Οι ΗΠΑ δεν αναγνωρίζουν το παράνομο τ/κ καθεστώς στην βόρεια πλευρά της Κύπρου και καμία χώρα, εκτός από την Τουρκία, δεν το πράττει, αναφέρεται σε έκθεση του αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Κύπρο, κάνοντας ιδιαίτερη μνεία σε «σημαντικό αριθμό τουρκικών στρατευμάτων στο νησί».
Η έκθεση (για το 2008) που αποτελεί μέρος της ετήσιας έκθεσης του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, απορρίπτει τους τ/κ ισχυρισμούς ότι μουσουλμανικά τεμένη στις ελεύθερες περιοχές έχουν παραμεληθεί και τονίζει ότι η κυπριακή κυβέρνηση προβαίνει συχνά σε επιδιορθώσεις και εργασίες διατήρησης των τεμενών.
Αναφέρεται επίσης ότι η κυβέρνηση της Κύπρου σέβεται γενικά τα ανθρώπινα δικαιώματα των πολιτών της, ωστόσο «υπάρχουν προβλήματα σε κάποιους τομείς», συμπεριλαμβανομένης «της αστυνομικής βίας και εξευτελιστικής συμπεριφοράς των ατόμων που είναι υπό προσωρινή κράτηση και αιτητές ασύλων, βίας κατά των γυναικών, διακρίσεις εναντίον μελών εθνοτικών μειονοτήτων και εθνικών ομάδων και εμπορίας γυναικών κυρίως για σεξουαλική εκμετάλλευση».
«Περιοχή υπό τον έλεγχο των Τ/κ»Οσον αφορά τις κατεχόμενες περιοχές, που στην έκθεση αναφέρονται κάτω από τον τίτλο «Περιοχή υπό τον έλεγχο των Τ/κ» σημειώνεται ότι «από το 1974, το βόρειο τμήμα της Κύπρου με πληθυσμό περίπου 256.000 άτομα διοικείται από μια τ/κ διοίκηση η οποία αυτοανακηρύχθηκε σε «τουρκική δημοκρατική της βόρειας Κύπρου» το 1983».
Οι τ/κ αρχές, όπως αναφέρονται, σέβονται γενικά τα ανθρώπινα δικαιώματα των πολιτών που ζουν κάτω από τον δικό τους έλεγχο. Ωστόσο υπάρχουν κάποια προβλήματα σε κάποιους τομείς. «Αστυνομική» βία εναντίον κρατουμένων και αυθαίρετες συλλήψεις και κρατήσεις εξακολουθούν να αποτελούν προβλήματα, προστίθεται.
«Υπήρχαν επίσης περιορισμοί όσον αφορά τα δικαιώματα ιδιωτικής ζωής και των δικαιωμάτων των αιτητών ασύλου. Δεν υπήρξε θεσμική υποδομή για το χειρισμό αιτήσεων ασύλου ή για την προστασία των αιτητών ασύλου. Η εμπορία ανθρώπων ήταν ένα πρόβλημα». Σημειώνεται δε ότι υπήρξαν αναφορές πως «αστυνομικοί» κακοποίησαν κρατουμένους και πως οι συνθήκες στις φυλακές δεν ανταποκρίνονται στα διεθνή πρότυπα.
Αναφέρεται επίσης ότι η λεγόμενη αστυνομία και οι «δυνάμεις ασφαλείας» τελούν υπό τον πλήρη επιχειρησιακό έλεγχο του τουρκικού στρατού με βάση το μεταβατικό άρθρο 10 του λεγόμενου συντάγματος, το οποίο «προσωρινά» παραχωρεί την ευθύνη για την ασφάλεια και την άμυνα στην Τουρκία.
Επιπλέον, στην έκθεση προστίθεται ότι η λεγόμενη αστυνομία παρακολουθούσε Ε/κ και Μαρωνίτες που μένουν στα κατεχόμενα. Αν και οι λεγόμενες αρχές το αρνήθηκαν, στην έκθεση επισημαίνεται ότι εκπρόσωπος των Μαρωνιτών επιβεβαίωσε ότι σπίτια σε τρία κατεχόμενα χωριά τέθηκαν υπό τον έλεγχο του τουρκικού στρατού κατά τη διάρκεια του έτους.
