Φάνης Μαλκίδης
Η Ίμβρος χθες και σήμερα.
Μέρος της ομιλίας στην παρουσίαση του βιβλίου του Γ. Λεκάκη για την Ίμβρο.
Η τριχοτόμηση της Θράκης, επισφραγίστηκε στη Λωζάννη, όπου στις 30 Ιανουαρίου 1923 υπεγράφη (και) η Ελληνοτουρκική σύμβαση και το πρωτόκολλο «περί ανταλλαγής των ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών». Σύμφωνα με το πρώτο άρθρο του πρωτοκόλλου από 1ης Μαΐου 1923, θα γινόταν υποχρεωτική ανταλλαγή των χριστιανών Τούρκων υπηκόων με τους μουσουλμάνους Ελληνικής υπηκοότητας ενώ εξαιρέθηκαν οι μουσουλμανικές μειονότητες της Θράκης και οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της Τενέδου. Για τις Θρακικές Σποράδες υπήρξε πρόνοια από τη Συνθήκη της Λωζάννης για αυτονομία (άρθρο 14), η οποία όμως δεν εφαρμόστηκε ποτέ.
Την επαύριον της Συνθήκης η ελληνική μειονότητα στην Ίμβρο, Τένεδο και Κωσταντινούπολη, «τελεί υπό διωγμόν». Η Τουρκία απαγορεύει στους Έλληνες την άσκηση 30 επαγγελμάτων μεταξύ αυτών του πλανόδιου πωλητού, του θυρωρού, του κουρέα, του σερβιτόρου, του μουσικού, του φωτογράφου και μεταγενέστερα με άλλους νόμους απαγορεύθηκαν, αυτά του ιατρού, του ασφαλιστού, όπως και η δυνατότητα της εκμίσθωσης δωματίου. Το 1934 με το νόμο 2596 απαγορεύεται στους Έλληνες κληρικούς να φορούν ράσα εκτός της εκκλησίας και το ίδιο έτος υποχρεώνονται οι Έλληνες να τουρκοποιήσουν τα ονόματά τους. Το 1935 εκδίδεται ο νόμος 2762 περί βακουφίων ,η διοίκηση των μειονοτικών σχολών και των ευαγών ιδρυμάτων ανατίθεται στον «μοναδικό επίτροπο» που διορίζεται από τις τουρκικές αρχές. Aκόμη αυτά τα ιδρύματα αναγκάστηκαν να υποβάλλουν δηλώσεις με τα περιουσιακά τους στοιχεία, που έμεινε γνωστό ως «δηλωτικό του 1936» και το 1939 οι μειονοτικοί αθλητικοί σύλλογοι υποχρεώνονται να ενωθούν με τουρκικούς. Στην Ίμβρο απαγορεύεται η κτηνοτροφία και η αλιεία στο νησί το οποίο μετατρέπεται σε ανοιχτή φυλακή. Οι Έλληνες εξαναγκάζονται σε φυγή η οποία κορυφώνεται σε διάφορες περιόδους, όπως σ΄ αυτήν της επιβολής του φόρου περιουσίας (varlik vergisi) το 1942, ο οποίος προετοίμασε το 1955 και το 1964. Μέσα σε δύο μήνες από την επιβολή του νόμου ( Δεκέμβριος 1942 - Ιανουάριος 1943), είχαν αλλάξει χέρια χιλιάδες ακίνητα, τα έσοδα μέσα σε δύο μήνες ήταν 221 εκατομμύρια λίρες, όταν από το φόρο για τα αγροτικά προϊόντα την περίοδο 1944-1948 για όλη την τουρκική επικράτεια ήταν 229 εκατομμύρια λίρες. .Όλα τα έσοδα από το φόρο εναντίον των Ελλήνων κατατέθηκαν στην κρατική αγροτική Τράπεζα (Ζιράτ), η οποία λειτουργεί από το Φεβρουάριο του 2009, στη Θράκη.
Έτσι η Ίμβρος όπως και η Τένεδος ερήμωσε από τους Έλληνες, αν και πολλοί εντός και εκτός Τουρκίας ρωτούν υποκριτικά το γιατί. Βεβαίως τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μία τάση επιστροφής με την επισκευή των οικιών των Ιμβρίων, οι οποίοι ωστόσο αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα και εμπόδια σχετικά με το ιδιοκτησιακό, καθώς και σε οτιδήποτε σχετίζεται με την ολοκληρωμένη επανεγκατάστασή τους. Πέρα το συναισθηματισμό, το ζήτημα των Θρακικών Σποράδων, της Ίμβρου και της Τενέδου οφείλουμε να το θέσουμε στη πραγματική του διάστασή του. Δηλαδή πως ένας ακόμη ελληνικός τόπος εγκαταλείφθηκε μετά από ένα οργανωμένο σχέδιο εκδίωξης των Ελλήνων. Κάθε άλλη προσέγγιση δηλώνει άγνοια και πολλές φορές και σκοπιμότητα.
