Τετάρτη 1 Μαΐου 2024

Ογδόντα χρόνια από το μαζικό έγκλημα των Γερμανών κατακτητών την Πρωτομαγιά 1944 στην Καισαριανή

 

Ογδόντα χρόνια από το μαζικό έγκλημα των Γερμανών κατακτητών την Πρωτομαγιά 1944 στην Καισαριανή

 

Του ΘΕΟΦΑΝΗ ΜΑΛΚΙΔΗ

Ήταν 1η Μαΐου του 1944, ακριβώς ογδόντα χρόνια πριν, όταν οι Γερμανοί κατακτητές, διέπρατταν ένα ακόμη (δυστυχώς ατιμώρητο μέχρι σήμερα) μαζικό έγκλημα. Η εκτέλεση στην Καισαριανή,  των διακοσίων Ελλήνων πατριωτών, κρατούμενων στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου, αποτελεί μία ακόμη κηλίδα, μία ακόμη βάρβαρη πράξη των κατακτητών, για την οποία μέχρι σήμερα δεν έχει αποδοθεί δικαιοσύνη.

Η εκτέλεση των διακοσίων Ελλήνων έχει και μία πολύ ιδιαίτερη παράμετρο, που αποδεικνύει για ακόμη μία φορά, το μεγαλείο της αντίστασης στους κατακτητές και τους ελληνόφωνους συνεργάτες τους, καθώς και το ήθος των ανθρώπων που θυσίασαν τη ζωή τους για την ελευθερία της πατρίδας μας.  Η κορύφωση του δράματος της εκτέλεσης έγινε με την πράξη ενός από τους κρατούμενους, του Ναπολέοντα Σουκατζίδη.



Ο Ναπολέων Σουκατζίδης γεννήθηκε στην Προύσα το 1909 από γονείς Ποντιακής καταγωγής. Μετά τη Γενοκτονία από τον ατιμώρητο Κεμαλισμό από την οποία διασώθηκε η οικογένειά του και αυτός, εγκαταστάθηκε στην περιοχή του Αρκαλοχωρίου του νομού Ηρακλείου Κρήτης, αλλά έμελλε να δολοφονηθεί από το Ναζισμό.

Εκεί τελείωσε την Μέση Εμπορική Σχολή και εργαζόταν ως λογιστής, ενώ γνώριζε καλά την αγγλική, ρωσική, γερμανική, γαλλική και τουρκική γλώσσα, ενώ   είχε και συγγραφικό έργο. Κατά την διάρκεια της κατοχής συνελήφθη και κρατήθηκε  στις φυλακές των Τρικάλων, της Λάρισας και από τον Σεπτέμβριο του 1943 στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Χαϊδαρίου.

 

Εκεί οι Γερμανοί τον χρησιμοποίησαν ως διερμηνέα και το όνομά του ήταν μεταξύ των διακοσίων Ελλήνων που επρόκειτο να εκτελεστούν στην Αθήνα, ως αντίποινα για την επίθεση και την εκτέλεση του διοικητή της 41ης Γερμανικής Μεραρχίας Οχυρών Υποστράτηγου Φραντς Κρεχ, στην περιοχή των Μολάων Λακωνίας. Ο διοικητής του στρατοπέδου συγκέντρωσης Χαϊδαρίου Καρλ Φίσερ, όταν ο Σουκατζίδης διάβασε και το δικό του όνομα στην λίστα των μελλοθάνατων του είπε να παραμείνει στην θέση του.

Τότε ο Σουκατζίδης τον ρώτησε αν θα εκτελούσαν κάποιον άλλο αντί για τον ίδιο και όταν ο Φίσερ απάντησε ότι έχει εντολή να εκτελέσει 200 από τους κρατουμένους, ο Σουκατζίδης αρνήθηκε να εκτελεστεί κάποιος άλλος στην δική του θέση και ο ίδιος να σωθεί και έτσι δολοφονήθηκε με τους υπόλοιπους 199 κρατούμενους του Χαϊδαρίου την Πρωτομαγιά του 1944.

 

Το κομβόι των μελλοθανάτων αποτελούταν από δέκα φορτηγά. Στη διαδρομή από το Χαϊδάρι μέχρι την Καισαριανή, οι κρατούμενοι έγραφαν σημειώματα και τα πετούσαν στο δρόμο. Παραλήπτες ήταν η μάνα, ο πατέρας, τα αδέλφια, οι αγαπημένοι τους άνθρωποι και οι συναγωνιστές τους. Οι περαστικοί που τα έβρισκαν ανέλαβαν τον ρόλο του ταχυδρόμου για να μεταφέρουν τις ειδήσεις….

Το «τελευταίο σημείωμα» του Σουκατζίδη, προς τους δικούς του ανθρώπους,  ήταν στην πραγματικότητα τρία:

Το ένα προς τον πατέρα του στο οποίο  έγραφε τα εξής: «Πατερούλη, πάω για εκτέλεση, να ‘σαι περήφανος για το μονάκριβο γιο σου. Ν’ αγαπάς και να λατρεύεις την κορούλα σου και την αδερφούλα μου, κι οι δυο τους μεγάλοι άνθρωποι. Γεια, γεια πατερούλη».

