Σελίδες

Παρασκευή 8 Μαρτίου 2024

Ελληνίδα γυναίκα

 


Θεοφάνης Μαλκίδης 

Από την Αντιγόνη μέχρι τη Λυσιστράτη, από την Τροία και το Μαραθώνα μέχρι την Κωνσταντινούπολη, από το Σούλι μέχρι το Ζάλογγο, από τη Νάουσα, το Μεσολόγγι, τη Σαμοθράκη  μέχρι τη Χίο,  από τη  Σμύρνη, την Πάφρα μέχρι τη Βόρειο Ήπειρο,  από το Δίστομο μέχρι τα Καλάβρυτα , από την Ίμβρο και την Τένεδο μέχρι την Κύπρο, 

από το Μάτι, την Μάντρα, την Εύβοια μέχρι  τα Τέμπη,  


η  ίδια περήφανη, αγέρωχη, θαρραλέα,  ηρωίδα Ελληνίδα γυναίκα ...


Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΜΟΥ: 


  Κόντρα σε όλες τις  νεοεποχίτικες γιορτές προβάλουμε τα αληθινά πρότυπα των ηρωίδων γυναικών που στήριξαν την Πατρίδα και την Ορθοδοξία... Χριστό και Ελλάδα ή γυναίκα του τόπου μου έδινε με το γάλα της στο μωρό.


Aσε με να σε σεργιανίσω στην ιστορία, στο περιβόλι πιο σωστά να πω, της γυναίκας του τόπου μου. Θα αρχίσω μετά την κραυγή «Εάλω η Πόλις», τότε πού «όλα τα ' σκίαζε ή φοβέρα και τα πλάκωνε ή σκλαβιά». Τότε πού «σβησμένες όλες οι φωτιές οι πλαστρες μέσ' στη χώρα», μια γυναίκα έλαμψε, ή Ρηγούλα Μπενιζέλου, ή Φιλοθέη.


Πριν υπάρξει Κοσμάς Αιτωλός, οι δάσκαλοι του Γένους, πρώτα μια γυναίκα κατάλαβε πώς οποίος χαθεί για την Ορθοδοξία, είναι χαμένος για το Γένος. Στην Τουρκοκρατούμενη Αθήνα μαζεύει τα σκλαβωμένα Ελληνόπουλα να τους μάθει Τέχνη, Γράμματα. 


Φτιάχνει Νοσοκομείο, Γηροκομείο- μαζεύει τις ανύπαντρες μητέρες, κρατά τα μωρά τους- ξενοδοχείο κάνει, για τους γυρολόγους• πηγάδι να πίνουνε νερό οι διψασμένοι, το Ψυχικό, Όπως ονομάστηκε. 


Ή γυναίκα του τόπου μου νανούριζε το σκλαβωμένο Ελληνόπουλο με το: «Πέφτω κάνω το Σταυρό μου, άγγελο έχω στο πλευρό μου• δούλος του Θεού λογιού

μαι και κανέναν δε φοβούμαι».


Ή γυναίκα του τόπου μου δεν ήξερε πολλά γράμματα Μάθαινε όμως μια μοναδική πρόσθεση στα παιδιά και στα εγγόνια της, πρόσθεση όλο δόγμα και στέριωμα για τη ζωή: Ένας εΐν' ο Κύριος, δεύτερη ή Παναγιά, τρίτος εΐναι ο Πρόδρομος, τέσσερα τα Εύαγγέλια, πέντε ή πεντάτευχος, έξι τα έξαπτέρυγα, εφτά είν' τα Μυστήρια οχτώ το όχταήχι εννιά είναι τα τάγματα, δέκα είν' οι εντολές, έντεκα τα έωθινα, δώδεκα οι "Απόστολοι».


Χριστό και Ελλάδα ή γυναίκα του τόπου μου έδινε με το γάλα της στο μωρό. Γυναίκες πού, όπως λέει ο ποιητής, «με το Ψαλτήρι έθέριεψαν, και το χρυσό στεφάνι τη; Υπερμάχου έφίλησαν και παλι στο μακελιό!!!» Γιατί έγνοια τους -ή λευτεριά του τόπου τους. Ή Λενιώ Μπότσαρη ήταν ή σημαιοφόρος στο Σουλιώτικο σώμα, ήταν ή «Μπαϊρακτάραινα». Και ή ήρωϊκή μάνα των Λαζαίων έλεγε στα παιδιά της: «Κατάρα ναχετε παιδιά, μη λυγισουν τα κορμιά σας, όσο να ζείτε, τη Τουρκιά να μη την προσκυνάτε!!».


