Θ. Μαλκίδης
Λευκωσία, Μάιος και Ιούνιος του 2016
Βάσος Ν. Πτωχόπουλλος. Περιπλανώμενος Δυστυχισμένος. Ιστορίες με τραγούδια. Αθήνα, εκδ. Κουκίδα 2015.
1. Ο συγγραφέας
"Το βιβλίο δεν γράφτηκε για να πω τον πόνο μου -είναι πολύ μεγάλος- ούτε για να βγάλω τα σώψυχά μου. Το έγραψα για να πω με τον τρόπο μου ένα μεγάλο ευχαριστώ στους συνθέτες, στιχουργούς και τραγουδιστές του τόπου μας, που με έσωσαν και σώζουν εδώ και πάνω από μισό αιώνα. Χωρίς αυτούς δεν ξέρω τι θα ήμουν τώρα κι εγώ, αλλά και όλοι οι ταλαιπωρημένοι άνθρωποι που γνώρισα στις πολλές περιπλανήσεις μου".
Τα παραπάνω λόγια διαβάζει στο οπισθόφυλλο του νέου συγγραφικού τέκνου του Βάσου Πτωχόπουλλου, ένα τέκνο παραπονιάρικο αλλά και πανέμορφο και γελαστό και κυρίως Ελληνικό. Το διάβασα αρκετές φορές στο Καιμακλί, στην οδό Λήδρας, στην Πύλη Αμμοχώστου, στην εντός και στην εκτός τειχών Λευκωσία, στο "Αιγαίον" και τη "Γιαλλούσα"-αμφότεροι σταθμοί ζωής του Βάσου- το ξαναδιάβασα, μέσα στο γνωστό μεταφορικό μέσο, πάνω από το Αιγαίο και τη Μικρά Ασία.....
Από εκεί που αρχίζει η ιστορία του Βάσου, κυριολεκτικά και μεταφορικά, γόνος άλλωστε του Πόντου και της Κύπρου, ιστορία χαρμολύπης, αγάπης, έρωτα, αισθημάτων, οικογένειας, τραγουδιών, θανάτου και ζωής, που όλα αρχίζουν από την Ελλάδα και βεβαίως καταλήγουν στην Ελλάδα
Από τα πρώτα κείμενά του μέχρι τα σημερινά, ο Βάσος με έναν τρόπο αυθεντικό, πρωτοποριακό, (αυτο)σαρκαστικό, καυστικό, αληθινό, σου δίνει την αίσθηση αλλά και την πραγματικότητα για έναν όμορφο ελληνικό τόπο. Γι΄αυτόν που γράφει ο Σεφέρης, ο οποίος όπως λέει ο Βάσος, θεωρεί την Κύπρο ως το έσχατο ελεύθερο κομμάτι της Μικράς Ασίας........
Το βιβλίο του Βάσου περιγράφει πολλά και από τα παραπάνω και με εκπληκτικό τρόπο αφήνει τον αναγνώστη να συμμετέχει στη βιογραφία του και ταυτόχρονα μία βιογραφία της Ελλάδας. (Αι)Γιαλλούσα, Λονδίνο, Θεσσαλονίκη, Λευκωσία, αρχίζοντας με την Πόντια γιαγιά του: “Η γιαγιά μου Λεωνόρα, η μάνα του πατέρα μου, Πόντια, ...... είχε έναν μεγάλο καημό. Τον αδελφό που χάθηκε στη Μικρασιατική Καταστροφή. «Ταινία ολόκληρη αυτή η γυναίκα, η ζωή της, η ζωή του σύγχρονου ελληνικού έθνους. Γεννήθηκε στον Πόντο, έζησε στην Καρπασία, μετά στην Αγγλία και θάφτηκε στο ελληνορθόδοξο νεκροταφείο του Hendon. Όλα σε μια ζωή».
Ο Βάσος γεννιέται στην Γιαλλούσα, εν μέσω αγγλικής κατοχής και σε ηλικία 12 ετών, το 1962, μεταναστεύει στην Αγγλία μαζί με την οικογένειά του και μέσω Θεσσαλονίκης, από το 1982 βρίσκεται στη Λευκωσία, σε άλλη μια ξενιτιά, όπως την ονομάζει......
