Στην σημερινή μας σύναξη, χωρίς να υποτιμήσουμε την σημασία, που μπορεί να έχει από μόνη της η περιγραφή των γεγονότων γύρω από την Άλωση, θα προσπαθήσουμε, κυρίως, να ρίξουμε το βάρος σε μια κριτική ματιά όλων αυτών των γεγονότων, με μάτι, όμως, αυστηρώς ρωμαίικο. Δηλαδή, με κριτήρια, που ορίζονται αποκλειστικά και μόνον από την δική μας παράδοση της καθ’ ημάς Ανατολής, και όχι από την κάθε προκρούστεια ιστορική κλίνη φράγκικης επινόησης. Το χρωστάμε στους προγόνους μας, το οφείλουμε στα παιδιά μας.
Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, με μια επιγραμματική, θα έλεγα, ιστορική αναφορά.
Αρχές Απριλίου του 1453 κηρύσσεται επίσημα, πλέον, η τελική φάση της πολιορκίας της Βασιλεύουσας. Ο Μωάμεθ ο Πορθητής έχει στην διάθεσή του πάνω από 150.000 στρατό, αμέτρητα καράβια μικρά και μεγάλα, άρματα πυροβολικού και ένα τεράστιο, για τα χρόνια εκείνα, κανόνι, που το στήνουν απέναντι από την Πύλη του Αγίου Ρωμανού. Εκεί, δηλαδή, που διαλέγει να αμυνθεί και τελικά να θυσιαστεί ο ίδιος ο Αυτοκράτορας.
Ο Μωάμεθ, πριν από την τελική επίθεση, στέλνει μήνυμα στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο και του ζητάει να παραδώσει την Πόλη.
Η απάντηση του αυτοκράτορα θαρρείς, πως έρχεται από τα βάθη της Ελληνικής Αρχαιότητας: Το δε την πόλιν σοι δούναι ούτ’ εμόν εστίν, ούτ’ άλλου των κατοικούντων εν ταύτη. Κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών.
Η πολιορκία σφίγγει ολοένα και περισσότερο. Ξημερώματα της 29ης Μαΐου, οι ορδές των αλλοφύλων επιχειρούν την μεγάλη τους επίθεση.
Πέντε χιλιάδες είναι όλοι κι όλοι οι Έλληνες υπερασπιστές. Τα σχεδόν κατεστραμμένα τείχη αδυνατούν να κρατήσουν σε απόσταση τα μανιασμένα στίφη των Τούρκων στρατιωτών. Οι περίπου δυο χιλιάδες δήθεν σύμμαχοι Βενετοί και Γενουάτες, πάνω στην κρίσιμη ώρα, συνθηκολογούν με τον Μωάμεθ και εγκαταλείπουν τις θέσεις τους.
Οι αγωνιστές του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου πέφτουν, ηρωικά μαχόμενοι, ο ένας πίσω από τον άλλον. Ο ίδιος ο Αυτοκράτορας αφήνει την τελευταία του πνοή κάτω από την πύλη του Αγίου Ρωμανού.
Οι Τούρκοι μπαίνουν στην Πόλη. Η Πόλις εάλω!
Το τι επακολουθεί, δεν περιγράφεται! Ο Ρωμηός συγγραφέας Φώτης Κόντογλου γράφει:
Ποιὰ γλώσσα μπορεῖ νὰ πῇ τί γίνηκε σὰν μπήκανε μέσα οἱ Τοῦρκοι.
Ἡ ἐκκλησιὰ πιτσιλίστηκε ἀπ᾿ τὰ αἵματα σὲ δυὸ μπόγια ὕψος, πὤλεγες πὼς ἤτανε χασάπικο. Ὅσοι ἀπομείνανε ζωντανοὶ εἴχανε τρελλαθῆ.
Ὁ ἕνας μπροστὰ στὸν ἄλλον βιάζανε τὶς γυναῖκες, ἀνάμεσα σε κουφάρια καὶ σὲ λαβωμένους, ποὺ μουγκρίζανε.᾿Ἄλλοι πάλι ἀπὸ κεῖνα τ᾿ ἀγρίμια ξεγυμνώνανε τὴν ἐκκλησιά. Μέσα σὲ μιὰ ὥρα ἀπομείνανε μονάχα οἱ τοῖχοι. Δὲν ἀφήσανε μηδὲ καντήλι, μηδὲ δισκοπότηρο, μηδὲ βαγγέλιο, μηδὲ εἰκόνα, μηδὲ ροῦχα, τίποτα! Πῶς περνᾶ ἡ ἀκρίδα ἀπὸ ‘να καταπράσινο περιβόλι κ᾿ ὕστερα, σὰν κάνῃ φτερά, ἀφήνει χῶμα μοναχό, ἔτσι ἀπόμεινε κ᾿ ἡ Ἁγια–Σοφιὰ ξεγυμνωμένη.
