Σάββατο 12 Φεβρουαρίου 2022

Καποδίστριας και Εκκλησία

 

Τὰ θέ­μα­τα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας ἦ­ταν στὴν ἄ­με­ση προ­τε­ραι­ό­τη­τα τοῦ Κα­πο­δί­στρι­α καὶ πράγ­μα­τι προ­χώ­ρη­σε στὴν ἐ­νί­σχυ­ση καὶ ἀ­νά­πτυ­ξη τοῦ Πνευ­μα­τι­κοῦ καὶ Κοι­νω­νι­κοῦ ἔρ­γου τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας.

 

 

Ὅ­πως ἀ­να­φέ­ρει ὁ Νι­κό­λα­ος Δρα­γού­μης: «Καὶ ταῦ­τα μὲν ἠ­ξί­ου πόρ­ρω­θεν, ἐν­ταῦ­θα της, με­τὰ τρεῖς μό­νον ἡ­μέ­ρας ἀ­πὸ τῆς ἐγ­κα­θι­δρύ­σε­ως αὐ­τοῦ, ὠ­νό­μα­σεν Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κὴν Ἐ­πι­τρο­πὴν κα­θῆ­κον ἔ­χου­σαν νὰ με­λε­τή­σῃ τὰ τῆς κα­τα­στά­σε­ως τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ἥτις, «πολ­λὰ πα­θοῦ­σα», ὡς εἶ­πεν ἐν Ἄρ­γει, «ἕ­νε­κα τῶν μα­κρῶν τοῦ Ἔθνους συμ­φο­ρῶν, εἶ­χεν ἀ­νάγ­κην… τα­κτο­ποι­ή­σε­ως, βελ­τι­ώ­σε­ως τοῦ κλή­ρου, εὐ­νο­μί­ας, εὐ­τα­ξί­ας καὶ ἐ­παρ­κεί­ας τῶν ἀ­ναγ­καί­ων εἰς τοὺς λει­τουρ­γούς τοῦ Θε­οῦ, ἵνα σχο­λά­ζον­τες τῶν βι­ω­τι­κῶν με­ρι­μνῶν ἐ­να­σχο­λῶν­ται ἐ­πι­με­λέ­στε­ρον εἰς τὴν ὑ­πη­ρε­σί­αν τῶν Θεί­ων καὶ τὴν τῶν ψυ­χῶν παι­δα­γω­γί­αν καὶ προ­στα­σί­αν» καὶ γρά­φει πρὸς αὐ­τὴν «συ­νι­στῶ εἰς τὴν προ­σο­χὴν σας τὴν ἀ­κρι­βῆ φυ­λα­κὴν τῶν Ἀ­πο­στο­λι­κῶν Κα­νό­νων καὶ Δι­α­τά­ξε­ων πε­ρὶ τὰ συ­νοι­κέ­σι­α καὶ δι­α­ζύ­γι­α, δι­ό­τι ἡ πε­ρὶ ταῦ­τα εὐ­χέ­ρει­α κα­θυ­βρί­ζει τοὺς Θεί­ους νό­μους, κα­πη­λεύ­ει τὸ μέ­γα Μυ­στή­ρι­ον τοῦ Γά­μου καὶ δι­α­λύ­ου­σα τὸν ἰ­σχυ­ρό­τε­ρον δε­σμὸν τῆς κοι­νω­νί­ας ἀ­φήνει εἰς τὸ μέ­σον αὐ­τῆς ἀ­προ­στά­τευ­τα μέ­λη, ἐ­πι­ζή­μι­α πολ­λά­κις διὰ­ τὴν ἐκ τῆς κα­κῆς ἀ­γω­γῆς μο­χθη­ρί­αν». Ἔτ­σι συγ­κρό­τη­σε τὸ 1828 εἰ­δι­κὴ Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κὴ ἐ­πι­τρο­πὴ ἀ­πο­τε­λού­με­νη ἀ­πὸ πέν­τε Ἀρ­χι­ε­ρεῖς μὲ σκο­πὸ τὴ με­λέ­τη τῆς θρη­σκευ­τι­κῆς κα­τά­στα­σης στὴν Ἑλ­λά­δα.

