Το Ολοκαύτωμα της Σαμοθράκης την 1η Σεπτεμβρίου του 1821, αποτελεί μία τραγική και ταυτόχρονα ηρωική στιγμή της Επανάστασης, στιγμή η οποία παραμένει μέχρι σήμερα σχεδόν άγνωστη.
Μετά από τέσσερα χρόνια προετοιμασίας, δυσκολιών και εμποδίων, μετά από σαράντα ημέρες απαιτητικά γυρίσματα σε όλο τον νομό Έβρου, η ταινία <<Πέντε >> του σκηνοθέτη Βασίλη Τσικάρα για την Εθνεγερσία, για τη σφαγή των Ελληνίδων και των Ελλήνων της Σαμοθράκης και για τους Αγίους Πέντε Νεομάρτυρες είναι έτοιμη!
Ένας από τους ηθοποιούς της ταινίας, ο Manu Bennett με πρωταγωνιστική παρουσία σε παραγωγές του Χόλιγουντ ( Spartacus, The Shannara Chronicles, Arrow, Hobbit) ήρθε αφιλοκερδώς από την Νέα Ζηλανδία και μαζί με τους υπόλοιπους συντελεστές, στήριξε την προσπάθειά μας.
Σε σύντομο χρονικό διάστημα και πιο συγκεκριμένα εντός του φθινοπώρου, θα έχουμε τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε το εξαιρετικό, όπως γνωρίζω, αποτέλεσμα .
Ναι, οι συγγενείς του μπορούν να είναι περήφανοι. Πολέμησε με τους συστρατιώτες του ώς την ύστατη στιγμή και κράτησαν τη Λάπηθο με νύχια και με δόντια, έως ότου δόθηκαν οδηγίες οπισθοχώρησης αφού εξέλιπε κάθε ελπίδα. Είναι ο ανθυπολοχαγός Ανδρέας Λοϊζίδης ο οποίος υπηρετούσε τη θητεία του στο 256 Τάγμα Πεζικού και βρέθηκε στην πρώτη γραμμή, αμυνόμενος και καλύπτοντας από το φυλάκιο τους άλλους στρατιώτες που έδιναν άνιση μάχη.
Χθες αναγνωρίστηκε από ανθυπολοχαγό με τον οποίο υπηρέτησαν μαζί τις μέρες του Αυγούστου του 1974, που η ατμόσφαιρα μύριζε μπαρούτι και ο θάνατος παραμόνευε σε κάθε θάμνο και κάθε δέντρο.
Πριν την οπισθοχώρηση, ο Λοϊζίδης, μαζί με άλλον έναν ανθυπολοχαγό, κρατούσαν ένα ύψωμα το οποίο ήταν πολύ σημαντικό για τις θέσεις του 256 Τάγματος Πεζικού, υπό την έννοια ότι παρείχε κάλυψη στους λόχους που οπισθοχωρούσαν προς την πλευρά της παραλίας.
Αριστερά ο Δώρος Κλεάνθους που αναγνώρισε τον Αντρέα Λοϊζίδη (στα δεξιά), με τον οποίο υπηρέτησαν ως ανθυπολοχαγοί το 1974.
Όταν χθες κτύπησε το τηλέφωνο, η φωνή από την άλλη άκρη του σύρματος ήταν σταθερή και σίγουρη γι' αυτό που θα έλεγε: Είμαι ο Δώρος Κλεάνθους, κληρωτός ανθυπολοχαγός το 1974 και είδα τη φωτογραφία που δημοσίευσε ο «Φ» και ταράχθηκα. Είμαι ο άνθρωπος που κατέγραψε τους νεκρούς μας και πίστεψέ με, ουδείς με ρώτησε μέχρι σήμερα γι' αυτούς τους ανθρώπους των οποίων τα ονόματα ανέγνωσα στο προσκλητήριο νεκρών.
