτικά καθεστώτα και έχουν
καταρρεύσει όλα τα φασιστικά σύμβολα, αδυνατούμε να αποδεχθούμε ότι την ίδια στιγμή στην
Ελλάδα, υπάρχουν ακόμη φωνές ΑΠΌ ΌΛΑ τα μήκη και τα πλάτη της αποκαλούμενης
πολιτικής και πνευματικής ζωής, που θαυμάζουν τα επιτεύγματα και τα
πρόσωπα του μίσους, που μιλούν για τον Κεμαλισμό και το Ναζισμό. Όταν
γνωρίζουμε ότι ο Κεμαλισμός και ο Φασισμός στη μήτρα Τουρκία που τους
γέννησε καταρρέει και αποκαθηλώνεται και στην Ελλάδα των εκατομμυρίων θυμάτων,
οι κεμαλικές- φασιστικές οπισθοφυλακές δίνουν μάχη για την επιβίωσή του!
Ωστόσο η δυναμική του ζητήματος της Γενοκτονίας δεν μπορεί να
εμποδισθεί από ιδιοτελείς και μικρούς ανθρώπους, από στρατευμένους απολογητές
και θαυμαστές του Κεμάλ. Το ζήτημα της Γενοκτονίας είναι τόσο ψηλά έτσι ώστε κανείς δεν μπορεί να το αποσιωπήσει, να το
εξαφανίσει, όσο και εάν προσπαθήσει, όσα στεφάνια και εάν καταθέσει, όσα
κείμενα και εάν γράψει, ό,τι και εάν κάνει.
Τριάντα χρόνια μετά τη ψήφιση του νόμου
τα αιτήματα κάθε δημοκράτη και πατριώτη Έλληνα παραμένουν ζωντανά:
Αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας και του δικαίου,
καταδίκη της κατοχικής Τουρκίας,
αποκατάσταση, επανόρθωση, αποζημίωση,
αγώνας για την αναγνώριση της Γενοκτονίας!
*Διδάκτορας του Παντείου Πανεπιστημίου-
μέλος της Διεθνούς Ένωσης Ακαδημαϊκών για τη Μελέτη των Γενοκτονιών.