Η Θράκη είναι αναπόσπαστο τμήμα του Ελληνισμού δια μέσου των αιώνων. Η αρχαία Θράκη εκτεινόταν από το Αιγαίο ως το Δούναβη και από τον Εύξεινο Πόντο έως τα όρια της Μακεδονίας. Ως πρώτοι κάτοικοί της φέρονται διάφορα Ελληνικά (Πελασγικά) φύλα όπως Ήδωνες, Δίοι, Οδρύσαι, Κίκονες, Γέτες κ.α. τα οποία αποτέλεσαν έναν από τους αρχαιότερους λαούς της Ευρώπης. Τον 7ο αιώνα π.Χ. οι Έλληνες αποίκισαν το Αιγαίο, τον Ελλήσποντο και τον Εύξεινο Πόντο. Στα παράλια της Θρακικής γης ιδρύθηκαν και άκμασαν σημαντικές ιωνικές αποικίες: Μαρώνεια, Άβδηρα, Βυζάντιο, Αγχίαλος, Απολλωνία, Μεσημβρία, Οδησσός.
Με τον όρο Θράκη κατά την αρχαιότητα καθοριζόταν μια πολύ μεγάλη περιοχή που κατά τον Ηρόδοτο άρχιζε από τα παράλια του Εύξεινου Πόντου και έφθανε μέχρι τις κορυφογραμμές της Πίνδου, από τον Βορρά ξεκινούσε από τον Δούναβη και προς τον Νότο έφθανε στο Αιγαίο πέλαγος και τον Όλυμπο. Τα πιθανότερα σύνορά της είναι αυτά που προσδιορίζει ο Θουκυδίδης. Στο βορρά ο Δούναβης, στην Ανατολή ο Εύξεινος Πόντος, στη Δύση ο ποταμός Στρυμόνας και στο Νότο το Αιγαίο πέλαγος.
Μια απ’ αυτές τις πόλεις της Ελληνικότατης Θράκης, στη χερσόνησο του Αίμου, είναι και η πόλη Σόφια. Ιδρύθηκε από την Ελληνική φυλή των Σερδών ως οικισμός, που ονομάστηκε αργότερα Σερδική. Λίγο πριν το 500 π. Χ. η περιοχή αποτέλεσε τμήμα ένωσης Ελληνικών θρακικών φυλών με το όνομα Βασίλειο των Οδρυσών.
Το 29 π. Χ. η Σερδική κατελήφθη από τους Ρωμαίους. Επί της βασιλείας του Αυτοκράτορα Τραϊανού, έγινε municipium, δηλαδή κέντρο διοικητικής περιοχής και μετονομάστηκε σε Ουλπία Σαρδική. Επεξετάθη με την ανέγερση πυργίσκων, τειχών, δημοσίων λουτρών, διοικητικών και πολιτιστικών κτηρίων, αστικής βασιλικής, αμφιθεάτρου, ιπποδρόμου, βουλής, μεγάλης αγοράς και μεγάλου θεάτρου. Επίσης, υπήρξε η κυριότερη ενδιάμεση πόλη στον ρωμαϊκό δρόμο Via militaris, που συνέδεε τη Ρώμη με το Βυζάντιο.
Το 2ο αιώνα μ. Χ. ήταν διοικητικό κέντρο της ρωμαϊκής επαρχίας της Μοισίας. Επικρατούσε το Ελληνικό στοιχείο και η Ελληνική γλώσσα στην διοίκηση, στο εμπόριο[1], στην θρησκεία, στην παιδεία και στα γράμματα[2], όπως και σε όλο το νότιο τμήμα της οροσειράς του Αίμου[3].
Επί Μεγάλου Κωνσταντίνου, η Σερδική υπήρξε μία από τις ευνοούμενες πόλεις του Αυτοκράτορος[4]. Μάλιστα, είχε εξετάσει το ενδεχόμενο να κάνει τη Σαρδική πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας της Ρωμανίας αντί της Κωνσταντινούπολης.