Συγκινήθηκα, όταν είδα τα παιδιά που ζήσαμε μαζί εκείνες τις δύσκολες ώρες. Αναγνώρισα τον ανθυπολοχαγό Ανδρέα Λοϊζίδη. (Στείλαμε στον κ. Κλεάνθους τις φωτογραφίες που εντόπισε ο ερευνητής κ. Οδυσσέας Χρίστου και επιβεβαίωσε ότι όντως πρόκειται για τον ανθυπολοχαγό Ανδρέα Λοϊζίδη).
Ο κ. Κλεάνθους καταθέτει και την ακόλουθη μαρτυρία: «Για το γεγονός ότι εικονιζόμενοι φορούσαν πολιτικά, είχα λάβει γνώση εκ των προτέρων επειδή στη διαδικασία να οργανώσουμε με τον διοικητή του τάγματος την οπισθοχώρηση, όσο πιο συντεταγμένα γινόταν για να αποφύγουμε μεγάλες απώλειες, μου είχαν αναφέρει πως είχαν πρόθεση να φορέσουν πολιτικά ρούχα».
Ο αναγνωρισθείς ανθυπολοχαγός πρώτος δεξιά
«Όταν πήγα στο ύψωμα για να τους ενημερώσω, εκεί βρίσκονταν δύο ανθυπολοχαγοί, εκ των οποίων ο ένας ήταν ο Λοϊζίδης και άλλοι στρατιώτες, και κάποιοι από αυτούς εξέφραζαν την πρόθεση να φορέσουν πολιτικά και να παραδοθούν. Τους είπα να μην το σκεφτούν καν, διότι δεν γνωρίζουν ποιοι θα τους συλλάβουν και πώς θα αντιδράσουν οι Τούρκοι, δεδομένου ότι στην περιοχή έχασαν αρκετούς στρατιώτες και ίσως αντιδρούσαν εκδικητικά. Τους είπα ''δεν θα σας σώσουν τα ρούχα''. Αναγνωρίζω και άλλους αλλά δεν θυμάμαι τα ονόματά τους. Τον δεύτερο ανθυπολοχαγό (Χ.Θ.) που βρισκόταν σε διπλανό φυλάκιο από αυτό του Λοϊζίδη δεν τον αναγνώρισα στις φωτογραφίες».
Ο κ. Κλεάνθους εξηγεί, πως στο σημείο που βρισκόταν ο Λοϊζίδης, στην πρώτη είσοδο της Λαπήθου, έγινε αρκετή ζημιά στους Τούρκους οι οποίοι κατέβαιναν από ύψωμα προς το νεκροταφείο της Λαπήθου που βρίσκεται σε μια πλαγιά. Όμως, αρκετοί από αυτούς κατάφεραν να διασωθούν και να καλυφθούν πίσω από το κοιμητήριο και από εκεί κτυπούσαν τις θέσεις του 256 Τ.Π. και στη συνέχεια εισχώρησαν στις γραμμές του Τάγματος, με αποτέλεσμα να χαθούν και αρκετοί εθνοφρουροί.
Ο ανθυπολοχαγός Αντρέας Λοϊζίδης
Όπως αναφέρει ο τότε ανθυπολοχαγός, τα δεδομένα ήταν τέτοια που η τουρκική επίθεση ήταν αναμενόμενη.
«Τελικά, διενεργήθηκε στις 6 Αυγούστου και γύρω στις 6 π.μ. τα πυρά που δεχτήκαμε ήταν πιο έντονα από ό,τι τις προηγούμενες μέρες. Ο λόχος του Λοϊζίδη πολέμησε, αλλά σε άλλα σημεία από το Ζέφυρο και αλλού, η υποχώρηση ήταν άτακτη, κάτι το οποίο στοίχισε ανθρώπινες ζωές. Στην οπισθοχώρηση εγκατέλειψαν σε έναν καλαμιώνα και τον ανθυπολοχαγό Πανίκο Παλάουντα, ο οποίος είχε τραυματιστεί και τον μεταφέραμε εγώ μαζί με έναν άλλο στρατιώτη. Με βάση τις οδηγίες έπρεπε να κινηθούμε προς Βαβυλά και θα οργανωνόμαστε στα Πάναγρα, αλλά οι εικονιζόμενοι στις φωτογραφίες δεν έμελλε να φτάσουν ποτέ».
