Σελίδες

Κυριακή 19 Μαΐου 2024

Πόντος, η Γενοκτονία μέσα από μαρτυρίες

 


Πόντος, η Γενοκτονία μέσα από μαρτυρίες

Γράφει η Εύη Σταθουλίδου

«Οι ζωντανοί π’ εφήκανε  τον τόπον ντ’ εγεννέθαν

και εφορτώθαν τα στενά τα νεκρικά κασέλας

κ’ εφόρεσαν τα σάβανα, κι εσέβανε ‘ς σην στράταν

‘ς σην στράταν την αγύριστον, ντο πάει και πίσ’ ‘κ’ έρται» 1

Κάθε χρόνο, τη 19η Μαΐου, τιμάται η μνήμη των γενοκτονηθέντων Ελλήνων του Πόντου. Τιμάται ο «Γολγοθάς» και η «Σταύρωσή» τους, ο βίαιος εκτοπισμός από τις προαιώνιες πατρογονικές τους εστίες. Η ελληνική πολιτεία αναγνώρισε τη γενοκτονία του ποντιακού ελληνισμού, με ομόφωνο ψήφισμα στις 24 Φεβρουαρίου του 1994.  Η γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού αναγνωρίστηκε το 2007 και από τη Διεθνή Ένωση Μελετητών Γενοκτονιών (International Association of Genocide Scholars  IAGS) μαζί με την Γενοκτονία των Ασσυρίων. 


Οι χώρες που επίσης αναγνώρισαν τη γενοκτονία του ποντιακού ελληνισμού είναι: α) η Κύπρος με απόφαση της Βουλής των Αντιπροσώπων στις 19 Μαΐου 1994, β) η Σουηδία στις 11 Μαρτίου 2010, γ)  η Αρμενία, τον Μάρτιο του 2015, μαζί με τη γενοκτονία των Ασσυρίων δ) και η Ολλανδία, μαζί με τη γενοκτονία των Αρμενίων και Ασσυρίων, στις  9 Απριλίου 2015.

Σύμφωνα με το άρθρο 2. της Σύμβασης του ΟΗΕ του 1948 για την Πρόληψη και την Τιμωρία του Εγκλήματος της Γενοκτονίας,  ως γενοκτονία ορίζεται: «Εις την παρούσαν Σύμβασιν ως γενοκτονία νοείται οιαδήποτε εκ των κατωτέρω πράξεων ενεργουμένων με την πρόθεσιν ολικής ή μερικής καταστροφής ομάδος εθνικής, εθνολογικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ως τοιαύτης: 



(α) Φόνος των μελών της ομάδος. (β) Σοβαρά βλάβη της σωματικής ή διανοητικής ακεραιότητος των μελών της ομάδος. (γ) Εκ προθέσεως υποβολή της ομάδος εις συνθήκας διαβιώσεως δυναμένας να επιφέρωσι την πλήρην ή την μερικήν σωματικήν καταστροφήν αυτής, (δ) Μέτρα αποβλέποντα εις την παρεμπόδισιν των γεννήσεων εις τους κόλπους ωρισμένης ομάδος. (ε) Αναγκαστική μεταφορά παίδων μίας ομάδος εις ετέραν ομάδα». 

Σύμφωνα με τον Ζάικο, οι εκτεταμένες βιαιοπραγίες σε βάρος άμαχων χριστιανικών πληθυσμών της Οθωμανικής επικράτειας, οι μαζικές συλλήψεις, οι εκτοπισμοί των ανδρών στα τάγματα εργασίας (Αμελέ Ταμπουρού), οι μαζικές μετατοπίσεις άμαχου πληθυσμού κάτω από συνθήκες που προκάλεσαν μεγάλο αριθμό θυμάτων, λεηλασία περιουσίας, πυρπολήσεις χωριών, γενετήσια εγκλήματα ακόμη και μαζικές εκτελέσεις– καλύπτουν περισσότερες από μία πράξεις του άρθρο 2 της Σύμβασης.

