Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2022

Μακεδονία και Κρήτη





 Τὸν Ἰούνιο τοῦ 1903, φτάνουν στὴν Μακεδονία οἱ Εὐθύμιος Καούδης, Γεώργιος Δικώνυμος Μακρῆς, 

Λαμπρινὸς, Σκουντρῆς, Βρανᾶς, Περάκης, Μπονάτος, Ζουρίδης, Σεϊμένης, ὅλοι Κρητικοί καὶ μάλιστα Σφακιανοί. Τοὺς ἔστελνε ὁ Παῦλος Μελᾶς. 



Ἦταν οἱ πρῶτοι Κρητικοὶ ποὺ ἄνοιξαν τὸ δρόμο πρὸς τὴ Μακεδονία, ἕνα δρόμο ποτισμένο μὲ τόσο κρητικὸ αἷμα.

Ὁ Μητροπολίτης Καστοριᾶς Γερμανὸς Καραβαγγέλης τὸ 1902 σὲ ἐπιστολή του πρὸς τὸν τότε πρωθυπουργὸ τῆς Ἑλλάδος Ἀλέξανδρο Ζαΐμη, μεταξὺ τῶν ἄλλων ἔγραφε:

«...Στεῖλε μου πενῆντα παλικάρια, πενῆντα Κρητικοὺς νὰ τοὺς ἐνώσῳ μὲ τοὺς δικούς μου. Θὰ καταρτίσῳ ἔτσι εἴκοσι Σώματα καὶ θὰ τὰ μοιράσῳ ἀπὸ τὸν Ἀλιάκμονα ὡς τὸ Μαρίχοβο καὶ τὸ Μοναστήρι, τὴ Φλώρινα, τὸ Ὄστροβο (Ἄρνισσα), Σέτινα, Βλάδοβο (΄Ἄγρας), Βοδενὰ (Ἔδεσσα) καὶ Καρατζόβα. Ὁ καιρὸς εἶναι κατάλληλος γιὰ δράση. Ἕνα σωρὸ πρόκριτοι, ἱερεῖς, καὶ διδάσκαλοι εἶναι μυημένοι καὶ οἱ ὁπλαρχηγοὶ περιμένουν ἐνίσχυση ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα. Ὁ ἐρχομὸς τῶν παλικαριῶν ἀπὸ κάτω (Κρήτη) θὰ δώσῃ κουράγιο στοὺς δικούς μου, θὰ εμποδίσῃ τὴν ἀποσκίρτησή τους καὶ θὰ φοβίσῃ τοὺς Βουλγάρους...»

Ἀπό διάφορα μέρη τῆς Ἑλλάδος, ὅπως ἡ Ἤπειρος, ἡ Θεσσαλία, καὶ κυρίως ἡ Κρήτη, κατέφθαναν στὴ Μακεδονία ἐθελοντές, πρόθυμοι νὰ θυσιαστοῦν γι’ αὐτό τὸ κομμάτι ἑλληνικῆς γῆς. Ἡ παρουσία τους ἀνύψωσε τὸ Μακεδονικὸ Ζήτημα σὲ ἐθνικὴ ὑπόθεση, ξεπερνῶντας τὰ χωροταξικὰ ὅρια τῆς Μακεδονίας. Οἱ ἐθελοντὲς αὐτοὶ ὀνομάστηκαν Μακεδονομάχοι καὶ πρωτοστάτες αὐτοῦ τοῦ κύματος ἐθελοντῶν ἦταν οἱ Κρῆτες Μακεδονομάχοι, οἱ ὁποῖοι, μαζὶ μὲ τοὺς ντόπιους κατοίκους, σήκωσαν τὸ βάρος τοῦ ἔνοπλου ἀγῶνα. Δὲν ἐπρόκειτο μόνο γιὰ τοὺς ντόπιους Κρητικούς, ἀλλὰ καὶ γιὰ ἐκείνους ποὺ ζοῦσαν στὴν Ἀμερική, οἱ ὁποῖοι ἄφησαν τὶς οἰκογένειες καὶ τὶς περιουσίες τους γιὰ νὰ πολεμήσουν στὸ πλευρὸ τῶν συμπατριωτῶν τους. Οἱ ἀδελφοὶ Σπυριδογιάννη διοικοῦσαν τὸ Σῶμα Ἐθελοντῶν τῆς Ὁμογένειας καὶ πούλησαν τὴ μεγάλη περιουσία τους γιὰ νὰ χρηματοδοτήσουν τὸν Μακεδονικὸ καὶ Βορειοηπειρωτικὸ Ἀγῶνα.