Όπως εξηγεί ο κ. Κλεάνθους, όταν οι Τούρκοι έφτασαν μέχρι το σπίτι κοντά στο γεφύρι της Λαπήθου, ο ίδιος έπρεπε να αποχωρήσει για το σταθμό διοικήσεως τάγματος όπου τον ανέμενε ο διοικητής.
«Έπρεπε να ελέγξουμε ότι έφυγαν όλοι οι άλλοι για να οπισθοχωρήσουμε. Φαίνεται πως ο Λοϊζίδης και τα άλλα παιδιά που ήταν από τους τελευταίους, προφανώς φόρεσαν πολιτικά ρούχα και παραδόθηκαν», λέει.
Οι τελευταίες ντουφεκιές
Σύμφωνα με τον ανθυπολοχαγό κ. Δώρο Κλεάνθους, τη Λάπηθο ανέλαβαν να υπερασπίσουν οι δύο λόχοι του 256 Τ.Π. και δύο διμοιρίες της ΕΛΔΥΚ που ήρθαν το βράδυ της 5ης Αυγούστου πριν την επίθεση των Τούρκων και οι οποίοι εγκατέλειψαν την περιοχή από τους τελευταίους.
Ο διοικητής Θεόδωρος Ζαγορίτης είχε δώσει οδηγίες στο πυροβολικό το οποίο κτυπούσε όλο το βράδυ τα υψώματα και παράλληλα η μία διμοιρία της ΕΛΔΥΚ (υπό την κάλυψη των πυρών) δημιούργησε ολονυχτίς οχυρωματικά έργα και ταμπουρώθηκαν εκεί. Σε αυτούς και στους δικούς μας ανθυπολοχαγούς και άνδρες (όπως ο Λοϊζίδης) οφείλουμε σε μεγάλο βαθμό το γεγονός ότι διασωθήκαμε, αναγνωρίζει ο κ. Κλεάνθους, ο οποίος προσθέτει: «Χρόνια αργότερα πέρασα από το σημείο αλλά ταράχτηκα πολύ και δεν ήθελα να μείνω ούτε λεπτό εκεί». Αναφέρει, επίσης, πως όταν δόθηκαν οδηγίες οπισθοχώρησης, αυτή έγινε με άτακτο τρόπο από τον Καραβά μέχρι και τον Ζέφυρο.
Αυτή ήταν εν συντομία η κατάθεση του ανθυπολοχαγού Δώρου Κλεάνθους στον «Φ». Τότε εκτελούσε χρέη διοικητή του λόχου διοικήσεως και είχε χρεωμένα όλα τα πολυβολεία από την Αγία Ειρήνη μέχρι το Ξερό. Πολλούς από τους στρατιώτες του Τάγματος τους γνώριζε εξ όψεως. Ονόματα διαγράφτηκαν από τη μνήμη του, αλλά χαράχτηκε η όλη προσπάθεια αντιμετώπισης του εχθρού. Και μια ευχή. Αιωνία τους η μνήμη.
Μέρες ηρωισμού και προδοσίας
Κάθε φορά που μου αφηγούνται περιστατικά από την καταιγίδα του 1974, το ίδιο σφίξιμο στην καρδιά. Μια μάχη χαμένη από χέρι λόγω της προδοσίας αλλά και πράξεις ηρωϊσμού που εξισώνουν και εξισορροπούν όλα τ’ άλλα. Αλλά το ερώτημα παραμένει: Γιατί έστω κι έτσι, δεν έδωσαν την ευκαιρία στους προδομένους μελλοθάνατους ή όσους επιβίωσαν διά πυρός και σιδήρου μια ευκαιρία να αμυνθούν; Κάτι άλλο στο οποίο καταλήγω είναι ότι η προδοσία δεν έγκειται μόνο στην απώλεια της μισής Κύπρου αλλά και στο γεγονός ότι σκοτώθηκαν αθώα παιδιά, με όνειρα, με προσδοκίες για το αύριο. Απλώς και μόνο είτε επειδή τους εγκατέλειψαν αξιωματικοί τους, είτε επειδή η ανοργανωσιά οδήγησε στρατιώτες ή και πολίτες στο στόμα του λύκου. Και ουσιαστικά δεν πλήρωσε κανείς.