Η Ίμβρος χθες και σήμερα.
Μέρος της ομιλίας στην παρουσίαση του βιβλίου του Γ. Λεκάκη για την Ίμβρο.
Η τριχοτόμηση της Θράκης, επισφραγίστηκε στη Λωζάννη, όπου στις 30 Ιανουαρίου 1923 υπεγράφη (και) η Ελληνοτουρκική σύμβαση και το πρωτόκολλο «περί ανταλλαγής των ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών». Σύμφωνα με το πρώτο άρθρο του πρωτοκόλλου από 1ης Μαΐου 1923, θα γινόταν υποχρεωτική ανταλλαγή των χριστιανών Τούρκων υπηκόων με τους μουσουλμάνους Ελληνικής υπηκοότητας ενώ εξαιρέθηκαν οι μουσουλμανικές μειονότητες της Θράκης και οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της Τενέδου. Για τις Θρακικές Σποράδες υπήρξε πρόνοια από τη Συνθήκη της Λωζάννης για αυτονομία (άρθρο 14), η οποία όμως δεν εφαρμόστηκε ποτέ.
Την επαύριον της Συνθήκης η ελληνική μειονότητα στην Ίμβρο, Τένεδο και Κωσταντινούπολη, «τελεί υπό διωγμόν». Η Τουρκία απαγορεύει στους Έλληνες την άσκηση 30 επαγγελμάτων μεταξύ αυτών του πλανόδιου πωλητού, του θυρωρού, του κουρέα, του σερβιτόρου, του μουσικού, του φωτογράφου και μεταγενέστερα με άλλους νόμους απαγορεύθηκαν, αυτά του ιατρού, του ασφαλιστού, όπως και η δυνατότητα της εκμίσθωσης δωματίου. Το 1934 με το νόμο 2596 απαγορεύεται στους Έλληνες κληρικούς να φορούν ράσα εκτός της εκκλησίας και το ίδιο έτος υποχρεώνονται οι Έλληνες να τουρκοποιήσουν τα ονόματά τους. Το 1935 εκδίδεται ο νόμος 2762 περί βακουφίων ,η διοίκηση των μειονοτικών σχολών και των ευαγών ιδρυμάτων ανατίθεται στον «μοναδικό επίτροπο» που διορίζεται από τις τουρκικές αρχές. Aκόμη αυτά τα ιδρύματα αναγκάστηκαν να υποβάλλουν δηλώσεις με τα περιουσιακά τους στοιχεία, που έμεινε γνωστό ως «δηλωτικό του 1936» και το 1939 οι μειονοτικοί αθλητικοί σύλλογοι υποχρεώνονται να ενωθούν με τουρκικούς. Στην Ίμβρο απαγορεύεται η κτηνοτροφία και η αλιεία στο νησί το οποίο μετατρέπεται σε ανοιχτή φυλακή. Οι Έλληνες εξαναγκάζονται σε φυγή η οποία κορυφώνεται σε διάφορες περιόδους, όπως σ΄ αυτήν της επιβολής του φόρου περιουσίας (varlik vergisi) το 1942, ο οποίος προετοίμασε το 1955 και το 1964. Μέσα σε δύο μήνες από την επιβολή του νόμου ( Δεκέμβριος 1942 - Ιανουάριος 1943), είχαν αλλάξει χέρια χιλιάδες ακίνητα, τα έσοδα μέσα σε δύο μήνες ήταν 221 εκατομμύρια λίρες, όταν από το φόρο για τα αγροτικά προϊόντα την περίοδο 1944-1948 για όλη την τουρκική επικράτεια ήταν 229 εκατομμύρια λίρες. .Όλα τα έσοδα από το φόρο εναντίον των Ελλήνων κατατέθηκαν στην κρατική αγροτική Τράπεζα (Ζιράτ), η οποία λειτουργεί από το Φεβρουάριο του 2009, στη Θράκη.
Έτσι η Ίμβρος όπως και η Τένεδος ερήμωσε από τους Έλληνες, αν και πολλοί εντός και εκτός Τουρκίας ρωτούν υποκριτικά το γιατί. Βεβαίως τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μία τάση επιστροφής με την επισκευή των οικιών των Ιμβρίων, οι οποίοι ωστόσο αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα και εμπόδια σχετικά με το ιδιοκτησιακό, καθώς και σε οτιδήποτε σχετίζεται με την ολοκληρωμένη επανεγκατάστασή τους. Πέρα το συναισθηματισμό, το ζήτημα των Θρακικών Σποράδων, της Ίμβρου και της Τενέδου οφείλουμε να το θέσουμε στη πραγματική του διάστασή του. Δηλαδή πως ένας ακόμη ελληνικός τόπος εγκαταλείφθηκε μετά από ένα οργανωμένο σχέδιο εκδίωξης των Ελλήνων. Κάθε άλλη προσέγγιση δηλώνει άγνοια και πολλές φορές και σκοπιμότητα.