Τρίτη 7 Ιουνίου 2022

Η Καταστροφή της Φώκαιας. Ιούνιος 1914

 

«Ουρλιαχτά ακούγονται, αλαλιασμένοι άνθρωποι φεύγουν τρέχοντας με τα ρούχα σκισμένα και το πρόσωπο ματωμένο, ενώ οι πληγωμένοι σέρνονται στο κατώφλι. Όσοι επιτιθέμενοι είχαν μπει με τη βία στα σπίτια βγαίνουν με τις αγκαλιές φορτωμένες μπόγους που τους στοιβάζουν βιαστικά σε μεγάλα κοφίνια πάνω στα ζώα τους. […] Το πλήθος ορμάει προς τις προκυμαίες αναζητώντας με το βλέμμα πλεούμενα για να φύγει. Όλα σχεδόν τα πλεούμενα έχουν εξαφανιστεί από την προηγούμενη. Φωνές φρίκης απαντούν στους πυροβολισμούς. Εγκαταλείπω την ιδέα να περιγράψω όλες τις σκηνές που διαδραματίζονται μπροστά μας». Φελίξ Σαρτιώ

 

Έλληνες προσπαθούν να φύγουν με βάρκες

 

Ιούνιος 1914. Ο Γάλλος αρχαιολόγος Φελίξ Σαρτιώ πραγματοποιούσε ανασκαφές στη Μικρά Ασία. Ήταν μάρτυρας και κατάφερε να φωτογραφίσει ένα βίαιο πογκρόμ που είχε ως αποτέλεσμα την εκδίωξη του ελληνικού πληθυσμού από τη Φώκαια, κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή.

Η Σφαγή της Φώκαιας τον Ιούνιο του 1914 ήταν μέρος των ανθελληνικών διώξεων που είχαν εξαπολύσει οι οθωμανικές αρχές κατά την πρώτη φάση της Γενοκτονίας κατά των ελληνικών πληθυσμών. Διαπράχθηκε από άτακτες τουρκικές ομάδες κατά της πόλης της Φώκαιας στα ανατολικά παράλια του Αιγαίου, πόλη που κατοικούνταν από ακμαίο ελληνικό στοιχείο. Η σφαγή υπήρξε τμήμα ενός ευρύτερου σχεδίου που στόχευε στη Γενοκτονία των Ελλήνων που διαβιούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Υπήρξε από τις πιο βίαιες επιθέσεις που διαπράχθηκαν το καλοκαίρι του 1914.

 

Στον Μικρό Γυαλό το σώμα νεαρής γυναίκας που πνίγηκε μέσα στον πανικό της. Στο βάθος διακρίνονται οι έφιπποι Τσέτες να μπαίνουν στην πόλη από τη βόρεια πλευρά, Σάββατο 13 Ιουνίου 1914

 

Ιστορικό

Η Οθωμανική Αυτοκρατορία μετά την ήττα στους Βαλκανικούς Πολέμους απώλεσε τα ευρωπαϊκά της εδάφη εκτός από την Ανατολική Θράκη, ενώ οι διπλωματικές και πολιτικές εντάσεις με την Ελλάδα κορυφώθηκαν ως προς τον έλεγχο των νησιών του βορειοανατολικού Αιγαίου που ήδη έλεγχαν οι ελληνικές δυνάμεις από τους Βαλκανικούς πολέμους. Τον Φεβρουάριο του 1914 οι Μεγάλες Δυνάμεις επιδίκασαν το σύνολο των νησιών στην Ελλάδα, κάτι που προκάλεσε δυσφορία και αντιδράσεις στην οθωμανική κυβέρνηση. Ο Ελληνισμός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας βρέθηκε στο στόχαστρο του Νεότουρκων: ανθελληνικό μένος στον τουρκικό Τύπο, επιβολή υποχρεωτικής θητείας στον οθωμανικό στρατό, περιορισμό της λειτουργίας των ελληνικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, καθώς και μέτρα οικονομικού χαρακτήρα και μποϊκοτάρισμα των ελληνικών επιχειρήσεων.