Στιγμιότυπα από τη διέλευση των 1370 περίπου Τουρκοκυπρίων για τους απαράδεκτους εορτασμούς” των βομβαρδισμών της Τηλλυρίας. Φωτογραφία ΚΥΠΕ – Κ. ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ
1922-2022: 100 χρόνια από τον ξεριζωμό, 100 χρόνια από την καταστροφή - Επιφανείς Πόντιοι μιλούν στο Newsbomb.gr για την σημαντικότητα της και τον υπέρτατο συμβολισμό της.
Παναγία Σουμελά. Ένα σύμβολο παγκόσμιας εμβέλειας. Η Παναγιά των Ποντίων αποτελεί ορόσημο για την Ελλάδα, για τον Πολιτισμό, για την χριστιανοσύνη.
Τον Δεκαπενταύγουστο η χάρη της Παναγιάς απλώνεται σε όλο τον κόσμο. Χρέος μας είναι να μη λησμονούμε την ιστορία μας. Η Παναγιά Σουμελά είναι ένα ζωντανό κύτταρο της θρησκείας μας, σημείο αναφοράς για τον Ποντιακό Ελληνισμό.
Πώς πήρε το όνομα της
Στο όρος Μελά της Τραπεζούντας, σε υψόμετρο 1063 μέτρα, σε μία σπηλιά ιδρύθηκε το 386 μ.Χ. με αποκάλυψη της Παναγίας, το μοναστήρι της Παναγίας της Σουμελάς. Η μονή χτίστηκε από δύο Aθηναίους μοναχούς, τον Bαρνάβα και Σωφρόνιο.
Οι Πόντιοι έλεγαν συχνά «θα ανέβουμε σου Μελά την Παναΐαν» και έτσι έμεινε το όνομα Παναγιά Σουμελά.
Η βαρβαρότητα των Τούρκων
Ένα μοναστήρι που δέχθηκε πολλές φορές πάνω του την άγρια βαρβαρότητα των Τούρκων.
Το αποκορύφωμα ήταν το 1922, όταν οι Κεμαλικοί κατέστρεψαν ολοσχερώς το μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά. Αφού πρώτα λήστεψαν όλα τα πολύτιμα αντικείμενα, μετά έβαλαν φωτιά.
Σήμερα, 100 χρόνια μετά από αυτό τον βανδαλισμό που υπέστη, το μοναστήρι στέκει αγέρωχο να αποτελεί το πιο σημαντικό ορόσημο για τον Ποντιακό Ελληνισμό στη γη της Τραπεζούντας.
Επιφανείς Πόντιοι μιλούν στο Newsbomb.gr για την σημαντικότητα στον ελληνικό αλλά και στο παγκόσμιο χάρτη που φέρει η Παναγιά η Σουμελά. Κάποιοι δε, παραθέτουν και ιστορικά γεγονότα και θρύλους. Περιγραφές που αξίζει να διαβάσετε.
Θεοφάνης Μαλκίδης Δρ. Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών και Ιστορικός: Το αναλλοίωτο σύμβολο της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού
«Οι εκδηλώσεις προς τιμήν της Παναγίας και ειδικότερα της Παναγίας στο όρος Μελά του Πόντου αποτελούσαν πάντοτε σημαντικό κομμάτι της κοινωνικής ζωής του Ελληνισμού για χιλιάδες χρόνια. Η Παναγία των Ποντίων, αυτή που είναι έγινε γνωστή ως Παναγία Σουμελά, ήταν στην πατρίδα η αρχή και το τέλος της ζωής, η πίστη, η αγάπη και η στήριξη.
