Θεοφάνης
Μαλκίδης
Δίστομο, 10 Ιουνίου 1944: Οι
ατιμώρητοι δολοφόνοι και η Δικαιοσύνη
«Αντίκρισα
στη μέση του σπιτιού την αδελφή μου ανάσκελα, γυμνή από τη μέση και κάτω. Το
φουστάνι της ήταν γυρισμένο προς τα πάνω και σκέπαζε το σχισμένο και
κομματιασμένο στήθος της, το πρόσωπό της ήταν παραμορφωμένο, όλο το σώμα της
κατακομματιασμένο. Μα το χειρότερο και φρικαλεότερο θέαμα ήταν, όταν από τη
στάση του σώματός της κατάλαβα ότι οι Γερμανοί είχαν βιάσει το άψυχο κορμί της.
Δίπλα της
βρισκόταν το τεσσάρων μηνών κοριτσάκι της λογχισμένο, με σπασμένο το κεφαλάκι
του, και στο στόμα του είχε τη ρώγα του στήθους της μάνας του που είχαν κόψει
εκείνοι οι κανίβαλοι.Το άλλο κοριτσάκι της, η 6χρονη Ελένη, βρισκόταν στο
κατώφλι του σπιτιού μέσα σε μια λίμνη αίματος με βγαλμένα τα σπλάχνα του. Το
είχαν ξεκοιλιάσει με μαχαίρι.
Το αγόρι
της, ο 3χρονος Γιάννης, το βρήκα νεκρό στην αυλή με λιωμένο κεφάλι». (αφήγηση
διασωθέντα από το ολοκαύτωμα του Διστόμου)