Το δεύτερο στην αρραβωνιαστικιά του, Χαρά Λιουδάκη: «Η τελευταία μου σκέψη μαζί σου. Θα θελα να σε κάνω ευτυχισμένη. Να βρεις σύντροφο της ζωής σου άξιο σου και άξιο μου. Κάτι ενθύμια θα σου τα δώσει ο Ζήσης».

Το τρίτο και τελευταίο στην κουνιάδα του Μαρία Λιουδάκη: «Αδελφούλα μου, πάω για εκτέλεση. Σε λάτρευα πολύ, όσο λάτρευα και τη γυναίκα μου. Δεν μπόρεσα να σας κάνω ευτυχισμένες. Λίγη αγάπη στον μπαμπά όσο θα ζει. Γεια σου, γεια σου λατρευτή μου αδελφούλα. Ναπολέων, 1-5-44»

 

Όταν ο Σουκατζίδης και οι υπόλοιποι 199, έφτασαν στην Καισαριανή οι Γερμανοί τους χώρισαν σε ομάδες των είκοσι. Ο Σουκατζίδης ήταν το νούμερο 71, αλλά επέλεξε να μείνει στην τελευταία 20αδα για να συνεχίσει μέχρι την ύστατη στιγμή να εκτελεί χρέη διερμηνέα. Και αυτό ίσως ήταν ακόμα πιο δύσκολη και ηρωική απόφαση από την προηγούμενη, γιατί οι είκοσι που εκτελούνταν μεταφέρονταν στα γερμανικά  φορτηγά από τους είκοσι επόμενους!

 

Λίγο μετά τις 10 το πρωί της 1ης Μαΐου  του 1944, οι Γερμανοί είχαν ολοκληρώσει το έργο τους. Οι διακόσιοι εκτελεσθέντες στην Καισαριανής μεταφέρθηκαν στο Γ’ νεκροταφείο, σε ομαδικούς τάφους. Λέγεται πως μια νεαρή κοπέλα στο Μετς υπέστη καρδιακό επεισόδιο όταν είδε το αίμα που έτρεχε, από τα γερμανικά φορτηγά που μετέφεραν τους νεκρούς, και έβαφε τους δρόμους.

 

Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, γράφοντας για το Χαϊδάρι στις επαρχίες της Αθήνας (1975), αφιέρωσε μια παράγραφο στον Ναπολέοντα Σουκατζίδη και τους υπόλοιπους εκτελεσθέντες  στην  Καισαριανή σημειώνοντας τα ακόλουθα:

«Κάθε που περνάω απ’ το Χαϊδάρι, θυμάμαι τον Ναπολέοντα Σουκατζίδη. Εσύ, βέβαια, δεν μπορείς να καταλάβεις τι σημαίνει αυτό το όνομα. Όχι μόνο γιατί είσαι εικοσιδύο χρόνων. Αλλά και διότι δεν έχεις διαβάσει Κορνάρο – “δεν μου πάει”, μούλεγες τις προάλλες. Λοιπόν ο Σουκατζίδης, στα χρόνια της Κατοχής (…) κλείστηκε στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου (…) Ένα πρωί, οι Γερμανοί είπανε να εκτελέσουν (διακόσιους) πατριώτες. (…) μέσα στους διακόσιους ήταν και ο Σουκατζίδης. Έλα όμως που ο άντρας αυτός ήταν μορφωμένος, ήξερε γερμανικά και οι Ναζί τον θαυμάζανε… Πάει ο διοικητής του στρατοπέδου, τον βρίσκει, του λέει “το και το, θα σε βγάλω απ’ τον κατάλογο και στη θέση σου θα βάλω κάποιον άλλο”. “Δεν γίνεται”, του λέει ο Σουκατζίδης. “Τι θα πει δεν γίνεται;”. “Θα πει, πως αν θες να με γλιτώσεις, θα εκτελέσεις 199. Στη θέση μου δε θα εκτελεστεί άλλος”. Ο Γερμανός τόρριξε στο παρακάλι. Ο άλλος, ούτε συζήτηση. Φινάλε: Ο Σουκατζίδης εκτελέσθηκε.

Σκέφτομαι, λοιπόν, τον Σουκατζίδη που πέθανε για μια λευτεριά, που δεν είδαμε ακόμα, σκέφτομαι τους πατριώτες που πότισαν με το αίμα τους αυτό το χώμα, για να δει καλύτερες μέρες τούτος ο τόπος, χωρίς νάχει γίνει τίποτα, και με πιάνει μια λύσσα και τρελλαίνομαι κι έτσι τρελλός και ξαναμμένος, κάθομαι και γράφω – ίδιος άνθρωπος με το ταμπούρλο, σαν του Λειβαδίτη, που σηκώνει τον κόσμο απ’ τον σαματά. Κατάλαβες;» .