Το κίνημα των Νεότουρκων 

Η απόφαση για τις εθνικές εκκαθαρίσεις, σχεδιάστηκε και πραγματοποιήθηκε από το κίνημα των Νεότουρκων αμέσως μετά από την άνοδό τους στην εξουσία. Ωστόσο, οι ηθικοί αυτουργοί των εγκληματικών μεθόδων των Νεότουρκων, (λευκή γενοκτονία- πορείες θανάτου, ένα Άουσβιτς εν ροή σύμφωνα με τον Ενεπεκίδη), ήταν οι Γερμανοί, οι οποίοι αποσκοπούσαν σε οικονομικά και γεωστρατηγικά οφέλη από τον μετασχηματισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε εθνικό κράτος.  

Το κίνημα των Νεότουρκων, δημιουργήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1908, με ξεκάθαρο εθνικιστικό προσανατολισμό και, σχέδιο την εξόντωση των χριστιανικών πληθυσμών (Αρμενίων, Ασσυρίων, Ελλήνων), από την Οθωμανική επικράτεια. Τα ηγετικά στελέχη του κινήματος: Ισμαήλ Εμβέρ, Μεχμέτ Ταλαάτ και Αχμέτ Τζεμάλ, επέβαλαν σκιώδη στρατιωτική δικτατορία -μετά τη συνθηκολόγηση των Οθωμανών με τη Συνθήκη του Λονδίνου του 1913-, και ουσιαστικά σφράγισαν τη μοίρα των χριστιανών της Ανατολής. 

Πιο συγκεκριμένα, τον Οκτώβριου του 1911 στο 3ο ανοιχτό Συνέδριο των Νεότουρκων στη Θεσσαλονίκη, αποφασίστηκε ο εξισλαμισμός του πληθυσμού της Αυτοκρατορίας: 

«Αργά ή γρήγορα θα πρέπει να πραγματοποιηθεί η πλήρης οθωμανοποίηση όλων των υπηκόων της Τουρκίας. Και είναι ολοκάθαρο ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει με την πειθώ. Άρα πρέπει να χρησιμοποιηθεί ένοπλη βία.  Το δικαίωμα των άλλων εθνοτήτων να έχουν δικές τους οργανώσεις θα πρέπει να αποκλειστεί».

Στο Συνέδριο ακούστηκε και το σύνθημα η «Τουρκία στους Τούρκους» και ότι οι χριστιανοί θα έπρεπε να εξοντωθούν όπως τα άγρια χόρτα. 

Χαρακτηριστικό είναι και το παρακάτω απόσπασμα της Ρόζας Λούξεμπουργκ:  

«Το παντουρκιστικό κίνημα στοχεύει ακριβώς στη δημιουργία αυτής της νέας τουρκικής αυτοκρατορίας, όπου δεν θα υπάρχει θέση για κανένα άλλο έθνος εκτός απ’ αυτό των Τούρκων. Κύριοι υποστηρικτές των τάσεων αυτών θα είναι οι Γερμανοί, οι οποίοι, με μια προνομιακή συμμαχία με το τουρκικό εθνικιστικό κίνημα, θα επιδιώξουν αφενός το ξαναμοίρασμα του παλιού κόσμου των αγορών και των αποικιών και αφετέρου την οικονομική τους κυριαρχία στην Εγγύς Ανατολή με την εξαφάνιση των μόνων ανταγωνιστών τους, των Ελλήνων και των Αρμενίων».

Ιστορικές περίοδοι της ποντιακής Γενοκτονίας 

Η Γενοκτονία των χριστιανικών πληθυσμών της  Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από τους Τούρκους εθνικιστές, πραγματοποιήθηκε σε τρεις χρονικές περιόδους: Η πρώτη ξεκίνησε το 1914, όταν οι Νεότουρκοι επωφελούμενοι από την εμπλοκή των ευρωπαϊκών κρατών στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, εκπόνησαν το καλά οργανωμένο σχέδιό τους, εκτοπίζοντας τους  χριστιανούς του Πόντου, της  Ιωνίας, της  Βιθυνίας  και της Ανατολικής Θράκης, με δεκάδες χιλιάδες θύματα και Γενοκτονώντας τους Αρμενίους το 1915.