Ελεύθερες περιοχέςΑναφερόμενη στις περιοχές που ελέγχονται από την κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, η έκθεση σημειώνει ότι στο κεφάλαιο Σεβασμός στα Ανθρώπινα Δικαιώματα , υπήρχαν αναφορές ότι η Αστυνομία κακοποίησε κρατούμενους και χρησιμοποίησε σκληρές μεθόδους και εξευτελιστική συμπεριφορά για υπόπτους ενώ υπάρχουν διεθνείς οργανισμοί που έχουν αμφισβητήσει τις συνθήκες κράτησης σε κέντρα κράτησης.
Οσον αφορά το ρόλο της Αστυνομίας, στην έκθεση αναφέρεται ότι από τις 33 έρευνες που έγιναν, δύο είχαν ως αποτέλεσμα τις απαγγελίες ποινικών κατηγοριών εναντίον αξιωματικών, σε τρεις αποφασίστηκε να απαγγελθούν πειθαρχικές κατηγορίες και σε 28 δεν αποδείχθηκε κάτι επιβαρυντικό για την Αστυνομία.
Στο κεφάλαιο που αφορά την σύλληψη και κράτηση, η έκθεση παρατηρεί ότι πριν από τον Μάιο, αλλοδαποί οι οποίοι συνελήφθησαν για παράνομη είσοδο στη χώρα χωρίς εξακρίβωση στοιχείων, τέθηκαν υπό κράτηση αορίστου χρόνου όταν οι αρχές δεν ήξεραν που να τους απελάσουν.
Οσον αφορά το θέμα των περιουσιών, στην έκθεση παρατίθεται η απόφαση του ΕΔΑΔ στην υπόθεση Τύμβιου για φιλικό διακανονισμό μεταξύ του ιδίου και της Τουρκίας μέσω της λεγόμενης επιτροπής αποζημιώσεων.
Στο θέμα της ελευθερίας λόγου και έκφρασης, η έκθεση παραθέτει μόνο ότι η κυβέρνηση «έχει παρεμβάλει σημαντικούς περιορισμούς στους Τούρκους δημοσιογράφους (σε αντίθεση με τους Τ/κ) που περνούν την πράσινη γραμμή για να καλύψουν θέματα στις ελεύθερες περιοχές, χωρίς να εξηγήσει τους λόγους πίσω από αυτή την απόφαση». Επικρίνει επίσης την κυβέρνηση επειδή «συνεχίζει να ασκεί πολιτική πίεση στα πανεπιστήμια ώστε να αποφεύγουν οποιαδήποτε σχέση με τα λεγόμενα πανεπιστήμια στα κατεχόμενα», τα οποία η κυβέρνηση θεωρεί – όπως αναφέρεται – παράνομα.
Οσον αφορά την προστασία των προσφύγων, σημειώνει ότι η κυβέρνηση παρείχε προστασία ενάντια στην απέλαση και την επιστροφή προσφύγων στις χώρες τους, όπου οι ζωές τους ή η ελευθερία τους θα απειλούνταν.
Στο κεφάλαιο Κυβερνητική Διαφθορά και Διαφάνεια, στην έκθεση γίνεται αναφορά στην απόδραση του δολοφόνου και βιαστή (όπως αναφέρεται) Αντώνη Προκοπίου Κίτα στις 12 Δεκεμβρίου, η οποία οδήγησε σε έρευνες για πιθανή διαφθορά στην Αστυνομία και άλλες κυβερνητικές υπηρεσίες. Σημειώνεται ότι ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης παραιτήθηκε λόγω της απόδρασης ενώ η κυβέρνηση διόρισε πέντε ανεξάρτητους ποινικούς ανακριτές για να ερευνήσουν τις συνθήκες απόδρασης και πιθανή ανάμειξη της Αστυνομίας και άλλων κυβερνητικών αξιωματούχων. Σημειώνεται επίσης ότι ο Γενικός Εισαγγελέας είχε δηλώσει πως η υπόθεση «μυρίζει» διαφθορά, αμέλεια και αδιαφορία.
