«Ποθοῦσα πιό ζωντανά, πιό ἀποτελεσματικά νά ὑπηρετήσω τήν Ἑλλάδα μου, πού σάν ματοβαμμένη μάνα νόμιζα πώς μέ καλοῦσε», ἔγραφε στό ἡμερολόγιό της τό 1943 ἡ Σόνια-Σοφία Στεφανίδου.
Θυγατέρα τοῦ γιατροῦ Φιλοποίμενα Στεφανίδη ἀπό τήν Τραπεζούντα, ὁ ὁποῖος τιμήθηκε γιά τήν ἐθελοντική του προσφορά σέ πέντε μέτωπα, γεννήθηκε τό 1907 στήν Ὀδησσό. Σέ ἡλικία 5 ἐτῶν μετέβη στήν Ἀθήνα, ὅπου ὁ πατέρας της ἐθελοντικά προσφέρει τίς ὑπηρεσίες του ὡς γιατρός τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ τήν περίοδο τῶν Βαλκανικῶν Πολέμων. Ἀργότερα ἐγκαταστάθηκαν οἰκογενειακῶς στό Ἡράκλειο τῆς Κρήτης.
Τά πρῶτα γράμματα τῆς τά δίδαξαν οἱ γονεῖς της. Στή συνέχεια πῆρε κανονικά τό ἀπολυτήριο Γυμνασίου στό Ἡράκλειο. Ἀφοῦ ἤδη εἶχε μάθει τή γερμανική καί τή γαλλική γλώσσα, τό 1924 οἱ γονεῖς της τή στέλνουν στή Γαλλία νά συνεχίσει τίς σπουδές της στή γαλλική γλώσσα.
Κατόπιν ἐξετάσεων διορίστηκε στή Διεύθυνση Στατιστικῆς τοῦ Ὑπουργείου Οἰκονομίας στήν Ἀθήνα ὡς μόνιμη ὑπάλληλος μέ τόν βαθμό τοῦ Γραφέως. Ὅταν κηρύχτηκε ὁ πόλεμος τό 1940, ἡ ἴδια προσωπικά παρακαλεῖ τόν τότε ὑπουργό τοῦ Ἰωάννη Μεταξᾶ, Κοσμᾶ Μπουρμπούλη, νά τή δεχτεῖ στόν στρατό. Ἡ αἴτησή της γίνεται δεκτή καί κατατάσσεται τέλη Νοεμβρίου στόν Ἐρυθρό Σταυρό, ὅπου ἐκπαιδεύεται. Νωρίτερα εἶχε γραφτεῖ ἐθελοντικά στό Σχολεῖο Νοσοκόμων Παθητικῆς Ἀεράμυνας. Στήν ἄδεια κατάταξης εἶχε γράψει: «Ἐθεώρησα καθῆκον μου, ὅπως καί ἐγώ προσφέρω ὅ,τι ἠδυνάμην περισσότερον χάριν τοῦ Ἱεροῦ Ἀγῶνος».
Στίς 15 Ἰανουαρίου 1941 ἀποστέλλει ἐπιστολή μέ τήν ὁποία ζητεῖ νά τή μεταφέρουν στήν πρώτη γραμμή. Ἔτσι, στίς 7 Ἀπριλίου τοῦ 1941 παρουσιάζεται στό 1ο Στρατιωτικό Νοσοκομεῖο Ἰωαννίνων. Νά σημειώσουμε ὅτι ὁ πατέρας της καί τά δύο της ἀδέλφια ὑπηρετοῦσαν ἤδη στό μέτωπο ὡς ὑγειονομικοί ἀξιωματικοί. Κατά τούς ἀεροπορικούς βομβαρισμούς πού δέχτηκε τό Νοσοκομεῖο Ἰωαννίνων, ὁπότε σκοτώθηκαν καί τραυματίστηκαν γύρω στά πενήντα ἄτομα, ἐπέδειξε μεγάλη αὐτοθυσία. «Ἐξετέλουν πάντοτε τό καθῆκον μου μέ χαράν, ἀφοσίωσιν καί προθυμίαν, ἤμην δέ ἀποφασισμένη νά δώσω τόν ἑαυτόν μου ὁλοκαύτωμα χάριν τῆς πατρίδος μου», διαβάζουμε στό ἡμερολόγιό της. Γιά τήν πολυποίκιλη συμβολή της σέ ἐκεῖνο τό συμβάν προτάθηκε γιά Ἠθική Ἀμοιβή μαζί μέ ἄλλες νοσοκόμες. Λόγῳ ὅμως τῶν ἐξελίξεων τοῦ πολέμου, δέν ἔλαβε ποτέ αὐτή τήν ἀμοιβή.
