Στην Νάουσα καταγράφηκαν απεχθή εγκλήματα σε βάρος των Ελλήνων. Οι Τούρκοι με άγρια βιαιότητα σφάγιασαν τον ελληνικό πληθυσμό. Μια ακόμη σελίδα της ελληνικής ιστορίας η οποία ποτίστηκε με αίμα.
Η καταστροφή της Νάουσας (ή Ολοκαύτωμα της Νάουσας) ήταν το αιματηρό αποτέλεσμα της επανάστασης της πόλης, το οποίο έλαβε χώρα τον Απρίλιο του 1822. Προηγήθηκαν σκληρές μάχες γύρω από την πόλη καθώς και η πολιορκία της Νάουσας 15 (περίπου) ημερών από τον Τούρκο βαλή της Θεσσαλονίκης Μεχμέτ Αμπντούλ Εμπού Λουμπούτ. Ακολούθησε η εισβολή του τουρκικού στρατού στην πόλη, που προκάλεσε την ολοκληρωτική καταστροφή του οικισμού, καθώς και την σφαγή και αιχμαλωσία του συνολικού πληθυσμού.
Μια σφαγή η οποία δεν χώρεσε για κάποιο λόγο ποτέ στα βιβλία της ιστορίας της μέσης εκπαίδευσης.
Στο Newsbomb.gr «φωτίζουν» αυτό το άγνωστο -για πολλούς-γεγονός ιστορικοί και αναλυτές.
Θεοφάνης Μαλκίδης, Δρ Παντείου Πανεπιστημίου: Οι σφαγές κατά την Επανάσταση του 1821 και το Ολοκαύτωμα της Νάουσας
Ο Δρ. Θεοφάνης Μαλκίδης μιλώντας στο Newsbomb.gr καταγράφει μία προς την μία τις σφαγές σε βάρος των Ελλήνων και κάνει ειδική αναφορά σε αυτή της Νάουσας όπου οι Τούρκοι βασάνισαν μέχρις εσχάτων τους διασωθέντες και τα γυναικόπαιδα.
Συγκεκριμένα λέει:
«Διακόσια συν ένα χρόνια μετά την έναρξη της εθνικοαπελευθερωτικής Επανάστασης του 1821 έχει γίνει κατανοητό, ότι ο ένοπλος Αγώνας αποτελεί το πρωταγωνιστικό γεγονός του Νέου Ελληνισμού, όπως ευφυώς το περιγράφει στα απομνημονεύματά του ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης: «Ο εδικός μας πόλεμος ήτο ο πλέον δίκαιος, ήτον έθνος με άλλο έθνος, ήτο με ένα λαόν, όπου ποτέ δεν ηθέλησε να αναγνωριστεί ως τοιούτος, ούτε να ορκισθεί, παρά μόνο ό,τι έκαμνε η βία. Ούτε ο Σουλτάνος ηθέλησε ποτέ να θεωρήσει τον ελληνικόν λαόν ως λαόν, αλλ’ ως σκλάβους».
Η απόφαση να σπάσουν τις αλυσίδες του καταπιεστή και του κατακτητή, να αντισταθούν στην πείνα και τις σφαγές, στο παιδομάζωμα και την εκμετάλλευση, να ξεπεράσουν τις ανθρώπινες αναστολές και τις φοβίες, την πίκρα και το άδικο, την προδοσία, τις κατασκευασμένες κατηγορίες και τις καταδικαστικές αποφάσεις, την αγνωμοσύνη, τις διώξεις, ακόμη και την απειλή θανάτου ή ακόμη και τον ίδιο το θάνατο, είναι συγκλονιστική. Αμέτρητα είναι τα περιστατικά ανδρείας, θάρρους, αποφασιστικότητας των Ελληνίδων και των Ελλήνων που ωθήθηκαν από τις πανανθρώπινες αξίες και αρχές, την ελληνική κληρονομιά, ιστορία και παράδοση, την πίστη, για να κατορθώσουν το «ποθούμενο», να αποκτήσουν το αυτεξούσιο, την Ελευθερία.