Οι νεο-τουρκικές αρχές εξαπέλυσαν πολιτική εθνοκάθαρσης από την άνοιξη του 1914. Οι ελληνικές κοινότητες των ανατολικών παραλίων του Αιγαίου και της Ανατολικής Θράκης στοχοποιήθηκαν και υπέστησαν οικονομικό πόλεμο, απειλές, επιθέσεις από ένοπλες άτακτες ομάδες και σφαγές. Ορισμένες κοινότητες διασώθηκαν από βέβαιη εξολόθρευση επειδή πρόλαβαν να προσχωρήσουν στο Ισλάμ. Στην περιοχή του βιλαετίου του Αϊδινίου, στα μικρασιατικά παράλια του Αιγαίου, είχαν επιστρατευτεί συνολικά 8.000-10.000 ένοπλοι άτακτοι μουσουλμάνοι για αυτό τον λόγο. Σύμφωνα με εκθέσεις του Δανού προξένου στη Σμύρνη, Αλφρέδου Φαν ντε Ζεε, αυτές οι ομάδες υποστηρίζονταν οικονομικά από το οθωμανικό κράτος.

 

 

Χρονικό της Σφαγής

Στις αρχές του Ιουνίου 1914 άτακτες τούρκικες ομάδες λεηλατούσαν οικισμούς νότια της Μαινεμένης και προκαλούσαν με αποτέλεσμα τη φυγή των εκεί ελληνικών πληθυσμών από την περιοχή αυτή. Στις 11 του ίδιου μήνα είχαν συσσωρεύσει πολλοί Έλληνες πρόσφυγες στη Φώκαια. Εκείνη την εποχή η Φώκαια, παραλιακή πόλη βόρεια της Σμύρνης, αριθμούσε περίπου 9.000 κατοίκους, κατά κύριο λόγο Έλληνες.

Στις 12 Ιουνίου άτακτες ομάδες εξαπέλυσαν ένοπλη επίθεση κατά της ίδιας της Φώκαιας. Η επίθεση ήταν καλά οργανωμένη και εκδηλώθηκε ταυτόχρονα από τρεις πλευρές. Οι ένοπλες ομάδες εισέβαλαν σε πολλά σπίτια και πυροβολούσαν αδιακρίτως όσους εύρισκαν, ανεξαρτήτως φίλου και ηλικίας. Επίσης σημειώθηκαν και πολλοί βιασμοί. Ο Γερμανός πρεσβευτής Χανς και ο Αμερικανός πρόξενος Χένρυ Μόγκενάου ανέφεραν ότι περίπου 50 άτομα δολοφονήθηκαν, αναφορές από Έλληνες διασωθέντες μιλούν για 100 νεκρούς. Τα σώματα των σφαγιασθέντων πετάχθηκαν σε ένα πηγάδι στην περιοχή, μεταξύ αυτών υπήρξαν ιερείς, ηλικιωμένοι και παιδιά. Οικίες και καταστήματα τα οποία πρόλαβαν να εγκαταλείψουν οι πανικόβλητοι ιδιοκτήτες τους υπέστησαν συστηματική λεηλασία.

Το μέγεθος της λεηλασίας που σημειώθηκε ήταν τόσο εκτεταμένο που ακόμη και ένοπλες ομάδες που δεν συμμετείχαν στις σφαγές και στην καταστροφή έσπευσαν να αρπάξουν μέρος της λείας. Όσοι άμαχοι διασώθηκαν διέφυγαν προς το λιμάνι και προσπαθούσαν να επιβιβαστούν σε κάποια βάρκα. Εξαιτίας του γενικευμένου χάους σημειώθηκαν και πνιγμοί.

Στις 25 Ιουνίου ο Δανός πρόξενος στη Σμύρνη, δήλωσε:

Μέσα σε ένα τέταρτο της ώρας μετά την επίθεση όλα τα πλεούμενα ήταν γεμάτα ανθρώπους στην προσπάθειά τους να διαφύγουν, και όταν πλέον δεν υπήρχε άλλο μέσο όσοι απέμειναν συγκεντρώθηκαν στη μικρή χερσόνησο που βρισκόταν ο φάρος. Είδα έντεκα νεκρά σώματα ανδρών και γυναικών που κείτονταν στην ακτή. Πόσοι ακριβώς ήταν οι νεκροί δεν μπορώ να υπολογίσω, αλλά στην προσπάθειά μου να εισέλθω σε ένα σπίτι που η είσοδός του ήταν ανοικτή είδα δύο επιπλέον νεκρούς στην είσοδό του. Όλα τα καταστήματα είχαν λεηλατηθεί και τα προϊόντα που δεν μπορούσαν να κλαπούν καταστράφηκαν.