Ο Βάσος ξεκινά και μαζί και το βιβλίο του από την Γιαλούσα, το κατεχόμενο σήμερα χωριό στη χερσόνησο της Καρπασίας, στο οποίο δεν θέλει βεβαίως να πάει γιατί είναι ΚΑΤΕΧΟΜΕΝΟ. Οι αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας κατά τη διάρκεια του αντιαποικιακού αγώνα της ΕΟΚΑ, συνεχίζονται στο ασφυκτικό περιβάλλον του Μάργκεϊτ, μία λουτρόπολη στη νοτιοανατολική Αγγλία. Εκεί θα πάει στο γυμνάσιο, για να μετοικήσει αργότερα, μαζί με την οικογένειά του, στο Λονδίνο, όπου και θα κυλήσει η εφηβεία, τα πρώτα χρόνια μετά το 1968. Πριν την εγκατάσταση «στην ξενιτιά της Λευκωσίας», όπως γράφει και το άνοιγμα του φημισμένου «Αιγαίον», θα μεσολαβήσει μία σημαντική περίοδος στη Θεσσαλονίκη το 1976-1978, όπου το ενωτικό αίτημα μπήκε στη δημόσια σφαίρα με ένα τελείως διαφορετικό πρόσωπο. Ο ενδιαφερόμενος ας διαβάσει και το “Εθνικωλογικό”, το εκδοτικό σημείωμα του Βάσου στην εφημερίδα “Ένωσις” ….
Εξερευνώντας τη μνήμη του, ο Πτωχόπουλλος ανασύρει βιωματικές εμπειρίες, οι οποίες παρουσιάζονται σε αυτοτελείς ιστορίες, με πρόταξη των στίχων ενός τραγουδιού. Μπιθικώτσης, Γαβαλάς, Καλδάρας, Τσιτσάνης, παραδοσιακά, Beatles, Kinks, Van Morrison, Rolling Stone, παρελάζουν στις σελίδες, αλλά πάνω απ’ όλα όμως βρίσκεται ο Στέλιος Καζαντζίδης…....
Το βιβλίο ξεκινά με τον φιδογητευτή παππού του Βάσου τον Ανδρέα με το «Τι σε μέλει εσένανε», που το τραγουδούσε για να απαλύνει τον πόνο του, ατενίζοντας από τη Γιαλούσα τα βουνά του Ταύρου στη Μικρά Ασία, την πατρίδα του. Οι Γιαλουσιώτες λάτρευαν τον Καζαντζίδη, μεγάλη αγάπη βεβαίως και του συγγραφέα, που βασανιζόταν στην Αγγλία όταν άρχισε να ελκύεται από τους αγγλόφωνους με τα μπλουζ και τα γκόσπελ «του εχθρού». Έτσι “βάφτισε” Προκόπη Δυλινό τον Μπομπ Ντίλαν και Μιχάλη Ιαγουάριο τον Μικ Τζάγκερ και ησύχασε η ψυχή του......
Το χιούμορ και ο αυτοσαρκασμός διατρέχουν το βιβλίο του Βάσου Πτωχόπουλλου, όπως και η τρυφερότητα, με την οποία θυμάται συγγενείς, συμμαθητές και φίλους, αλλά και ταλαιπωρημένους ανθρώπους που γνώρισε στις περιπλανήσεις του. Στην πρώτη ενότητα, αφιερωμένη στον παράδεισο της Γιαλούσας, ιδιαίτερη θέση κρατά ο κινηματογράφος «Ευαγόρας», το «πανεπιστήμιο» όπως το ονομάζει του χωριού. Εκεί έβλεπε μαζί με τους συμμαθητές του τις ταινίες του Κακογιάννη και φούντωνε η αγάπη τους για την Ελλάδα, εκεί γεννήθηκε το φυτώριο των νέων της Ένωσης.
Ακολουθούν οι ενότητες από τη ζωή του συγγραφέα στην Αγγλία, στη Θεσσαλονίκη και στη Λευκωσία. Δύσκολα τα πρώτα χρόνια στην πόλη Μάργκρεϊτ με την κατασκότεινη θάλασσα, τον ρατσισμό από τα «Εγγλεζούθκια», όπως χαριτωμένα ονομάζει τους βίαιους ως συνήθως συμμαθητές του. Ανάσα στη βία, στο ρατσισμό, τη ξενιτιά και τους αποικιοκράτες, οι πρώτοι φίλοι.