Οἱ δεσμοὶ τῆς Κρήτης καὶ τῆς Μακεδονίας ἔχουν τὶς ρίζες τους στὴν ἐποχὴ τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου, ὅταν ἐνσωματώθηκαν στὸν μακεδονικὸ στρατὸ οἱ περίφημοι γιὰ τὴν ἐπιδεξιότητα καὶ τεχνική τους Κρῆτες τοξότες. Καὶ τώρα ὁ πολύπαθος μακεδονικὸς ἑλληνισμός, πάνω στὸν ὁποῖο ἔχουν στραφεῖ τὰ βλέμματα ἑνὸς ὁλόκληρου ἔθνους, ζητάει τὶς ὑπηρεσίες, ὄχι μόνο τῶν Κρητικῶν, ἀλλὰ κάθε Ἕλληνα ποὺ μέσα του καίει ὁ πόθος γιὰ τὴν ἐλευθερία. Σὲ αὐτή τὴν πρόσκληση πρῶτοι ἀπάντησαν οἱ Κρητικοί, καὶ παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ Κρήτη δὲν εἶχε ἐνωθεῖ ἀκόμη μὲ τὴ μητέρα Ἑλλάδα, ἔτρεξαν νὰ προσφέρουν ἀκόμα καὶ τὴ ζωή τους γιὰ νὰ σωθῇ ἕνα κομμάτι τοῦ ἑλληνισμοῦ ποὺ κινδύνευε νὰ ἀφελληνιστῇ καὶ νὰ χαθῇ. 

Οἱ Κρητικοὶ εἶδαν τὴν ὑπόθεση τῆς Μακεδονίας σὰν νὰ ἦταν δική τους καὶ ἔνοιωσαν τὰ δεσμὰ τῆς σκλαβιᾶς καὶ τῆς καταπίεσης νὰ ματώνουν τὴν ψυχὴ καὶ τὴν καρδιά τους, ὅπως τῶν ἀδελφῶν τους Μακεδόνων. Ἡ ἔνωση τῆς Μεγαλονήσου μὲ τὴν Ἑλλάδα κατεῖχε τὴν ἴδια θέση στὴν καρδιὰ τοῦ Κρητικοῦ λαοῦ μὲ τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ ἑλληνισμοῦ τῆς Μακεδονίας. Ἡ ἐπίλυση αὐτῶν τῶν δύο μεγάλων ἐθνικῶν ὑποθέσεων ὁδήγησαν στὴν ἀναγέννηση τῆς Ἑλλάδος. Ἔτσι δικαιολογεῖται καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι ἀπὸ τοὺς 6.000 ἐθελοντὲς Μακεδονομάχους, οἱ 3.000 ἦταν Κρητικοὶ καὶ ἀπὸ τοὺς τρεῖς γενικοὺς ἀρχηγοὺς οἱ δύο ἦταν Κρητικοί.

Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Παύλου Μελᾶ, Γενικὸς Ἀρχηγὸς ὀρίστηκε ὁ Ἀνθυπολοχαγὸς Γεώργιος Κατεχάκης (Καπετάν Ροῦβας ἤ Ἀποστόλου Γεώργιος ἀπὸ τὴν Πόμπια Ἠρακλείου), ὁ ὁποῖος παρέμεινε μέχρι τὴν ἄνοιξη τοῦ 1905, ὀπότε ὀρίστηκε ὁ Ἀνθυπολοχαγὸς Γεώργιος Τσόντος μέχρι τὸ τέλος τοῦ 1908.

Ἀπό τοὺς 82 Ἀρχηγούς Σωμάτων οἱ 19 ἦταν Κρητικοί. Καὶ ἀπὸ τοὺς 19 ἰδιῶτες ἀρχηγούς οἱ 14 ἦταν Κρητικοί:

Βολάνης Γεώργιος, Γύπαρης Παῦλος, Καλομενόπουλος Νικόστρατος (Μίδας), Καούδης Εὐθύμιος, Καραβίτης Ἰωάννης, Κατσίγαρης Ἐμμανουῆλ (Καραμανώλης), Κλειδῆς Στυλιανός, Μακρῆς- Δικώνυμος Γεώργιος, Νικολούδης Εὐάγγελος, Νικολούδης Ἐμμανουῆλ, Νταφώτης Ἰωάννης, Πούλακας Ἰωάννης, Σκαλίδης Γεώργιος, Σκουνδρῆς Ἐμμανουῆλ, Τσόντος Μιχαῆλ. 

Τὸ σύνολο τῶν Καπεταναίων Κρητικῶν ποὺ ἔλαβαν μέρος στὸν Μακεδονικὸ Ἀγῶνα ἦταν 39 μὲ 2.976 ἄνδρες.