Από τον 4ο αιώνα και μετά, η Σερδική ήταν στρατιωτικό οχυρό και οικονομικό κέντρο, προπύργιο στην κοιλάδα του Στρυμόνα και κόμβος στη μεγάλη οδική αρτηρία από την Ναϊσσό προς την Κωνσταντινούπολη. Το 343, συνήλθε στην πόλη η Σύνοδος της Σερδικής σε μια εκκλησία, στη θέση, όπου, αργότερα, χτίστηκε η σημερινή Εκκλησία της Αγίας Σοφίας του 6ου αιώνα.
Το 447, η πόλη καταστράφηκε κατά την επιδρομή των Ούννων και παρέμεινε κατεστραμμένη για ένα αιώνα. Επί Ιουστινιανού Α΄, ανοικοδομήθηκε πάλι και περιεβλήθη από μεγάλα οχυρωματικά τείχη, των οποίων τα κατάλοιπα είναι ακόμα ορατά σήμερα. Πιθανώς τότε, χτίστηκε ο ναός της Αγίας Σοφίας.
Στα τέλη του 5ου αιώνα, εμφανίστηκαν στην Βαλκανική χερσόνησο οι Βούλγαροι[5]. Το 681, ένα τμήμα των Βουλγάρων εγκαταστάθηκε στην επικράτεια της Ρωμανίας, όπου αργότερα συγχωνεύτηκε με το πολυαριθμότερο, σε σχέση με αυτούς, σλαβικό στοιχείο.
Τον 9ο αιώνα, όμως, με ηγεμόνα τον Κρουμ, πιο γνωστό ως Κρούμμο εστράφησαν εναντίον της Ρωμανίας. Τον Απρίλιο του 809, κατέλαβαν με δόλο τη Σερδική, την οποία λεηλάτησαν και κατέσφαξαν έξι χιλιάδες στρατιώτες και αμάχους. Η άλωσή της άφησε ακάλυπτες σημαντικές διόδους για τη Μακεδονία και τη Θράκη, ενώ δυσχέραινε το οδικό δίκτυο και την οικονομία της Ρωμανίας. Το 811, η πόλη απελευθερώθηκε από τον Αυτοκράτορα της Ρωμανίας Νικηφόρο Α΄, ο οποίος φρόντισε για την ανοικοδόμησή της[6]. Μετά την ήττα του και τον θάνατό του στην μάχη της Πλίσκας, η Σερδική ανακατελήφθη από τους Βουλγάρους[7].
Τότε, μετονομάστηκε σε Σρέντετς, από την σλαβική σρεντά, που σημαίνει «κέντρο»[8], ενώ οι Έλληνες την αποκαλούσαν Τριαδίτσα. Παρ΄ όλη την κυριαρχία των Βουλγάρων και των Σλάβων στην χερσόνησο του Αίμου, ο Ελληνισμός, αν και περιορισμένος σε νησίδες, διατηρήθηκε στην Σερδική[9], όπως και στα άλλα αστικά κέντρα (Σωζόπολη, Δελβετό) και στην ύπαιθρο της περιοχής[10].
Το 986, η πόλη πολιορκήθηκε για είκοσι ημέρες από τον Αυτοκράτορα της Ρωμανίας, Βασίλειο Β΄ Βουλγαροκτόνο[11]. Οι επιθέσεις ήταν συνεχείς, αλλά η άμυνα ήταν σκληρή. Οι Βούλγαροι, με μια τολμηρή έξοδό τους, κατάφεραν να κάψουν τις πολιορκητικές μηχανές και να κλέψουν τα υποζύγια των αυτοκρατορικών στρατευμάτων[12]. Παράλληλα, ο Βασίλειος παραπληροφορήθηκε από τον στρατηγό Κοντοστέφανο, ο οποίος τον ανάγκασε να λύσει την πολιορκία και τελικά τον παρέσυρε σε παγίδα των Βουλγάρων, με αποτέλεσμα να ηττηθεί στις 16 Αυγούστου 986[13]. Ο Αυτοκράτωρ σώθηκε, την τελευταία στιγμή, χάρη στην βοήθεια των πιστών στρατηγών του, Νικηφόρου Ουρανού και Νικήτα Χρυσολωρά.