Στις αφηγήσεις του Βάσου από το Λονδίνο ξετυλίγεται η ιστορία της Κύπρου, ψυχή της οποίας αποτελούσαν οι γυναίκες. Αφηγήτριες παραμυθιών, πάντα με το χαμόγελο και ας δούλευαν δώδεκα ώρες “μηχανικούδες”, καθάριζαν με σκούπα ακόμη και τον δρόμο έξω από το σπίτι τους, όπως στην πατρίδα. Όμοιές τους υπάρχουν «ίσως μόνο σε κάποια χωριουδάκια», όταν θα πεθάνουν, «θα χαθεί ένα μεγάλο μέρος του αυθεντικού εαυτού μας».
Στη Θεσσαλονίκη διαδραματίζεται η προτελευταία στάση του συγγραφέα, όπου λίγα χρόνια μετά την εισβολή, η Ένωση μπαίνει σε νέα μονοπάτια, συντροφιά πάντοτε με τα τραγούδια.
Στη Λευκωσία, τέλος πολλές ιστορίες διαδραματίζονται στο «Αιγαίον», την ταβέρνα-βιβλιοπωλείο και άλλα πολλά του συγγραφέα και εκδότη Πτωχόπουλλου κοντά στην Μαύρη Γραμμή κατοχής, ιστορίες που μας κάνουν κοινωνούς της αγωνίας και του αγώνα του για την Κύπρο, για την Ελλάδα. Υποστηρικτής της Ένωσης όλης της Κύπρου με όλην την Ελλάδα, όπως γράφει, θα κλείσει με το «Συν ένα δωρεάν» κεφάλαιο, ενθυμούμενος τον εαυτό του σε παραληρηματική κατάσταση να βλέπει την Ελλάδα και την Κύπρο να βυθίζονται. Από αυτές απέμειναν να επιπλέουν μόνο ο Απόστολος Αντρέας και ένα κομματάκι της Κέρκυρας........
2.Ο άνθρωπος
Ο Πτωχόπουλλος γεννήθηκε στη Γιαλούσα το 1950, «λίγους μήνες μετά το Ενωτικό Δημοψήφισμα», διαβάζουμε στο βιογραφικό του και «θέλει να πεθάνει εκεί». Επειδή όμως η Γιαλούσα είναι κατεχόμενη από τους Τούρκους, συμπληρώνει ότι «αλλού θα αφήσει τα κόκκαλά του». Ζει και εργάζεται σήμερα «στην ξενιτειά της Λευκωσίας», και κάπου κάπου ταξιδεύει προς τα εδώ, στην Ελλάδα, τη χώρα που έχει λατρέψει, αλλά που ελάχιστοι συμμερίζονται την υπερβολική λατρεία του.
O Βάσος Πτωχόπουλλος δεν είναι μόνο συγγραφέας, αλλά εκδότης, πασίγνωστος στην Κύπρο, λιγότερο γνωστός στην Ελλάδα. Επί χρόνια το “Αιγαίον” της ημικατεχόμενης Λευκωσίας, πέραν από γαστριμαργική απόλαυση, προσφέρει βιβλία διαμάντια. Τώρα, ο Πτωχόπουλλος εκδίδει στην δική του ελληνική μαρτυρία, την καταγραφή των στιγμών της ζωής του, χωρισμένη σε κεφάλαια που φέρουν τίτλους τραγουδιών, ελληνικών και ξένων, τα οποία υποδηλώνουν τη μεγάλη του αγάπη για τη μουσική.
Παρά την πρόθεσή του να μιλήσει απλώς για ανθρώπους και πράγματα που θυμάται, άρα τα έγραψε χωρίς καμιά συγγραφική φιλοδοξία, το αποτέλεσμα είναι απολύτως επιτυχημένο , αφού το βιβλίο διαθέτει μεγάλη λογοτεχνική αξία. Πιο συγκεκριμένα το βιβλίο χαρακτηρίζει τον Βάσο, είναι ο Πτωχόπουλλος μέσα σε 216 σελίδες, αυθεντικός, αληθινός, χαρούμενους και λυπημένος, αλλά πάνω από όλα Έλληνας.