Ἀ­γω­νί­στη­κε γι­ὰ τὴν ὀρ­γά­νω­ση τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας καὶ τὴ μόρ­φω­ση τοῦ Κλή­ρου καὶ πί­στευ­ε στὴν ἀ­ξι­ο­ποί­η­ση τῆς Μο­να­στη­ρι­α­κῆς καὶ Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῆς πε­ρι­ου­σί­ας, καὶ ὄ­χι στὴν ἁρ­πα­γή της. Ἡ πε­ρι­ου­σί­α αὐ­τὴ θὰ ἐ­ξα­σφά­λι­ζε τοὺς ἀ­πα­ραί­τη­τους πό­ρους γι­ὰ τὴν παι­δεί­α τῶν Ἑλ­λή­νων καὶ τὴ μι­σθο­δο­σί­α τοῦ Κλή­ρου.

Τὸ ὄ­νει­ρο τοῦ Κυ­βερ­νή­τη σὰν βα­θύ­τα­τα εὐ­σε­βὴς ποὺ ἦ­ταν, ἦ­ταν νὰ συ­στή­σει Ἀ­νω­τέ­ρα Θε­ο­λο­γι­κὴ Ἀ­κα­δη­μί­α, σύμ­φω­να μὲ τὰ πρό­τυ­πα τῶν Ρωσ­σι­κῶν Θε­ο­λο­γι­κῶν Ἀ­κα­δη­μι­ῶν. Γι᾿ αὐ­τὸ ἀ­μέ­σως με­τὰ τὴν ἐ­κλο­γή του ὡς Κυ­βερ­νή­της τῆς Ἑλ­λά­δας καὶ πρὶν ἀ­να­λά­βει τὰ κα­θή­κον­τά του, εἶ­χε ζη­τή­σει ἀ­πὸ τὸ λό­γι­ο κλη­ρι­κὸ καὶ δά­σκα­λο τοῦ Γέ­νους, Κων­σταν­τῖ­νο Οἰ­κο­νό­μο τῶν ἐ­ξ Οἰ­κο­νό­μων, ὁ ὁ­ποῖ­ος βρι­σκό­ταν τὴν ἐ­πο­χὴ ἐ­κεί­νη στὴν Πε­τρού­πο­λη τῆς Ρωσ­σί­ας, νὰ συν­τά­ξει «Σχέ­δι­ο Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῆς Ἀ­κα­δη­μί­ας». Ὁ σο­φὸς λό­γι­ος – κλη­ρι­κὸς πράγ­μα­τι συ­νέ­τα­ξε τὸ «Σχέ­δι­ο» τὸ ὁ­ποῖ­ο πα­ρέ­δω­σε στὸν Κυ­βερ­νή­τη τὴν 1η Ἰ­ου­λί­ου 1828. Ἐ­ξ αἰ­τί­ας ὅ­μως τῶν δυ­σκο­λι­ῶν καὶ κυ­ρί­ως τῆς ἔλ­λει­ψης χρη­μα­τι­κῶν πό­ρων, δὲν μπο­ροῦ­σε νὰ πραγ­μα­το­ποι­ή­σει ἀ­μέ­σως τὸ με­γα­λε­πή­βο­λο σχέ­δι­ό του.

Γι᾿ αὐ­τὸ πε­ρι­ο­ρί­σθη­κε στὴν ἵ­δρυ­ση τῆς Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῆς Σχο­λῆς στὸν Πό­ρο, ἡ ὁ­ποί­α ὑ­πῆρ­ξε ἕ­νας ση­μαν­τι­κὸς σταθ­μὸς στὴν Παι­δεί­α τοῦ Νε­ο­ελ­λη­νι­κοῦ κρά­τους. Ἀ­πο­φοί­τη­σαν δε­κά­δες νέ­οι οἱ ὁ­ποῖ­οι χει­ρο­το­νή­θη­καν κλη­ρι­κοὶ καὶ πρό­σφε­ραν πολ­λὰ στὸ Ἔ­θνος καὶ στὴν Ἐκ­κλη­σί­α.

