Ιωσήφ Στάλιν και Κλίμεντ Βοροσίλοφ φορώντας εθνικές ενδυμασίες που τους χάρισαν οι αντιπρόσωποι του Τουρκμενιστάν και του Τατζικιστάν σε συνάντηση της δεκαετίας του 1930.
Τις τελευταίες μέρες με την εθνοκάθαρση που συντελούν οι Αζέροι στο Αρτσάχ και το ξερίζωμα εκατοντάδων χιλιάδων Αρμενίων από τα εδάφη που ζούσαν για αιώνες, οργιάζει η φιλοαζερική και φιλορωσική προπαγάνδα. Οι πρώτοι ισχυριζονται ότι οι Αρμένιοι τιμωρούνται γιατί αυτονόμησαν την δεκαετία του ’90 το Αρτσάχ που άνηκε σε μια άλλη χώρα. Πιο κυνικοί οι ρωσόφιλοι φτάνουν να λένε ότι για όσα υφίστανται τώρα οι Αρμένιοι ευθύνεται ο “άμυαλος” Πασινιάν με την φιλοδυτική στροφή του. Ξεχνούν ότι πριν τρία χρόνια έγινε πόλεμος στο Αρτσάχ, μετά από εισβολή των αζερικών στρατευμάτων, που τερματίστηκε μετά εγγυήσεις που έδωσαν οι Ρώσοι ότι θα σταματήσουν οι επιθετικές ενέργειες των Αζέρων. Παραλείπουν όμως κάτι πολύ σοβαρότερο, το Αρτσάχ “παραχωρήθηκε” από το Σταλιν το 1921 στο Αζερμπαϊτζαν ως αντάλλαγμα για να βάλει στο χέρι η επαναστατική Ρωσία τον πετρελαιοαγωγό του Μπακού. Το απόσπασμα από το βιβλίο του Οχανές –Σαρκίς Αγαμπατιάν, Αρμενία, αναδρομή στην Ιστορία του αρμενικού έθνους, εκ. Στοχαστής, 2003, σσ. 93-94 είναι διαφωτιστικό πώς η Ρωσία συνέβαλε αποφασιστικά στην δημιουργία μιας μικρής και ευάλωτης Αρμενίας.
Στις16 Μαρτίου 1921 καθορίζονται τα σύνορα της Υπερκαυκασίας, χωρίς την παρουσία των αντιπροσώπων της (σ. Ρήξης Αρμενίας), στη Μόσχα µε μια συνθήκη Φιλίας ανάμεσα στην κεμαλική Τουρκία και τη σοβιετική Ρωσία. Επωφελούμενοι από το σοβιετο-γεωργιανό πόλεμο, οι κεµαλικοί κατέλαβαν το Αρνταχάν, το Αρτβίν (23 Φεβρουαρίου 1921) και το Βατούμ (11 Μαρτίου). Η Ρωσία, στην αγωνία της ν’ ανακαταλάβει το Βατούμ – λιμάνι στο οποίο καταλήγει ο πετρελαιαγωγός που ξεκινάει από το Μπακού- παραχωρεί το Καρς, Αρνταχάν, Αρτβίν και θέτει το Ναχιτσεβάν υπό την προστασία του Αζερμπαϊτζάν, αποκλείοντας τη δυνατότητα παραχώρησης σ’ ένα «τρίτο κράτος», δηλαδή στην Αρμενία. Είναι μια παραχώρηση στον παντουρκισµό και μοναδική περίπτωση στα παγκόσμια χρονικά που µια ξένη χώρα (η Τουρκία) έχει δικαίωµα ελέγχου σε σοβιετικό έδαφος. Στη Συνθήκη του Καρς (13 Οκτωβρίου 1921), οι υπερκαυκασιανές Δημοκρατίες πρέπει να επικυρώσουν αυτούς τους όρους. Οι Αρμένιοι μάταια θα προσπαθήσουν να συμπεριλάβουν τα ερείπια της Ανί στα σύνορα της Αρμενίας που χάνει την κοιλάδα του Ιγκντίρ και το όρος Αραράτ.
Στο μεταξύ, τον Ιούνιο του 1921 το Καβμπυρό (καυκασιανό γραφείο) αποδίδει το Αχαλκαλάκ (που κατοικείται κατά 72% από Αρμένιους) στη Γεωργία και το Καραμπάχ (κατά 95% από Αρμένιους) στο Αζερμπαϊτζάν. Όσο διάστημα διαρκούσε η σοβιετοποίηση της Αρμενίας, από το Δεκέμβριο του 1920 ως την άνοιξη του 1921, οι υποσχέσεις του Στάλιν για συνένωση των περιοχών αυτών µε τη μητέρα πατρίδα χρησιμοποιήθηκαν ως επιχείρημα για την πρόσδεση των Αρμενίων στο άρμα των μπολσεβίκων. Όταν κάμφθηκαν οι Αρμένιοι και παγιώθηκε η σοβιετική εξουσία, το «συμφέρον της επανάστασης» υπαγόρευσε τον προσεταιρισμό των Αζέρων, που ήταν περισσότεροι και πιο δύστροποι, για ν’ αποκατασταθεί η ρωσική κυριαρχία και κατ’ επέκταση να προσελκυστεί ο μουσουλμανικός κόσμος µε την προοπτική της επανάστασης στην Ανατολή. Έτσι, τον Ιούλιο του 1923, το Καραμπάχ και το Ναχιτσεβάν χαρακτηρίζονται αυτόνομες περιοχές υπό την κηδεμονία του Αζερμπαϊτζάν. Το Φεβρουάριο του 1924, το Ναχιτσεβάν σύμφωνα µε τα άρθρα του πρώτου σοβιετικού Συντάγματος μετατρέπεται σε αυτόνομη Δημοκρατία, πάντα μέσα στα πλαίσια του Αζερμπαϊτζάν αν και δεν έχει κοινά σύνορα µε αυτό. Από τα εδάφη που διεκδικούσε από τους γείτονές της, η Αρμενία διατηρεί µόνο την ορεινή περιοχή του Ζανγκεζούρ, απ’ όπου οι πρόσφυγες της Ανατολίας, υπό τη διοίκηση των αρχηγών φενταΐ, όπως ο Αντρανίκ ή ο Νετς, είχαν εκδιώξει συστηματικά τους μουσουλμάνους χωρικούς στα 1918-1919.