Σημαντική είναι η μαρτυρία του Φέλιξ Σαρτιώ, που βρισκόταν στην Φώκαια ως μέλος της γαλλικής αρχαιολογικής αποστολής και ήταν αυτόπτης μάρτυρας στις σφαγές. Ο τελευταίος κατέγραψε με αναφορές και φωτογραφίες τα αποτρόπαια γεγονότα πριν και κατά τη διάρκεια των σφαγών. Η γαλλική αρχαιολογική αποστολή πήρε δραστικά μέτρα για να βοηθήσει τον πληθυσμό που επέζησε και κατάφερε να διασώσει εκατοντάδες αμάχους. Οι Γάλλοι ύψωσαν τη γαλλική σημαία στις οικίες τους και πρόσφεραν καταφύγιο όπου ήταν δυνατόν, ενώ οι ένοπλες ομάδες συνέχιζαν να βιαιοπραγούν. Σύμφωνα με τον Γάλλο αρχαιολόγο και αυτόπτη μάρτυρα, Κάρολο Μανσιέ, οι οθωμανικές αρχές έστειλαν τακτικό στράτευμα, δήθεν να περιορίσουν τη συνεχιζόμενη εγκληματική δράση των ατάκτων ομάδων, όμως τελικά ακόμη και αυτοί συμμετείχαν στην καταστροφή της πόλης. Ο Μανσιέ σημειώνει ότι μόλις βγήκαν από τις οικίες τους, διαπίστωσαν ότι είχαν διαπραχθεί οι πλέον αποτρόπαιες πράξεις που μπορούσε ποτέ να φανταστεί. Επίσης σημειώνει ότι στις 17 Ιουνίου εστάλη οθωμανικό στράτευμα από τη Σμύρνη, αλλά ακόμη και αυτό συμμετείχε στις λεηλασίες, ενώ οι δολοφονίες και οι κλοπές συνεχίστηκαν μέχρις τις 18 Ιουνίου.

Επίσης, ο Μανσιέ σημειώνει ότι οι βιαιοπραγίες ήταν μέρος οργανωμένου σχεδίου εξόντωσης ολόκληρου του χριστιανικού πληθυσμού της περιοχής. Παρατήρησε ότι τα κλοπιμαία φορτώθηκαν σε καμήλες και φυγαδεύτηκαν εκτός της Φώκαιας.

Ο Γερμανός δημοσιογράφος, Χάρρυ Στούρμερ, τοπικός ανταποκριτής, που συνήθως ήταν συμπαθής προς τις τούρκικες αρχές, παρατήρησε τα “φλέγοντα ερείπια” της Φώκαιας. Υπήρξαν επίσης περιπτώσεις που σε κρεοπωλεία μουσουλμάνων επιδεικνύονταν ακρωτηριασμένα μέλη των νεκρών της Φώκαιας με την ένδειξη “χριστιανικό κρέας”.

Διάσωση

Οι οθωμανικές αρχές προσπάθησαν να συγκαλύψουν το έγκλημα. Όμως, έπειτα από δύο ημέρες ένα γαλλικό ατμόπλοιο έφτασε στη Σμύρνη και διέδωσε την είδηση της σφαγής, καθώς το πλήρωμά του είχε διασώσει περίπου 700 επιζώντες και τους μετέφερε στη γειτονική Λέσβο. Τελικά οι ελληνικές διασωστικές αρχές κατάφεραν να διασώσουν τους εναπομείναντες 5.000-6.000 κατοίκους με την αποστολή πλοίων από τα νησιά του Αιγαίου. Σύμφωνα με τον Μανσιέ η σφαγή συνεχίστηκε μέχρι και τις 18 Ιουνίου όταν πια δεν υπήρχαν καθόλου Έλληνες κάτοικοι στη Φώκαια, η οποία μετατράπηκε πλέον σε πόλη-φάντασμα.

Απόηχος

Τα αποτρόπαια γεγονότα στη Φώκαια προκάλεσαν την έντονη συμπάθεια από διάφορες ευρωπαϊκές χώρες προς τα θύματα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον εκδηλώθηκε από τη Γαλλία. Οι κάτοικοι της Μασσαλίας, η οποία ιστορικά ιδρύθηκε ως αρχαία ελληνική αποικία της Φώκαιας, κατά το 600 π.Χ., συγκέντρωσαν 60.000 γαλλικά φράγκα για τις ανάγκες των προσφύγων.

Η μαρτυρία

Το ημερολόγιο γράφει Παρασκευή 12 Ιουνίου 1914.

Είναι 10 το πρωί και ο Γάλλος αρχαιολόγος και μηχανικός Φελίξ Σαρτιό (Félix Sartiaux) συμπληρώνει το ημερολόγιο ανασκαφής. Με άδεια της γαλλικής κυβέρνησης από το 1913 έκανε έρευνες στην Παλαιά Φώκαια της Μικράς Ασίας αναζητώντας την αρχαία μητρόπολη της Μασσαλίας, αποικία των Φωκαέων Μικρασιατών. Κάθεται δίπλα στο παράθυρό του χωρίς να γνωρίζει ότι αργότερα θα γίνει μάρτυρας ενός μεγάλου πογκρόμ κατά των Ελλήνων, του πρώτου που οργανώθηκε και εκτελέστηκε από τους Νεότουρκους.