Το 1014, η πόλη παρεδόθη από τον Βούλγαρο στρατηγό Κρακρά[14] στον Έλληνα Στρατηγό Νικηφόρο Ξιφία[15]. Μετά την κατάλυση του Βουλγαρικού Κράτους το 1018, την υποταγή της Σερβίας και της Κροατίας το 1019, η Ελληνική κυριαρχία επανήλθε σε ολόκληρη την Χερσόνησο του Αίμου. Η Σερδική υπήχθη διοικητικά στο συσταθέν Θέμα Βουλγαρίας και εκκλησιαστικά στην νεοϊδρυθείσα Αρχιεπισκοπή Αχρίδος[16].
Στα τέλη του 1046 με αρχές του 1047, επί Κωνσταντίνου Θ΄ Μονομάχου, οι Πετσενέγοι[17] μετοίκησαν στις πεδιάδες της Σερδικής, με διαταγή του Αυτοκράτορος[18]. Το 1185, επί Ισαακίου Β΄ Αγγέλου, οι Βούλγαροι εξεγέρθηκαν. Κατέλαβαν το μεγαλύτερο μέρος της Μοισίας –μαζί και την Σερδική– και επέδραμαν από τον Αίμο στην Θράκη.
Το 1382, η Σερδική κατελήφθη από τους Οθωμανούς Τούρκους, μετά από μακρά πολιορκία. Από τον 14ο αιώνα και μετά, η πόλη έγινε γνωστή στους Οθωμανούς ως Σόφια, από την Εκκλησία της Αγίας Σοφίας. Κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας, με εξαίρεση ένα μικρό διάστημα κατοχής από τους Ούγγρους του Ιωάννη Ουνυάδη το 1443 και από τους Ρώσους το 1829, η Σόφια ήταν έδρα μπεηλέρμπεη (Γενικού Διοικητού). Το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της ήταν τουρκικό. Το 1553, υπήρχαν στην πόλη 11 μεγάλα και 100 μικρά μουσουλμανικά τεμένη[19]. Ωστόσο, υπήρχε μια μικρή Ελληνική παροικιακή κοινότητα[20], κυρίως από Έλληνες με καταγωγή από το Μοναστήρι, το Κρούσοβο και το Μεγάροβο της Πελαγονίας[21].
Στις 4 Ιανουαρίου 1878, κατά την διάρκεια του Ρωσοτουρκικού πολέμου, η Σόφια κατελήφθη από τους Ρώσους υπό τον στρατηγό Ιωσήφ Γκούρκο. Επροτάθη από τον Μαρίν Ντρίνοφ ως πρωτεύουσα του αυτόνομου Πριγκιπάτου της Βουλγαρίας και έγινε δεκτή ως τέτοια στις 3 Απριλίου 1879. Λέγεται ότι ο λόγος που έγινε πρωτεύουσα ήταν η στρατηγική της θέση, από την οποία ελέγχονται οι δρόμοι προς την Κωνσταντινούπολη, το Βελιγράδι, την Μακεδονία και τον Δούναβη[22].
Στο Β΄ βαλκανικό πόλεμο, ο Ελληνικός Στρατός, μετά την απελευθέρωση της Ανατολικής Μακεδονίας, με τη πρωτοβουλία του βασιλέως Κωνσταντίνου, στράφηκαν αμέσως προς την απελευθέρωση της Σόφιας. Σ’ αυτή τη μάχη συμμετείχε και ο αληθινός Μαύρος Καβαλάρης, ο θρυλικός ήρωας των ηρώων, Ιωάννης Βελισσαρίου, ο οποίος πέθανε με τη φράση «Κι όπως είπαμε, παιδιά μου. Στη Σόφια, στην Πόλη!». Λίγες ημέρες νωρίτερα, εκεί είχε αφήσει και την τελευταία του πνοή, ο εγγονός του Γέρου του Μοριά και Μακεδονομάχος, Γεώργιος Κολοκοτρώνης. Τελικά με την τελική κατάληψη του υψώματος 1.378 που βρίσκεται σε ευθεία γραμμή 20 χιλιόμετρα από τη Σόφια, οι Βούλγαροι αναγκάστηκαν να υπογράψουν τη συνθήκη του Βουκουρεστίου.