Οσον αφορά τις διακρίσεις, την κοινωνική κακομεταχείριση και εμπορία ατόμων, η έκθεση σημειώνει ότι αποτέλεσαν προβλήματα «η βία εναντίον γυναικών, το εμπόριο ατόμων, οι διακρίσεις εις βάρος των Τ/κ που διαμένουν στις περιοχές που ελέγχονται από την κυβέρνηση και οι διακρίσεις ενάντια στους Ρόμα και μέλη εθνοτικών μειονοτήτων και εθνικών ομάδων».
Οσον αφορά την εμπορία ατόμων, στην έκθεση σημειώνεται ότι υπήρξαν αναφορές ότι γινόταν εμπορία ατόμων μέσω αλλά και εντός της χώρας και πως η Κύπρος ήταν κυρίως σημείο άφιξης για γυναίκες που προοριζόταν για εμπορική, σεξουαλική εκμετάλλευση και οι αρχές αν και το ήξεραν ήταν γενικά ανεκτικές στην κατάσταση παρά την υιοθέτηση το 2005 ενός εθνικού σχεδίου πάταξης της εμπορίας ατόμων και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών. Η Αστυνομία συμμετείχε και βοήθησε σε 36 έρευνες για εμπορία ατόμων σε χώρες-μέλη της ΕΕ και 12 αντίστοιχες σε χώρες μη μέλη της Ενωσης.
Οσον αφορά την υποκίνηση σε ενέργειες διάκρισης, η έκθεση του αμερικανικού ΥΠΕΞ αναφέρει ότι η κυβέρνηση εξακολούθησε να χρησιμοποιεί βιβλία στα δημοτικά και γυμνάσια με γλώσσα «μεροληπτική» προς τους Τ/κ και τους Τούρκους ή που αποφεύγουν να κάνουν οποιαδήποτε αναφορά στην τ/κ κοινότητα. «Αυτό προκαλεί ανησυχίες κυρίως στα βιβλία ιστορίας», σημειώνεται.
Οσον αφορά τους εγκλωβισμένους, η έκθεση κάνει αναφορά στη Συμφωνία της Βιέννης το 1975, η οποία – όπως σημειώνει – εξακολουθεί να παραμένει η νομική βάση αναφορικά με την μεταχείριση των Ε/κ και των Μαρωνιτών. Όμως, προστίθεται, οι λεγόμενες αρχές μη ανταποκρινόμενες σε κάποιες από τις πρόνοιες της Συμφωνίας έκαναν δύσκολη την καθημερινή ζωή των 358 Ε/κ και 121 Μαρωνιτών κατοίκων».
Κάτω από τη Συμφωνία της Βιέννης, συνεχίζει η έκθεση, η ΟΥΝΦΙΚΥΠ επισκεπτόταν εβδομαδιαία τους Ε/κ και τους Μαρωνίτες δυο φορές το μήνα, σημειώνοντας ότι οποιαδήποτε επιπλέον επίσκεψη πρέπει να εγκριθεί και από τις λεγόμενες αρχές. Παρόλο που στη Συμφωνία της Βιέννης προβλέπεται να παρέχεται ιατρική φροντίδα από γιατρό της ε/κ κοινότητας, εντούτοις – σημειώνεται – οι λεγόμενες αρχές επέτρεψαν την παροχή ιατρικής περίθαλψης μόνο από Τ/κ γιατρούς. «Οι εγκλωβισμένοι ταξίδεψαν επίσης στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση περιοχές για ιατρική φροντίδα».
Ε/κ και Μαρωνίτες, μπόρεσαν – αναφέρεται – να ανακτήσουν κάποιες από τις περιουσίες τους αλλά δεν ήταν σε θέση να αφήσουν κάποιες από αυτές στους κληρονόμους τους που ζουν στις ελεύθερες περιοχές. Οι λεγόμενες αρχές, προστίθεται, έδωσαν άδεια στους εγκλωβισμένους να κάνουν κάποιες βελτιώσεις στα σπίτια τους και να αιτηθούν για το χτίσιμο νέων οικοδομών στις περιουσίες τους. Οι Μαρωνίτες που ζουν στις ελεύθερες περιοχές, μπορούν να χρησιμοποιήσουν τις περιουσίες τους στα κατεχόμενα μόνο εάν αυτές δεν βρίσκονται σε στρατιωτική περιοχή ή αν δεν έχουν δοθεί σε Τ/κ.
