Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2022

Η Οσία Παρασκευή η Επιβατηνή και τα Βαλκάνια
















Εἶ­ναι γνω­στό ὅ­τι ὁ κά­θε Ἅ­γιος ἀ­νή­κει σ᾿ ὁ­λό­κλη­ρη τήν τοῦ Χρι­στοῦ Ἐκ­κλη­σί­α, ἀ­νε­ξάρ­τη­τα ἀ­πό τόν τό­πο πού γεν­νή­θη­κε ἤ καί δρα­στη­ρι­ο­ποι­ή­θη­κε. Μπο­ρεῖ ἕ­νας Ἅ­γιος νά μήν εἶ­ναι καί τό­σο γνω­στός κά­που. Αὐ­τό δέν ση­μαί­νει ὅ­τι δέν εὐ­λο­γεῖ καί δέν προ­στα­τεύ­ει τούς πι­στούς ἐ­κεί­νου τοῦ τό­που. Πολ­λές φο­ρές ἐμ­φα­νί­ζε­ται καί κά­νει θαύ­μα­τα ἐ­κεῖ, ἀ­πο­κα­λύ­πτον­τας στοι­χεῖ­α ἀ­πό τή ζω­ή του γιά τήν πνευ­μα­τι­κή ἐ­νί­σχυ­ση τοῦ εὑρύ­τε­ρου κοι­νοῦ. Εἶ­ναι ὅ­μως πο­λύ πιό αἰ­σθη­τή ἡ πα­ρου­σί­α τοῦ Ἁ­γί­ου στά μέ­ρη πού εὐ­λο­γή­θη­καν ἀ­πό τό πέ­ρα­σμά του ἐν ζω­ῇ ἤ ἀ­πό τό πέ­ρα­σμα τῶν Λει­ψά­νων του, με­τά τήν κοί­μη­ση Αὐ­τοῦ.  Μί­α τέ­τοι­α πε­ρί­πτω­ση εἶ­ναι τῆς Ὁ­σί­ας Πα­ρα­σκευ­ῆς τῆς Ἐ­πι­βα­τη­νῆς. Ἀ­πό τόν Βί­ο της βλέ­που­με ὅ­τι ὅ­ταν ζοῦ­σε δι­έ­σχι­σε τήν χρι­στι­α­νι­κή γῆ ἀ­πό τήν Ἀ­να­το­λι­κή Θρά­κη μέ­χρι τούς Ἁ­γί­ους Τό­πους, καί με­τά τόν θά­να­το εὐ­λό­γη­σε τά Βαλ­κά­νια διά μέ­σου τῶν Λει­ψά­νων Αὐ­τῆς. Γι᾿ αὐ­τό, θε­ω­ρῶ ὅ­τι μπο­ρεῖ εὐ­στό­χως νά ὀ­νο­μα­στῆ «Ὁ­σί­α Πα­ρα­σκευ­ή τῶν Βαλ­κα­νί­ων».


Ἡ Ὁ­σί­α Πα­ρα­σκευ­ή ἡ Ἐ­πι­βα­τη­νή (14 Ὀ­κτω­βρί­ου) γεν­νή­θη­κε στούς Ἐ­πι­βά­τες Ἀ­να­το­λι­κῆς Θρά­κης (ση­με­ρι­νή Selimpasa), πε­ρί­που 40 χλμ. δυ­τι­κά τῆς Κων­σταν­τι­νου­πό­λε­ως, στήν θά­λασ­σα τοῦ Μαρ­μα­ρᾶ. Γνω­ρί­ζου­με ἀ­κό­μα δύ­ο ὀ­νό­μα­τα ἀ­πό τήν οἰ­κο­γέ­νειά της. Ὁ πα­τέ­ρας της λε­γό­ταν Νι­κή­τας. Ὁ ἀ­δελ­φός της Εὐ­θύ­μιος ἔ­γι­νε Ἐπί­σκο­πος Μα­δύ­του. Γιά τήν χρο­νο­λο­γί­α γεν­νή­σε­ως οἱ ἀ­πό­ψεις δι­α­φέ­ρουν. Το­πο­θε­τεῖ­ται ἀ­πό τίς ἀρ­χές τοῦ 10ου αἰ­ῶ­νος μέ­χρι τό πρῶ­το μι­σό τοῦ 12ου αἰ­ῶ­νος.

