Σελίδες

Τετάρτη 22 Μαΐου 2024

Τι έγιναν τα χαμένα παιδιά στη Γενοκτονία


ti eginan ta xamena paidia 01

 


 


Η δραματική περίπτωση  της Ποντιοπούλας Παρθένας, που χάθηκε στους διωγμούς το 1920 και βρέθηκε ως  Αϊσέ, μετά από 60 χρόνια!

Η σημερινή μέρα, για τους Τούρκους είναι μεγάλη γιορτή και για τους Έλληνες του Πόντου η αρχή της μεγάλης τραγωδίας, με νέους πιο σκληρούς διωγμούς και μαρτυρίων κατά των Ελληνοποντίων, με εξορίες, βιασμούς παρθένων, σφαγές και εκτελέσεις. Γενοκτονία!

Σαν σήμερα λοιπόν, 19 Μαΐου 1919, ο Μουσταφά Κεμάλ φτάνει με φορτηγό πλοίο από την Κωνσταντινούπολη στο λιμάνι της Σαμψούντας, κατευθύνεται σε ξενοδοχείο, βγάζει έναν πύρινο λόγο στους συγκεντρωμένους Τούρκους, ξυπνώντας το μίσος εναντίον των Ελλήνων: «Να έχετε κατά νου τον πλούτο των γκιαούρηδων. Αν τους βγάλετε από τη μέση, θα γίνει δικό σας». Και στο χωριό Καβάκ, γίνεται πιο επιθετικός: «Σκοτώστε κάθε μη Μουσουλμάνο! Σκοτώστε τώρα στα κρυφά. Αργότερα στο φως της ημέρας!»

Αυτή η προτροπή δεν άργησε να γίνει πράξη Γενοκτονίας. ΄Εστελναν στην αρχή τους Άνδρες στα Αμελέ Ταμπουρού, τα Τάγματα Εργασίας για εξόντωση και μετά άρχισαν οι εξορίες… Χιλιάδες γυναικόπαιδα και ηλικιωμένοι τραβούσαν ατέλειωτο Γολγοθά σε μια διαρκή πορεία με εκτελέσεις, κτηνωδίες, βιασμούς γυναικών και κοριτσιών. Ασχολήθηκα ως ρεπόρτερ με τη δραματική ιστορία δύο κοριτσιών που χάθηκαν τότε και βρέθηκαν κάτω από μυθιστορηματικές συνθήκες 60 χρόνια μετά, το 1980.

Σήμερα θα αναφερθώ στην πανέμορφη Παρθένα Ζουρνατζίδου που κατοικούσε με την οικογένεια της στην Τσαρσαμπά, κοντά στην Σαμψούντα και τον χειμώνα του 1920, στα 17 της χρόνια, οι Τούρκοι μάζεψαν τους 700 χωριανούς της και τους έστειλαν εξορία.

Ο ανεψιός της Σταύρος Ζουρνατζίδης, 12 ετών τότε, θυμάται:

«Στην ομάδα αυτή ηταν συγγενείς μας και η θεία μου η Παρθένα. Στην πορεία, πολλοί πέθαναν από το κρύο στα χιόνια, την πείνα, τις αρρώστιες τις κακουχίες και τις εκτελέσεις… Χάσαμε συγγενείς, μαζί και την Παρθένα χωρίς να ξέρουμε την τύχη τους. Το 1923 φύγαμε στην Ελλάδα κι εγκατασταθήκαμε στο χωριό Κομνηνά Ξάνθης»


Αφήγηση της Παρθένας το 1979: «Στην εξορία τραβήξαμε του Χριστού τα Πάθη. Όλο λιγοστεύαμε. Μια μέρα με πλησιάζει ο Τούρκος αποσπασματάρχης και μου λέει «θέλω να σε παντρευτώ. Αν αρνηθείς θα σ’ εκτελέσω». Στην αρχή αρνήθηκα αλλά μετά από πολλές πιέσεις κάμφθηκα, τον παντρεύτηκα, με αλλαξοπίστησε, με ονόμασε Αϊσέ, εγκατασταθήκαμε στην Ορντού (Κοτύωρα) και μου φερόταν καλά.

Ο άνδρας μου πέθανε το 1936, αφού αποκτήσαμε ένα κοριτσάκι και όταν το πάντρεψα άρχισα να ψάχνω τους χαμένους συγγενείς μου. Πήγα στην Σαμψούντα και σ’ ένα καφενείο, είπα ψέματα στον ιδιοκτήτη, αν ξέρει κανέναν Έλληνα στην πόλη να μου τον συστήσει, για να με πληροφορήσει το μέρος που είχε κρύψει λίρες ο πατέρας μου και θα έπαιρνε μερίδιο. Το κόλπο έπιασε και μου σύστησε έναν άλλο καφετζή, τον Μαχίρ που τούρκεψε στα 8 του χρόνια. Μου είπε, κατά καιρούς περνάνε Έλληνες και του έδωσα διεύθυνση και τηλέφωνο για επαφή».

ti eginan ta xamena paidia 01Φωτο: Πτώματα παντού, άταφα!!!

Το 1979, κάποιος Τσακίρης από τη Δράμα, πήγε στον Πόντο και πέρασε τυχαία από το καφενείο του Μαχίρ, που του μίλησε για μια Τουρκάλα Αϊσέ ή Παρθένα, που ψάχνει χαμένους συγγενείς της και του έδωσε την διεύθυνση της. Ο Μαχίρ λίγες μέρες μετά πέθανε, αλλά το μήνυμα πήγε σε καλά χέρια. Ο Τσακίρης όταν γύρισε στους Ταξιάρχες Δράμας, μίλησε για το περιστατικό και κάποιος συγχωριανός του τινάχτηκε λέγοντας «Είναι συγγένισσα μας!» και αμέσως ενημέρωσε τον Σταύρο Ζουρνατζίδη στα Κομνηνά. Εκείνος έβγαλε διαβατήριο και με τη διεύθυνση στο χέρι πήγε στην Τουρκία.

‘Ηταν η ώρα 7 το πρωί, όταν ο ταξιτζής τον άφησε στην πόρτα του σπιτιού της Αϊσέ… Αφηγείται το 1979: «Τα γόνατα μου έτρεμαν η καρδιά μου πήγε να σπάσει… Χτύπησα την τζαμόπορτα και ξαφνικά ανοίγει μια ηλικιωμένη γυναίκα. Είπα το όνομα μου, Σταύρος!… «Ισταυρί!!!!» φώναξε εκείνη και αγκαλιαστήκαμε! Κλαίγαμε επί δύο ώρες χωρίς να πούμε λέξη… Διηγηθήκαμε τα παλιά και ο γαμπρός της, της έβγαλε διαβατήριο και την έφερα στα Κομνηνά… Μαζεύτηκαν όλοι οι συγγενείς, την ρωτούσαν τι έγιναν οι δικοί μας κι απαντούσε: «εφέκαν τ’ οστούδε τουν σα ρασσία» (άφησαν τα κόκκαλα τους στα βουνά).

Όταν γύρισε στην Τουρκία, έγραψε επιστολή στον Σταύρο που κατέληγε: «Εύχομαι κι ελπίζω Ισταυρί, να σε ξαναδώ με τα μάτια αυτού του κόσμου και όχι του αλλουνού!» Η Παρθένα και ο Σταύρος δεν αξιώθηκαν να ξανασμίξουν… Βλέπονται τώρα, όχι με τα μάτια αυτού του κόσμου, αλλά του αλλουνού!…

Του Τάσου Κ. Κοντογιαννίδη
akontogiannidis@yahoo.gr

https://tideon.org