Σύμφωνα με την παράδοση, το 386 οι Αθηναίοι μοναχοί Βαρνάβας και Σωφρόνιος οδηγήθηκαν βουνοκορφές του Πόντου μετά από αποκάλυψη της Παναγίας, με σκοπό να ιδρύσουν μονή, ακολουθώντας τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Σουμελά εικονογραφήθηκε από τον Ευαγγελιστή Λουκά.
Μετά το θάνατο του Απόστολου και Ευαγγελιστή, ο μαθητής του Ανανίας φέρνει την εικόνα στην Αθήνα και την τοποθετεί στον περικαλλή ναό της Θεοτόκου, όπου η εικόνα ονομάζεται Παναγία η Αθηνιώτισσα.
Οι μοναχοί Βαρνάβας και Σωφρόνιος έκτισαν με τη συμπαράσταση της γειτονικής μονής Βαζελώνα κελί και στη συνέχεια εκκλησία μέσα στη σπηλιά, στην οποία είχε μεταφερθεί θαυματουργικά η εικόνα.
Κοντά στο σπήλαιο κτίστηκε το 1860 ένας πανοραμικός τετραώροφος ξενώνας 72 δωματίων και άλλοι λειτουργικοί χώροι για τις ανάγκες των προσκυνητών, καθώς και βιβλιοθήκη. Γύρω από τη μονή ανοικοδομήθηκαν ναοί αφιερωμένοι στον Άγιο Κωνσταντίνο και την Αγία Ελένη , αλλά και στην Αγία Βαρβάρα, στο οποίον οι μοναχοί το 1922 έκρυψαν την εικόνα της Παναγίας, τον σταυρό του αυτοκράτορα Μανουήλ Γ΄ του Κομνηνού και το χειρόγραφο Ευαγγέλιο του Οσίου Χριστοφόρου.
Το αγίασμα του μοναστηριού και οι θεραπευτικές του ιδιότητες έκαναν πασίγνωστη τη μονή όχι μόνο στους χριστιανούς, αλλά και στους μουσουλμάνους που ακόμη συνεχίζουν να το επισκέπτονται και να ζητούν τη χάρη της Παναγίας. Η θέση που είχαν δώσει οι Κομνηνοί και η αυτοκρατορία τους στην Παναγία Σουμελά, φανερώνει τη σημασία της, ενώ ακόμη και οι σουλτάνοι είχαν προσωπικές εμπειρίες των θαυμάτων που επιτελούσε η Παναγία Σουμελά, αφού αναφέρεται η περίπτωση του σουλτάνου Σελήμ A΄ που θεραπεύτηκε από σοβαρή ασθένεια με τη βοήθεια του αγιάσματος της μονής. Παράλληλα το μοναστήρι αποτελούσε και χώρο διαφύλαξης της παράδοσης και της ελληνικότητας. Πολύτιμα έγγραφα και πολλά αρχαία χειρόγραφα φυλάγονταν στη βιβλιοθήκη του μοναστηριού, μέχρι το 1922, ενώ μέσα στη βιβλιοθήκη της μονής βρήκε το 1868 ο ερευνητής Σάββας Iωαννίδης το πρώτο ελληνικό χειρόγραφο του Διγενή Aκρίτα.