Η δεύτερη περίοδος, ξεκίνησε το 1916, όπου έλαβε χώρα η συστηματική εξόντωση των Ελλήνων του Πόντου. Οι εκτοπισμοί και οι θηριωδίες που διαπράχθηκαν κατά του άμαχου πληθυσμού ήταν άνευ προηγουμένου. Ο αρθρογράφος της εφημερίδας Daily Telegraph, σχολιάζοντας τους κεμαλικούς διωγμούς του ελληνικού πληθυσμού της Mικράς Aσίας στην Tραπεζούντα το 1919, έγραψε:   «Oι τωρινοί εκτοπισμοί και οι σφαγές στη Mικρά Aσία είναι χωρίς προηγούμενο στην τουρκική ιστορία. Ξεπερνούν σε σημασία αυτές της εποχής του Gladston και ακόμη και αυτές που πραγματοποιήθηκαν το 1915″.

Στις 16 Ιουλίου 1916, ο Γερμανός πρόξενος  της Αμισού  Kückhof,  με τηλεγράφημά του στο Βερολίνο ενημέρωσε για την τύχη των Ελλήνων της δικαιοδοσίας του: «Aπό αξιόπιστες πηγές ολόκληρος ο ελληνικός πληθυσμός της Σινώπης και της παραλιακής περιοχής της επαρχίας Kαστανομής έχει εξοριστεί. Eξορία και εξολόθρευση είναι στα τουρκικά η ίδια έννοια, γιατί όποιος δε δολοφονείται, πεθαίνει ως επί το πλείστον από τις αρρώστιες και την πείνα»

Σύμφωνα με τον Φωτιάδη, οι Νεότουρκοι, προσπαθούσαν να δικαιολογήσουν τις εκτοπίσεις των Ελλήνων που ζούσαν στα παράλια της Μαύρης Θάλασσας με την πρόφαση ότι οι Ρώσοι είχαν εξοπλίσει τον ελληνικό πληθυσμό και φοβούνταν για τον λόγο αυτόν μια ελληνική εξέγερση. H παραπάνω, όμως, επιχειρηματολογία παραμένει αστήριχτη, αφού ο πληθυσμός που κατά κύριο μέρος εκτοπίστηκε, αποτελούνταν από γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένους. 

Ο μαρκήσιος Pallavicini (Παλαβιτσίνι) στις 19.12.1916 και στις 2.1.1917 περιέγραψε στη Βιέννη, τα τελευταία γεγονότα που αφορούσαν την περιοχή του Πόντου και συγκεκριμένα την Αμισό: « 11 Δεκεμβρίου 1916. Λεηλατήθηκαν 5 ελληνικά χωριά, κατόπιν κάηκαν. Oι κάτοικοι εκτοπίστηκαν. 12 Δεκεμβρίου 1916. Στα περίχωρα της πόλης καίγονται χωριά. 14 Δεκεμβρίου 1916. Oλόκληρα χωριά καίγονται μαζί με τα σχολεία και τις εκκλησίες. 17 Δεκεμβρίου 1916.  Στην περιφέρεια Σαμψούντας έκαψαν 11 χωριά. H λεηλασία συνεχίζεται. Oι χωρικοί κακοποιούνται. 31 Δεκεμβρίου 1916. 18 περίπου χωριά κάηκαν εξ ολοκλήρου. 15 εν μέρει. 60 γυναίκες περίπου βιάστηκαν. Eλεηλάτησαν ακόμη και εκκλησίες».   

Τα εγκλήματα των Νεότουρκων, ώθησαν τους  Έλληνες  του  Πόντου να δημιουργήσουν ένοπλα αντάρτικα σώματα, ώστε να προστατευθούν από τον οργανωμένο εχθρό.  Οι  περιοχές της  Σάντας  και της  Πάφρας,  υπήρξαν – πυρήνες-  του αντάρτικου σώματος. Οι άντρες οργανώθηκαν μόνοι τους και δεν έλαβαν ποτέ καμία βοήθεια από την Ελλάδα. Στην ακμή του το ποντιακό αντάρτικο αριθμούσε περισσότερους από 18.000 άντρες. 

