Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2023

Επέτειος Αυτονομίας Βορείου Ηπείρου

 


Στις 17 Φεβρουαρίου 1914 ανακηρύχθηκε η αυτονομία της Βορείου Ηπείρου στο Αργυρόκαστρο. Εκατόν οκτώ χρόνια μετά, εορτάζουμε την Αυτόνομη Πολιτεία Βορείου Ηπείρου, η οποία αποτελεί προϊόν της μαχητικότητας του Ελληνισμού της περιοχής, που παλεύει για διατήρηση της ελληνικής του συνείδησης και για απελευθέρωση της ιδιαίτερης του πατρίδας από την Αλβανία.



Το αλβανικό κράτος είχε δημιουργηθεί από τα συντρίμμια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το 1912 και ήταν ένα τέχνασμα της Ιταλίας και της Αυστροουγγαρίας, ούτως ώστε να αυξήσουν την επιρροή τους στην περιοχή των Βαλκανίων. Οι Αλβανοί, παρά μερικών μικρών εξεγέρσεων, ουδέποτε προσπάθησαν να αποταχθούν από τον οθωμανικό ζυγό. Αντιθέτως, κατά τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο έλαβαν μέρος βοηθώντας τους Οθωμανούς εναντίον των κρατών που αντιπαλεύονταν σε αυτήν. Αντιλαμβανόμενοι τη διαφαινόμενη ήττα τους στον πόλεμο και βλέποντας ότι η Αυστροουγγαρία θα ευνοούσε ένα ανεξάρτητο αλβανικό κράτος, προχώρησαν στην ανακήρυξή του στις 28 Νοεμβρίου 1912. Ακολούθως, αναζήτησαν αναγνώριση από την Οθωμανική Αυτοκρατορία και τις Μεγάλες Δυνάμεις, κάτι που πραγματοποιήθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 1912 στη Πρεσβευτική Συνδιάσκεψη του Λονδίνου.


Ο Ελληνικός Στρατός απελευθέρωσε τα Ιωάννινα τον Μάρτιο του 1913, ενώ η Χειμάρρα ήταν υπό τον έλεγχο των Ελληνικών Δυνάμεων από τις 5 Νοεμβρίου 1912, εφόσον ο Χειμαριώτης αξιωματικός Σπύρος Σπυρομήλιος έκανε απόβαση χωρίς να αντικρύσει ιδιαίτερη αντίσταση. Το τέλος των Βαλκανικών Πολέμων είδε τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις να ελέγχουν απόλυτα ολόκληρη την Ήπειρο. Οι Μεγάλες Δυνάμεις όμως, δεν σεβάστηκαν το κεκτημένο του Ελληνικού Στρατού, αφού παραχώρησαν τη Βόρεια Ήπειρο στο νεοσύστατο αλβανικό κράτος, με το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας στις 17 Δεκεμβρίου 1913. Οι Άγιοι Σαράντα, το Δέλβινο, το Αργυρόκαστρο, η Χειμάρρα, η Κορυτσά και όλα τα ελληνικά εδάφη της Βορείου Ηπείρου χαρίστηκαν στο αλβανικό πριγκιπάτο.


Παρότι αρχικά η Ελλάδα δεν αποδέχτηκε το γεγονός, οι Μεγάλες Δυνάμεις απέστειλαν υπόμνημα στο Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών ότι αν δεν αποχωρούσε ο στρατός, δεν θα αναγνώριζαν την ελληνική κυριαρχία επί των νησιών του Αιγαίου. Έτσι, η Ελλάδα έκανε πίσω και αποδέχτηκε την παραχώρηση της Βορείου Ηπείρου. Στις 10 Ιανουαρίου συνεκλήθη Πανηπειρωτικό Συνέδριο για τις 30 Ιανουαρίου, από τον Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως, Βασίλειο, που εκτελούσε καθήκοντα Προέδρου της Επιτροπής Εθνικής Αμύνης Αργυροκάστρου, Τεπελενίου. Στο συνέδριο αναγνωρίστηκε η αδυναμία εξεύρεσης ειρηνικής λύσης και λήφθηκε η απόφαση διεξαγωγής ένοπλου αγώνα με σκοπό την ανεξαρτησία. Την «Οργανωτική επιτροπή» θα αποτελούσαν οι Μητροπολίτες Δρυϊνουπόλεως, Βασίλειος, Βέλλας και Κονίτσης, Σπυρίδωνας και Κορυτσάς, Γερμανός, έως ότου συμπληρωθεί από πολίτες. Ο Βορειοηπειρώτης πολιτικός, Γεώργιος Χριστάκης Ζωγράφος, ανέλαβε Πρόεδρος της Προσωρινής Αυτονομιακής Κυβέρνησης της Βορείου Ηπείρου στις 14 Φεβρουαρίου.