Τα τελευταία λόγια του αληθινού Μαύρου Καβαλάρη ας παραμείνουν στους επιζήσαντες στην σκλαβωμένη θράκη και στις επόμενες γενιές ως ιερή παρακαταθήκη, ως εντολή η οποία μία μέρα ελπίζουμε να πραγματοποιηθεί.
Παραθέτω δύο ποιήματα που έχω γράψει για την Ελληνική πόλη Σόφια:
Σόφια
4η Ιανουαρίου 1878[23] (Α΄ Μέρος)
Ημέρα ήταν του Γενάρη
Ελλάδος μάνας μας καμάρι
-ω, Σόφια!- πύργος και βλαστάρι
παλεύαν ξένοι ποιος σε πάρει…
✶✶✶
Ελλήνων Θράκης[24] ήσθα[25] πόλη,
στα βάθη χρόνων η πανώρια,
σε θέλαν αχ! οι ξένοι όλοι,
μ᾽ εκείνους πάλευες στα βόρεια…
✶✶✶
Εσένα Τούρκοι αν και πήραν,
Ελπίδας θύρα δεν την κλείσαν[26],
Ελλήνων πνεύμα μήδε ήραν,
Ελπίδες νίκης δεν τις κρύψαν…
✶✶✶
Την πίστη[27] άξια την κρατούσες!
Την μάνα[28] πόσο την ζητούσες!
✶✶✶
Ακόμη σκλάβα και ποθούσαν,
Βουλγάροι πάλι σε ζητούσαν…
Βαράγγοι[29] τούτους τους βοηθούσαν,
συμφέρον -μόνο- τους κοιτούσαν…
✶✶✶
Ελλήνων Θράκης ήσθα πόλη,
στα βάθη χρόνων η πανώρια,
σε θέλαν αχ! οι ξένοι όλοι,
μ᾽ εκείνους πάλευες εις τα βόρεια…
✶✶✶
Εσένα Τούρκοι αν και πήραν,
Ελπίδας θύρα δεν τη κλείσαν,
Ελλήνων πνεύμα μήδε ήραν,
Ελπίδες νίκης δεν τις κρύψαν…
✶✶✶
Την πίστη άξια την κρατούσες!
Την μάνα πόσο την ζητούσες!
✶✶✶
Αλί μας!
✶✶✶
Οι ξένοι πήραν σέ -τ’ αγρίμια!-
τα πάντα κάνανε συντρίμμια…
Καθένας Έλλην κει εδιώχθη
κ’ εις ξένους[30] ο οίκος τους εδόθη …
✶✶✶
Αχ! Σόφια!
