Θεοφάνης Μαλκίδης
Ο ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ ΚΑΙ Η
ΠΡΟΣΦΥΓΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
«Μυστήριο μεγάλο είναι το πώς έρχεται στον
κόσμο ο άνθρωπος. Εμένα το γραφτό μου ήτανε
να γεννηθώ στην Ανατολή, αλλά η ρόδα της Τύχης, που γυρίζει ολοένα,
ξερίζωσε από τα θεμέλια τον τόπο μου και μ΄ έριξε στην ξενιτειά, σ΄ ανθρώπους
που μιλούσανε την ίδια γλώσσα με μένα, πλην όμως που είχανε άλλα συνήθια. Το
πουλί το θαλασσοδαρμένο, πως βρίσκει έναν βράχο μέσα στο πέλαγο και κάθεται και
στεγνώνει τα φτερά του, έτσι βρίσκουμαι κ ΄εγώ σε τούτα τα χώματα»
Φώτης
Κόντογλου «Το Αιβαλί η πατρίδα μου» Αθήνα: Άγκυρα 2009, σ.11.
Είναι πλέον
διαπιστωμένο ότι ο Ελληνισμός της Μικράς
Ασίας (Ιωνία, Φρυγία, Λυκία, Βιθυνία και άλλων τόπων), της Θράκης, του
Πόντου, της Καππαδοκίας, ο οποίος
ζούσε στο οθωμανικό κράτος μέχρι το 1922-1923, έπαιξε κεντρικό ρόλο στην
ιστορία του ελληνικού λαού. Μίλητος, Φώκαια,
Έφεσος, Σμύρνη, Μαγνησία,
Αλικαρνασσός, Τραπεζούντα, Αργυρούπολη, Προύσα, Αδριανούπολη, αρχαίοι
ναοί, χριστιανικές εκκλησίες, άγιοι, μάρτυρες και νεομάρτυρες, αρχιτεκτονική,
φιλοσοφία, αστρονομία, μαθηματικά, αθλητισμός, και χιλιάδες άλλες ψηφίδες του
ελληνικού πολιτισμού.
Επίσης είναι κοινά αποδεκτό ότι αυτό το ιδιαίτερης αξίας κομμάτι του
Ελληνισμού, μπήκε στο περιθώριο αμέσως μετά τη Γενοκτονία και την έλευσή του ως ακρωτηριασμένο προσφυγικό
σώμα στον ελλαδικό χώρο.
Η
Μικρασιατική καταστροφή και η έλευση των
προσφύγων στην Ελλάδα, αποτελεί μία μεγάλη τομή στη σύγχρονη ελληνική ιστορία.
Τόσο, για το μεγάλο τραύμα που επέφερε με
τη βίαιη αποκοπή των προσφύγων από τις εστίες τους, όσο και
για την εγκατάστασή τους στην Ελλάδα που μπόλιασε με νέο δυναμικό τη
χώρα.
Το προσφυγικό στοιχείο αντιμετωπίστηκε σε γενικές γραμμές σαν
ξένο, το οποίο ήλθε στην Ελλάδα προκειμένου να διαταράξει τις
ισορροπίες, και τέθηκε στο παρασκήνιο. Μάλιστα μετά τον πρώτο ακρωτηριασμό, για
τον προσφυγικό Ελληνισμό ακολούθησε ένας
δεύτερος μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου
(πρώην Σοβιετική Ένωση και ανατολική Ευρώπη) και από έναν τρίτο στη
δεκαετία του 1950 και 1960, με τη μετανάστευση σε όλο τον κόσμο.
Στη συνέχεια,
η υπογραφή του ελληνοτουρκικού συμφώνου
φιλίας του 1930 δεν λειτούργησε μόνο οικονομικά εις βάρος των προσφύγων, αλλά λειτούργησε σαν
μέσο για την πολιτική εξαφάνιση
του προσφυγικού πληθυσμού, για την εξαφάνιση της μνήμης.
Η πολιτική της
λήθης συνεχίστηκε και στις επόμενες δεκαετίες, παρά τους διωγμούς
των Ελλήνων που συνεχιζόταν (Κωνσταντινούπολη, Ίμβρος, Τένεδος) και η Θράκη, η Μικρά Ασία, ο Πόντος, η Καππαδοκία
απουσίαζαν, υπήρχαν μόνο στις αναζητήσεις του Ερυθρού Σταυρού.
Οι
σύλλογοι, οι κυριότεροι εκφραστές του προσφυγικού χώρου, στο πρώτο χρονικό
διάστημα μετά τη γενοκτονία και την προσφυγιά
λειτούργησαν ως κιβωτοί διάσωσης
της ιστορικής διαδρομής του ελληνικού λαού, ενώ διέσωσαν και ανεκτίμητης αξίας
κειμήλια και ιδιαίτερες πολιτισμικές εκφράσεις. Χωρίς αυτούς τους συλλογικούς θεσμούς, δεν θα
υπήρχε καμία σοβαρή και δυναμική αναφορά για τον Ελληνισμό της καθ΄ ημάς Ανατολής.