Στις 17 Φεβρουαρίου 1914 πραγματοποιήθηκε με πανηγυρικό τρόπο η ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Αυτόνομης Πολιτείας της Βορείου Ηπείρου από την Αλβανία. Άντρες, γυναίκες, γέροντες και παιδιά ήταν έτοιμοι να υπερασπιστούν μετά του αίματός τους την εθνική τους υπερηφάνεια. Χιλιάδες ένοπλοι και βαθύτατα συγκινημένοι πολίτες υπέστειλαν την Ελληνική Σημαία και υψώθηκε στον ουρανό του Αργυροκάστρου η σημαία της Αυτόνομου Πολιτείας.


«Χάριν της υπέρτατης Εθνικής ανάγκης κατεβιβάσθης, ω θείον όνειρον, ημών τε και των πατέρων μας γαλανόλευκη μας, εθνική μας Σημαία. Αλλά αντί Σου δεν ανυψώνομεν ξένην αλλά την θυγατέρα σου, Ηπειρωτικήν προωρισμένην να κατησχίση κατά της αλβανικής ημισελήνου!» ήταν τα λόγια που είπε δακρυσμένος ο Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως.


Τους μήνες που ακολούθησαν διεξήχθησαν σκληρές μάχες σε πόλεις και χωριά της Βορείου Ηπείρου, μεταξύ του στρατού των Βορειοηπειρωτών και των Αλβανών που βρίσκονταν σε διαρκή οπισθοχώρηση. Με τον αυτονομιακό αγώνα, οι Βορειοηπειρώτες πέτυχαν την υπογραφή του Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας, στις 17 Μαΐου 1914, το οποίο παραχωρούσε πολλά προνόμια εκκλησιαστικά, διοικητικά, σχολικά και γλωσσικά στον Ελληνισμό της Βορείου Ηπείρου. Το πρωτόκολλο αποδέχθηκε άνευ όρων η Αλβανία και έτσι η Ελλάδα απέκτησε τον πρώτο διεθνή τίτλο επί της Βορείου Ηπείρου. Παρόλα αυτά, το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας δεν εφαρμόστηκε ποτέ στην πράξη και 108 χρόνια μετά ο Ελληνισμός της Βορείου Ηπείρου παραμένει υπόδουλος στο βαθύ κράτος της Αλβανίας, που τους στερεί βασικά δικαιώματα. Ο Ελληνικός Στρατός απελευθέρωσε την Βόρεια Ήπειρο τρείς φορές από ξένα δεσμά, ενώ διεξήχθη και ο αυτονομιακός αγώνας.


Η πραγματική λύτρωση όμως εκείνων των ανθρώπων που έδωσαν την ζωή τους για να προστατέψουν τη Βόρεια Ήπειρο δεν επήλθε ποτέ στα 108 χρόνια που πέρασαν από την ανακήρυξη της αυτονομίας της. Η 17η Φεβρουαρίου 1914 αποτελεί ιστορικό σημείο καμπής για την έκβαση του Βορειοηπειρωτικού Ζητήματος. Οι Βορειοηπειρώτες από τότε, διεκδίκησαν πολλές φορές διαχρονικά την απελευθέρωση και δεν υποχώρησαν ποτέ από τις θέσεις. Ωστόσο, οι μικροκομματικές σκοπιμότητες των εκάστοτε κυβερνήσεων, ο διχασμός και η έλλειψη εθνικού σθένους βοήθησαν στη διαιώνιση του προβλήματος και την υλοποίηση των σχεδίων των Μεγάλων Δυνάμεων, που χάραξαν, ανάλογα με τα προσωπικά τους συμφέροντα, τη μοίρα της αιμορροούσας Βορείου Ηπείρου.


Εμείς, ως Έλληνες της Κύπρου, κατανοούμε πλήρως τα προβλήματα του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού. Κατανοούμε επακριβώς τι σημαίνει να είσαι μακριά από την αγκαλιά της Μάνας Ελλάδας και παρόλα αυτά να συνεχίζεις να την αγαπάς. Δηλώνουμε ότι θα σταθούμε έμπρακτα δίπλα στα αδέλφια μας με όποιο τρόπο χρειαστεί. Το Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα δεν έχει λήξει και ο Ελληνισμός δεν έχει πει την τελευταία του λέξη. Μπορεί οι Αλβανοί να προσπαθούν συνεχώς να αφελληνίσουν τη περιοχή με απαλλοτριώσεις περιουσιών και κοινωνικές διακρίσεις, αλλά ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός έχει μάθει να υπομένει. Οι εκάστοτε ελλαδικές κυβερνήσεις έχουν πει διάφορα παχιά λόγια για το ζήτημα περί «γεφυρών φιλίας» μεταξύ της Ελλάδας και της μειονότητας, αλλά από λόγια έχει χορτάσει ο λαός. Επί της ουσίας όμως, δεν έχει πραγματοποιηθεί καμία ενέργεια στήριξης της μειονότητας που παλεύει μόνη της απέναντι στο βαθύ κράτος της Αλβανίας.


«Από τη Λευκωσία ως την Κορυτσά, Έλληνες παλεύουνε για τη Λευτεριά.»

ΠΕΟΦ