Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2022

Τό τέλος τῆς γερμανικῆς κατοχῆς

 


Πλῆθος κόσμου πανηγυρίζει στήν Πλατεῖα Συντάγματος
Χιλιάδες κόσμου μέ τή γαλανόλευκη στά χέρια ἀλληλοασπάζονταν, ἀναφωνῶντας «Χριστός Ἀνέστη»

12 Ὀκτωβρίου 1944. Ἦταν ἕνα ἡλιόλουστο πρωινό Πέμπτης, ὅταν οἱ καμπάνες τῶν ἐκκλησιῶν ἄρχισαν νά χτυποῦν χαρμόσυνα, καλῶντας τούς Ἀθηναίους νά ξεχυθοῦν στούς δρόμους καί νά πανηγυρίσουν τό τέλος τῆς γερμανικῆς κατοχῆς. Ὡς τίς 3 Νοεμβρίου ὁ τελευταῖος Γερμανός (καί Βούλγαρος) στρατιώτης...εἶχε ἀποχωρήσει ἀπό τήν ἠπειρωτική Ἑλλάδα.



Ἡ ἀντίστροφη μέτρηση γιά τήν ἀποχώρηση τῶν Γερμανῶν καί τῶν συμμάχων τους Βουλγάρων ἀπό τήν Ἑλλάδα εἶχε σημάνει λίγους μῆνες νωρίτερα, στίς 6 Ἰουνίου, ὅταν οἱ Σύμμαχοι ἀποβιβάστηκαν στή Νορμανδία καί ἄρχισαν νά περισφίγγουν τόν κλοιό γύρω ἀπό τή Γερμανία μαζί τους προελαύνοντες Σοβιετικούς ἀπό τήν ἀνατολική πλευρά. Ἦταν φανερό ὅτι οἱ ἡμέρες τῆς Ναζιστικῆς Γερμανίας ἦταν μετρημένες.

Στό χρονικό διάστημα μέχρι τήν ἀπελευθέρωση εἶχαν ἐνταθεῖ οἱ πολιτικές διαβουλεύσεις γιά τή μετακατοχική κατάσταση στήν Ἑλλάδα. Ἀπό τήν πλευρά τους, οἱ Γερμανοί ἔψαχναν παρασκηνιακά τρόπους ἀσφαλοῦς ἀποχώρησής τους ἀπό τή χώρα μας. Ἀπό τίς 26 Ἀπριλίου 1944 τῆς ἑλληνικῆς ἐξόριστης κυβέρνησης ἡγεῖτο ὁ Γεώργιος Παπανδρέου, οἱ Ἄγγλοι ὅμως ἦταν αὐτοί πού κινοῦσαν τά νήματα. Μέ τίς συμφωνίες Λιβάνου (17-20 Μαΐου 1944) καί Καζέρτας (26 Σεπτεμβρίου 1944) οἱ ἀνταρτικές ὁμάδες τοῦ ΕΛΑΣ καί τοῦ ΕΔΕΣ εἶχαν τεθεῖ ὑπό τίς διαταγές τῆς κυβέρνησης Παπανδρέου, πού εἶχε ἐμπλουτισθεῖ καί μέ στελέχη τοῦ ΕΑΜ.

Οἱ Γερμανοί ἄρχισαν νά ἀποχωροῦν σταδιακά ἀπό τήν Ἀθήνα ἀπό τό βράδυ τῆς 11ης Ὀκτωβρίου μέ κατεύθυνση πρός Βορρᾶ. Στίς 8 τό πρωί τῆς 12ης Ὀκτωβρίου, οἱ ἐλάχιστοι Γερμανοί πού εἶχαν ἀπομείνει στήν Ἀθήνα, συγκεντρώθηκαν στό μνημεῖο τοῦ Ἄγνωστου Στρατιώτη. Ἐκεῖ, σέ μία πρόχειρη ὅσο καί βιαστική τελετή, ὁ ἐπικεφαλῆς τῶν κατοχικῶν δυνάμεων, στρατηγός Χέλμουτ Φέλμι, συνοδευόμενος ἀπό τόν κατοχικό δήμαρχο Ἀθηναίων Ἄγγελο Γεωργάτο, κατέθεσε στεφάνι.

Τό μόνο πού ἀπέμενε ἦταν ἡ ὑποστολή τῆς ναζιστικῆς σημαίας ἀπό τόν Ἱερό Βράχο τῆς Ἀκρόπολης. Ἕνας Γερμανός στρατιώτης κατέβασε τή σβάστικα χωρίς καμία ἐπισημότητα στίς 9:15 τό πρωί, τήν πῆρε ὑπό μάλης καί ἀποχώρησε μέ σκυμμένο τό κεφάλι, σηματοδοτῶντας τό τέλος τῆς γερμανικῆς κατοχῆς πού διήρκεσε 1.625 μέρες καί τήν ἀρχή ἑνός τρελοῦ πανηγυριοῦ στούς δρόμους τῆς Ἀθήνας.