 

Félix Sartiaux

 

Για χρόνια η σφαγή της Φώκαιας θα μείνει στο περιθώριo της Ιστορίας, επισκιασμένη από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Παρά τη μαρτυρία του Φελίξ Σαρτιό, παρά τις φωτογραφίες που τράβηξε (πλέον είναι «διάσημη» εκείνη με τους τσέτες φορτωμένους λάφυρα), παρά τις αναφορές που έστειλε στην Ευρώπη, το «έρχονται» που φώναζαν οι Έλληνες εκείνη τη μοιραία μέρα ήταν μια… υποσημείωση.

«Λεηλατούν, πυρπολούν, σκοτώνουν ψυχρά, χωρίς μίσος, κατά μια έννοια μεθοδικά. Επικεφαλής τους είναι δύο άτομα που πολλοί γνωρίζουν στην περιοχή ως ενεργά μέλη της τοπικής Επιτροπής “Ένωσις και Πρόοδος”. Εφαρμόζουν πρόγραμμα που τους έχουν σχεδιάσει στο όνομα των ανώτερων συμφερόντων της Αυτοκρατορίας και της θρησκείας. Η λεηλασία, οι προσωπικές εκδικήσεις, ο βιασμός είναι ο μισθός τους», περιγράφει ο αρχαιολόγος. Μαζί με τους συνεργάτες του κατάφερε να φυγαδεύσει χιλιάδες Φωκαείς που κινδύνευαν να λιντσαριστούν. Απέτυχε, όμως, να ευαισθητοποιήσει την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη.

Οι Γάλλοι έκρυψαν τα γυναικόπαιδα, τους ζήτησαν να ράψουν τρίχρωμα πανιά σκίζοντας γαλλικές σημαίες και σεντόνια και έβγαλαν τις σημαίες στα μπαλκόνια σαν ασπίδα. Την ίδια ώρα έφιπποι τσέτες με φιτίλια βουτηγμένα στο πετρέλαιο έκαιγαν σπίτια.

«Τι έγινε στα λαβυρινθώδη σοκάκια, όπου είναι κρυμμένος ο όγκος του πληθυσμού; Τι φρικαλεότητες να έγιναν στη σκιά, μακριά από το επικριτικό μας βλέμμα;», αναρωτιέται ο Φελίξ Σαρτιό. Στο ημερολόγιό του περιγράφει την απελπισία, τον απόλυτο πανικό, ανθρώπους να πνίγονται στη θάλασσα, άλλους να τους πυροβολούν πισώπλατα, γυναίκες να ρίχνονται πάνω στους Γάλλους και να τους ικετεύουν να βρουν τον άντρα ή τον πατέρα τους, τις κόρες τους που τις βίασαν ή τις απήγαγαν.

Στις 7 το βράδυ η καταστροφή είχε ολοκληρωθεί. Μετά βίας 24 ώρες. Δεν μπορώ να μη συγκινούμαι όταν σκέφτομαι ότι η ζωή της παλιάς μητρόπολης της Μασσαλίας έσβησε ανάμεσα στις πτυχώσεις της σημαίας μας!

Ο Γάλλος αναγνωρίζει Τούρκους χωρικούς της περιοχής που έλαβαν εντολές για ν’ αποδώσουν δικαιοσύνη. Βλέπει ντουφέκια Μαρτίνι και βραχύκανα μουσκέτα πυροβολικού. Διαπιστώνει ότι εκτός από τους τέσσερις χωροφύλακες που προστάτευαν τη γαλλική αποστολή κανένας άλλος, μέλος της τριανταμελούς φρουράς ή αξιωματικός, δεν έκανε κάτι για να εμποδίσει φόνο ή λεηλασία.

«Όλη τη μέρα του Σαββάτου 13 Ιουνίου μέχρι τις 7 περίπου το βράδυ εκτυλίσσονται ταυτόχρονα οι σκηνές των δύο μεγάλων πράξεων του δράματος: η οικτρή έξοδος και η αναίσχυντη λεηλασία», γράφει ο Φελίξ Σαρτιό. Από τους περίπου 7.000 Έλληνες τις Φώκαιας με την πρώτη καραβιά έφυγαν περίπου 3.000 για τη Θεσσαλονίκη και με τη δεύτερη άλλοι 2.000 για τον Πειραιά. Πρόσφυγες από τα γύρω χωριά ενώθηκαν μαζί τους για να σώσουν τις ζωές τους. Ο ίδιος ο αρχαιολόγος τηλεγράφησε στη Σμύρνη ζητώντας και άλλα πλοία.