Τὸ μαχαίρι κ᾿ ἡ φωτιὰ βάσταξε τρία μερόνυχτα, ὅπως εἶχε ταμένο στοὺς στρατιῶτες του ὁ σουλτάνος.
Πενήντα χιλιάδες Έλληνες Κωνσταντινουπολίτες οδηγούνται στην αιχμαλωσία. Οι νεκροί μετριούνται στις τέσσερις χιλιάδες, ενώ ο Σουλτάνος διαλέγει τα ωραιότερα αγόρια και κορίτσια για το χαρέμι του.
Τον ευπατρίδη πρωτονοτάριο Λουκά Νοταρά, τον άρχοντα εκείνον, που χάρισε όλα του τα πλούτη για την σωτηρία της Πόλης και δεν τα φυγάδευσε, όπως έκαναν οι άλλοι, στα θησαυροφυλάκια των ηγεμόνων της Δύσης, τον περιμένει θάνατος φρικτός, ενώ προηγουμένως, μπροστά στα μάτια του, με εντολή του Σουλτάνου, αποκεφαλίζονται όλα του τα παιδιά.
Όσο για τους Γενοβέζους, που στο τέλος σταθήκανε φίλοι του στον πόλεμο, ο Σουλτάνος όχι μονάχα δεν τους πειράζει, αλλά τους παραχωρεί από πάνω και προνόμια.
Εδώ, ας κλείσουμε την μικρή μας αναφορά στα ιστορικά γεγονότα της Άλωσης και ας προχωρήσουμε σε μερικές βαθύτερες σκέψεις πάνω σ’ αυτά, οι οποίες σκέψεις, μας οδηγούν, αναπόφευκτα, σε μια εξαιρετικά ενώδυνη, αλλά εξόχως ωφέλιμη συσχέτισή τους με την σύγχρονη Ελληνική πραγματικότητα.
Εκεί, που θα κάνουμε την πρώτη μας στάση, είναι η απάντηση, που δίνει ο Αυτοκράτορας, στην ιταμή απαίτηση του Σουλτάνου, να παραδώσει την Πόλη και να παραδοθεί και ο ίδιος αμαχητί.
‘’Το να σου παραδώσω την Πόλη δεν είναι υπόθεση ούτε δική μου ούτε κανενός άλλου από τους κατοίκους της. Γι’ αυτό, όλοι εμείς, με ομοψυχία και με θέληση αποκλειστικά δική μας, αποφασίσαμε να δώσουμε και την ζωή μας ακόμα, την οποία ζωή, μη νομίσετε ότι την υπολογίζουμε και πολύ, όταν πρόκειται να την δώσουμε για την σωτηρία της πατρίδας μας’’.
Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, με την γενναία του αυτή απάντηση, φρεσκάρει, αποφασιστικά, στην συλλογική μας εθνική μνήμη, έναν πανάρχαιο Ελληνικόν κανόνα πολιτικής αγωγής, που λέει:
Κυβερνήτες, που σέβονται το αξίωμά τους και προσδοκάνε μια τιμητική θέση στις σελίδες της ιστορίας μας, ούτε υποχωρήσεις δικαιούνται να κάνουν στα ζητήματα της Πατρίδας ούτε και μνημόνια αυτοπαράδοσης υπογράφουν, συνεργαζόμενοι με τους εχθρούς μας.
Διότι οι πόλεις και τα κράτη δεν είναι κτήμα των ζωντανών. ‘’Συνιδιοκτήτες’’ με τους ζωντανούς είναι οι νεκροί και οι αγέννητοι. Εκείνοι που έφυγαν και αυτοί που έρχονται από πίσω.
Και συνεχίζει: ‘’Οφείλομεν αποθανείν μάλλον ή ζην’’.
Έχουμε χρέος, να δώσουμε και την ζωή μας ακόμα για την σωτηρία της πατρίδας μας, παρά να ζήσουμε ατιμασμένοι.
