Τρίτη 13 Φεβρουαρίου 2024

Σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ δικαστών και ΜΚΟ: το ΕΔΑΔ θεσπίζει τελικά διαδικασία εκδίκασης

 


 

Μπορεί να φαίνεται προφανές. Ωστόσο, χρειάστηκαν τέσσερα χρόνια και έντονες συζητήσεις για να συμφωνήσει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να θεσπίσει διαδικασία προσφυγής των δικαστών του σε περίπτωση σύγκρουσης συμφερόντων. Τελικά το έκανε στις 22 Ιανουαρίου 2024.


Αυτή η απαραίτητη τροποποίηση στους Κανόνες του Δικαστηρίου ακολούθησε αμέσως μετά τη δημοσίευση δύο εκθέσεων από το ECLJ.

Η πρώτη έκθεση με τίτλο ΜΚΟ και οι Δικαστές του ΕΔΑΔ, που δημοσιεύθηκε το 2020, κέρδισε την παγκόσμια προσοχή και εξέθεσε το ECLJ σε πολλαπλά αντίποινα. Αποκάλυψε ότι τουλάχιστον είκοσι δύο από τους εκατό μόνιμους δικαστές του ΕΔΑΔ προέρχονται από επτά ΜΚΟ ενεργές στο ΕΔΑΔ και έχουν αποφανθεί σε περισσότερες από 100 υποθέσεις που έχουν ασκηθεί από δικές τους ΜΚΟ θέτοντας τους εαυτούς τους σε σαφή σύγκρουση συμφερόντων. Αυτή η έκθεση προκάλεσε ένα ιδιαίτερο σκάνδαλο καθώς αποκάλυψε ότι μεταξύ αυτών των ΜΚΟ, η Ανοιχτή Κοινωνία του George Soros είναι ιδιαίτερα διακεκριμένη με τουλάχιστον δώδεκα δικαστές που προέρχονται από το δίκτυό της. Επιπρόσθετα, χρηματοδοτεί τις άλλες έξι ΜΚΟ από τις οποίες προέρχονται οι υπόλοιποι δέκα δικαστές. 

Τρία χρόνια αργότερα, το ECLJ διερεύνησε περαιτέρω τις εσωτερικές δυσλειτουργίες του ΕΔΑΔ σε μία νέα έκθεση με τίτλο Η αμεροληψία του ΕΔΑΔ – προβλήματα και συστάσεις. Όπως υποδηλώνει το όνομα, περιλαμβάνει μία σειρά από συστάσεις που απευθύνονται στα κράτη και το Δικαστήριο για την ενίσχυση της αμεροληψίας του. Κυρίαρχη μεταξύ αυτών των συστάσεων είναι η υιοθέτηση μίας διαδικασίας απαλλαγής. Αυτό επιτεύχθηκε τελικά στο Άρθρο 28 του Κανονισμού του Δικαστηρίου, με τίτλο τώρα «Αδυναμία εκδίκασης και απαλλαγή».

Το Δικαστήριο υιοθέτησε επίσης ένα τετρασέλιδο «Πρακτικές Οδηγίες» για την απαλλαγή των δικαστών, που προσαρτάται στον Κανονισμό του, όπου περιγράφεται η διαδικασία απαλλαγής. Με αυτόν τον τρόπο, έχει ενσωματώσει δύο επιπλέον συστάσεις από το ECLJ. Η μία στοχεύει στο να επιτρέψει στους αιτούντες να γνωρίζουν εκ των προτέρων την ταυτότητα των δικαστών που πιθανόν να αποφασίσουν την υπόθεσή τους. Η άλλη διευκρινίζει ρητά την πιθανότητα να ζητηθεί η επανάληψη της υπόθεσης μετά από απόφαση περί απαραδέκτου. Μία τέτοια δυνατότητα είναι απαραίτητη, ειδικά εάν ο αιτών ανακαλύψει ότιο δικαστής που εξέδωσε την απόφαση βρισκόταν σε σύγκρουση συμφερόντων. Αυτά είναι τεχνικές, αλλά σημαντικές βελτιώσεις στη λειτουργία του Δικαστηρίου.

Η υιοθέτηση αυτών των εσωτερικών μεταρρυθμίσεων είναι το αποκορύφωμα μιας μακράς διαδικασίας που συνοδεύει τη δημοσίευση των εκθέσεων του ECLJ και ξεκίνησε κυρίως με την υποβολή αναφοράς με 60,000 υπογράφοντες στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης. Χάρη στην πρωτοβουλία μας, πολλά κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης ζήτησαν και πέτυχαν τη σύσταση μιας διακυβερνητικής επιτροπής εμπειρογνωμόνων, επιφορτισμένοι με τη σύνταξη έκθεσης σχετικά με τρόπους ενίσχυσης της ανεξαρτησίας και της αμεροληψίας των δικαστών. [1] Ο Grégor Puppinck συμμετείχε σε αυτή την ομάδα ειδικών.