 

Καμένο σπίτι και κατάστημα στην ελληνική συνοικία της Παλαιάς Φώκαιας, Ιούνιος 1914

«Έφυγαν χωρίς το παραμικρό, αφού τους άρπαξαν ό,τι είχαν και δεν είχαν. Μαζί τους πήραν μονάχα ό,τι ρούχα φορούσαν πάνω τους, αφού από ορισμένους άρπαξαν ακόμα και τα παπούτσια. Στην προκυμαία, όπου τους επιβιβάζουμε στα πλεούμενα, τους ταλαιπωρούν και πάλι αρπάζοντας, οι άπληστοι, από τις γυναίκες δέματα με κουρέλια και υποβάλλοντας σε σωματική έρευνα άντρες, γυναίκες και παιδιά για να τους πάρουν τα πουγκιά τους και ό,τι μικροαντικείμενα μπορεί να έκρυβαν πάνω τους», περιέγραφε.

Κατά τον ίδιο, μέχρι και τον Ιούλιο του 1914 οπότε και έφυγε από την Ανατολή, ο αριθμός των εκδιωγμένων ανερχόταν περίπου σε 125.000 και τα κέρδη απ’ όλη την επιχείρηση σε 5 εκατομμύρια.

«Η σιωπή κράτησε πολύ. Είναι σημαντικό για την ιστορία, τη δικαιοσύνη, την ανθρωπότητα, για την ακεραιότητα της Γαλλίας στον κόσμο, είναι σημαντικό να ακουστεί η μαρτυρία μου», πίστευε ο Φελίξ Σαρτιό.

H μαρτυρία του, ωστόσο, μαζί με τα ντοκουμέντα ήρθαν και πάλι στο φως το 2005 χάρη στην έρευνα του Χάρη Γιακουμή. Ο ιστορικός φωτογραφίας ανακάλυψε στο Παρίσι το φωτογραφικό αρχείο και τα κείμενα του Γάλλου αρχαιολόγου σχετικά με τα γεγονότα που ο χρόνος και η ιστορία οδήγησαν στη λήθη. Το 2008 εκδόθηκε το δίγλωσσο λεύκωμα με τίτλο Φώκαια 1913-1920. Η μαρτυρία του Φελίξ Σαρτιώ (εκδότης: Ριζάρειο Ίδρυμα), ενώ το 2014 προβλήθηκε για πρώτη φορά το ντοκιμαντέρ Γεγονότα στη Φώκαια 1914 των Ανιές Σκλάβου και Στέλιου Τατάκη.

 

 

Ο Φελίξ Σαρτιώ (1876-1944) ήταν Γάλλος μηχανικός, απόφοιτος της Πολυτεχνικής Σχολής και διευθυντής εκμετάλλευσης στους Σιδηροδρόμους του Βορρά, ενδιαφερόταν και για την αρχαιολογία και κατέγραψε με την πένα του αλλά και με τη φωτογραφική του μηχανή όχι μόνο τα αρχαία της πόλης αλλά και τη σφαγή των κατοίκων της και την καταστροφή που προκλήθηκε στην πόλη. Σε αυτόν χρωστάμε πάρα πολλά για τη διάσωση της μνήμης των Ελλήνων της Φώκαιας και του εγκλήματος που διέπραξαν τα «τάγματα εφόδου» των Νεότουρκων εναντίον τους.

Οι περιγραφές και οι φωτογραφίες – ντοκουμέντα είναι από το χαμένο επί 90 (!) χρόνια αρχείο του. Μέσα από την περιγραφή των σφαγών στη Φώκαια διακρίνεται η μεθόδευση, τα χαρακτηριστικά αυτού που ονομάσθηκε δικαίως, αργότερα, σαν γενοκτονία και περιλαμβάνει την περίοδο 1913 – 1922/1923.