Πάνω στα τείχη της Πόλης, με το ‘’Οφείλομεν αποθανείν μάλλον ή ζην’’ του Παλαιολόγου, λες και ξανακούγεται για μια φορά ακόμα στην αργόσυρτη ιστορική μας συνέχεια, με την ίδια γενναιότητα, ο λόγος του Ομήρου, ‘’εις οιωνός άριστος αμύνεσθαι περί πάτρης’’, ο λόγος του Λεωνίδα, ‘’Μολών λαβέ’’ και ο λόγος των Σαλαμινομάχων, ‘’Ίτε παίδες Ελλήνων…’’.
Αυτή, όμως, την αποδεδειγμένα αδιάλειπτη συνέχεια στην ιστορική πορεία του Γένους μας, έρχονται δυστυχώς κάποιοι επιτήδειοι, γνωστοί ανθέλληνες και διώκτες της Ορθοδοξίας, και σοφίζονται του κόσμου τα τεχνάσματα προκειμένου να την διασπάσουν, χρησιμοποιώντας όλα τα εργαλεία του εωσφόρου: Το ψεύδος, την απάτη, την διαστρέβλωση και προπάντων την παραχάραξη της μακραίωνης ιστορίας μας.
Μια τέτοια απόπειρα, τεχνητής διάσπασης της ιστορικής μας συνέχειας, επιχειρήθηκε με την αλλοίωση του ονόματος της ανατολικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, της Ρωμανίας δηλαδή, διότι το όνομα είναι στοιχείο καθοριστικό της πολιτισμικής και ιστορικής αυτοσυνειδησίας κάθε λαού.
Σήμερα, σε ολόκληρο τον κόσμο, αλλά, δυστυχώς, ακόμα και μέσα στην πατρίδα μας οι περισσότεροι μιλάνε για Βυζαντινή αυτοκρατορία και για Βυζαντινούς. Οι όροι Ρωμανία και Ρωμηός, σπάνια χρησιμοποιούνται.
Αγαπητοί μου, ας το ακούσουμε αυτό καλά: Αυτοκρατορία με το όνομα ‘’Βυζαντινή’’ δεν υπήρξε στην πραγματικότητα ποτέ.
Στην ενιαία αυτοκρατορία του Μεγάλου Κωνσταντίνου, οι υπήκοοι ονομάζονταν Ρωμαίοι πολίτες. Μετά το σχίσμα, στην Ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, μέχρι και την Άλωση, συνέχισαν να ονομάζονται Ρωμαίοι ή απλώς Χριστιανοί.
Τους όρους ‘’Βυζαντινός’’ και ‘’Βυζαντινή αυτοκρατορία’’ δεν τους συναντάμε πουθενά. Τους επινόησε ο Γερμανός ιστορικός Ιερώνυμος Βόλφ, εκατό χρόνια μετά την Άλωση, δηλαδή το 1562, για να εξυπηρετήσει γεωπολιτικά συμφέροντα των Δυτικών εις βάρος των Ρωμηών.
Οι σημερινοί εταίροι και σύμμαχοί μας, σε καμμιά περίπτωση δεν θέλουν τους Έλληνες, να συνδέουν την ιστορική τους συνέχεια με την Ελληνικότητα της Ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και της Ρωμηοσύνης.
Γι’ αυτό και οι κατά καιρούς στρατευμένοι συνεργάτες τους, από τα χρόνια της λεγόμενης μετακένωσης του Κοραή μέχρι και τον περιβόητο συνωστισμό της Ρεπούση, σοφίζονται το παν, ώστε η Ελλάδα μας να φαίνεται εντελώς ξεκομμένη από την Ρωμιοσύνη, να μην συνδέεται με τους Έλληνες Αυτοκράτορες της Ρωμανίας, να είναι αποξενωμένη από τους Έλληνες Πατέρες της καθ’ ημάς Ανατολής και να ψάχνει για προγόνους κατευθείαν στην Αρχαιότητα, λες και προκύψαμε ως Έθνος, στα 1821, ξαφνικά από παρθενογένεση.
Για κάθε ιστορική απόδειξη, που βεβαιώνει την αδιάλειπτη ιστορική συνέχεια του Γένους μας, οι δυτικοί τρέφουνε μίσος άσβεστο. Αρκεί να σας πω, ότι στο Μουσείο ιστορίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις Βρυξέλλες, για όσους δεν το ξέρουν, τα εκθέματα, ενώ όφειλαν να αρχίζουν χρονολογικώς από την πανάρχαια ιστορική παρουσία των Ελλήνων στην γηραιά ήπειρο, αρχίζουν από τον Καρλομάγνο, δηλαδή, από το 800 μετά Χριστόν. Ποιος ήταν ο Καρλομάγνος; Ήταν ο Φράγκος ηγεμόνας, ο οποίος σφετερίστηκε τον τίτλο του Ρωμαίου αυτοκράτορα και διά των όπλων κατέλυσε την κανονικότητα της Ορθόδοξης λατινικής παράδοσης και την αντικατέστησε, εντελώς αυθαίρετα, με την αίρεση του φράγκικου ρωμαιοκαθολικισμού.