Ἡ Ὁ­σί­α με­γά­λω­σε «ἐν παι­δεί­ᾳ καί νου­θε­σί­ᾳ Κυ­ρί­ου». Στήν ἡ­λι­κί­α 10 χρο­νῶν μί­α Εὐ­αγ­γε­λι­κή πε­ρι­κο­πή (Μᾶρ­κος 8,34) πού ἄ­κου­σε στήν Ἐκ­κλη­σί­α, τήν κά­νει νά προ­σφέ­ρη συ­στη­μα­τι­κά ἐ­λε­η­μο­σύ­νη στούς πτω­χούς, πρᾶγ­μα πού θά τῆς γί­νη βα­σι­κό χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό γνώ­ρι­σμα, ἄν καί γι᾿ αὐ­τό ἔ­πρε­πε νά ἀν­τι­με­τω­πί­ζη τίς ἀ­πα­γο­ρεύ­σεις τῆς μη­τέ­ρας της.

Ὁ πό­θος γιά ἀ­σκη­τι­κή ζω­ή τήν κά­νει νά ἐγ­κα­τα­λεί­ψη κρυ­φά τό σπί­τι καί νά ξε­κι­νή­ση μί­α μα­κρινή πε­ρι­ο­δεί­α. Ἐ­πι­σκέ­πτε­ται τήν Κων­σταν­τι­νού­πο­λη ὅ­που προ­σκυ­νεῖ τά πολ­λά Λεί­ψα­να πού φυ­λάσ­σον­ταν στούς να­ούς της καί συμ­βου­λεύ­ε­ται τούς πιό γνω­στούς Γε­ρον­τάδες. Με­τά, πη­γαί­νει στήν Χαλ­κη­δό­να (ση­με­ρι­νή Kadikoy) γιά νά προ­σκυ­νή­ση τά Λεί­ψα­να τῆς Ἁ­γί­ας Με­γα­λο­μάρ­τυ­ρος Εὐ­φη­μί­ας. Ἑ­πό­με­νη στά­ση εἶ­ναι ἡ Ἡ­ρά­κλεια τοῦ Πόν­του (ση­με­ρι­νή Eregni) ὅ­που ἡ Ὁ­σί­α θά ὑ­πη­ρε­τή­ση γιά πέν­τε χρό­νια σ᾿ ἕ­να να­ό τῆς Πα­να­γί­ας μέ κά­θε εἴ­δους ἀ­σκή­σεις. Ἀ­πό δῶ φεύ­γει στήν Ἱ­ε­ρου­σα­λήμ καί ἀ­φοῦ προ­σκυ­νεῖ ὅ­λα τά προ­σκυ­νή­μα­τα τῆς Ἱ­ε­ρᾶς Πό­λης ἐγ­κα­θί­στα­ται σ᾿ ἕ­να γυ­ναι­κεῖ­ο Μο­να­στή­ρι στήν ἔ­ρη­μο τοῦ Ἰ­ορ­δά­νου. Με­τά ἀ­πό ἕ­να χρο­νι­κό δι­ά­στη­μα, ἕ­νας ἄγ­γε­λος Κυ­ρί­ου τήν ἀ­ναγ­γέλ­λει νά γυ­ρί­ση στήν πα­τρί­δα της ὅ­που θά ἔ­φευ­γε στήν αἰ­ώ­νια ζω­ή, στόν ἀ­γα­πη­μέ­νο της Νυμ­φί­ο.

Στόν γυ­ρι­σμό ἐ­πι­σκέ­πτε­ται δεύ­τε­ρη φο­ρά τήν Κων­σταν­τι­νού­πο­λη καί με­τά ἐγ­κα­θί­στα­ται στήν Καλ­λι­κρά­τεια (ση­με­ρι­νή Mimar Sinan), μί­α κω­μό­πο­λη πού βρι­σκό­ταν μό­λις 17 χλμ. ἀ­πό τή γε­νέ­τει­ρά της, τούς Ἐ­πι­βά­τες. Ἀ­φοῦ ὑ­πη­ρε­τεῖ δύ­ο χρό­νια στό να­ό τῶν 12 Ἀ­πο­στό­λων, ἀ­να­παύ­ε­ται στήν ἡ­λι­κί­α 27 χρο­νῶν καί ἐν­τα­φι­ά­ζε­ται σάν ξέ­νη κον­τά στή θά­λασ­σα. Ὁ Θε­ός ὅ­μως ἤ­θε­λε νά δο­ξά­ση τήν πι­στή δού­λη Του. Με­τά ἀ­πό ἕ­να δι­ά­στη­μα ἐν­τα­φι­ά­στη­κε κον­τά της τό πτῶ­μα ἑ­νός ναύ­τη. Ἡ Ὁ­σί­α ἐμ­φα­νί­στη­κε στό ὄ­νει­ρο σέ δύ­ο εὐ­λα­βεῖς ἀν­θρώ­πους καί τούς προ­έ­τρε­πε νά ξε­χω­ρί­ζουν τά Λεί­ψα­νά της ἀ­πό τό πτῶ­μα τοῦ ἁ­μαρ­τω­λοῦ ναύ­τη. Μ᾿ αὐ­τό τόν τρό­πο ἔ­γι­νε γνω­στή ὅ­λη ἡ ζω­ή τῆς Ὁ­σί­ας. Τά Λεί­ψα­νά της με­τα­φέρ­θη­καν μέ πομ­πή στό να­ό τῆς Καλ­λικρά­τειας ὅ­που ξε­κί­νη­σαν νά κά­νουν πά­ρα πολ­λά θαύ­μα­τα.  