(Λάππα Εὐαγγελίας Κ., Τὸ μοιρολόι τοῦ Μοναστηρίου,
Εκδόσεις Πελασγός 2021)
Μοιρολόι (Β’ μέρος)
Κλαίγει εσέ του Φιλίππου η πόλη[31]
στάθηκε, φώναξε στο κοιμητήρι:
«Σόφιας ω! ήρωες ξυπνήστε σεις όλοι,
Βούλγαροι πήρανε ταύτη οι μύριοι
κάνανε πρώτη του κράτους τους εκείνη
κάτι που είχε παλιότερα γίνει[32]…
✶✶✶
Αχ! Απ’ τους τάφους σας, ήρωες, εβγάτε
και ν’ ανακτήστε τη Σόφια μας πάτε»…
✶✶✶
Κλαίγει εσένα η Βάρνα, ω! κόρη
λάλησε εις τα του Καύκασου όρη:
✶✶✶
«Καύκασου όρη εσείς αχ! σειστείτε
Έλληνες που, κει ω! ζείτε[33], πενθήστε
Σόφια την πήραν Βαράγγοι -για δείτε-
πού ᾽δωσαν εις τους Βουλγάρους, θρηνήστε!»…
✶✶✶
Κλαίγει εσέ Μεσημβρία[34] αχ! με πόνο
που και με λόγο ακούστηκε μόνο:
✶✶✶
«Σόφια μου, συ που Ορθόδοξη είσαι
τόπος συνόδου[35], της μάνας[36] ασπίδα,
Άγιων μαρτύρων η πόλη – πατρίδα
πως το εθελήσαν -ήλιε αχ! φρίξε!-
Βούλγαροι οι ετερόδοξοι κ’ ήρθαν
και με ποιο τούτοι δικαίωμα σε πήραν;
✶✶✶
Λεύτεροι Έλληνες πὼς δεν σε κλαίνε,
ύμνους -στ’ αλήθεια- κι ούτε που λένε;
Μίλησε μήπως Ορθόδοξος ένας;
Δίκαιος που ’ναι;… Ακούει κανένας;
✶✶✶
Κάμποι οι πέτρες αχ! μόνο πονούνε
μήτε ‘χουν μάτια και σένα να δούνε;»…
✶✶✶
Κλαίγει εσένα του Πύργου λιμάνι
ρήτορος λόγο και ένα σου κάνει:
✶✶✶
«Σόφια μου, μάνας Ελλάδος η κόρη[37],
συ που στου Αίμου, δεσπόζεις, τα όρη,
πάτησαν βάρβαροι σένα ω άστρο,
χάθηκες, Θράκης μας πύργε και κάστρο!
✶✶✶
Σ’ έκαναν πρώτη του κράτους τους πόλη,
όπως τους παίδες Ελλήνων οι Τούρκοι[38]
που τους μαζεύαν, πριν χρόνια, μπουλούκι.
Δύστυχη Σόφια! Σε ξέχασαν όλοι!»…
✶✶✶
Κλαίγει εσέ η θαλάσσια Αγχιάλη[39]
στ’ Εύξεινου Πόντου, Ελλήνων λιμάνι,
λίμνη τα δάκρυα της κάναν μεγάλη
και ᾽να -ω Σόφια μου- ύμνο σου ψάλλει:
✶✶✶
«Χάθηκες, Σόφια μου, κείνη τη μέρα
Βάραγγοι βάρβαροι, πήραν εσένα,
στίγματα έχοντας των ανθελλήνων,
σβήσανε κάθε ’να σήμα Ελλήνων!
-Άνανδροι!- Σ’ έδωσαν εις τους Βουλγάρους,
που ᾽χαν οι άδικοι τούτους συμμάχους!
✶✶✶
Σ’ έκαναν πρώτη του κράτους τους πόλη
Χάρηκαν τότε οι Βούλγαροι όλοι
-Έγκλημα, στίγμα τους μες στους αιώνες!-
ούτε που άνηκες στους απατεώνες»…
✶✶✶
Πόνεσε, ω! η Σωζόπολη σένα
λέγει με μάτια που ειν᾽ δακρυσμένα:
✶✶✶
«Δόλια μου Σόφια, της μάνας βλαστάρι,
Βούλγαρος σ’ ήρε, Ελλήνων καμάρι!