Ἐπιστρέφει μετά τή συνθηκολόγηση στήν Ἀθήνα. Ὅμως «ἡ θέα τοῦ ἀγκυλωτοῦ σταυροῦ ἐπάνω στήν Ἀκρόπολη θανατώνει τήν ψυχή μου», ἀποκαλύπτει στό ἡμερολόγιό της. Ἔτσι, μεταβαίνει στή Μέση Ἀνατολή, ὅπου ὑπηρετεῖ ὡς ἐθελόντρια νοσοκόμα στό νοσοκομεῖο τῆς Ἀλεξάνδρειας καί τῆς Χεντέρας στήν Παλαιστίνη. Ἀργότερα κατευθύνεται στό Κάιρο, γιά νά βρεῖ τήν ἑλληνική κυβέρνηση τοῦ Ἐμμανουήλ Τσουδεροῦ. Μέ αἴτησή της, στίς 8 Ἀπριλίου 1943, κατατάσσεται σέ μονάδα καταδρομῶν, στίς Βρετανικές Ὑπηρεσίες. Πέρασε ἕνα στάδιο ἐκπαίδευσης σέ Σχολή Ἀλεξιπτωτιστῶν, ἐπιδεικνύοντας ἐπίδοση ὑψηλοῦ ἐπιπέδου κατά τή μαρτυρία τοῦ ἄγγλου ἐκπαιδευτῆ της. Ἀφοῦ ἀπέκτησε τό πτυχίο της, ἔγινε ἡ πρώτη ἑλληνίδα ἀλεξιπτωτίστρια καί μάλιστα σέ καιρό πολέμου.
Ἄν καί ὑπηρετοῦσε σέ στρατιωτικό νοσοκομεῖο, θεωροῦσε ὅτι ἔπρεπε νά ἀξιοποιηθεῖ στήν πρώτη γραμμή. Ἔτσι πηγαίνει στό Κάιρο καί παρουσιάζεται στόν Ἐμμανουήλ Τσουδερό, ζητώντας του νά γίνει κομάντο! «Τά σπάνια προσόντα της, ἀλλά κυρίως ἡ μεγάλη πίστη της στόν ἱερό ἀγῶνα, ἔπεισαν τόν πρωθυπουργό νά συγκατατεθεῖ στήν πράγματι παράτολμη αἴτησή της», γράφει ὁ ἀντιστράτηγος ἐ.ἀ. Χρῆστος Σ. Φωτόπουλος. Ἀκολούθησε εἰδική ἐκπαίδευση, πολύ σκληρή, ἐπίπονη γιά μιά γυναίκα. Μετά τίς σχετικές δοκιμασίες ἡ Στεφανίδου ἔλαβε τό πτυχίο τῆς ἀλεξιπτωτίστριας καί ἀπέκτησε τό προνόμιο νά εἶναι ἡ πρώτη καί μοναδική ἑλληνίδα ἀλεξιπτωτίστρια σέ ὅλη τή διάρκεια τοῦ Β´ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ἡ πρώτη ἀποστολή της δέν ἄργησε νά ἔρθει. Ἡ Βρετανική Μυστική Ὑπηρεσία τήν ἔστειλε στή δυτική Μακεδονία. Ὁ ρόλος της λόγῳ τῆς γλωσσομάθειάς της -γνώριζε γαλλικά, ἀγγλικά καί γερμανικά- ἦταν νά ἀκολουθήσει μαζί μέ τούς βρετανούς κομάντος ὀρεινά κυρίως δρομολόγια κατά μῆκος τῆς ὀροσειρᾶς τῆς Πίνδου καί νά συλλέγει ἐνδιαφέρουσες πληροφορίες.
Τόν Ἰούλιο τοῦ 1943 ντυμένη μέ τή στολή τοῦ ἀλεξιπτωτιστῆ, πραγματοποίησε ἐπιτυχημένο ἅλμα στήν ἐχθροκρατούμενη Φλώρινα, ὅπου δραστηριοποι- εῖται δυναμικά μεταμφιεσμένη ποικιλοτρόπως. Περίπου δύο μῆνες κράτησε ἡ μυστική ἀποστολή, ὁπότε μέ τήν ὁμάδα της πλησιάζοντας στά ἑλληνοαλβανικά σύνορα, συλλαμβάνονται καί καταδικάζονται σέ θάνατο. Ὡστόσο λίγο πρίν ἐκτελεστοῦν, ἕνας γερμανός φρουρός ἀπελευθέρωσε τήν ὁμάδα, ἀφήνοντάς την νά διαφύγει.