Η καταστροφή, το μαζικό έγκλημα, η γενοκτονία, στέρησε τη συνέχεια αυτής της μεγάλης θρησκευτικής παράδοσης για πολλά χρόνια. Tο 1922 οι κεμαλικοί κατέστρεψαν ολοσχερώς το μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά και αφού πρώτα λήστεψαν όλα τα πολύτιμα αντικείμενα, μετά έβαλαν φωτιά, για να σβήσουν τα ίχνη της Γενοκτονίας. Ένα έγκλημα, το οποίο έμεινε μαζί με την εικόνα της Παναγίας για πολλά χρόνια στο σκοτάδι. Η Παναγία Σουμελά, μαζί με το ευαγγέλιο του Oσίου Xριστοφόρου και τον σταυρό του αυτοκράτορα της Tραπεζούντας Mανουήλ Kομνηνού, θα περιμένουν τριάντα περίπου χρόνια στον Πόντο, μέχρι να έλθουν στον ελλαδικό χώρο. Δυστυχώς όλα τα άλλα μνημεία του Πόντου έχουν καταστραφεί και ο Πόντος από χώρος όμορφος και γεμάτος παλάτια, σχολεία και εκκλησίες, έχει γίνει τόπος ερειπίων.
Η ζωή των Ποντίων προσφύγων στην Ελλάδα όπως όλοι γνωρίζουμε την πρώτη περίοδο ήταν δύσκολη. Ωστόσο ο δυναμισμός τους κατόρθωσε να τους βοηθήσει και να αποκατασταθούν στον ελλαδικό χώρο ή όπου αλλού έγιναν ξανά πρόσφυγες στη συνέχεια (Ευρώπη, ΗΠΑ, Καναδά, Αυστραλία, ΕΣΣΔ). Η Παναγία τους όμως είχε μόνο στον Πόντο, και μόνο μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου έγινε αυτό κατορθωτό. Όπως έγραψε και ο Λεωνίδας Iασωνίδης: «Eν Eλλάδι υπήρχαν οι Πόντιοι, αλλά δεν υπήρχεν ο Πόντος. Το 1951 στη Βέροια Mε την εικόνα της Παναγίας Σουμελά ήλθε και ο Πόντος». Το 1951 ο Φίλων Kτενίδης έκανε πράξη την επιθυμία όλων των Ποντίων, με τη θεμελίωση της μονής της Παναγίας Σουμελά στην Καστανιά της Βέροιας, όπου και βρίσκεται η θαυματουργή εικόνα την οποία, εικονογράφησε ο Eυαγγελιστής Λουκάς. Έχει μεγάλη σημασία ότι οι Πόντιοι σε όλον τον κόσμο τιμούν την Παναγία τους και δημιουργούν δεσμούς με αυτήν, όπου και εάν βρίσκονται. Έτσι αντίστοιχες εκκλησίες και ιερά ιδρύματα της Παναγίας Σουμελά έχουν δημιουργηθεί από Πόντιους των ΗΠΑ και της Αυστραλίας, τιμώντας και αυτοί την Παναγία Σουμελά, την Παναγία των Ελλήνων του Πόντου.
Η λειτουργία στην Παναγία Σουμελά τον 15αυγουστο αποτελεί μία ιστορική στιγμή για όλους, Έλληνες και μη. Είναι ένα γεγονός που λίγοι πριν μερικά χρόνια μπορούσαν να το σκεφθούν και να το υλοποιήσουν και πολλοί, οι περισσότεροι, δεν το πίστευαν. Όμως η Παναγία έκανε το θαύμα της, και μάλιστα το είδαν όλοι για να μπορέσουν να πιστέψουν. ‘Όμως, «μακάριοι οι μη ειδόντες και μη πιστεύσαντες». Όταν μηχανισμοί και άνθρωποι με κάθε μέσο, αρχικά στην Τουρκία προσπάθησαν να εξαφανίσουν την ελληνική πολιτισμική, θρησκευτική παρουσία, την ανθρώπινη παρουσία γενικά, νόμιζαν ότι μπορούσαν να εξαφανίσουν τα πάντα. Νόμιζαν ότι με τη βιολογική καταστροφή θα έδιωχναν μία ιστορικής σημασίας δραστηριότητα των δικών μας ανθρώπων. Αυτό δεν έγινε γιατί εκτός των ερειπίων, γιατί έτσι κατάντησαν τα μνημεία μας, υπήρχαν και άνθρωποι, η σάρκα από τη σάρκα μας.