Όμως, σε ξέρω, δεν θα χεις λυγίσει
κι αν ελπίδες σου έχουνε σβήσει!…
✶✶✶
Κλαίγει η μάνα Ελλάδα εσένα,
μα κι ελπίζει πως να ᾽ρθει μια μέρα,
Σόφια μου, που θα γυρίσεις, ω! πάλι
πίσω εις τη μητρική της αγκάλη!»…
(Λάππα Εὐαγγελίας Κ., Τὸ μοιρολόι τοῦ Μοναστηρίου,
Εκδόσεις Πελασγός 2021)
Πηγές:
- Χατζόπουλου Ελευθερίου Θ., Προέδρου Θ.Ε.Ν. Σερρών – Συνοπτική ιστορία της Θράκης | https://thrakiki.gr/thraki/istoria
- Θεοφάνους, Χρονογραφία
- Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού – Early Byzantine Period | https://www.ime.gr/CHRONOS/08/gr/k/main/frame/k1c.html?2
- Κολτσίδα Αντωνίου, Ιδεολογική συγκρότηση και εκπαιδευτική οργάνωση των Ελληνόβλαχων στο Βαλκανικό χώρο (1850-1913) Η εθνική και κοινωνική διάσταση, Εκδοτικός οίκος αδελφών Κυριακίδη, A.B. Θεσσαλονίκη 1994.
- Νεότερο Εγκυκλοπαιδικό Λεξικού του «Ηλίου», τόμος 17.
- Σόφια | https://el.wikipedia.org/wiki/Σόφια
- Σταυρίδου-Ζαφράκα Αλκμήνης, Βυζαντινή Μακεδονία: Τα Θέματα του Μακεδονικού χώρου. Το Θέμα του Στρυμόνος, Διεθνές Συμπόσιο “ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ’, ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ | https://yaunatakabara.blogspot.com/2012/09/blog-post_18.html
- Ταγματάρχης Ιωάννης Βελισσαρίου ”Ο Μαύρος Καβαλάρης” (1861 -1913) – ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΑΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ | http://greekworldhistory.blogspot.com/2013/03/1861-1913.html
- Χατζηδάκη Μάνου Ν., Αυτοκρατορικός Ελληνισμός, 324 – 1081 μ.Χ., Πρώιμη και Μέση Βυζαντινή Περίοδος: Από τον Μέγα Κωνσταντίνο έως την άνοδο των Κομνηνών, Εκδόσεις Πελασγός, Αθήνα 2022.
- Χριστοφιλοπούλου Αικατερίνη, Βυζαντινή Ιστορία, Β΄1 610 – 867, Εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2006.
[1] Νεότερο Εγκυκλοπαιδικό Λεξικού του «Ηλίου», τόμος 17, σελ. 129.
[2] Χατζηδάκη Μάνου Ν., Αυτοκρατορικός Ελληνισμός, 324 – 1081 μ. Χ., Πρώιμη και Μέση Βυζαντινή Περίοδος: Από τον Μέγα Κωνσταντίνο έως την άνοδο των Κομνηνών, Εκδόσεις Πελασγός, Αθήνα 2022, σελ. 172 – 173.
[3] ο. π.
[4] Νεότερο Εγκυκλοπαιδικό Λεξικού του «Ηλίου», τόμος 17, σελ. 129.
[5] Οι Βούλγαροι, λαός μογγολικής καταγωγής, που εγκαταστάθηκε αρχικώς στον Βόλγα ποταμό, που διασχίζει την Ρωσία. Η ακριβής προέλευση του ονόματός τους, είναι αμφίβολη. Κατά μία εκδοχή, συνδέεται με τον Βόλγα ποταμό, ενώ σύμφωνα με τον Κεραμόπουλο, το όνομά τους βγαίνει από την λέξη «βουργάροι» που σημαίνει οροφύλακες. (Πηγή: Νεότερο Εγκυκλοπαιδικό Λεξικού του «Ηλίου», τόμος 4, σελ 752) Ως αντίδραση στην προσπάθεια εκχριστιανισμού τους από το Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως, είχαν ασπασθεί τον Βογομιλισμό, αίρεση με μανιχαϊστικές και δυϊστικές απόψεις (Πηγή: Βούρτση Ροζάννας, Καθαροί, οι «αιρετικοί» της Γνώσης και της Αγνότητας στο Μυστικές Εταιρείες, Εκδόσεις Αρχέτυπο, 7η έκδοση, σελ 26. Βλ. Γεωργαλά Γεωργίου, Εις Βυζάντιον οδηγός, Σειρά: Βυζάντιον Ε΄, Εκδόσεις Ερωδιός, σελ 104, 110 – 111). Επίσης, έχοντας δημιουργήσει ένα δικό τους υποτελές έθνος-κράτος, εξεγείροντο εναντίον της Ρωμανίας, πράγμα που δείχνει εξίσου την αντίδραση τους στον εξελληνισμό τους (Πηγή: Ο πραγματικός Βασίλειος Β΄ ο Βουλγαροκτόνος | https://cognoscoteam.gr/ο-πραγματικός-βασίλειος-β΄-ο-βουλγαρο/).