Ἡ ἑλληνίδα ἀλεξιπτωτίστρια χωρίς κανένα ἐφόδιο φτάνει στήν περιοχή τῆς Νεράιδας στήν Καλαμπάκα, ὅπου λειτουργοῦσε στρατηγεῖο ἀνταρτῶν μέ ἄγγλους συνδέσμους. Ἐκεῖ εἶχαν συγκεντρωθεῖ ἀρκετοί Ἕλληνες καί Σύμμαχοι. Σημαντική ὑπῆρξε ἡ συμβολή της στή μετατροπή μικροῦ διαδρόμου σέ πρόχειρο ἀεροδρόμιο προσγείωσης ἀεροσκαφῶν στήν περιοχή ἐκείνη, ἐπιστρατεύοντας γιά τίς ἐργασίες γυναῖκες ἀπό τά γύρω χωριά.
Ἀπό τήν Καλαμπάκα ἐπιστρέφει στό Κάιρο. Ὑποβάλλει αἴτηση καί γίνεται δεκτή στό νεοσύστατο Ἐθελοντικό Στρατιωτικό Σῶμα Ἑλληνίδων. Στό μεταξύ ἀποστέλλεται στήν Κρήτη τό 1944, πιθανόν μέ ἐντολή τοῦ ἴδιου τοῦ Τσουδεροῦ. Ὡς σύνδεσμος, πιθανολογεῖται ὅτι μετέφερε ἐκεῖ ἐντολές, χαρτιά ἤ ἀκόμα καί χρήματα, καθώς ἐπίσης ὅτι ἔλαβε μέρος στήν ἀπαγωγή τοῦ γερμανοῦ στρατηγοῦ Κράιπε.
Μέ τήν ἐπιστροφή της στήν ἐλεύθερη Ἑλλάδα συνέχισε νά ἐργάζεται γιά τό Δημόσιο, αὐτή τή φορά ἀποσπασμένη στό Ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν, στή Διεύθυνση Ἐθιμοτυπίας.
Συνταξιοδοτεῖ- ται τό 1967, ἔπειτα ἀπό 40 χρόνια ὑπηρεσίας. Στίς 22-8-1990 σέ ἡλικία 83 ἐτῶν ξεχασμένη ἀφήνει τήν τελευταία της πνοή σέ ἕνα κρεβάτι τῆς κλινικῆς «Παναγίας τῆς Τήνου» στήν Ἀθήνα. Μέ δημόσια διαθήκη τό 1986, ἄφησε τό μοναδικό περιουσιακό της στοιχεῖο, ἕνα διαμερισματάκι, στό Ἵδρυμα «Στέγη Ὑγειονομικῶν». Κατά τήν ἐπιθυμία της τάφηκε μέ τή στρατιωτική στολή καί τά παράσημά της στό Α´ Νεκροταφεῖο Ἀθηνῶν.
Ἡ Σόνια Στεφανίδου παρέμεινε σεμνή καί ἀφανής. Ἐνῶ δέν ἐπιδίωξε ποτέ νά ἐξαργυρώσει τήν πλούσια πολεμική της δράση μέ ἀμοιβές, τιμές καί δόξες, τιμήθηκε μέ πλῆθος μεταλλίων, μεταξύ αὐτῶν καί μέ τό Χρυσοῦν Ἀριστεῖο Ἀνδρείας, τήν ἀνώτατη τιμητική διάκριση πού ἀπονέμεται γιά ἡρωικές πράξεις στό πεδίο μάχης -σπανίως σέ γυναῖκες. Ἡ σεμνότητά της, ἡ φιλοπατρία, ἡ ἀφιλοχρηματία, τό ἀκενόδοξο φρόνημα, ἡ ἐθελοθυσία της ἀποτελοῦν στήν εὐδαιμο- νιστική καί συμφεροντολογική ἐποχή μας κριτήρια καί δεῖκτες γιά τή δική μας πορεία.
Γράφει η Εὐδοξία Αὐγουστίνου. Φιλόλογος – Θεολόγος