Χιλιάδες κόσμου μέ τή γαλανόλευκη στά χέρια ἀλληλοασπάζονταν, ἀναφωνῶντας «Χριστός Ἀνέστη», παιδιά σκαρφάλωναν στίς ὀροφές τῶν τράμ, ἐνῶ ἀπ' ἄκρη σ' ἄκρη ἀντηχοῦσε ὁ Ἐθνικός Ὕμνος. Μετά ἀπό τριάμισι χρόνια δουλείας καί σκλαβιᾶς οἱ Ἀθηναῖοι ἀνάπνεαν γιά πρώτη φορά τόν μεθυστικό ἀέρα τῆς λευτεριᾶς.

Στίς ἕξι ἡμέρες πού πέρασαν μέχρι τήν ἄφιξη τῆς κυβέρνησης στήν Ἀθήνα, τήν ἐξουσία ἀσκοῦσε τριμελής ἐπιτροπή, ἀποτελούμενη ἀπό τους Θεμιστοκλῆ Τσάτσο, Φίλιππο Μανουηλίδη καί Γιάννη Ζεῦγο, συνεπικουρούμενη ἀπό τόν διοικητή τῆς Ἀστυνομίας Ἀθηνῶν, Ἄγγελο Ἔβερτ. Δύο ἡμέρες ἀργότερα ἄρχισαν καταφθάνουν στήν πρωτεύουσα δυνάμεις τοῦ 3ου Σώματος τοῦ βρετανικοῦ στρατοῦ ὑπό τόν ἀντιστράτηγο Ρόναλντ Σκόμπι, πού ἔγιναν δεκτές μέ ἐνθουσιασμό ἀπό τούς Ἀθηναίους.

Στίς 18 Ὀκτωβρίου ἔφτασε στήν Ἀθήνα ὁ Γεώργιος Παπανδρέου καί ἡ κυβέρνησή του. Τήν ἴδια ἡμέρα, ὁ πρωθυπουργός σέ μία συγκινητική τελετή ὕψωσε τήν ἑλληνική σημαία στήν Ἀκρόπολη καί στή συνέχεια μίλησε στό συγκεντρωμένο πλῆθος πού εἶχε γεμίσει ἀσφυκτικά τήν πλατεῖα Συντάγματος ἀπό τόν ἐξώστη τοῦ Ὑπουργείου Οἰκονομικῶν.

Σέ μία ἀριστοτεχνικά δομημένη ὁμιλία του ἐξήγγειλε τίς προθέσεις τῆς κυβέρνησής του, τονίζοντας, μεταξύ ἄλλων, τήν ἀνάγκη νά ἱκανοποιηθοῦν οἱ ἐθνικές διεκδικήσεις, νά ἀποκατασταθεῖ ἡ λαϊκή κυριαρχία, νά ἐπιλυθεῖ τό πολιτειακό ζήτημα μετά ἀπό ἐλεύθερο δημοψήφισμα καί νά τιμωρηθοῦν οἱ συνεργάτες τῶν κατακτητῶν. Τό πλῆθος, πού συχνά τόν διέκοπτε μέ συνθήματα ὑπέρ τοῦ ΕΑΜ καί τοῦ ΚΚΕ, ὑποδέχθηκε τίς ἐξαγγελίες του μέ κραυγές καί ἰαχές ὑπέρ τῆς λαοκρατικής δημοκρατίας. Ὁ Παπανδρέου, πού ἦταν ἀναγκασμένος νά ἀκροβατεῖ συνεχῶς μεταξύ Ἀριστερᾶς,Ἀριστεράς καί Δεξιᾶς,Δεξιάς, ἀπάντησε μέ τή χαρακτηριστική φράση πού ἔμεινε στήν ἱστορία: «Πιστεύομεν καί εἰς τήν λαοκρατίαν».

Ὅμως, οἱ χαρές καί τά πανηγύρια γιά τήν ἀπελευθέρωση κράτησαν μόνο 53 ἡμέρες. Στίς ἀρχές Δεκεμβρίου τά ὅπλα θά ἀντηχήσουν ξανά στούς δρόμους τῆς πρωτεύουσας, ἀλλά αὐτή τή φορά θά εἶναι στραμμένα κατά ἀδελφῶν («Δεκεμβριανά»).