Ἀρ­γό­τε­ρα ὅ­μως οἱ ἱ­στο­ρι­κές συν­θῆ­κες ἔ­κα­ναν τά Λεί­ψα­να νά με­τα­φέ­ρον­ται σέ δι­ά­φο­ρα μέ­ρη. Κα­τό­πιν δι­α­πραγ­μα­τεύ­σε­ων τοῦ Τσά­ρου Ἰ­ω­άν­νου Ἀ­σᾶν ΙΙ, βρέ­θη­καν στό Τύρ­νο­βο τῆς Βουλ­γα­ρί­ας με­τα­ξύ πε­ρί­που 1230 καί 1393. Στή συ­νέ­χεια,  οἱ Τοῦρ­κοι θά εἶ­ναι ἡ αἰ­τί­α ἄλ­λων πε­ρι­ο­δει­ῶν τῶν Λει­ψά­νων. Γιά νά μήν πέ­σουν στά χέ­ρια τους, με­τα­φέρ­θη­καν γιά πέν­τε χρό­νια στή Βουλ­γα­ρι­κή πό­λη Βυ­δύ­νιο, κον­τά στόν πο­τα­μό Δού­να­βη. Ἡ ἑ­πό­με­νη πο­ρεί­α θά εἶ­ναι στό Βε­λι­γρά­δι τῆς Σερ­βί­ας, μέ­χρι τό 1521, καί με­τά στήν Κων­σταν­τι­νού­πο­λη γιά 120 χρό­νια. Ἐ­δῶ με­τα­φέρ­θη­καν σέ δι­ά­φο­ρους να­ούς: Παμ­μα­κά­ρι­στο, τοῦ Ἁ­γί­ου Δη­μη­τρί­ου Ξυ­λό­πορ­τας καί τε­λι­κά στό ση­με­ρι­νό Πα­τρι­αρ­χει­κό να­ό τοῦ Ἁ­γί­ου Γε­ωρ­γί­ου. Στόν τε­λευ­ταῖ­ο να­ό φυ­λάσ­σον­ται καί τώ­ρα τρί­α Λεί­ψα­να: Τῆς Ἁ­γί­ας Με­γα­λο­μάρ­τυ­ρος Εὐ­φη­μί­ας, τῆς Ἁ­γί­ας Σο­λο­μω­νῆς καί τῆς Ἁ­γί­ας Θε­ο­φα­νοῦς, πρώ­της συ­ζύ­γου τοῦ Αὐ­το­κρά­το­ρος Λέ­ον­τος ΣΤ’ τοῦ Σο­φοῦ.