«…Αφού είχα μείνει στην Παλαιά Φώκαια τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο του 1913, εγκαταστάθηκα ξανά εκεί στις 26 Μαΐου του 1914… Ειρηνική κι ευτυχισμένη ανθούσε η ζωή… Έλληνες και Τούρκοι Οθωμανοί συνεννοούνταν άριστα… καμιά πρόκληση καμμία κακοποίηση… Στις 12 Ιουνίου 1914 (ν. η.) στις 10 το πρωί, ενώ συμπλήρωνα, καθισμένος στο παράθυρό μου, το ημερολόγιο ανασκαφής, ακούω φωνές. Βλέπω στην αμμουδιά ανθρώπους να τρέχουν ποταμηδόν προς τα καΐκια που ήταν δεμένα στο λιμάνι και να σηκώνουν πανιά… Ξαφνικά εκδηλώνεται τρομερός πανικός. Μια λέξη κυκλοφόρησε από στόμα σε στόμα: «ΕΡΧΟΝΤΑΙ»! Φωνές και ξέφρενη φυγή. Οι άνθρωποι τρέχουν να κρυφτούν μέσα στα σπίτια και κλειδαμπαρώνονται. Λίγες στιγμές μετά ο δρόμος είναι έρημος… Δέχομαι τότε την επίσκεψη ενός προκρίτου της πόλης, ανθρώπου από τους πιο αξιοσέβαστους και τους πιο αγαπητούς στη μικρή μας παροικία. Έρχεται να μου αποκαλύψει πόσο σοβαρή είναι η κατάσταση. Δύο Τούρκοι αγγελιοφόροι είχαν φτάσει στη Φώκαια την Τετάρτη 10 Ιουνίου, στις τέσσερις το απόγευμα, ο διοικητής της χωροφυλακής της Μαινεμένης και ένας παλιός μουφτής (μουσουλμάνος ιερέας) της Φώκαιας. Έγινε σύσκεψη στου μουλαζίμη (αξιωματικός της αστυνομίας), στην οποία συμμετείχαν ο καϊμακάμης (Κυβερνήτης της περιοχής), οι μουδίρηδες (διευθυντές) του δημόσιου χρέους και της Ρεζί, του μονοπωλίου καπνού, ο επί κεφαλής του δήμου, οι μουχτάρηδες (κοινοτάρχες) και οι βασικοί μουσουλμάνοι προεστοί. Το μυστικό το μαρτύρησαν δύο Τούρκοι, που μου αποκαλύπτει τα ονόματά τους: Όλοι αυτοί είχαν συγκεντρωθεί, του είπαν, προκειμένου να αποφασίσουν τι επιμέρους μέτρα θα πάρουν για να εφαρμόσουν τις διαταγές, τις οποίες είχε σχεδιάσει τρεις βδομάδες πριν η Αυτού Εξοχότης ο Ραχμί μπέης, ο γενικός κυβερνήτης στο βιλαέτι, περιοδεύοντας στις πόλεις και τα χωριά της περιφέρειάς του. Από όπου πέρασε, χύθηκε αίμα, ή όπου νάναι θα χυθεί, και οι φλόγες θα υψωθούν… Στις 11 του μηνός, τα γύρω ελληνικά χωριά, το Γκερένκιοϊ, τα Σουβουτζούκια, το Βαγαράσι, η Βάρη, έχει σχεδιαστεί να δεχτούν επίθεση. Η Νέα Φώκαια, μικρή πόλη των 7.500 κατοίκων εκ των οποίων 6.500 Έλληνες, σε απόσταση 3,5 ωρών προς βορρά της Παλαιάς, θα δεχόταν επίθεση τη νύχτα μεταξύ 11ης και 12ης Ιουνίου. Καταλαβαίνω πλέον ότι η πομπή των άμοιρων εκτοπισμένων που είχα δει την προηγούμενη είναι απλώς το αποτέλεσμα της εφαρμογής ενός πολύ ευρύτερου προγράμματος, το οποίο είχε εκτελεστεί πιστά την καθορισμένη ημερομηνία.

Κάποιοι πρόσφυγες από τη Νέα Φώκαια, που έκοψαν μέσα από το βουνό και καταφθάνουν σιγά-σιγά, επιβεβαιώνουν ότι και εκεί η επίθεση έγινε την καθορισμένη ώρα. Είμαστε απομονωμένοι και γύρω μας επικρατεί παντού η καταστροφή και ο θάνατος… Η πόλη μένει ανυπεράσπιστη. Τα μπουλούκια θα ξεχυθούν όπου νάναι από τους γύρω λόφους. Ενόσω ένα απόσπασμα θα προσπαθεί να σταματήσει μερικούς, οι άλλοι θα μπουν στα σπίτια και θα σφάξουν τα γυναικόπαιδα. Δεν πρόκειται για κίνημα εξέγερσης ή για τοπικό ξέσπασμα θρησκευτικού φανατισμού, αλλά για εκτέλεση διαταγών που έδωσε η Κυβέρνηση… Έξω, στην τόσο καθάρια συνήθως και τόσο γαλήνια νύχτα, αντηχεί ο ορυμαγδός του τρόμου και της σφαγής… Ουρλιαχτά ακούγονται, αλαλιασμένα πλάσματα φεύγουν τρέχοντας, με τα ρούχα σκισμένα και το πρόσωπο ματωμένο, ενώ οι πληγωμένοι σέρνονται στο κατώφλι…