Η αντίδραση του Οθωμανικού κράτους είναι αναμενόμενη, χρησιμοποιώντας και τις μαζικές σφαγές των αμάχων, των γυναικοπαίδων, των ηλικιωμένων, για να καμφθεί το ηθικό των επαναστατών, να εξαφανιστεί τελείως το όραμα Ελευθερίας.
Οι πρώτες μαζικές δολοφονίες γίνονται στην Κωνσταντινούπολη, στην Αδριανούπολη, στη Θεσσαλονίκη, στη Λάρισα, στη Σμύρνη, στις Κυδωνίες, στην Κω, στη Ρόδο, στην Κρήτη, στην Κύπρο και σε άλλες πόλεις με την έναρξη της Επανάστασης. Οι εκκλησιαστικοί ηγέτες, οι δημογέροντες, οι προεστοί, οι πρόκριτοι , οι Φαναριώτες, οι κεφαλές του Ελληνικού λαού είναι οι στόχοι.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Γρηγόριος Ε’ , ο πρώην Πατριάρχης Κύριλλος ο Στ΄, ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Κυπριανός, ο Αρχιεπίσκοπος Κρήτης Γεράσιμος και χιλιάδες άλλοι σφαγιάστηκαν μέσα σε λίγες ημέρες , ως ένα ξεκάθαρο μήνυμα της εξουσίας απέναντι στους εξεγερμένους.
Θα ακολουθήσει η σφαγή στη Σαμοθράκη την 1η Σεπτεμβρίου του 1821. Από τους 15.000 κατοίκους θα σωθούν μόνο 33 οικογένειες, οι υπόλοιποι είτε θα θανατωθούν είτε θα πωληθούν στα σκλαβοπάζαρα.
Στη συνέχεια έχει σειρά η Χίος στο χρονικό διάστημα 30 Μαρτίου-2 Απριλίου 1822, όπου θα δολοφονηθούν 50.000 Έλληνες, από ένα πληθυσμό 120.000.
Η Κάσος ήταν ο επόμενος στόχος των σφαγέων τον Ιούνιο του 1824, σε μία ακόμη προσπάθεια αιματηρής καταστολής της Επανάστασης
Η αρπαγή, η λεηλασία, οι βιασμοί και κάθε είδους κτηνωδία ήταν το αποτέλεσμα. Δολοφονήθηκαν πάνω από 3.000 Έλληνες σε συνολικό πληθυσμό 7.000 ενώ 2.000 γυναικόπαιδα πωλήθηκαν στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής
Ακολουθεί η καταστροφή των Ψαρών την 21η Ιουνίου 1824, όταν από τους 30.000 κατοίκους του νησιού, οι 18.000 δολοφονήθηκαν ή πωλήθηκαν ως σκλάβοι, ενώ η Έξοδος του Μεσολογγίου (10-11 Απριλίου 1826), αποτελεί μία ακόμη μαρτυρία της πολιτικής των σφαγών αφού από τους 12.000 Ελεύθερους Πολιορκημένους θα σωθούν μόνο 1.200 , ενώ γύρω στα 6.000 γυναικόπαιδα πωλήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη και την Αλεξάνδρεια.
Το Ολοκαύτωμα της Νάουσας (Απρίλιος 1822) υπήρξε ένα ακόμη δείγμα της πρωτοφανούς αγριότητας των Τούρκων και των συμμάχων τους να καταστείλουν την Επανάσταση, μία ακόμη μαρτυρία αυτοθυσίας των καταπιεσμένων Ελλήνων για την Ελευθερία.