Τό 1641, ἡ Ἱ­ε­ρά Σύ­νο­δος τοῦ Οἰ­κου­με­νι­κοῦ Πα­τρι­αρ­χεί­ου χά­ρι­σε τά Λεί­ψα­να τῆς Ὁ­σί­ας Πα­ρα­σκευ­ῆς στόν ἡ­γε­μό­να τῆς Μολ­δο­βλα­χί­ας, Βα­σί­λει­ο Λού­που, ὡς ἔν­δει­ξη εὐ­γνω­μο­σύ­νης γιά τήν ἐ­πα­νει­λημ­μέ­νη οἰ­κο­νο­μι­κή βο­ή­θειά του. Ἀ­πό τό­τε φυ­λάσ­σον­ται στό Ἰ­ά­σιο καί προ­στα­τεύ­ουν τό­σο τούς ὁ­μό­δο­ξους Ρου­μά­νους ὅ­σο καί ὅ­λους τούς προ­σκυ­νη­τές πού ἀ­να­τρέ­χουν στή χά­ρη Της. Ἡ προ­κή­ρυ­ξη τῆς Ἐ­πα­να­στά­σε­ως πού ἔ­κα­νε ὁ Ἀ­λέ­ξαν­δρος Ὑ­ψη­λάν­της στήν αὐ­λή τῆς Ἱ­ε­ρᾶς Μο­νῆς Τρι­ῶν Ἱ­ε­ραρ­χῶν τοῦ Ἰ­α­σί­ου στίς 23 Φε­βρου­α­ρί­ου 1821 ἔ­γι­νε με­τά τήν προ­σκύ­νη­ση στά Λεί­ψα­να τῆς Ὁ­σί­ας Πα­ρα­σκευ­ῆς πού φι­λο­ξε­νοῦν­ταν ἐ­κεῖ. 

Τό 1888 τά Λεί­ψα­να σώ­θη­καν μέ θαυ­μα­στό τρό­πο ἀ­πό μί­α με­γά­λη πυρ­κα­γιά. Με­τα­φέρ­θη­καν ἀ­μέ­σως στό και­νούρ­γιο Κα­θε­δρι­κό να­ό τοῦ Ἰ­α­σί­ου, τό με­γα­λύ­τε­ρο τῆς χώ­ρας. Μέ­χρι σή­με­ρα ἡ γι­ορ­τή τῆς Ὁ­σί­ας Πα­ρα­σκευ­ῆς ἀ­πο­τε­λεῖ τό πιό γνω­στό καί με­γά­λο πα­νη­γύ­ρι τῆς Ρου­μα­νί­ας. Εἰ­δι­κοί πού ἀ­σχο­λή­θη­καν μέ τό θέ­μα, δι­α­πί­στω­σαν ὅ­τι πρό­κει­ται γιά ἕ­να ἀ­πό τά με­γα­λύ­τε­ρα πα­νη­γύ­ρια τοῦ Ὀρ­θο­δό­ξου κό­σμου, ἔ­χον­τας ὑπ᾿ ὄ­ψη τόν ἀ­ριθ­μό τῶν προ­σκυ­νη­τῶν πού πᾶ­νε στό Ἰ­ά­σιο ἀ­πό ὅ­λη τή χώ­ρα καί ἀ­πό τό ἐ­ξω­τε­ρι­κό, κα­θώς καί τίς θρη­σκευ­τι­κές καί πο­λι­τι­στι­κές ἐκ­δη­λώ­σεις πού γί­νον­ται μέ τήν εὐ­και­ρί­α τοῦ πα­νη­γυ­ριοῦ. Εἶ­ναι γνω­στό ὅ­τι ἡ σει­ρά τῶν πι­στῶν πού ἐ­πι­θυ­μοῦν νά προ­σκυ­νή­σουν τά ἱ­ε­ρά Λεί­ψα­να ἐ­πε­κτεί­νε­ται καί 3-4 χλμ, καί ὅ­τι αὐ­τοί πε­ρι­μέ­νουν μέ ὑ­πο­μο­νή ἕ­ως καί 30 ὧ­ρες καί πα­ρα­πά­νω. Κα­τά τή διά­ρκεια τοῦ πα­νη­γυ­ριοῦ, ὅ­λη ἡ πό­λη ζων­τα­νεύ­ει μέ μο­να­δι­κό τρό­πο. Πέ­ρα ἀ­πό τήν προ­σπά­θεια τῆς Ἱ­ε­ρᾶς Μη­τρο­πό­λε­ως καί τῶν ἐ­νο­ρι­ῶν τῆς πό­λης νά ἐ­ξα­σφα­λί­σουν τίς πνευ­μα­τι­κές ἀλ­λά καί τίς ὑ­λι­κές ἀ­νάγ­κες τῶν προ­σκυ­νη­τῶν (χι­λιά­δες πα­κέ­τα μέ φα­γη­τό, ζε­στά τσά­για κ.τ.λ.), γί­νε­ται με­γά­λος ἀ­γῶ­νας καί ἐκ μέ­ρους πολ­λῶν ἄλ­λων φο­ρέ­ων πού βο­η­θᾶ­νε ὁ κα­θέ­νας μέ τόν δι­κό του τρό­πο. Ὁ Δῆ­μος Ἰ­α­σί­ου, ὁ Στρα­τός, ἡ Ἀ­στυ­νο­μί­α, τά Νο­σο­κο­μεῖ­α, ἡ Πυ­ρο­σβε­στι­κή βά­ζουν στή δι­ά­θε­ση τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας ἑ­κα­τον­τά­δες ὑ­παλ­λή­λους γιά νά πραγ­μα­το­ποι­η­θῆ μέ τίς κα­λύ­τε­ρες συν­θῆ­κες τό πέ­ρα­σμα τῶν 1,5 ἑ­κα­τομ­μυ­ρί­ων προ­σκυ­νη­τῶν πού βρί­σκουν τήν μό­νη αἰτία τῆς πα­ρου­σί­ας τους στό Ἰ­ά­σιο ἐ­κεῖ­νες τίς μέ­ρες τήν Ὁ­σί­α Πα­ρα­σκευ­ή πού εὐ­λα­βοῦν­ται πο­λύ βα­θειά.