Αναφορά στον Ναπολέοντα Σουκατζίδη γίνεται και στο έργο του Πόντιου συγγραφέα Δημήτρη Ψαθά «Αντίσταση», ως εξής:

«Κι εκεί στο Χαϊδάρι… Διακόσια ονόματα φωνάζει ο στρατοπεδάρχης. Οι Ακροναυπλιώτες. Άνθρωποι που λιώσαν στα μπουντρούμια και τις εξορίες της τετάρτης Αυγούστου, που δεμένους χειροπόδαρα τους άφησε στον Γερμανό.

-Ναπολέων Σουκατζίδης!

Βγαίνει κι ο Ναπολέων. Και ο στρατοπεδάρχης κομπιάζει μπροστά σ’ αυτόν τον ήρωα που μιλά εφτά γλώσσες και δέχεται μέσα στο Χαϊδάρι με θεϊκή γαλήνη τα μαρτύρια και κρατά στις καρδιές των μαρτύρων αναμμένη τη φλόγα της ελπίδας και του αγώνα.

-Όχι εσύ, Ναπολέων!

-Γιατί όχι εγώ; -Εσύ δεν θα τουφεκιστείς.

-Και πόσους θα τουφεκίσεις, αν εξαιρεθώ εγώ; -Διακόσιους.

-Όχι. Δεν δέχομαι κανένας να μ’ αντικαταστήσει. Είμ’ Έλληνας!

Επιμένει ο στρατοπεδάρχης. Αλύγιστος ο Ναπολέων. Και βγαίνουν έξω απ’ τον σωρό οι διακόσιοι και στήνουνε χορό: Έχε γεια, καημένε κόσμε, έχε γεια, γλυκειά ζωή! Βλέπει ο Γερμανός στρατοπεδάρχης τούτους τους διακόσιους που απάνω τους βαραίνει ο ίσκιος του θανάτου να χορεύουν, να τραγουδούν και ν’ αποχαιρετάνε τους συντρόφους τους -σαστίζει. Τι είναι τούτο δω; Αντηχεί ο αέρας από αντάρα αντρίκια:

-Έχετε γεια, παιδιά.

-Ζήτω η Ελλάδα!

-Σαν άντρες θα πάμε!

Και τους ανεβάζουν στ’ αυτοκίνητο -σωρό. Κι είναι πρωτομαγιά. Κι είναι γλυκός ο πρωινός αέρας, ολόχρυση η αυγή κι ο Υμηττός κεντιέται με χρυσάφι. Κι εκεί στο σφαγείο στήνονται τα πολυβόλα για το μεγάλο μακελειό. Μαζί θα πέσει κι ο Ναπολέων, που ένα «ναι» να ‘λεγε του Γερμανού είχε γλυτώσει (…)

-Ποιοι ήσαν; Ποτέ δεν έδωσαν κατάλογο των ονομάτων τους οι Γερμανοί. Μαθαίνουμε μερικούς. Ωστόσο στη ματωμένη ιστορία της Αντίστασης του Έθνους πέρασαν όλοι μ’ ένα όνομα μέσα στη μνήμη και την καρδιά του πονεμένου αυτού λαού. Οι Διακόσιοι της Πρωτομαγιάς. Βουβή και πικραμένη τους κλαίει η αγωνιζόμενη Αθήνα. Οι Διακόσιοι Άγιοι που μαρτύρησαν μαζί -κοντά σ’ άλλους χιλιάδες- σε τούτο τον υπέρτατο αγώνα για την τιμή και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου».

Υ. Γ.1  Ο Ναπολέων Σουκατζίδης είναι το κεντρικό πρόσωπο της ταινίας του Παντελή Βούλγαρη «Το τελευταίο σημείωμα», όπου την βραδιά πριν την εκτέλεση,  κυριαρχούν η ποντιακή και η κρητική μουσική, οι περήφανοι  χοροί των Ποντίων και των Κρητών.

Υ.Γ.2. Ο αείμνηστος Μιχάλης Χαραλαμπίδης, ο πρωταγωνιστής της ανάδειξης της Γενοκτονίας των προγόνων μας όταν έθεσε  το ζήτημα  αναφερόμενος στις ομοιότητες Κεμαλισμού και Ναζισμού, μίλησε από το μνημείο της Γενοκτονίας στο Χαϊδάρι. Ήταν η συμβολική αρχή για πολλά και σημαντικά που έγιναν μετά και θα συνεχίζουν να γίνονται την επόμενη περίοδο, στη συνεχή προσπάθεια  για την ιστορική αλήθεια. 

Ας είναι αιωνία η μνήμη των Ελλήνων που έδωσαν τη ζωή τους  στον αγώνα για την ελευθερία και  για την Ανά(σ)ταση του έθνους μας, ενώ σε εμάς ελάχιστη συμβολή μας, θα πρέπει να είναι η συνεχή πράξη μας για τη δικαίωση και τη δικαιοσύνη !  


* Διδάκτορας του  Παντείου Πανεπιστημίου, μέλος της Διεθνούς Ένωσης Ακαδημαϊκών για τη Μελέτη των Γενοκτονιών