Η Επανάσταση στη Μακεδονία είχε την ίδια εξάπλωση όπως και στον υπόλοιπο Ελληνικό χώρο. Η δράση του Εμμανουήλ Παππά στην κεντρική Μακεδονία και το Άγιο Όρος, τα ένοπλα σώματα του Καπετάν Χάψα στη Χαλκιδική, η εξέγερση στη Μονή της Παναγίας Δοβρά στη Βέροια και το μεγάλο επαναστατικό κίνημα στη Νάουσα είναι μερικά από τα πολλά δείγματα της συμμετοχής των Μακεδόνων στην παλιγγενεσία .
Η Νάουσα, κατά την περίοδο πριν την Επανάσταση, υπήρξε ένα σημαντικό, οικονομικό, εμπορικό, διαμετακομιστικό και πολιτιστικό κέντρο. Ο Αλή Πασάς, είχε επιχειρήσει τρεις φορές (1795, 1798, 1804) να την αποσπάσει χωρίς, να τα καταφέρει, χάρη στην σθεναρή αντίσταση των κατοίκων και τον πολυποίκιλο αγώνα, που κατέβαλε ο Ζαφειράκης (Λογοθέτης) Θεοδοσίου.
Στις 22 Φεβρουαρίου του 1822, οι επαναστάτες θα εισβάλλουν στη Νάουσα, θα καταλάβουν την πόλη, κηρύσσοντας την επανάσταση από την εκκλησία του Αγίου Δημητρίου. Λίγο αργότερα, θα αποφασίσουν να κινηθούν και κατά της Βέροιας, ωστόσο αυτή τους η προσπάθεια θα αποτύχει, αναγκάζοντάς τους να υποχωρήσουν ξανά περιμετρικά ή πίσω από τα τείχη της Νάουσας.
Ο Ζαφειράκης και ο Δημήτριος (Τσάμης) Καρατάσος αναδεικνύονται ως ο πολιτικός και ο στρατιωτικός αρχηγός αντίστοιχα. Οι δυο επαναστάτες, σε συνδυασμό με τον οπλαρχηγό της Έδεσσας Αγγελή Γάτσο, αποφασίζουν να κηρύξουν την επανάσταση, δίχως να αναμένουν υποστήριξη από τις υπόλοιπες εξεγερμένες, ως ελάχιστη αντίδραση στην απόφαση του Μεχμέτ Εμίν πασά να πάρει ομήρους από επιφανείς οικογένειες. Οι Έλληνες της Νάουσας έχοντας ενισχύσεις και πολεμοφόδια που έφεραν ο Νικόλαος Κασομούλης και ο Γρηγόριος Σάλας, κλείστηκαν στην πόλη, λαμβάνοντας την απόφαση για αντίσταση μέχρις εσχάτων.
Τη νύχτα της 12ης προς την 13η Απριλίου 1822, η πόλη της Νάουσας πέφτει. Οι σφαγές, οι δηώσεις, οι βιασμοί, οι εξανδραποδισμοί όλων ανεξαιρέτως, ανδρών και γυναικοπαίδων, είναι απερίγραπτες, όπως και τα βασανιστήρια τα οποία υπέστησαν. Μόνο ο Ζαφειράκης μαζί με πεντακόσιους άνδρες του παραμένει ταμπουρωμένος σε έναν πύργο, προσπαθώντας να κερδίσει χρόνο για τους υπόλοιπους, ώστε να διαφύγουν. Ο Ζαφειράκης θα αφήσει στον πύργο μόνο μια μικρή φρουρά και θα προσπαθήσει να διαφύγει και αυτός, ωστόσο θα πεθάνει μαχόμενος, κατευθυνόμενος στο ναό του Αγίου Νικολάου.Οι εναπομείναντες μαχητές δολοφονήθηκαν όλοι, μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά που είχαν μαζί τους. Οι βιαιότητες δεν σταμάτησαν όμως εδώ, αφού η πόλη ισοπεδώθηκε. Σχολεία και εκκλησίες καταστράφηκαν ολοσχερώς, ενώ δολοφονήθηκαν και όσοι κατέφυγαν για προστασία στο εσωτερικό τους, αναζητώντας άσυλο. Η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου λεηλατήθηκε και ο πρωτοσύγκελος Γρηγόριος κατακρεουργήθηκε. Η περιγραφή του ιστορικού Διονύσιου Κόκκινου είναι χαρακτηριστική: «Το αίμα εχύνετο άφθονον. Αι θριαμβευτικαί ιαχαί και οι ύβρεις των Τούρκων, τα βογγητά των πληγωμένων και αι σπαρακτικαί κραυγαί των γυναικών αποτελούσαν τον σάλαγον (βουητό, θόρυβος) των τραγικών εκείνων ωρών. Εντός του ναού του Αγίου Γεωργίου εφονεύθη καταληφθείς εις στιγμάς της δεήσεως ο εκ Πέτρας του Ολύμπου Παπαγιάννης, μαζί με άλλους τέσσερας ιερείς».