Βάσο σε ευχαριστούμε που μας ταξίδεψες σε άλλες εποχές, σε μέρη άγνωστα και γνωστά, στην Κύπρο, στην Ελλάδα και στην Αγγλία, παρέα με τραγούδια που κάποτε ψιθυρίσαμε και μάλλον τα έχουμε ξεχάσει, που μας επανέφερες μέσα μας στίχους και μουσικές που κάποτε μας συντρόφεψαν, τη μνήμη και την Ελλάδα μας.
Τον Βάσο Πτωχόπουλλο ή Φτωχόπουλο, όπως είναι για αρκετούς γνωστός, εκ Τραπεζούντας Πόντου, το γένος Πιλαφτζόγλου και εκ Γιαλλούσας Κύπρου, τον γνώρισα αρχικώς από το βιβλίο του για την Εθνική Ολοκλήρωση- Αυτοδιάθεση- Ένωση που έγραψε μαζί με τον Λάκη Πίγγουρα και τον αείμνηστο πλέον Σάββα Παύλου, το μακρινό 1983. Δε θυμάμαι ποιος που μου έδωσε το βιβλίο αυτό, αλλά το βέβαιο είναι πως μου άνοιξε νέους δρόμους, λεωφόρους κυριολεκτικά μαζί με αυτό του Ν. Π. Βασιλειάδη για το Κυπριακό έπος του 1955- 1959.
Αργότερα γνώρισα τον Βάσο από το περιοδικό “Αυτοδιάθεση” και περιοδικό -εφημερίδα “Ένωσις” και βεβαίως εκ του σύνεγγυς έχοντας μείνει μαζί του στην Κύπρο, στο “Αιγαίον”, στη “Γιαλλούσα”- δυστυχώς μόνο στο ομώνυμο βιβλιοπωλείο και όχι στην κατεχόμενη πατρίδα του την οποία αρνούμαστε να την επισκεφτούμε- στο Καιμακλί, στη Λευκωσία, στις συνεργασίες μας- π.χ το 2006 στο αφιέρωμα για τον Πόντο μαζί με τον Χρόνη Αμανατίδη- στα βιβλία για τη Γενοκτονία, για τους συμπατριώτες μας Ιωάννη Πασσαλίδη, Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, Αλέξανδρο Υψηλάντη, Ιωάννη Μακρυγιάννη, και άλλα ουκ έστι αριθμός.
Έσχατο, αλλά όχι τελευταίο: Μου έχουν μείνει αξέχαστα τα βράδια και επομένως και τα πρωινά στο “Αιγαίον”, με όλα τα παρελκόμενα. Εξαιρετική γαστρονομία- πρωταγωνιστές οι εξίσου αγαπημένοι μου Γιώργος και Κλαίρη, αδέλφια του Βάσου-, διάβασμα, συζήτηση, ελληνική ψυχή με πολύ Κύπρο. Βάσο σε ευχαριστώ και ανθρωπίνως για όλα όσα μας έχεις δώσει, για όλα όσα μου έχεις προσφέρει.
3.Ο Έλληνας ή Ελλάς- Κύπρος – Ένωση
Επειδή αρκετοί θα αρχίσουν την ανάγνωση από το τέλος ή θέλουν ένα γρήγορο συμπέρασμα από τα προηγούμενα, προτείνω στις παραπάνω λέξεις να μπει δίπλα- όπως στα λεξικά προς παραδειγματισμό- το όνομά του Βάσου Πτωχόπουλλου.
Οι συμβολισμοί, η συνέχεια του λαού μας, οι αξίες, ο πολιτισμός, η ιστορία, η αλήθεια, ο αγώνας και η αντίσταση, οι Ήρωες και οι Μάρτυρες, ο γραπτός και ο προφορικός λόγος, η ανιδιοτέλεια και η αγάπη, η πίστη στον Θεό, το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον και δισεκατομμύρια άλλες έννοιες που περικλείουν, εκφράζονται απολύτως από τον Βάσο.........