Το ολοκαύτωμα του Φούλατζίκ(23 Ιουνίου 1920)
Εξακόσιοι άτακτοι οπλοφόροι (τσέτες) του Κεμάλ,μπήκαν στην ελληνική κωμόπολη Φούλατζικ (Φωλίτσα) του Νομού Νικομήδειας (Iznik) το «Κιουτσούκ Γιουνανιστάν» (Μικρή Ελλάδα) όπως το αποκαλούσαν, και με απίστευτη σκληρότητα και κτηνωδία το ισοπέδωσαν και το καταλήστεψαν, αφού προηγουμένως βασάνισαν και έσφαξαν άγρια τον εβδομηντάχρονο ιεροεθνομάρτυρα παπά Φίλιππο, έκαψαν ζωντανούς 300 άνδρες από 14 ετών και άνω, εξευτέλησαν και βίασαν πολλές κοπέλες, και ανάγκασαν είκοσι μικρομάνες, να πέσουν μαζί με τα παιδιά τους στον γκρεμό για να γλιτώσουν από την ατίμωση. Από την περιοχή της Νικομήδειας, μια περιοχή με σαρανταπέντε σχεδόν ελληνικές πολιτείες και χωριά, δεν έχει μείνει σήμερα άλλο τίποτα από στάχτη και ερείπια· εκατό και πλέον χιλιάδες σφαγιάστηκαν κατά τον αγριότερο τρόπο πού έχει να μας δείξει η ιστορία ανθρώπων, και οι ατέλειωτοι σωροί των ανθρωπίνων οστών είναι σκορπισμένοι στα βουνά, στους κάμπους, στα δάση και στις χαράδρες της...
«…Στο σπίτι μας, που ήταν πέτρινο και διώροφο, είχαμε κρυφτεί 27 άτομα, 11 άνδρες και 16 γυναικόπαιδα. Μεταξύ τους ο πατέρας μου, η μητέρα μου, εγώ και οι τρεις μικρές αδελφές μου, Μαγδαληνή, Αντίκλεια και Σοφία. Ξαφνικά οι τούρκοι έσπασαν την πόρτα και μπήκαν μέσα. Ένας απ’ αυτούς στάθηκε στην εξώπορτα άπλωσε το χέρι του στην κάσα της και από κάτω περνούσαν έξω μόνο τα γυναικόπαιδα. Τους άντρες τους κράτησαν μέσα. Βγαίνοντας άκουσα τον αρχηγό τους να φωνάζει: «κασάπ γκελ» (σφαγέα έλα). Αμέσως μετά ο «κασάπ» με το γιαταγάνι του αποκεφάλισε τους 10 από τους 11 άντρες, μεταξύ αυτών και τον πατέρα μου, έβαλαν φωτιά και τα πτώματά τους κάηκαν μαζί με το σπίτι. Ο 11ος άντρας πρόλαβε και φόρεσε το σαλβάρι, τη ζακέτα και την μαντίλα της μάνας μου και διέφυγε μαζί μας, σκυφτός, παριστάνοντας τη γυναίκα, κρατώντας όμως κρυμμένο κάτω από τη μασχάλη του ένα τσεκούρι, αποφασισμένος να μακελέψει όσους τούρκους μπορούσε αν αποκαλύπτονταν. Ήταν ο γείτονάς μας Σισμάν Κωνστάντης – Ερκέκογλου. Όλοι σωθήκαμε. Αργότερα οι μικρότερες αδελφές μου Αντίκλεια και Σοφία, αρρώστησαν πέθαναν στην προσφυγιά. Εγώ με την μητέρα μου και την αδελφή μου Μαγδαληνή εγκατασταθήκαμε ως πρόσφυγες στην Κορμίστα…».
Οι τούρκοι οδήγησαν έξω από το χωριό περί τα δέκα (10) κορίτσια, που τα υποχρέωσαν να γδυθούν και να χορεύουν υπό τους ήχους ζουρνάδων και νταουλιών, πάνω από τα πτώματα των χωριανών. Πολλές γυναίκες ατιμάσθηκαν από τον ξεχαλίνωτο τουρκικό όχλο. Ακολούθησε ένα νέο Ζάλογγο, καθώς περί τις είκοσι (20) μικρομάνες έπεσαν μαζί με τα παιδιά τους στον γκρεμό για να γλιτώσουν από την ατίμωση. Τελικά, όσοι διασώθηκαν, κατευθύνθηκαν νύκτα προς τα κατάφυτα βουνά του Κραν για να ξεφύγουν από τους διώκτες τους. Εκεί εκτυλίχθηκε ένα νέο δράμα. Συγκεντρώθηκαν σε μια μεγάλη ομάδα, όμως τα βρέφη πεινούσαν και έκλαιγαν. Υπήρχε κίνδυνος ν’ ακουστούν τα κλάματα και να τους ανακαλύψουν οι τούρκοι, που τους έψαχναν. Αποφασίσθηκε να τα πνίξουν. Τότε πνίγηκαν πολλά βρέφη, ενώ άλλα εγκαταλείφθηκαν στα τσαλιά και έγιναν βορά των θηρίων...
Ας είναι αιωνία τους η μνήμη.
πηγές :http://eistorias.wordpress.com/
http://micrasia.wordpress.com/