Δεκατρείς γυναίκες με τα παιδιά τους θα παγιδευτούν στην περιοχή Στουμπάνοι και θα πέσουν στα παγωμένα νερά του ποταμού Αραπίτσα, προτιμώντας το θάνατο από το να ατιμαστούν. Οι κωμοπόλεις και χωριά πέριξ της Νάουσας θα καταστραφούν ολοσχερώς. Ο Αλβανός μισθοφόρος που αρνήθηκε να επιτεθεί στον Ζαφειράκη κατόπιν διαταγής θα αποκεφαλιστεί. Φρικτά βασανιστήρια περίμεναν τους επιζώντες της σφαγής: τους έδερναν με ρόπαλα και έπειτα τους έκοβαν το λαρύγγι, έβαζαν φωτιά στα παιδιά μπροστά στα μάτια των μητέρων τους, ενώ τα κομμένα κεφάλια των Ζαφειράκη και Καρατάσου θα προσφερθούν επί πινακίω στο Μεχμέτ Εμίν. Οι σύζυγοί τους θα εκτελεστούν απάνθρωπα: η πρώτη θα κλειστεί σε τσουβάλι με γάτες και ποντίκια, ενώ η δεύτερη σε τσουβάλι με φίδια.
Ελάχιστοι ήταν αυτοί που επιβίωσαν, καταφεύγοντας στη νότια Ελλάδα, με σκοπό να συνεχίσουν τον αγώνα Ελευθερίας , αγώνα τον οποίον οι πρωτοφανές αγριότητες και η ανηλεείς σφαγές πίστευαν οι θύτες ότι θα τον κάμψουν, εντούτοις με το αδικοχαμένο αίμα των Ελλήνων θα τον θεμελίωναν ακόμη πιο βαθιά!».
Γεώργιος Μάλλιος, Ιστορικός – Αρχαιολόγος: Η Εκκλησία ανακήρυξε τους Ναουσαίους ως Άγιους νεομάρτυρες
Από την πλευρά του ο ιστορικός Γεώργιος Μάλλιος μιλάει για την ακμή της Νάουσας αλλά και για τους μαρτυρικούς θανάτους. Μάλιστα επισημαίνει ότι η Εκκλησία μας, τιμώντας τους Ναουσαίους που προτίμησαν να πεθάνουν παρά να αλλαξοπιστήσουν, ανακήρυξε τους νεκρούς αγίους νεομάρτυρες.
Ειδικότερα αναφέρει, «Λόγω των ιδιαίτερων προνομίων της η Νάουσα άκμασε πολιτικά, οικονομικά και πνευματικά, ειδικά κατά τον 18ο αι.