Καταλαβαίνετε, τώρα, γιατί ονομάζουνε την αυτοκρατορία μας, ‘’Βυζαντινή’’, αποσιωπώντας ταυτόχρονα κάθε μας σχέση με την Ρωμιοσύνη και την Ορθόδοξη Ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία;
Για να ξεχάσουμε απαράγραπτα ιστορικά μας δικαιώματα και να παραιτηθούμε από κάθε αυτονόητη γεωπολιτική και πολιτισμική μας διεκδίκηση.
Καταλαβαίνετε, τώρα, γιατί – ενώ καμώνονται οι εταίροι μας το αντίθετο- μας κρατάνε με το ζόρι δεμένους πίσω από το άρμα μιας Ευρώπης του φιλιόκβε, του σχολαστικισμού, του αλάθητου, του πρωτείου, της ουνίας, του ορθολογισμού και της λεγόμενης πολιτικής ορθότητας;
Για να μην ξυπνήσουμε ποτέ από τον λήθαργο της πολιτισμικής και πνευματικής μας αφασίας και πάρουμε χαμπάρι ποιοι ήμασταν, ποιοι είμαστε, τι δικαιούμαστε και τι μας πρέπει.
Η ομιλία του Παλαιολόγου και συγκεκριμένα η καταληκτική αναφορά του στην Παναγία, λέγοντας, ότι ’’Η πάναγνος Δέσποινα ημών Θεοτόκος είναι η Κυρία και βοηθός και σκέπη τη ημετέρα πατρίδι και καταφύγιον των Χριστιανών και ελπίδα και χαρά πάντων των Ελλήνων το καύχημα’’, των Ελλήνων το καύχημα, μας προσφέρει επίσης ένα πολύ δυνατό επιχείρημα υπέρ της Ελληνικότητας της Πόλης των Παλαιολόγων, -κάτι που δολίως αμφισβητείται από μερικούς-, και, επιπλέον, έναν πολύτιμο κρίκο στην αλυσίδα της εθνικής μας ιστορικής συνέχειας.
Μία άλλη δαιμονιώδης απόπειρα των δυτικών, να αλλοιώσουν τα περί την Άλωση γεγονότα, είναι η σκόπιμα επιχειρούμενη αποσιώπηση της δικής τους παμμέγιστης ευθύνης, σε ό, τι αφορά στην απομόνωση και την αποδυνάμωση της Βασιλεύουσας έτσι, ώστε πολύ εύκολα να πέσει στα χέρια των Τούρκων.
250 χρόνια πριν από την Άλωση της Πόλης, οι λεγόμενοι Σταυροφόροι – σαν να λέμε το σημερινό ΝΑΤΟ, διότι η σύνθεση των τότε στρατευμάτων είναι ακριβώς η ίδια με τα σημερινά νατοϊκά στρατεύματα -, με την παρότρυνση και τις ευλογίες του τότε πάπα, όπως γίνεται και σήμερα δηλαδή- και με το πρόσχημα της απελευθέρωσης των Αγίων Τόπων, καταλύουν την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, εγκαθιστούν Φράγκους ηγεμόνες στα διάφορα τμήματά της, λεηλατούν την Βασιλεύουσα και φορτώνουν στα καράβια τους όλα της τα τιμαλφή.
Υπολογίζεται, ότι τα τρία πέμπτα του παγκόσμιου πλούτου υπήρχαν τότε στην Κωνσταντινούπολη. Να γιατί δικαιώνεται απόλυτα ο Φάνης Μαλκίδης, όταν λέει, ότι οι Τράπεζες των δυτικών, που τις παρακαλάμε σήμερα να μας δανείσουν, ιδρύθηκαν αποκλειστικά και μόνον από κεφάλαια δικά μας. Δηλαδή, από τα πλούτη, που άρπαξαν από την Πόλη, κατά την τέταρτη Σταυροφορία, οι πρόγονοι των σημερινών μας εταίρων.