 Η δημιουργία των ένοπλων σωμάτων ήταν επιτακτική ανάγκη και υπήρξε σωτήρια προκειμένου να προστατεύσει τη ζωή χιλιάδων αμάχων. Τον Ιανουάριο του 1918 ο πρόξενος της Αυστροουγγαρίας στην Τραπεζούντα υπολόγιζε σε 80.000-100.000 τους εκτοπισμένους  Έλληνες του Πόντου, ενώ ελληνικές μαρτυρίες ανεβάζουν στις 233.000  τους νεκρούς και σε 85.000 όσους εκδιώχθηκαν στη Ρωσία.   

Η τρίτη και τελευταία φάση της γενοκτονίας, ξεκίνησε το 1919 και ολοκληρώθηκε το 1923. Η «Γενοκτονία», Ωστόσο, συνεχίστηκε και μετά την υπογραφή της  Συνθήκης της Λωζάννης και την ανταλλαγή των πληθυσμών. Δεδομένου ότι,  χιλιάδες πρόσφυγες πέθαναν από αρρώστιες, με τον ερχομό τους στην -όχι και τόσο φιλόξενη «μητέρα» πατρίδα-.

Την ίδια εποχή που αποβιβάστηκε ο Ελληνικός Στρατός στη Σμύρνη (16/5/1919) εκ μέρους των Συμμάχων, αποβιβάστηκε στην Αμισό (Σαμψούντα), ο Μουσταφά Κεμάλ ως απεσταλμένος της Υψηλής Πύλης. ο Κεμάλ, αυτονομήθηκε και με τη βοήθεια μελών του Νεοτουρκικού Κομιτάτου, συγκρότησε μυστική οργάνωση, τη Μουταφάι Μιλι’έ (Mutafai Milliye), και σχεδίασε την ολοκλήρωση της εξόντωσης του ποντιακού Ελληνισμού.   Οι παρακάτω μαρτυρίες από την έρευνα του Γαβριηλίδη είναι χαρακτηριστικές: 

«Την 3ην Ιουνίου 1921 πολιορκείται η ελληνική συνοικία υπό οργάνων της τοπικής διοικήσεως και συλλαμβάνονται άπαντες οι άρρενες από ετών 15 έως 70 –εν συνόλω 570–, και φυλακίζονται. Οι 570 ούτοι άνδρες αποστέλλονται συνοδευόμενοι υπό δημίων του Τοπάλ Οσμάν εις τρίωρον από την Πάφραν απόστασιν».

«Την 8ην Ιουνίου 1921 η αιμοχαρής τίγρις [σ.σ. ο Τοπάλ Οσμάν] συλλαμβάνει και άλλους 250 άνδρες πάσης ηλικίας και τους οδηγεί εις την εν Σελαμελίκ εκκλησίαν του  Αγίου Γεωργίου, 4 ώρας απέχουσαν της πόλεως, μετά πολλών ύβρεων και προπηλακίσεων, συνοδεία πολλών χωρικών [σ.σ. Τούρκων] και χωροφυλάκων. Εκεί, αφού ελήστευσαν και έσφαξαν αυτούς, έθεσαν πυρ εντός της εκκλησίας και κατέκαυσαν όλους.

«Την 11ην Ιουνίου 1921 άλλοι 670 άνδρες συλλαμβάνονται και μετά τριήμερον φυλάκισιν εκτοπίζονται καταδιωκόμενοι καθ΄ οδόν, υβριζόμενοι και δερνόμενοι αγρίως διά μαστιγίων και των κοπάνων των τουφεκίων. Παρά δε τα περίχωρα της πόλεως, απογυμνούνται από παντός ό,τι είχαν και τους μεν περισσοτέρους εισάγουν εντός εκκλησίας και κατακαίουν αυτούς ζωντανούς, τους δε άλλους αφού κατακρεούργησαν, αφήκαν γυμνούς εν μέση οδώ βοράν των αγρίων θηρίων και των αρπακτικών ορνέων».

