Θέλουν, λέει, μια δήλωση της ελληνοκυπριακής πλευράς ότι επιβεβαιώνει την κυριαρχική ισότητα και το ισότιμο διεθνές καθεστώς του τουρκοκυπριακού «λαού», και μόνο έτσι μπορούν να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις. Το είπε και ο σύμβουλος του Τατάρ και διαπραγματευτής, Εργκιούν Ολγκούν, που θεωρείται ότι είναι από τους Τουρκοκύπριους με αρκετό μυαλό.
Τον ακούνε και διάφοροι πανέξυπνοι απ΄ εδώ και αρχίζουν τις αναλύσεις για να διερωτούνται γιατί είναι τόσο δύσκολο να αναγνωρίσει ο Πρόεδρος την ισότητα. Χαράς το πράμα! Την προνοούν και τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, την έχουμε ήδη αποδεχθεί. Άλλο, φυσικά, η κυριαρχική ισότητα της «τδβκ» και άλλο η πολιτική ισότητα του λαού και των κοινοτήτων σε ένα κράτος. Κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν τη διαφορά.
Αλλά, το εξηγεί παραστατικά ο Ολγκούν για να το καταλάβουν όλοι: «Ο σκοπός μιας διαπραγμάτευσης η οποία θα αρχίσει στη βάση της κυριαρχικής ισότητας και του ισότιμου διεθνούς καθεστώτος μπορεί να είναι μόνο το πώς θα μπορούσε να αναπτυχθεί μια σχέση συνεργασίας ανάμεσα στα δύο υφιστάμενα κράτη». Αυτή η εξήγηση πρέπει να είναι πιο κατανοητή για όλους.
Τι έξυπνοι που είναι, όμως! Και οι Τουρκοκύπριοι και οι «δικοί μας», που συμβουλεύουν τον Πρόεδρο να ικανοποιήσει τις τουρκικές προϋποθέσεις για να ξεκινήσουν, επιτέλους, οι διαπραγματεύσεις, διότι κουράστηκαν τόσα χρόνια αδράνειας. Τι να διαπραγματευθούμε, όμως; Τη σχέση συνεργασίας ανάμεσα στα δύο υφιστάμενα κράτη; Κι όλα τα άλλα, που εκκρεμούν; Το έδαφος και οι περιουσίες μας; Η ασφάλεια μας; Η Αμμόχωστος μας; Η Κερύνεια μας; Να τα ξεχάσουμε όλα και να διαπραγματευτούμε τη συνεργασία μεταξύ των δυο κρατών!
Μήπως, αυτό που θα διαπραγματευθούμε τελικά θα είναι τις συνθήκες για το πώς θα ελέγχει (ή θα διοικεί;) η Τουρκία και την ελεύθερη Κύπρο; Αυτή είναι η πραγματικότητα και είναι εξωφρενικό που υπάρχουν Ελληνοκύπριοι οι οποίοι συνεχίζουν να κατηγορούν την πλευρά μας ότι αρνείται, δήθεν, να πάει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων κι αυτό είναι καταστροφικό. Ο χρόνος είναι εναντίον μας, λένε, πάλι. Αλλά, ποια είναι η απάντηση; Δεν θα είναι καταστροφικό να αποδεχθούμε αυτά που λέει ο Ολγκούν και όλοι όσοι εκφράζουν τους παραλογισμούς της Άγκυρας;
Αν υιοθετήσουμε την «τουρκική λογική» (αυτήν που δεν έχει λογική) για να μπορέσουμε να συνεννοηθούμε, πρέπει να αποκτήσουμε κι εμείς έναν Πρόεδρο ο οποίος θα μιλήσει στη γλώσσα τους. Να τους ενημερώσει ότι για να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις για για το πώς θα συνεργαστούν «τα δυο υφιστάμενα κράτη», πρέπει προηγουμένως να ανακοινώσει η τουρκική πλευρά πόσο και ποιο έδαφος θα επιστρέψει στην Κυπριακή Δημοκρατία. Να εφαρμόσει την απόφαση των Ηνωμένων Εθνών για την Αμμόχωστο. Να αποχωρήσουν οι παράνομοι έποικοι για να ξέρουμε ότι θα συνεργαστούμε με κράτος Τουρκοκυπρίων κι όχι με κράτος εποίκων. Να τερματίσει το καθεστώς επιθετικής διάταξης στη γραμμή αντιπαράταξης ο κατοχικός στρατός.
Α, και να μας εξηγήσουν, έστω και για να ικανοποιηθεί η περιέργεια μας, με ποιο τρόπο εξυπηρετείται η κοινή λογική όταν ενώ μιλούν για δυο υφιστάμενα κράτη είναι ταυτόχρονα απόλυτοι στη θέση ότι μετά τη συμφωνία πρέπει να συνεχίσουν να ισχύουν οι τουρκικές εγγυήσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας κι εμείς οφείλουμε να τις συμφωνήσουμε για να μην αισθάνονται ανασφάλεια; Τώρα, εξηγούσε ο Ολγκούν, η Κυπριακή Δημοκρατία, «βρίσκεται υπό κατοχή και έχει μετατραπεί σε 100% ελληνοκυπριακό κράτος». Ε, τι εγγυάται η Τουρκία και θα συνεχίσει να το εγγυάται μετά τη συμφωνία; Ότι το 100% ελληνοκυπριακό κράτος δεν θα γίνει 82%;
Ύστερα ακούς τους δικούς μας ηγέτες (ηγέτες με περικεφαλαία!) να κάνουν κάθε μέρα δηλώσεις και να καλούν τον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη να πείσει τον διεθνή παράγοντα ότι επιθυμεί λύση του Κυπριακού. Επικοινωνούν άραγε με το περιβάλλον τους;
Υ.Γ. Ακόμα μια απορία, παρακαλώ να μας απαντήσει ο κ. Ολγκούν: Αφού η Κυπριακή Δημοκρατία είναι 100% ελληνοκυπριακό κράτος, και αφού η διαπραγμάτευση μπορεί να είναι μόνο για το πώς θα συνεργαστούν τα δύο υφιστάμενα κράτη, οι εκατόν τόσες χιλιάδες Τουρκοκύπριοι της «τδβκ» θα συνεχίσουν να είναι πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας και της ΕΕ ή θα επιστρέψουν αμέσως τις ταυτότητές τους;
του Άριστου Μιχαηλίδη από τον Φιλελεύθερο