Είναι αυτή η διπλή πίεση, που ασκήθηκε μέσω της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης και των Κυβερνήσεων, που έπεισαν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο να εγκρίνει αυτές τις μεταρρυθμίσεις. Η πρόκληση για το σύστημα του ΕΔΑΔ ήταν να αντιμετωπίσει αυτό το σημαντικό ζήτημα σύγκρουσης συμφερόντων χωρίς να αναγνωρίσει δημόσια την ύπαρξή του, ώστε να μην υπονομευτεί η αξιοπιστία του Δικαστηρίου.

Η υιοθέτηση αυτής της διαδικασίας απαλλαγής τον Ιανουάριο 2024 είναι η πιο ουσιαστική αλλαγή που επιτεύχθηκε μέσω των εκθέσεων του ECLJ. Τα προηγούμενα χρόνια, δύο άλλες μεταρρυθμίσεις είχαν επίσης υιοθετηθεί από το ΕΔΑΔ, οι οποίες ακολούθησαν και αυτές τις συστάσεις μας.

Στις 2 Σεπτεμβρίου 2021, το Δικαστήριο ενέκρινε νέο «Ψήφισμα για τη Δικαστική Δεοντολογία», ενισχύοντας τις ηθικές υποχρεώσεις των δικαστών, ιδιαίτερα τις υποχρεώσεις ακεραιότητας, ανεξαρτησίας και αμεροληψίας. Απηχώντας την έκθεση του ECLJ, αυτό το ψήφισμα απαιτεί από τους δικαστές να είναι ανεξάρτητοι από οποιοδήποτε ίδρυμα, συμπεριλαμβανομένου  οποιουδήποτε «ιδιωτικού φορέα» που αναφέρεται σε ΜΚΟ και άλλα ιδρύματα. Όσον αφορά την αμεροληψία, το κείμενο προσθέτει ρητά ότι «οι Δικαστές δεν μπορούν να εμπλέκονται στην εξέταση υπόθεσης στην οποία έχουν προσωπικό ενδιαφέρον», ενισχύοντας έτσι την πρόληψη συγκρούσεων συμφερόντων.

Στις 20 Μαρτίου 2023, μία άλλη απάντηση δόθηκε από το ΕΔΑΔ στις εκθέσεις του ECLJ μέσω της δημοσίευσης «Πρακτικών Οδηγιών» για παρεμβάσεις τρίτων. Αυτό αποσκοπεί στην ενίσχυση της διαφάνειας στις ενέργειες των ΜΚΟ στο Δικαστήριο. Το ECLJ είχε αποκαλύψει ότι οι ΜΚΟ λειτουργούν συχνά συγκεκαλλυμένα, τόσο ως αιτούντες όσο και ως παρεμβαίνοντες στην ίδια υπόθεση, αποκρύπτοντας τους δεσμούς τους με τα μέρη ή τους δικαστές.

Το ECLJ σημειώνει με ικανοποίηση αυτές τις εσωτερικές μεταρρυθμίσεις στο ΕΔΑΔ και είναι ικανοποιημένο που το έργο του συνηγορίας αποδίδει καρπούς. Το ECLJ τονίζει ότι η πρόθεσή του σε αυτό το έργο συνηγορίας ήταν πάντα να υπηρετεί την δικαιοσύνη και , ως εκ τούτου, την εύρυθμη λειτουργία του Δικαστηρίου.

Το ECLJ θα συνεχίσει την αξιολόγησή του για τη λειτουργία του ΕΔΑΔ.

Από αυτή την άποψη, το ECLJ συνιστά το Δικαστήριο να συνεχίσει τις εσωτερικές του μεταρρυθμίσεις, κυρίως απαιτώντας από τους δικαστές να δημοσιεύουν δήλωση συμφερόντων. Προτρέπει το Δικαστήριο να διασφαλίσει τη διαφάνεια στο μητρώο του και την αμεροληψία των μελών του. Αυτό περιλαμβάνει τη δημοσίευση του καταλόγου των μελών του, ακολουθώντας την καλή πρακτική του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ή του Διαμερικανικού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Το ECLJ επίσης συνιστά στα κράτη να μην προτείνουν πλέον ακτιβιστές από ΜΚΟ ως δικαστές στο ΕΔΑΔ αλλά μόνο δικαστές με μεγάλη δικαστική εμπειρία. Συμβουλέυει επίσης την εφαρμογή κριτηρίων επιλογής για τον διορισμό «ad hoc» δικαστών, π.χ. αναπληρωτών.

Πέρα από αυτές τις θεσμικές πτυχές, το ECLJ θα συνεχίσει να συνεργάζεται με το Δικαστήριο για να διασφαλίσει ότι η νομολογία του τηρεί μια δίκαιη ερμηνεία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των συμφερόντων των λαών.

 

[1] “CCDH, Mandate of the Drafting Group on Issues Concerning Judges of the European Court of Human Rights, CCDH (2022) R96 Addendum 3, 11/07/2022.”

Από τον Grégor Puppinck

European Centre for Law & Justice (ECLJ), 

eclj