[6] Θεοφάνους, Χρονογραφία, σελ. 233
[7] Χατζηδάκη Μάνου Ν., Αυτοκρατορικός Ελληνισμός, 324 – 1081 μ. Χ., Πρώιμη και Μέση Βυζαντινή Περίοδος: Από τον Μέγα Κωνσταντίνο έως την άνοδο των Κομνηνών, Εκδόσεις Πελασγός, Αθήνα 2022, σελ. 325.
[8] Νεότερο Εγκυκλοπαιδικό Λεξικού του «Ηλίου», τόμος 17, σελ. 129 – 130.
[9] Χατζηδάκη Μάνου Ν., Αυτοκρατορικός Ελληνισμός, 324 – 1081 μ. Χ., Πρώιμη και Μέση Βυζαντινή Περίοδος: Από τον Μέγα Κωνσταντίνο έως την άνοδο των Κομνηνών, Εκδόσεις Πελασγός, Αθήνα 2022, σελ. 524.
[10] ο. π.
[11] Νεότερο Εγκυκλοπαιδικό Λεξικού του «Ηλίου», τόμος 17, σελ. 130.
[12] Χατζηδάκη Μάνου Ν., Αυτοκρατορικός Ελληνισμός, 324 – 1081 μ. Χ., Πρώιμη και Μέση Βυζαντινή Περίοδος: Από τον Μέγα Κωνσταντίνο έως την άνοδο των Κομνηνών, Εκδόσεις Πελασγός, Αθήνα 2022, σελ. 430.
[13] ο. π.
[14] Νεότερο Εγκυκλοπαιδικό Λεξικού του «Ηλίου», τόμος 17, σελ. 130.
[15] Χατζηδάκη Μάνου Ν., Αυτοκρατορικός Ελληνισμός, 324 – 1081 μ. Χ., Πρώιμη και Μέση Βυζαντινή Περίοδος: Από τον Μέγα Κωνσταντίνο έως την άνοδο των Κομνηνών, Εκδόσεις Πελασγός, Αθήνα 2022, σελ. 449.
[16] ο. π., σελ. 450.
[17] Οι Πετσενέγοι ή Πετσενέγκοι ή Πατζινάκοι ή Πατζινακίτες ή –πολύ συχνά, αλλά λανθασμένα– Σκύθες ήταν νομαδικός λαός τουρκικής καταγωγής της κεντρικής Ασίας που από τον 9ο αιώνα είχαν μεταναστεύσει δυτικότερα και εγκαταστάθηκαν βόρεια από τον Δούναβη απ’ όπου έκαναν επιθέσεις εναντίον άλλων λαών, κυρίως κατά των Ρως. Πιστεύεται ότι ήταν μια από τις 24 φυλές που αποτελούσαν τη συνομοσπονδία των Ογούζων Τούρκων (ή Ούζων), η κοιτίδα των οποίων ήταν οι στέπες γύρω από τη λίμνη Αράλη. Άλλες γνωστές φυλές αυτής της ομάδας ήταν οι Σελτζούκοι και οι Κουμάνοι. Οι Πετσενέγκοι ήταν δηλαδή Τουρκομάνοι. (Παρεμπιπτόντως το όνομά τους έχει την ίδια ρίζα με τον «μπατζανάκη».) (Πηγή: https://byzantium.gr/battlegr.php?byzbat=c11_11c).