Οι κάτοικοί της, απολαμβάνοντας ένα σύστημα κοινοτικής αυτοδιοίκησης, διέπρεψαν στους τομείς της γεωργίας, της βιοτεχνίας και του εμπορίου. Το ναουσαίικο κρασί, παραγόμενο από την τοπική ποικιλία ξινόμαυρο θεωρούνταν από τα κορυφαία στην οθωμανική αυτοκρατορία, ενώ σημαντικές ήταν οι πρόσοδοι των Ναουσαίων από την εκμετάλλευση των υδατοπτώσεων και την εμπορία μεταποιημένων αγροτοκτηνοτροφικών προϊόντων. Τα πλούτη που εισέρρεαν δεν επενδύονταν μόνο σε ιδιωφελείς σκοπούς, αλλά συχνά δωρίζονταν και στην ίδια την κοινότητα για κοινωφελή έργα, όπως η ανέγερση εκκλησιών και η λειτουργία σχολείων.
Έτσι, ο πλούτος της πόλης συντέλεσε και στην πνευματική άνοδο των κατοίκων της. Ήδη κατά τον 16ο αι. στην περιοχή δρα μια πνευματική φυσιογνωμία ανυπέρβλητου κύρους, ο πολιούχος της Νάουσας Όσιος Θεοφάνης.
Με το έργο και κήρυγμά του στέριωσε την πίστη των Ναουσαίων και θεμελίωσε έναν πνευματικό κύκλο που αποτέλεσε την μαγιά για την εκπαιδευτική πρόοδο των επόμενων αιώνων. Στις αρχές του 18ου αι. χρονολογείται η δράση του σημαντικότερου λόγιου της Νάουσας, του Αναστάσιου Μιχαήλ, που διετέλεσε καθηγητής σε ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα του εξωτερικού. Την ίδια περίοδο κι αργότερα γνωρίζουμε ότι στην πόλη λειτουργούν σχολεία και δραστηριοποιούνται τοπικοί αλλά και ξένοι διδάσκαλοι. Έτσι, δικαιολογείται απόλυτα ο χαρακτηρισμός της Νάουσας ως ελεύθερης μητρόπολης των Χριστιανών δυτικά του Αξιού, όπως γράφει ο Φρανσουά Πουκεβίλ.
Τον Φλεβάρη του 1822 η περιοχή του Βερμίου και του Ολύμπου συγκλονίζεται από την έκρηξη της επανάστασης εναντίον των Τούρκων. Κέντρο της εξέγερσης αναδεικνύεται η αμιγώς ελληνική Νάουσα με αρχηγούς τον Ζαφειράκη Λογοθέτη και τον Αναστάσιο Καρατάσο. Οι επαναστάτες μετά από την ανεπιτυχή προσπάθεια κατάληψης της Βέροιας συμπτύχθηκαν στην οχυρωμένη Νάουσα, όπου είχαν συγκεντρωθεί και πληθυσμοί από τα γύρω χωριά. Παρά την ηρωική αντίσταση των επαναστατών η πόλη υπέκυψε στις ανώτερες αριθμητικά τουρκικές δυνάμεις προς το τέλος της εβδομάδας της Διακαινησίμου και παραδόθηκε στην λεηλασία. Χιλιάδες κάτοικοί της αιχμαλωτίστηκαν τότε ή θανατώθηκαν.
Μέσα στον χαμό, δεκατρείς γυναίκες με τα παιδιά τους εγκλωβίστηκαν στο δυτικό άκρο της πόλης στην περιοχή Στουμπάνοι, έχοντας μπροστά τους τα αφρισμένα νερά της Αράπιτσας και πίσω τους τις ορδές των Τούρκων. Προτίμησαν την παγωμένη αγκαλιά του ποταμού από την ατιμωτική αγκαλιά των εχθρών τους.
Μαρτυρικό θάνατο βρήκαν και οι γυναίκες των αρχηγών της επανάστασης που σύρθηκαν αλυσοδέσμιες στην Θεσσαλονίκη. Ο ίδιος δε ο Ζαφειράκης σκοτώθηκε προσπαθώντας να διαφύγει. Από την άλλη ο Καρατάσος με τα διασωθέντα στρατιωτικά σώματα των επαναστατών συνέχισαν την δράση τους στην Νότια Ελλάδα.