Ήταν αυτή ή Γυναίκα πού έδωσε 30.000 νεομάρτυρες πού δεν έπρεπε να ξεχάσουν πώς εΐναι Χριστιανοί και "Ελληνες. Στον ένοπλο Μακεδονικό αγώνα, όπως τονίζει ό Ακαδημαϊκός Βαφόπουλος, έντονη ή παρουσία της.


«Όποιος ξεχάσει τη Μακεδονία μας, γιος μου δε λογιαριάζεται, καταραμένος να ναι!!», έλεγε στα παιδιά της. Μετέφεραν όπλα, τρόφιμα, πληροφορίες, κρύβοντας στα σπίτια τους αγωνιστές, νοσηλεύοντας τραυματίες καί αρρώστους. Πολλές φορές καί φυσέκια έκρυβαν ανάμεσα στις πλούσιες πλεξούδες τους καί όπλα κάτω από τίς κάπες τους. Οι γεροντότερες έπλεκαν ακάματα μάλλινα για τους αγωνιστές καί κεντούσαν τα διακριτικά στα πηλίκιά τους.


Το Παρθεναγωγείο της Θεσσαλονίκης ετοίμαζε δασκάλες πού πήγαιναν στα σχολειά της Μακεδονίας πού αναστέναζαν κάτω από τον Βούλγαρο κομιτατζή να μάθει το Ελληνόπουλο ελληνικά. Πυρπολούσαν το σχολειό οι Βούλγαροι, καιγότανε μαζί καί ή δασκάλα, άφοϋ προλάβαινε να χτυπήσει τον εχτρό. Το λάβαρο της Αγίας Λαύρας πού ό Μητροπολίτης Παλαιών Πατρών Γερμανός το έβγαλε άπ' την ωραία πύλη καί κηρύττει την έναρξη του αγώνα, το κέντησαν γυναίκες στη Σμύρνη.


Δασκάλα 18 χρονών, μόνη της μέσα στην καταστροφή της Σμύρνης, διέσωσε 100 παιδιά του ορφανοτροφείου Σμύρνης. Τα πήγε στη Θεσσσαλονίπη με καράβια, παρακαλώντας, καί περίμενε να τελειώσουν δλα, να μάθουν μια τέχνη, καί μετά παντρεύτηκε.


Τί να σου πω για τις γυναίκες της Πίνδου! Σκαρφάλωσαν εκεΐ πού τα μουλάρια δεν μπόραγαν να σκαρφαλώσουν, ζαλωμένες με πολεμοφόδια, γιατί οι φαντάροι μας είχαν απομείνει σε ένα οχυρό χωρίς πολεμοφόδια. 


"Η Ιωάννα Τσάτσου γράφει για μια νοσοκόμα Ελληνίδα, πού κρατούσε στην αγκαλιά της έναν Ιταλό στρατιώτη πού ήταν σε αφασία. Στό ένα της χέρι είχε ένα ιταλικό λεξικό καί ψιθύριζε Ιταλικά «γιε μου... γιε μου». «Με νομίζει για μάνα του», είπε στην έκθαμβη Τσάτσου.


Επί 40 χρόνια ή Δέσποινα Άχλαδιώτη ύψωνε στο μικρό νησί της Ρω την Ελληνική σημαία. Ή "Ακαδημία (1975) Αθηνών τίμησε την Κυρά της Ρω, τη γυναίκα με τη σημαία.


Ή Γυναίκα του τόπου μου στεριώνει τα γιοφύρια. Μη ξεχνάς το γιοφύρι της "Αρτας «"Ολημερίς το χτίζανε, το βράδυ γκρεμιζόταν». Μα ή γυναίκα του πρωτομάστορα θεληματικά δέχεται να στεριώσει, με το θάνατο της, το γιοφύρι.


Καί το Γένος μου, μια γυναίκα -τη Γοργόνα- έβαλε φρουρό στο Αιγαίο, καί να σε ρωτάει με αγωνία μήπως καί πέθανε ό Μεγαλέξανδρος στη μνήμη σου. Καί τελειώνει το σεργιάνι με το ποίημα του Κωστή Παλαμά:


«Χαίρε Γυναίκα, / εσύ Αθήνα, Μαρία, Ελένη, Εύα, / να ή ώρα σου! / Τα ωραία φτερά δοκίμασε κι άνέα/ καί καθώς είσαι ανάλαφρη / καί πια δεν είσαι σκλάβα / προς τη μελλόμενη "Αγια Γη πρωτύτερα / εσύ τράβα / κι ετοίμασε τη Νέα Ζωή, μιας Νέας Χαράς / Υφάντρα, / κι υστέρα αγκάλιασε, ύψωσε καί φέρε εκεί / τον άντρα / Καί πλάσε τον Πρωτοπλάστη».


~Γαλάτεια Γρηγορειάδου-Σουρέλη~