Υπολογίζεται ότι την περίοδο 1914-1922 πάνω από 30.000 κάτοικοι της Πάφρας σκοτώθηκαν, δολοφονήθηκαν ή εξορίστηκαν. Μόνο μέχρι το 1916 είχαν σταλεί στα τάγματα εργασίας 2.000 άνδρες. Περίπου 4.500 σκοτώθηκαν σε μάχες με τον τουρκικό στρατό, ενώ την περίοδο 1919-1922 μέσα σε εκκλησίες κάηκαν 3.500 άτομα.

Την ίδια χρονική περίοδο, στην περιοχή της  Αμάσειας, έλαβαν χώρα και τα γνωστά «δικαστήρια της ανεξαρτησίας», μία ακόμη μέθοδος εκδίωξης και εξόντωσης των Ελλήνων του Πόντου.  Τα ειδικά δικαστήρια των Τούρκων εθνικιστών, ξεκίνησαν τον Αύγουστο του 1921, με βασικές κατηγορίες την προσπάθεια δημιουργίας ανεξάρτητου ποντιακού κράτους ή τη βοήθεια στον Ρωσικό Στρατό στη διάρκεια του πρόσφατου ρωσοτουρκικού πολέμου. Το χρονικό διάστημα 20/8-21/9/1921 υπολογίζεται ότι 177 Έλληνες  του Πόντου καταδικάστηκαν σε θάνατο και απαγχονίστηκαν σε αγχόνες που στήθηκαν στην κεντρική πλατεία της Αμάσειας. Ωστόσο, ο αριθμός των Ελλήνων εκτελεσθέντων θεωρείται πως αγγίζει τα 500 άτομα.

Οι Έλληνες κατηγορούμενοι, απαγορευόταν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους. Ενίοτε, επιτρεπόταν μια τυπική απολογία, μετά την οποία ανακοίνωναν στους δικαζόμενους την απόφαση του στρατοδικείου, που ήταν ο «θάνατος δι’ απαγχονισμού».

Ο Μουσταφά Κεμάλ, κατάφερε να πραγματοποιήσει τα σχέδια του, επωφελούμενος και από τις πολιτικές εξελίξεις της εποχής. Αξίζει να σημειωθεί ότι, η περίοδος εδραίωσης του Μουσταφά Κεμάλ, συνέπεσε  με τη δημιουργία της  ΕΣΣΔ και τη βοήθειά της προς το εθνικιστικό κεμαλικό κίνημα, καθώς και την αλλαγή στους προσανατολισμούς στην εξωτερική πολιτική των μεγάλων ευρωπαϊκών Δυνάμεων.

Στις 16 Μαρτίου 1921, υπογράφηκε στη Μόσχα, η Συνθήκη Αδελφοσύνης ανάμεσα στη Μεγάλη Εθνοσυνέλευση της Τουρκίας και τη Ρωσική Σοβιετική Ομοσπονδιακή Σοσιαλιστική Δημοκρατία.  Οι μπολσεβίκοι αναγνώρισαν την εθνικιστική ηγεσία υπό τον Μουσταφά Κεμάλ, ως τη μόνη κυβέρνηση στην Τουρκία και του χορήγησαν οικονομική και στρατιωτική βοήθεια.

Αριθμός εκδιωχθέντων και θυμάτων 

Σύμφωνα με τον Αγτζίδη, τα θύματα των διωγμών και της Γενοκτονίας  που συνέβη την περίοδο (1914-1923), μπορούν να υπολογιστούν συνολικά κατά προσέγγιση και όχι με ακρίβεια κατά τόπους. Η «Μαύρη Βίβλος Διωγμών και Μαρτυριών του εν Τουρκία Ελληνισμού», του Οικουμενικού Πατριαρχείου, που εκδόθηκε το 1919, δίνει μια κατ’ εκτίμηση εικόνα των διωχθέντων και των θυμάτων. Με βάση την επίσημη Απογραφή που έγινε στην Ελλάδα το 1928 καταγράφηκαν περίπου 1.25 εκατομμύρια πρόσφυγες. Στον αριθμό αυτόν συνυπολογίστηκαν και οι προερχόμενοι από το Καρς και άλλες ρωσικές περιοχές. Πρέπει να ληφθεί υπόψιν ότι, 150.000 Έλληνες από την Κωνσταντινούπολη,  την Ίμβρο και την Τένεδο, εξαιρέθηκαν της Ανταλλαγής των πληθυσμών, ενώ ένα μέρος των προσφύγων από τον Ανατολικό Πόντο που κατέφυγε στη Ρωσία μετά την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων (Μάρτιος 1918) δεν κατέφυγε τελικά στην Ελλάδα. 

