Ἀπὸ
τὶς 22 Ἰανουαρίου καὶ κάθε βράδυ στὶς ἐννέα καὶ εἴκοσι ἀκριβῶς, τὸ βαρὺ
πυροβολικὸ τῶν ἀντιπάλων ἄρχιζε βολὴ ἐναντίον τοῦ τάγματος. Ὁ
ἐκνευρισμὸς καὶ οἱ ἀπώλειες ἦταν πολλές. Οἱ τολμηροὶ ἀνιχνευτὲς δὲν
μποροῦσαν νὰ ἐντοπίσουν τὰ ἐχθρικὰ πυροβόλα, προφανῶς γιατί κάθε βράδυ
οἱ ἀντίπαλοι τὰ μετακινοῦσαν. Ἡ κατάσταση ἦταν πιεστική. Ἕνα βράδυ τοῦ
Φεβρουαρίου ἀκουστήκανε πάλι τὰ ἐχθρικὰ κανόνια.
«Παναγιά
μου, βοήθησέ μας, σῶσε μας», φώναξε ἐντελῶς αὐθόρμητα ὁ ταγματάρχης
Πετράκης. Ἀμέσως στὸ βάθος πρόβαλε ἕνα φωτεινὸ σύννεφο καὶ σιγὰ-σιγὰ
δημιουργήθηκε κάτι σὰν φωτοστέφανο καὶ ἐμφανίστηκε ἡ μορφὴ τῆς Παναγίας,
ἡ ὁποία ἄρχισε νὰ γέρνει πρὸς τὴ γῆ καὶ....
στάθηκε σὲ ἕνα φαράγγι. Ὅλοι στὸ τάγμα μόλις εἶδαν τὸ θαῦμα, ρίγησαν.«Θαῦμα!»,
φώναξαν καὶ ἔκαναν τὸν σταυρό τους. Ἀμέσως στάλθηκε μήνυμα στὴν
ἑλληνικὴ πυροβολαρχία, τὰ ἑλληνικὰ κανόνια βρόντηξαν καὶ λίγο μετὰ τὰ
ἀντίπαλα σίγησαν. Οἱ ὀβίδες τῶν Ἑλλήνων εἶχαν πετύχει τὸν ἀπόλυτο στόχο.
«Ἡ
πίστη κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ πολέμου, τὸ σίγουρο εἶναι ὅτι βοηθάει τὸν
δοκιμαζόμενο στρατιώτη. Καὶ ἡ εἰκόνα τῆς προστάτιδας τοῦ φέρνει ἐλπίδα
καὶ αἰσιοδοξία. … οἱ Ἀρτινοὶ στὸ μέτωπο μπροστὰ στὴν εἰκόνα τῆς Παναγιᾶς
δὲν φοβόνταν οὔτε ὅλμους, οὔτε τὶς ἐχθρικὲς σφαῖρες…».
Ὁ
ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης ζωγράφισε πάνω στὸ καπάκι ἑνὸς κιβωτίου
ρέγγας τὴν Παναγία τῆς Νίκης, ἡ ὁποία ἀπέκτησε τὴ φήμη ὅτι εἶναι
θαυματουργή.
«Σὲ
ἔξαλλη θρησκευτικὴ ἔκσταση ἀπαιτοῦσαν (ενν. οἱ Ἕλληνες στρατιῶτες ἀπὸ
τὴν Ἄρτα) ἡ θαυματουργὴ εἰκόνα νὰ μείνει ἕνα βράδυ τουλάχιστον στὴν
κατασκήνωσή τους. Ἄκουγες φωνὲς ἀπὸ παντοῦ. Ὅλοι οἱ στρατιῶτες φώναζαν:
«Ἡ Παρθένα, ἡ Παρθένα. Νὰ τὴν ἀφήσετε μία βραδιά». Ἐκείνη τὴν ὥρα βάρεσε
συναγερμός […] πέσαμε μπρούμυτα σύμφωνα μὲ τὶς διαταγὲς ποὺ εἴχαμε.
Κανένας Ἀρτινὸς δὲν ἔκανε τὸ ἴδιο. «Βρὲ συνάδελφε», μοῦ εἶπε ἕνας,
«βαστᾶς τὴν Παρθένα καὶ φοβᾶσαι;».
Χαρακτηριστικὸ
εἶναι, ἐπίσης, τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ ταυτότητες τῶν στρατιωτῶν ἔφεραν,
δίπλα ἀκριβῶς ἀπὸ τὰ στοιχεῖα τους, μία εἰκόνα τῆς Παναγίας. Καὶ λίγο
πρὶν ἀπo τὴν ἐπίθεση ἔκαναν τὸν σταυρό τους, ἀναφωνοῦσαν τρεῖς φορὲς
«Παναγία μου!» καὶ ὕστερα ξεκινοῦσαν.
Μετὰ τὸ τέλος τοῦ Β’ Παγκοσμίου πολέμου, ἀναγνωρίστηκε ἡ σπουδαιότητα τῶν θαυματουργῶν ἐπεμβάσεων τῆς Παναγίας.
Γιὰ
τὸν λόγο αὐτό, ἡ γιορτὴ τῆς Ἁγίας Σκέπης, ποὺ εἶχε καθιερωθεῖ ἀπὸ τὸ
626, ὅταν μὲ τὴ θαυματουργή της ἐπέμβαση ἔσωσε τὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ
τοὺς Ἀβάρους, νὰ γιορτάζεται πρὸς τιμὴν τῆς Παναγίας τὴν 1η Ὀκτωβρίου,
μεταφέρθηκε ἀπὸ τὸ 1952 στὶς 28 Ὀκτωβρίου γιὰ νὰ θυμοῦνται ὅλοι τὴ
θαυματουργὴ βοήθειά της στὴ δυσκολοτερη, ἴσως, περίοδο τοῦ ἑλληνικοῦ
ἔθνους.