[18] Χατζηδάκη Μάνου Ν., Αυτοκρατορικός Ελληνισμός, 324 – 1081 μ. Χ., Πρώιμη και Μέση Βυζαντινή Περίοδος: Από τον Μέγα Κωνσταντίνο έως την άνοδο των Κομνηνών, Εκδόσεις Πελασγός, Αθήνα 2022, σελ. 479.
[19] Νεότερο Εγκυκλοπαιδικό Λεξικού του «Ηλίου», τόμος 17, σελ. 130.
[20] ο. π. βλ. Κολτσίδα Αντωνίου, Ιδεολογική συγκρότηση και εκπαιδευτική οργάνωση των Ελληνόβλαχων στο Βαλκανικό χώρο (1850-1913) Η εθνική και κοινωνική διάσταση, Εκδοτικός οίκος αδελφών Κυριακίδη, A.B. Θεσσαλονίκη 1994, σελ 119 – 120.
[21] Κολτσίδα Αντωνίου, Ιδεολογική συγκρότηση και εκπαιδευτική οργάνωση των Ελληνόβλαχων στο Βαλκανικό χώρο (1850-1913) Η εθνική και κοινωνική διάσταση, Εκδοτικός οίκος αδελφών Κυριακίδη, A.B. Θεσσαλονίκη 1994, σελ 120.
[22] Νεότερο Εγκυκλοπαιδικό Λεξικού του «Ηλίου», τόμος 17, σελ. 130.
[23] Η μοιραία ημερομηνία που πήραν τη Σόφια οριστικά οι Βούλγαροι μέσω των Ρώσων κατά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877 -1878, που έληξε με τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου.
[24] Είναι αυτονόητο πως Θράκη σημαίνει Ελλάδα!!!
[25] Β΄ πρόσωπο παρατατικού του αρχαίου ρήματος ειμί.
[26] Δηλαδή δεν έσβησαν τις ελπίδες.
[27] Την Ορθόδοξη Χριστιανική Πίστη.
[28] Τη μάνα Ελλάδα.
[29] Εννοούνται οι Ρώσοι.
[30] Εννοείται εδώ ο Βούλγαρος.
[31] Η Φιλιππούπολη της Ανατολικής Ρωμυλίας.
[32] Δεν ήταν η πρώτη φορά που η Σόφια γινόταν πρωτεύουσα της Βουλγαρίας. Η πρώτη φορά ήταν το 972.
[33] Στην οροσειρά του Καυκάσου κατοικούσαν Έλληνες.
[34] Η Μεσημβρία της Ανατολικής Ρωμυλίας.
[35] Αναφορά στην Εκκλησιαστική σύνοδο της Σερδικής, το 343 μ.Χ.
[36] Της μάνας Ελλάδας.
[37] Η Σόφια ιδρύθηκε τον 8ο αιώνα π.Χ. από την Ελληνική φυλή των Σερδών με το όνομα Σαρδική ή Σερδική.
[38] Το παιδομάζωμα είχε ήδη σταματήσει στην Οθωμανική Αυτοκρατορία επί Μουράτ του Δ’, κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Εδώ παρομοιάζεται η πράξη των Βουλγάρων (το να κάνουν πρωτεύουσα τους τη πόλη Σόφια, που, στην ουσία, δεν τους ανήκει) με τη κατάληξη ενός αρπαγμένου Ελληνόπουλου (που είχε εξισλαμιστεί βέβαια) με υψηλή θέση στο Τουρκικό στρατό.
[39] Η Αγχίαλος της Ανατολικής Ρωμυλίας. Από την ίδρυσή της τον 6ο αιώνα π. Χ. ονομαζόταν Αγχίαλος ή Αγχιάλη ή Αγχιάλεια (Βλ. Αντωνίου Νταλαμάνγκα, Αλησμόνητες πατρίδες του Ελληνισμού (Πατρίδες της καρδιάς μας), Εκδόσεις Πελασγός).