Ἡ Ὁ­σί­α Πα­ρα­σκευ­ή καί ἡ Ἑλ­λά­δα

Γιά νά δι­α­τη­ρή­ση καί νά ἐμ­πλου­τί­ση τήν κοι­νή ἱ­στο­ρί­α καί τήν πνευ­μα­τι­κή κοι­νω­νί­α τῶν Βαλ­κα­νι­κῶν λα­ῶν, ἡ Ἱ­ε­ρά Μη­τρό­πο­λη Μολ­δα­βί­ας καί Μπου­κο­βί­νας μέ ἕ­δρα τό Ἰ­ά­σιο προ­σκα­λεῖ συ­στη­μα­τι­κά στό πα­νη­γύ­ρι τῆς Ὁ­σί­ας Πα­ρα­σκευ­ῆς ἐκ­προ­σώ­πους τῶν ὑ­πο­λοί­πων Ὀρ­θο­δό­ξων Βαλ­κα­νι­κῶν Ἐκ­κλη­σι­ῶν πού συ­σχε­τί­ζον­ται μέ τήν ἀ­να­φε­ρό­με­νη Ἁ­γία προ­στά­τι­δα.

Ἡ σχέ­ση με­τα­ξύ τῆς Ἑλ­λά­δας καί τῆς Ὁ­σί­ας Πα­ρα­σκευ­ῆς ἔ­χει ἕ­να ἰ­δι­αί­τε­ρο χα­ρα­κτή­ρα. Τά Λεί­ψα­νά της δέν πέ­ρα­σαν ἀ­πό δῶ, ἀλ­λά ἡ μνή­μη της εἶ­ναι πο­λύ ζων­τα­νή σέ δι­ά­φο­ρα Ἑλ­λη­νι­κά μέ­ρη. Πρό­κει­ται γιά τρεῖς ἐ­νο­ρί­ες πού τήν ἔ­χουν προ­στά­τι­δα. Μέ τήν Ἀν­ταλ­λα­γή τοῦ πλη­θυ­σμοῦ, οἱ πρό­σφυ­γες ἀ­πό τούς Ἐ­πι­βά­τες ἵ­δρυ­σαν ἕ­να και­νούρ­γιο χω­ριό κον­τά στή Θεσ­σα­λο­νί­κη, τούς Νέ­ους Ἐ­πι­βά­τες, ἐ­νῶ με­ρι­κοί ἐγ­κα­τα­στά­θη­καν στήν Πτο­λε­μα­ΐ­δα. Ἀ­πό τήν Καλ­λι­κρά­τεια ἵ­δρυ­σαν τή Νέ­α Καλ­λικρά­τεια στή Χαλ­κι­δι­κή. Σ᾿ αὐ­τά τά μέ­ρη ὑ­πάρ­χουν ἱ­ε­ρά Κει­μή­λια ἀ­πό τήν Ἀ­να­το­λι­κή Θρά­κη πού μαρ­τυ­ροῦν, μα­ζί μέ τούς λί­γους ἡ­λι­κι­ω­μέ­νους ἐ­πι­ζῶν­τες, γιά τή δό­ξα τοῦ πα­ρελ­θόν­τος.