Κάθε λοιπόν
αναφορά που έρχεται στο φως για τους πρόσφυγες αποτελεί σημαντική συμβολή στη
νεώτερη ελληνική ιστορία και βεβαίως στην αποσιωπημένη ιστορία των Ελλήνων της
καθ΄ ημάς Ανατολής, της δικής μας Μικράς Ασίας.
Το βιβλίο του
Κώστα Λούρμπα αποτελεί μία μεγάλη συμβολή των προσφυγικών κοινοτήτων, όπως αυτή
της Γαστούνης, στη διατήρηση της
ιστορικής μνήμης, της συλλογικής ταυτότητας των προσφύγων, σε μία περιοχή όπου
δεν υπήρχαν μαζικές προσφυγικές εγκαταστάσεις.
Τον Κώστα
Λούρμπα τον γνώρισα στις εκδηλώσεις μνήμης για τη Μικρά Ασία που οργανώθηκαν το
Σεπτέμβριο του 2011, στον προσφυγικό οικισμό της Γλύφας Ηλείας. Μέσα από τη συζήτηση και από το κείμενό του
για τους Μικρασιάτες πρόσφυγες της Γαστούνης, αποδεικνύει τη μεγάλη συμβολή των
Μικρασιατών, των οποίων είναι τέκνο, να αναδειχθεί η ιστορία και η ταυτότητα των προσφύγων. Για αυτά που έζησε και για αυτά που
άκουσε, για αυτά που του μετέφεραν οι
πρόγονοί του. Ένας πλούτος γνώσεων και
βιωμάτων για την τοπική ιστορία των
Μικρασιατών προσφύγων της Γαστούνης.
Το βιβλίο κεντρίζει το ενδιαφέρον να γνωρίσουμε μέσα από τα
γραπτά και τις εικόνες ενός προσφυγικής καταγωγής ανθρώπου ο οποίος
έφτασε στο ανώτατο τοπικό αξίωμα, αυτό
του Δημάρχου, στην ιδιαίτερη πατρίδα
του, τους πρόσφυγες του 1922 που άρχισαν
μία νέα ζωή στη Γαστούνη.
Ο συγγραφέας
είναι μία χαρακτηριστική προσωπικότητα της μεγάλης προσφυγικής οικογένειας με
πλούτο γνώσεων και βιωμάτων, αλλά και ταυτόχρονα και σιωπής για αυτά που
έγιναν. Όλοι και όλες έτσι ήταν αν θυμηθώ και από τη εμπειρία της μοναδικής
προγόνου μου που πρόλαβα και γνώρισα.
Η προσφυγική
ταυτότητα, η ανάκτησή της για να είμαστε πιο ακριβείς, έχει ακόμη πολύ απόσταση να διανύσει και να δημιουργήσει τις συνθήκες για νέα και σύγχρονα αιτήματα. Ωστόσο η ιστορική περίοδος που διανύουμε
δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες. Παρότι η πρώτη προσφυγική γενιά έχει σχεδόν
ολοκληρώσει τον κύκλο της σ΄ αυτή τη ζωή,
υπάρχει πλέον η καταγραμμένη μαρτυρία της. Μαρτυρία ζωής και ιστορικής
πορείας. Όπως αυτή του Κώστα Λούρμπα, τον οποίο και ευχαριστώ, ως γόνος προσφύγων,
που φώτισε ακόμη μία πτυχή της διαδρομής των προγόνων μας, των προγόνων μου. Η
έλευση των προσφύγων στην Ελλάδα,
απόρροια του βίαιου διωγμού τους από τις εστίες τους, αποτελεί μείζον
γεγονός για την ελληνική κοινωνία και ιστορία. Μορφές του
προσφυγικού πληθυσμού αποτέλεσαν τους
φορείς οικονομικής ανάπτυξης και πνευματικής ανύψωσης, μεταφέροντας, διασώζοντας, καταγράφοντας και ενισχύοντας
την Μικρασιατική κληρονομιά, εμπλουτίζοντας με μνήμες, παραδόσεις και
καταγραφές τον πολιτισμό της περιοχής.
Παρά τις
δυσκολίες, παρά τα μεγάλα εμπόδια και τις προσδοκίες που διαψεύστηκαν, οι
Έλληνες που εγκαταστάθηκαν στη Γαστούνη μετά το 1922, αποτέλεσαν την κιβωτό
διάσωσης των Μικρασιατικών παραδόσεων. Μία κιβωτός που εμπλουτίζεται από την
έκδοση σημαντικής αξίας κειμένων και φωτογραφιών όπως αυτών που
συμπεριλαμβάνονται στο βιβλίο του Κώστα Λούρμπα.