Κώστας Μόντης
Και τι θα γίνει τώρα,
Θα σχίσουμε τα παλιά μας τετράδια
Που΄ταν γεμάτα χρωματιστή «Ένωση»
Θα σχίσουμε τα παλιά μας σχολικά τετράδια
Που΄ταν γεμάτα «Ένωση» διακοσμημένα με γιασεμιά και
Λεμονανθούς και μαργαρίτες,
Θα σχίσουμε τα παλιά αναγνωστικά των παιδιών μας
Με τις ελληνικές σημαίες.
Θα πετάξουμε τα’ αγαπημένο αναμνηστικό σκουφί του Γυμνασίου
Με την «Ένωση» στο γείσο
Θα πετάξουμε το χάρακά τους
Και την τσάντα και τη μπάλα και το ποδήλατο
Που γράφαν «Ένωση»;
Αλήθεια, Πέστε μου, τι θα γίνει τώρα;
Ήταν κάποια από τα λόγια του ποιητή που σφράγισαν τον απόηχο της ιστορίας του τόπου …
Ο Κώστας Μόντης, υπήρξε σπουδαίος Έλληνας Κύπριος ποιητής, γεννημένος στην Αμμόχωστο το 1914. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, δυστυχώς όμως, λόγω της αγγλικής αποικιοκρατίας στο νησί δεν κατόρθωσε να εξασκήσει το επάγγελμα του δικηγόρου. Ωστόσο, εργάστηκε ως δημοσιογράφος και ασχολήθηκε πολύ με το θέατρο και τη λογοτεχνία. Η επαγγελματική του σταδιοδρομία πέρασε και από το Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας ως Διευθυντής Τουρισμού.
Στρέφοντας το ενδιαφέρον στην ποίησή του, παρατηρεί κανείς πως είναι χαρακτηριστική και ιδιότυπη. Μέσα από ολιγόστιχες αράδες ξεδιπλώνεται στον αναγνώστη η θυμοσοφική διάθεση του μηνύματος. Κάποια από τα ποιήματά του είναι άτιτλα και άλλα φέρουν τίτλους μεγαλύτερους και από το ποίημα. Το έργο του ονομάζεται ακαριαία ποίηση, στιγμιαία ποίηση. Αν και ολιγόστιχα τα ποιήματά του είναι ολοκληρωμένα, αφήνοντας τον αναγνώστη να ανακαλύψει μοναχός τα σκαλοπάτια που οδηγούν στο πυρήνα του ποιήματος. Εδώ θα ήταν καλό να σημειωθεί ότι αρκετά από τα ποιήματά του είναι καυστικά, διαθέτουν ένα τόνο ειρωνικό και κάποιες φορές γίνονται έντονα σπαρακτικά, ξυπνώντας συναισθήματα που κλονίζουν τον αναγνώστη. Επί παραδείγματι:
«Είναι δύσκολο να πιστέψω
πως μας τους έφερε η θάλασσα της Κερύνειας
είναι δύσκολο να πιστέψω
πως μας τους έφερε η αγαπημένη θάλασσα της Κερύνειας»
Ο ποιητής αυτός διαθέτει στο ιστορικό του σπουδαίες ποιητικές συλλογές, συλλογές που επηρεάστηκαν έντονα από τη ζωή και τα βιώματά του. Κάποιες από αυτές διαπραγματεύονται απλά καθημερινά πράγματα της ζωής, για αυτό και οι πρώτες συλλογές φέρουν το όνομα «τα τραγούδια ταπεινής ζωής». Επίσης, ο ποιητής έχει λατρεία με τα παιδιά, έτσι κάνει στροφή και προς την παιδική ποίηση δίνοντας μέσα από αυτή μαθήματα ανθρωπιάς.
Μια άλλη αξιόλογη ομάδα ποιημάτων αναφέρεται στην Αγγλοκρατία, στην εισβολή, στους ήρωες του τόπου και στους αγνοουμένους. Σε καταστάσεις και περιόδους που είναι συνυφασμένες με την προσωπική ζωή του. Ο ίδιος αναμειγνύεται και δρα κατά τη διάρκεια του Απελευθερωτικού Αγώνα της ΕΟΚΑ, αφού ο υγιής πατριωτισμός του δεν τον αφήνει αδιάφορο. Καταδεικνύονταιι και μέσα από τους στίχους του, η αίσθηση του χρέους, η ιστορική μνήμη, η έννοια της πατρίδας – οι ιδεολογικές αρχές που ταυτίζονται με το ανήσυχο πνεύμα του δημιουργού. Ένδειξη των πιο πάνω αποτελούν τα ακόλουθα ποιήματα:
Άγνωστος Στρατιώτης
Γιατί πάντα αυτός ο ρωμαλέος,
γιατί πάντα αυτός ο γενναίος πολεμιστής
ν’ αντιπροσωπεύει τον Άγνωστο Στρατιώτη;
Υπάρχουν κι άλλοι πιο δειλοί, πιο αδύνατοι
με πιο ρυτιδωμένα μέτωπα
με μια πικρή σκέψη στο βλέφαρο
με πολλούς υπολογισμούς πίσω απ’ τη σκανδάλη.
Δε μας κάνουν αυτοί
δε γίνονται αγάλματα αυτοί.
Προς Τούρκους Εισβολείς
Κι αυτή η σελήνη η ματωμένη και μισή
που μας την κουβαλήσατε!
Αλήθεια πέστε μου, μετρήσατε
πόσοι άλλοι πέρασαν απ΄ το νησί
πριν από εσάς πανίσχυροι κ’ επιφανείς
κι ούτε για δείγμα καν δεν έμεινε κανείς;
Ο έξοχος αυτός ποιητής έγραψε τον επίλογό του στις 3 Μαρτίου 2004, αφήνοντας πίσω ό,τι καλύτερο για την Κυπριακή Νεότερη Ποίηση. Ο πολιτισμός μας λοιπόν οφείλει να υμνεί το έργο του Κώστα Μόντη. Ένα έργο που εύλογα αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της εθνικής αξιοπρέπειας και της διατήρησης της ιστορικής μνήμης, ένα έργο στο οποίο καταγράφεται η καθημερινότητα, οι έννοιες και οι αγωνίες του τόπου αυτού. Η κοινωνία αυτού του νησιού οφείλει να παραδειγματιστεί από την αθάνατη ψυχή του και τα ακόλουθα λόγια να αποτελούν φωτεινό παράδειγμα για όλους.
«Χρόνια, σκλαβκιές ατέλειωτες τον πάτσον τζιαι τον κλώτσον τους. Εμείς τζαμαί: Ελιές τζιαι τερατσιές πάνω στον ρότσον τους!»
Έλενα Καλυφόμματου
Λεμεσός,