Επικρατεί τέτοιος πανικός που μια γυναίκα πνίγεται μπροστά στα μάτια μας, σε ένα σημείο της ακτής όπου το νερό δεν ξεπερνάει τους 60 πόντους νερό… Σύντομα καταφέρνω να ελέγξω τη συγκίνησή μου και παρατηρώ αυτούς που μας επιτίθενται. Πολλοί με πλησιάζουν και μου απλώνουν το χέρι. Αναγνωρίζω μερικούς… Είναι όλοι τους χωρικοί από τα γύρω τούρκικα χωριά, το Ουλουμπουνάρ, το Κοζμπεαλί, το Ισικκιεβέ, το Γενίκιοϊ… Δεν είναι ούτε έποικοι από τη Μακεδονία ούτε επαγγελματίες ληστές, είναι ο συνήθως τόσο πράος, ειρηνικός και τίμιος πληθυσμός, με ηρεμία και γλύκα παροιμιώδη… Είναι προφανές πως δεν ενεργούν αυτοβούλως. Μας το λένε οι ίδιοι: «Λάβαμε διαταγές και τις εκτελούμε, άλλωστε αυτό είναι το δίκαιο». Λεηλατούν, πυρπολούν, σκοτώνουν ψυχρά, χωρίς μίσος, κατά μία έννοια μεθοδικά».

 

 

«Μια γυναίκα, μας την κουβάλησαν ετοιμοθάνατη: την είχαν βιάσει δεκαεπτά Τούρκοι… Μας βεβαιώνουν ότι οι άθλιοι πήραν μαζί τους στα βουνά πολλές νεαρές κόρες, αφού πρώτα σκότωσαν μπροστά στα μάτια τους τη μάννα και τον πατέρα τους. Καθώς έγραψε ο συνεργάτης μου ο Μανσιέ, εδώ έχουμε όλα τα χαρακτηριστικά μιας δήωσης πόλεως, όπως διεξαγόταν στους πιο βάρβαρους καιρούς: κλοπές, λεηλασία, πυρπόληση, θάνατοι, βιασμοί… Δεν αποκαλύπτουμε σε μια μητέρα ότι τα δύο μωρά της σκοτώθηκαν… Στα σπίτια που εκκενώθηκαν (περίπου 1.200 ανήκουν στους εκδιωχθέντες) οι άρπαγες συνεχίζουν το έργο τους. Ο βασικός στόχος είναι να αρπάξουν πρώτα από όλα χρήματα και κοσμήματα. Αργότερα , όταν η πόλη θα έχει πια ερημωθεί, θα έχουν άφθονο χρόνο να τα ιδιοποιηθούν… Το πρώτιστο είναι να μη φύγουν μαζί με τους φυγάδες τα μετρητά και τα πολύτιμα αντικείμενα. Τέτοιες εντολές έχουν δοθεί και εκτελούνται μεθοδικά… Τις αρχειοθήκες όμως, τους πάγκους, τα έπιπλα που χρειάζονται για να ξαναρχίσει το εμπόριο τα σεβάστηκαν. Και στην περίπτωση αυτή έχουν δοθεί οδηγίες. Η μέθοδος είναι εντυπωσιακή: Τα σπίτια πρέπει να ξανακατοικηθούν, σύμφωνα με τη δεύτερη πράξη του όλου προγράμματος. Ό,τι δεν μεταφέρεται, αλλά και τα αγαθά, πρέπει να μοιραστούν κανονικά στους Τούρκους εποίκους, που σύντομα θα καταφθάσουν από την Ευρώπη, αλλά και στους εκτελεστές μα και στους σχεδιαστές της όλης επιχείρησης… Στις εκκλησίες στόχος των βανδαλισμών ήταν τα μισητά λειτουργικά σκεύη και οι εικόνες και το θρησκευτικό μίσος ικανοποιήθηκε εν μέρει… Στις επτά το βράδυ όλα έχουν τελειώσει… Η επιχείρηση κράτησε μετά βίας είκοσι τέσσερις ώρες… Ούτε καν ένας Τούρκος πληγωμένος. Όλα έγιναν αριστοτεχνικά. Οι νέοι αυτοί βάρβαροι δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από τους προγόνους τους, τις οθωμανικές ορδές, που ρήμαζαν κατά τον Μεσαίωνα τις ακτές και τα νησιά… Ξαφνικά διακρίνω ένα πλεούμενο να μπαίνει στο λιμάνι: Στρατός έχει σταλεί από την Σμύρνη… Είχαμε λοιπόν δίκιο χτες που αποφασίσαμε να μην προβάλουμε την παραμικρή αντίσταση: Θα μας είχαν σφάξει όλους. Η πόλη (7.000 Έλληνες) έχει αδειάσει… δεν υπάρχει πια ούτε ένας Έλληνας Οθωμανός υπήκοος στη Φώκαια…».