Αυτοί που έμειναν εκεί, στον Πόντο, και μιλούν τη γλώσσα μας. Παράλληλα στην Ελλάδα, στα πλαίσια μίας σχιζοφρένειας, η ελληνική παρουσία στην Ανατολή, στον Πόντο και στη Μικρά Ασία, δέχτηκε μία πολεμική που όμοια της εμφανίζεται μόνο σε απολυταρχικά καθεστώτα. Ωστόσο η δυναμική είναι τόση μεγάλη που δεν μπορεί να κρυφτεί, να εξαφανιστεί. Για αυτό και το ρεύμα παρέσυρε τα σκουπίδια και τα εμπόδια. Πριν λίγα χρόνια κανείς δεν μπορούσε να περιμένει μία τέτοια εξέλιξη. Όπως και κανείς δεν περίμενε, μετά από ένα πόλεμο εναντίον της μνήμης, χιλιάδες άνθρωποι να ταξιδεύουν για να βρεθούν σε ένα σημαντικότατο σταθμό της ελληνικής και παγκόσμιας ιστορίας. Όχι για να συγκινήσουν και να συγκινηθούν, αλλά για να νιώσουν αυτό που ένιωσαν οι πρόγονοί τους, ως ζωντανή μαρτυρία, ως συνέχεια, φως, δημιουργία και μέλλον. Η λειτουργία στην Παναγία Σουμελά,, μετά από τη βίαιη μαζική δολοφονία και εκδίωξη εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων αποτελεί ένα ορόσημο στην ιστορική μας πορεία. Το άμεσο πλέον μέλλον έχει ενδιαφέρον και κυρίως συνέχεια…».
Το αιώνιο σύμβολο της Ορθοδοξίαςκαι του Ελληνισμού
Οι
εκδηλώσεις προς τιμήν της Παναγίας και ειδικότερα της Παναγίας στο όρος Μελά του Πόντου αποτελούσαν πάντοτε σημαντικό
κομμάτι της κοινωνικής ζωής του Ελληνισμού για χιλιάδες χρόνια. Η Παναγία των Ποντίων,
αυτή που είναι έγινε γνωστή ως Παναγία Σουμελά, ήταν στην πατρίδα η αρχή και το
τέλος της ζωής, η πίστη, η αγάπη και η στήριξη.
Κατά τραγική ειρωνεία η πράξη αμφισβήτησης της τουρκικής εισβολής, η ουσιαστική πράξη απελευθέρωσης από την Τουρκική κατοχή, η απόπειρα εξαφάνισης του συμβόλου της Τουρκικής παρουσίας στην Κύπρο από τον Σολωμό Σολωμού στις 14 Αυγούστου 1996, συνέπεσε με την 14η Αυγούστου 1974, όταν ο τουρκικός φασιστικός στρατός ολοκλήρωνε το βιασμό της Κύπρου με τον Αττίλα 2 .
Το αυτόματο που κρατά ο Τούρκος στρατιώτης είναι ακουμπισμένο στην κοιλιά του εικονιζόμενου ο οποίος κατά πάσαν πιθανότητα είναι Ελληνοκύπριος αγνοούμενος ή διετέλεσε αιχμάλωτος. Το δάκτυλο του Τούρκου στρατιώτη ακουμπά τη σκανδάλη και το άτομο της φωτογραφίας, που μόλις παραδόθηκε μαζί με άλλους τρειςφαίνεται να συνειδητοποιεί σε ποια δεινή θέση έχει βρεθεί. Μέχρι στιγμής δεν έχει αναγνωριστεί ούτε αυτός ούτε οι άλλοι τρεις που συνελήφθησαν μαζί του.
Την Κυριακή 14 Αυγούστου 1922 η προκεχωρημένη ελληνική γραμμή αμύνης στη Μικρά Ασία (στην εξέχουσα του ποταμού Ακάρ, κοντά στο Αφιόν Καραχισάρ) διεσπάτο, συνεπεία της γενικής τουρκικής επίθεσης που είχε εκδηλωθεί σαν σήμερα, 13 Αυγούστου.