Όσοι από τους κατοίκους γλίτωσαν και παρέμειναν στην Μακεδονία περιπλανήθηκαν για αρκετά χρόνια πριν αμνηστευτούν και επιστρέψουν στην κατεστραμμένη πόλη. Για τον ηρωισμό των κατοίκων απέναντι σε έναν πανίσχυρο αντίπαλο και την συνεισφορά τους στον Αγώνα για την Ανεξαρτησία από τον Τουρκικό ζυγό η Νάουσα είναι η μόνη πόλη που φέρει τον τίτλο «Ηρωική», με Βασιλικό Διάταγμα από το 1955. Η Εκκλησία δε, τιμώντας τους Ναουσαίους που προτίμησαν να πεθάνουν παρά να αλλαξοπιστήσουν, ανακήρυξε τους νεκρούς αγίους νεομάρτυρες».
Βασίλειος Φερλαχίδης , Ερευνητής τοπικής ιστορίας: Το θαύμα του Αγίου Νεομάρτυρα Νικόλαου Κοκοβίτη
Άγνωστες πτυχές της ελληνικής ιστορίας φέρνει στο φως με την αναφορά του ο ερευνητής της τοπικής ιστορίας Βασίλειος Φερλαχίδης. Μάλιστα κάνει αναφορά για ένα θαύμα, αυτό του νεομάρτυρα Νικόλαου Κοκοβίτη.
Συγκεκριμένα τονίζει, «Συμπληρώνονται φέτος διακόσια χρόνια από την επανάσταση και το ολοκαύτωμα της Νάουσας. Ένα ιστορικό γεγονός άγνωστο σε μία αρκετά μεγάλη μερίδα νεοελλήνων, δικαιολογημένα εν μέρει μιας και στα σχολικά βιβλία της νεότερης ιστορίας αφιερώνονται μερικές δεκάδες γραμμών και αυτές συνήθως εκτός ύλης.
Αρχικά ας αναφέρουμε ορισμένα ιστορικά στοιχεία. Η Νάουσα από την ίδρυση της ήταν μια πόλη με αμιγώς ελληνικό πληθυσμό και προικισμένη με εξαιρετικά προνόμια από την μητέρα του σουλτάνου, χάριν των οποίων οι κάτοικοι της απολάμβαναν μία πρωτόγνωρη για την εποχή ευημερία. Παρά ταύτα όμως τον Φεβρουάριο του 1822 ήμερα Κυριακή της Ορθοδοξίας η πόλη επαναστάτησε. Πρωταγωνιστές στην οργάνωση του αγώνα ήταν ο πρόκριτος της πόλης Λογοθέτης Ζαφειράκης και ο οπλαρχηγός Αναστάσιος Καρατάσος γνωστός και ως γέρο- Καρατάσος.
Το μουσουλμανικό καθεστώς θορυβούμενο και φοβούμενο την εξάπλωση της επανάστασης και στην υπόλοιπη Μακεδονία στέλνει τον αιμοχαρή Αμπού Λουμπούτ πασά να τιμωρήσει τους επαναστάτες της Νάουσας. Με υπεράριθμα τουρκικά στρατεύματα άλλα και ορδές εβραίων και τσιγγάνων που εποφθαλμιούν τους θησαυρούς της πόλης ο πασάς πολιορκεί την πόλη. Για δύο μήνες περίπου η άμυνα των κατοίκων και τα λαβωμένα τείχη της πόλης, από τις πολιορκίες των προηγουμένων ετών του Αλή πασά των Ιωαννίνων, κρατούν τους πολιορκητές έξω από αυτή. Την Πέμπτη της Διακαινησίμου, η πύλη του τείχους μπροστά από τον Ναό του Αγίου Γεωργίου βρίσκεται ανοιχτή. Ο τουρκικός στρατός εισβάλει στην πόλη και σφάζει αδιακρίτως Οι Ναουσαίοι ,αντιστέκονται γενναία, αγωνιζόμενοι υπέρ Πίστεως και Πατρίδος .