 

Ανοικτά της Φώκαιας. Ηλικιωμένοι Φωκιανοί πρόσφυγες πάνω σε πλοίο με προορισμό τη Μυτιλήνη, 18 Ιουνίου 1914

 

«Κομμένα ανθρώπινα μέλη κρέμονταν στις προθήκες των χασάπικων με την επιγραφή: «χριστιανικό κρέας». Νέα κορίτσια βιάζονταν, άλλα κλέβονταν, ειδεχθείς πράξεις εκδίκησης γίνονταν με τέτοια κτηνωδία για την οποία μόνο φυλές αγρίων είναι ικανές… Φωτιές ανάβουν σε μερικά σημεία από το πετρέλαιο που είχαν στις δημοτικές πυροσβεστικές αντλίες. Σπίτια, με τον κόσμο κλειδωμένο μέσα, λαμπάδιαζαν. Το πανικόβλητο πλήθος με ξεσκισμένα ρούχα και ματωμένο πρόσωπο τρέχει προς την παραλία. Μαζεύουμε μέσα από το δρόμο ένα νεογέννητο, του οποίου δεν μπορούμε να βρούμε τη μητέρα, και το εμπιστευόμαστε σε μια γυναίκα που θηλάζει το μικρό της… Ο δημοτικός γιατρός παίρνει μέρος στη λεηλασία… Το δράμα διάρκεσε 24 ώρες κατά τις οποίες διαδραματίστηκαν οι δύο μεγάλες πράξεις του, η σπαραξικάρδια έξοδος και η αναίσχυντη λεηλασία… Σε 15 ημέρες ο κύριος όγκος δουλειάς έχει τελειώσει. Σε πολλές κοινότητες και περιοχές, όπως στις δύο Φώκαιες, δεν υπάρχει πια ούτε ένας Έλληνας… Ένα είναι βέβαιο, πως υπάρχουν εκπληκτικές αναλογίες μεταξύ των μεθόδων που ακολούθησαν οι Νεότουρκοι στην αρχαία γη της Ιωνίας, και των μεθόδων που η γερμανική Kultur εφάρμοσε στη χώρα μας στη Δύση… Ο Chukri μπέης, Οθωμανός αντιπρόσωπος της επιτροπής Ερεύνης το 1914 μου έλεγε με την υποκρισία που είναι κοινό γνώρισμα της ψυχολογίας των Τούρκων κυβερνώντων και της γερμανικής ψυχολογίας: «Τα βίαια περιστατικά που σημειώθηκαν στη Φώκαια είναι μια κηλίδα στην ιστορία των πρόσφατων γεγονότων στην Τουρκία»… Ο Ταλαάτ και ο Εμβέρ ξεπέρασαν τους προγόνους τους σε κυνισμό και κτηνωδία. Είναι άξιοι κληρονόμοι τους, είναι εχθροί της ανθρωπότητας… Μόλις έκλεισαν τρεις χιλιάδες χρόνια Ιστορίας… Δεν υπάρχεις πια, αγαπημένη ψυχή της αρχαίας αυτής πόλης, μητέρα της ωραίας μας Προβηγκίας, πρόγονε του λαμπρού ελληνισμού της Δύσης…».

  • Αρχική φωτογραφία: Σε πρώτο πλάνο ένας έφιππος σεργιανίζει περήφανος με δύο ομπρέλες. Πίσω του, Έλληνες κάτοικοι της Παλαιάς Φώκαιας έχουν συγκεντρωθεί…και κάνουν απεγνωσμένα νοήματα στα πλοιάρια για να προσεγγίσουν.
  • Όλες οι φωτογραφίες είναι του Φελίξ Σαρτιώ.
  •  
  •  Πηγή: https://www.catisart.gr/felix-sartio-o-gallos-archaiologos-poy-efere-sto-fos-tin-katastrofi-tis-fokaias/