Δεν υπάρχει σαφής εκτίμηση του αριθμού των θυμάτων της Γενοκτονίας κατά περιοχή, ούτε πόσοι έχασαν τη ζωή τους κατά τη διαδρομή προς την Ελλάδα, ούτε πόσοι πέθαναν στην Ελλάδα από  τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης κατά την πρώτη δεκαετία (αντιστοιχούσαν τρεις θάνατοι σε μια γέννηση). 

Όπως επισημαίνει ο Αγτζίδης, ο αριθμός 353.000 που έχει επικρατήσει δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Αρχικά, κατατέθηκε ως υπόθεση τον Ιανουάριο  του 1922 στη «Black Book the tragedy of Pontus (1914-1922)», που εξέδωσαν στην Αθήνα οι ποντιακές οργανώσεις, χωρίς να έχουν πρόσβαση σε πραγματικά δεδομένα. Στον αριθμό αυτό ο Γ. Βαλαβάνης πρόσθεσε (το 1925) κατ’ εκτίμηση άλλες 50.000 θύματα κατά τη μεταφορά προς την Ελλάδα.

1.Φίλωνας Κτενίδης, «Η καμπάνα του Πόντου», 1950   

Βιβλιογραφικές παραπομπές:

“The Salonica Congress. Young Turks and their programme”, εφημ. The Times, Λονδίνο, 3 Οκτωβρίου 1911.

Ανθεμίδης, Σ. Α. (1999). Τα Απελευθερωτικά Στρατεύματα του Ποντιακού Ελληνισμού. Θεσσαλονίκη: Μάτι, σ. 288

Αντωνιάδης, Γ. Θ. (2006). Πάφρα, η. Στο Εγκυκλοπαίδεια του ποντιακού ελληνισμού. Θεσσαλονίκη: Μαλλιάρης Παιδεία

Bαλαβάνης Γ. (1925). Σύγχρονος Γενική Ιστορία του Πόντου, Αθήνα σ. 24.

Eνεπεκίδης Π. (1996).  Γενοκτονία στον Εύξεινο Πόντο. Διπλωματικά έγγραφα από τη Βιέννη (1908-1918). Θεσσαλονίκη σ. 131-132

Ζάικος, Ν. (2009). «Το προσφυγικό ζήτημα στην Ελλάδα. Η διεθνής δικαιϊκή προοπτική» στο ΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΣΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ Από την τραγωδία, στην εποποιΐα. Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών σ. 28

Λαμψίδης Ο. (1957).  Οι Έλληνες του Πόντου υπό τους Τούρκους (1461-1922). Περιέχει το: Καθενιώτη, Δ. Έκθεσις των ενεργειών μου σχετικώς με το ζήτημα του Πόντου. Αθήνα

Μαλκίδης Θ. (2002). «Ο Ελληνισμός της Μικράς Ασίας και το κεμαλικό κίνημα». Πρακτικά Συνεδρίου Στ’ Πανελλήνιου Συνεδρίου για τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας. Θεσσαλονίκη

Ροδάς, Μ. (1995). «Πώς η Γερμανία κατέστρεψε τον ελληνισμό της Μικράς Ασίας», επανέκδοση, Παρουσία

Σαρρής Ν. (1992). Εξωτερική πολιτική και εσωτερικές εξελίξεις στην πρώτη τουρκική δημοκρατία, εκδ.: Γόρδιος