Ἄλ­λο χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό στοι­χεῖ­ο εἶ­ναι ἡ με­τα­φο­ρά δι­α­φό­ρων Λει­ψά­νων ἀ­πό τήν Ἑλ­λά­δα στό Ἰ­ά­σιο μέ τήν εὐ­και­ρί­α τοῦ Πα­νη­γυ­ριοῦ τῆς Ὁ­σί­ας Πα­ρα­σκευ­ῆς. Ἀ­να­φέ­ρου­με ἐν­δει­κτι­κά: Τό 1996 –Λεί­ψα­να τοῦ Ἀ­πο­στό­λου Ἀν­δρέ­ου τοῦ Πρω­το­κλή­του ἀ­πό τήν Πά­τρα, τό 2000 –Λεί­ψα­να τοῦ Ἁ­γί­ου Με­γα­λο­μάρ­τυ­ρος Γε­ωρ­γί­ου ἀ­πό τή Λει­βα­διά, τό 2001 –ἡ Ἁ­γί­α Ζώ­νη τῆς Πα­να­γί­ας ἀ­πό τήν Ι.Μ. Κά­τω Ξε­νιά Βό­λου, τό 2003 –Λεί­ψα­να τοῦ Ἁ­γί­ου Με­γα­λο­μάρ­τυ­ρος Δη­μη­τρί­ου ἀ­πό τή Θεσ­σα­λο­νί­κη, τό 2005 –τε­μά­χιο τοῦ Τι­μί­ου Σταυ­ροῦ ἀ­πό τήν Πα­να­γί­α Σου­με­λᾶ, τό 2006 –Λεί­ψα­να τοῦ Ἁ­γί­ου Νε­κτα­ρί­ου ἀ­πό τήν Αἴ­γι­να, τό 2007 –Λεί­ψα­να τοῦ Ἁ­γί­ου Ἰ­ω­άν­νου τοῦ Χρυ­σο­στό­μου ἀ­πό τήν Ι.Μ. Βαρ­λα­άμ, Με­τέ­ω­ρα, τό 2008 –Λεί­ψα­να τοῦ Ἀ­πο­στό­λου Παύ­λου ἀ­πό τήν Ι.Μ. Πα­να­γί­α Δο­βρᾶ, Βέ­ροι­α, τό 2010 –Λεί­ψα­να τοῦ Ἁ­γί­ου Μα­ξί­μου τοῦ Ὁ­μο­λο­γη­τοῦ ἀ­πό τήν Ι.Μ. Ἁ­γί­ου Παύ­λου, Ἅ­γιον Ὅ­ρος.

Ὅ­λα αὐ­τά στό Ἰ­ά­σιο. Στήν Ὁ­σί­α Πα­ρα­σκευ­ή. Στήν νε­α­ρή Ἑλ­λη­νί­δα πού χά­ρη στήν ἁ­γνή καί ἀ­σκη­τι­κή ζω­ή της συ­νέ­βα­λε γιά 1000 πε­ρί­που χρό­νια στήν φα­νέ­ρω­ση τῆς δύ­να­μης τοῦ Θε­οῦ πού ἀ­νυ­ψώ­νει τόν πέ­νη­τα, δί­νον­τάς του τό δῶ­ρο τῆς ἀ­φθαρ­σί­ας, τῆς θαυ­μα­τουρ­γί­ας καί τῆς πα­ρα­κλή­σε­ως. Ἔ­τσι ἐ­ξη­γοῦν­ται τά ἀ­να­ρίθ­μη­τα θαύ­μα­τα πού ἔ­χουν γί­νει καί συ­νε­χί­ζουν νά γί­νον­ται κον­τά στά ἄ­φθαρ­τα Λεί­ψα­νά της. Ἔ­τσι ἐ­ξη­γεῖ­ται ἐ­πί­σης ἡ δι­α­χρο­νι­κή εὐ­λά­βεια τῶν προ­σκυ­νη­τῶν Της πού καλ­λι­ερ­γεῖ­ται καί αὐ­ξά­νε­ται συ­νε­χῶς πρός δό­ξα τοῦ Θε­οῦ καί τῶν Ἁ­γί­ων Του.

Ἱ­κε­τεύ­ω τα­πει­νά τήν Ὁ­σί­α Πα­ρα­σκευ­ή τήν Ἐ­πι­βα­τη­νή νά ἑ­νώ­νη καί πά­λι πνευ­μα­τι­κά ὅ­λους τούς Ὀρ­θο­δό­ξους λα­ούς τῶν Βαλ­κα­νί­ων γιά νά ἀν­τι­με­τω­πί­ζουν, σύμ­φω­να μέ τό θέ­λη­μα τοῦ Θε­οῦ, τούς δύ­σκο­λους και­ρούς πού δι­α­σχί­ζου­με.  

Πρω­το­πρε­σβύ­τε­ρου Πέ­τρου Σιν­το­ρε­άκ