Προ­σπά­θη­σε ν᾿ ἀ­πο­κα­τα­στα­θοῦν οἱ σχέ­σεις τῆς Ἑλ­λα­δι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μὲ τὸ Πα­τρι­αρ­χεῖ­ο. Θέ­λη­σε νὰ προ­χω­ρή­σει: «ἵνα γέ­νη­ται ἡ κα­νο­νι­κὴ ἀ­να­γνώ­ρι­σης τῆς ἐν Ἑλ­λά­δι Ἐκ­κλη­σί­ας». Εἶ­ναι ἀ­ξι­ο­ση­μεί­ω­το ὅ­τι οἱ ξέ­νες Δυ­νά­μεις ἐν­δι­α­φέ­ρον­ταν δι­α­κα­ῶς καὶ πα­ρα­κο­λου­θοῦ­σαν τὰ τε­κται­νό­με­να. Αὐ­τὸ τὸ ἀ­να­φέ­ρει καὶ ὁ Ὑ­πουρ­γὸς Ἐ­ξω­τε­ρι­κῶν Ἀ­να­στ. Λόν­τος στὸν Ἐ­πι­τε­τραμ­μέ­νο τῆς Ἑλ­λά­δος Πέ­τρο Δελ­λη­γι­άν­νη στὶς 6 Φε­βρου­α­ρί­ου 1850 (μὲ τὴν ἔ­ναρ­ξη τῶν προ­σπα­θει­ῶν γι­ὰ τὴ λύ­ση τοῦ Ἑλ­λα­δι­κοῦ Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κοῦ ζη­τή­μα­τος): «Αἱ κυ­βερ­νή­σεις τῆς Ἀγ­γλί­ας καὶ Γαλ­λί­ας ἐν­δι­α­φέ­ρον­ται οὐ­χὶ μι­κρὸν εἰς τὸ ζή­τη­μα τοῦ­το καὶ ἐ­πι­θυ­μοῦ­σι δι­ὰ πο­λι­τι­κοὺς λό­γους νὰ ἴ­δω­σι τὴν Ἑλ­λη­νι­κὴν Ἐκ­κλη­σί­αν ἐν­τε­λῶς ἀ­νε­ξάρ­τη­τον τοῦ ἐν Κω­σταν­τι­νου­πό­λει Πα­τρι­αρ­χεί­ου». Ὁ Κα­πο­δί­στρι­ας προ­σπα­θεῖ νὰ δώ­σει λύ­ση πρὶν προ­λά­βουν οἱ Ξέ­νες Δυ­νά­μεις νὰ ἐμ­πλα­κοῦν στὸ ζή­τη­μα «ἵνα μὴν πέ­σῃ ἡ ὑ­πό­θε­σις εἰς τῶν Φράγ­κων τὰς χεί­ρας καὶ τό­τε ἐ­χά­θη­μεν». Ὁ Κα­πο­δί­στρι­ας δι­ό­ρι­σε γι­ὰ τὴν δι­ευ­θέ­τη­ση τοῦ ζη­τή­μα­τος τὸν με­τέ­πει­τα Κυ­νου­ρί­ας Δι­ο­νύ­σι­ο, ἀλ­λὰ δυ­στυ­χῶς «Ἐ­νῶ ἀ­πῆλ­θεν οὗ­τος (ὁ Κυ­νου­ρί­ας) εἰς τὴν ἐ­παρ­χί­αν αὐ­τοῦ πρὸς ἑ­τοι­μα­σί­αν, με­τ᾿ ὀ­λί­γας ἡ­μέ­ρας συ­νέ­βη καὶ ἡ τοῦ Κυ­βερ­νή­του τε­λευ­τή».