Μία από τις πιο ένδοξες σελίδες στην ιστορία των αγώνων του γένους μας γράφηκε στον καταρράκτη του ποταμού Αράπιτσα. Στη θέση «Στουμπάνοι». Δεκατρείς Ναουσαίες πολλές εξ αυτών με μικρά παιδιά στην αγκαλιά στην προσπάθειά τους να ξεφύγουν από τα χέρια των Τούρκων βρέθηκαν σε αδιέξοδο στην τοποθεσία αυτή. Οι επιλογές ήταν δύο ή να πέσουν στα χεριά των τούρκων και κατ’ επέκταση αυτές να συνεχίζουν να ζουν μια ατιμασμένη ζωή στα χαρέμια και τα παιδία τους να γίνουν γενίτσαροι ή να πέσουν στα ορμητικά νερά της Αράπιτσας και να συνεχίσουν να ζουν στην αιώνια Ελευθερία. Προτίμησαν το δεύτερο και χορεύοντας και τραγουδώντας το μοιρολόι του χαλασμού έπεσαν μαζί με τα παιδία τους στο ποτάμι.
Άλλη μια ένδοξη σελίδα γράφηκε στη θέση «Κιόσκι», βγαλμένη θα μπορούσαμε να πούμε από κάποιο πρωτοχριστιανικό συναξάρι, εκεί λοιπόν συγκέντρωσαν όλους τους άνδρες ηλικίας από 15 έως 65 χρόνων. Τους έβαλαν όλους σε σειρά μπροστά από τον Αμπού Λουμπούτ και ένας- ένας πήγαινε για ανάκριση. Η ερώτηση κοινή για όλους -τουρκεύεις για να ζήσεις;- στην αρνητική απάντηση ο οι δήμιοι αυτομάτως αποκεφάλιζαν τον ανακρινόμενο. Δεν λύγησε ούτε ένας ο 1241ος μάλιστα ο Άγιος Νεομάρτυς Νικόλαος Κοκοβίτης μετά τον αποκεφαλισμό του πήρε την κεφαλή του ανά χείρας και αρχισέ να περπατάει. Οι βάρβαροι τρομοκρατήθηκαν το ακέφαλο σώμα σταμάτησε όταν ένας εξ αυτών το πυροβόλησε. Με αυτόν τον τρόπο σταμάτησε η σφαγή.
Για όλα τα παραπάνω η Ελληνική πολιτεία τίμησε την Νάουσα με το να ονομάσει την πόλη «Ηρωική», και είναι η μόνη πόλη που φέρει αυτή την ονομασία. Επίσης η Εκκλησία ενέταξε στο Αγιολόγιο της την Χορεία των δύο χιλιάδων Ναουσαίων Νεομαρτύρων οι οποίοι μαρτύρησαν ομολογώντας την πίστη τους. Άλλωστε αυτός είναι και ο προορισμός της Ρωμηοσύνης να βγάζει Αγίους για την Πίστη και Ήρωες για την Πατρίδα.
Κλείνοντας την αναφορά μου αυτή θα ήθελα να θέσω κάποιους προβληματισμούς για όλους εμάς τους νεοέλληνες. Πόσοι από εμάς έχουμε πρότυπο και παράδειγμα την στάση αυτών των ανθρώπων: Μήπως διακόσια χρόνια μετά αγαπητοί παραδώσαμε οικειοθελώς το υπέρτατο αγαθό τις ελευθερίας για χάρη της ευημερίας και των προνομίων; Ας πούμε επιτέλους την αλήθεια στον εαυτό μας και η Αλήθεια ελευθερώσει ημάς».