Η έκθεση αναφέρεται επίσης σε αναφορές Ε/κ που ζουν στις ελεύθερες περιοχές οι οποίοι συνεχίζουν να υποστηρίζουν – όπως γράφει – πως τα προηγούμενα χρόνια βάνδαλοι στα κατεχόμενα κατέστρεψαν εγκαταλειμμένες ελληνορθόδοξες εκκλησίες και αφαίρεσαν θρησκευτικές εικόνες από αυτές και για τα περιστατικά αυτά δεν έγινε καμιά έρευνα.
Οι λεγόμενες αρχές, προστίθεται, δεν διατηρούν πλέον γενικούς περιορισμούς στους επισκέπτες των 358 Ε/κ και 121 Μαρωνιτών που είναι εγκλωβισμένοι, εάν και – σημειώνεται – υπήρχαν αναφορές ότι συγκεκριμένοι πρόσφυγες από τα εγκλωβισμένα χωριά εμποδίστηκαν από το να επιστρέψουν σε αυτά.
Η βία ενάντια στη γυναίκα αλλά και η συζυγική βία ήταν ένα πρόβλημα στις κατεχόμενες περιοχές, αναφέρεται στην έκθεση του αμερικανικού ΥΠΕΞ. Η πράσινη γραμμή, προστίθεται στο κεφάλαιο Εμπορία Ατόμων, εξυπηρετεί σαν ένα σημείο διέλευσης για τους εμπόρους ώστε να μεταφέρουν άτομα στις ελεύθερες περιοχές. Οι αρχές στα κατεχόμενα εξέδωσαν άδειες εργασίες σε γυναίκες από την ανατολική Ευρώπη, επιτρέποντας της είσοδό τους στο ψευδοκράτος και το να δουλεύουν σε νυχτερινά κέντρα και καμπαρέ.
Σημειώνει ότι οι λεγόμενες αρχές έχουν αποδεχθεί την ύπαρξη κυκλώματος εμπορίας ατόμων, όμως συχνά το μπερδεύουν με το ανθρώπινο λαθρεμπόριο ή την παράνομη μετανάστευση. Σύμφωνα με τους ερευνητές, αναφέρεται, γυναίκες που δούλευαν σε νυχτερινά κέντρα και καμπαρέ πωλούνταν συχνά από γραφεία που έβαζαν διαφημίσεις για μοντέλα, νταντάδες και φροντιστές ηλικιωμένων. Μάλιστα, μεγάλα καζίνο στα κατεχόμενα, πρόσφεραν γυναίκες «σαν δώρα στους πλούσιους πελάτες τους». Προς το τέλος του χρόνου – σημειώνεται – οι λεγόμενες αρχές προχώρησαν στην εκδίκαση 34 υποθέσεων που σχετίζονταν με πορνεία, αλλά οι ποινές ήταν χρηματικές και δεν επιβλήθηκε καμία ποινή φυλάκισης. Εντοπίστηκαν, προστίθεται, σε επιθεωρήσεις τον Μάιο, 32 παιδιά που εργάζονταν και εναντίον των εργοδοτών τους λήφθηκαν νομικά μέτρα.
Ο κατώτατος μισθός στις κατεχόμενες περιοχές ανέρχεται στα $665, που δεν παρέχει – όπως αναφέρεται – ένα ικανοποιητικό επίπεδο ζωής για έναν εργαζόμενο και μια οικογένεια. Τον Αύγουστο, προστίθεται, ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε στα $750. Αναφέρεται επίσης ότι εργαζόμενοι δεν έχουν το νόμιμο δικαίωμα να εγκαταλείψουν καταστάσεις που εμπεριέχουν κινδύνους για την υγεία και την ασφάλειά τους χωρίς να ρισκάρουν το να χάσουν τη δουλειά τους.
Από το www.infognomon.gr