«…η κουλτούρα του φιλελεύθερου εγωισμού και του αγοραίου καταναλωτισμού δεν μπορεί να υποστηρίξει τις υπαρξιακές αγωνίες και τον συναισθηματισμό ».
Cornel West, Θρησκεία και Αριστερά: Μια εισαγωγή
Το 1986, βρέθηκαν στο πλατό του Καναλιού 4 τρεις δυνατές και εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους προσωπικότητες, οργανώνοντας μία συνάντηση που θέμα είχε τη νέα κουλτούρα του εγωισμού, καθώς και τις ηθικές, ψυχολογικές και ανθρωπολογικές επιπτώσεις της ανάπτυξης του σύγχρονου καπιταλισμού. Ο Κορνήλιος Καστοριάδης, θεωρητικός της αυτονομίας και συνδεδεμένος με τις περιπέτειες του ευρωπαϊκού και κομμουνιστικού κινήματος, ο Κρίστοφερ Λας, συγγραφέας της Κουλτούρας του Ναρκισσισμού, εκπρόσωπος του αμερικανικού κοινοτισμού και της κριτικής της καταναλωτικής κοινωνίας και του πολιτισμικού φιλελευθερισμού, και ο Μάικλ Ιγνάτιεφ, Καναδός πολιτικός και φιλόσοφος, ο οποίος διηύθυνε και συμμετείχε στη συζήτηση.
Χρειάστηκε ένας χρόνος για να βρεθεί η ηχογραφημένη αυτή συζήτηση, καθώς το ίδιο το Κανάλι 4 είχε λησμονήσει την ύπαρξή της, όπως τονίζει ο Ζαν Κλωντ Μισεά, και έτσι, 28 χρόνια αργότερα, οι Εναλλακτικές Εκδόσεις εξέδωσαν τη συνάντηση αυτή, μαζί με έναν εκτενή επίλογο του τελευταίου με τίτλο «Η ψυχή του ανθρώπου στον καπιταλισμό», ως την Κουλτούρα του Εγωισμού.
Στο πρώτο μέρος του βιβλίου, όπου πρόκειται για τη συζήτηση που πραγματοποιείται στο Κανάλι 4, αναλύεται πώς η νεωτερικότητα και η εκσυγχρονισμένη μορφή του καπιταλισμού διαλύουν τους δεσμούς των κοινοτήτων και της γειτονιάς. Βέβαια, μπορούμε να αντιληφθούμε πως ο χαρακτήρας του καπιταλισμού ήταν τέτοιος που ανέκαθεν προωθούσε τη διάλυση των κοινοτήτων, καθώς αυτό διαπιστώνεται ήδη από την πρώιμη Νεώτερη Ευρώπη, όπου η ανάπτυξη του πρώιμου καπιταλισμού βασίστηκε στην καταστροφή της κουλτούρας της υπαίθρου, που είχε ως αποτέλεσμα τις περιφράξεις των Κοινών Γαιών, στη διάλυση των γειτονικών σχέσεων και, τέλος, στην καλλιέργεια της καχυποψίας και της ανασφάλειας.
Κατά τον Καστοριάδη, αυτό συμβαίνει ήδη από τη δεκαετία του 1950, όπου οι άνθρωποι πλέον γυρίζουν την πλάτη τους στο δημόσιο, κοινό συμφέρον, δημιουργώντας έναν «ιδιωτικό κόσμο», τον οποίον ο καπιταλισμός μπορεί να χειραγωγήσει, αφού προσφέρει ένα συγκεκριμένο βιοτικό επίπεδο που με τη σειρά του επιτρέπει την είσοδο στην κοινωνία της κατανάλωσης. Επίσης, υποστηρίζει πως, εν πολλοίς, η απομάκρυνση αυτή δεν οφείλεται μόνο στην καταναλωτική μανία και την απομόνωση των ατόμων, αλλά στην αποδυνάμωση των πολιτικών ιδεών που κυκλοφορούν στην αγορά. Θεωρεί πως δικαίως οι ιδέες αυτές δεν εμπνέουν καμία εμπιστοσύνη στον κόσμο και πως δεν αξίζει κανείς να αγωνιστεί για αυτές. Πλέον, είτε εκ μέρους της Δεξιάς είτε της Αριστεράς, δεν εκφράζεται κανένα μεγαλόπνοο έργο, κάτι φιλόδοξο που θα εμπνεύσει τις κοινωνίες• ο λόγος τους φτάνει μόνο ως τον προϋπολογισμό και τις προσεχείς εκλογές.
Με τη σειρά του ο Κρίστοφερ Λας αναλύει πόσο έχουμε απομακρυνθεί από τα πρότυπα της Ελλάδας του Αριστοτέλη, όπου οι όροι για μια ηθική ζωή ήταν η απομάκρυνση από τα υλικά αγαθά, με αποτέλεσμα ήδη από το 17ο αιώνα (όπου ήδη εγκαθιδρύεται με επιτυχία το νέο καπιταλιστικό πρότυπο) να παρουσιαστεί ένα νέο είδος ατομικισμού, μια απομάκρυνση των ατόμων από τη δημόσια σφαίρα. Εν τέλει, πιο επίκαιρο από ποτέ είναι το συμπέρασμα πως οι άνθρωποι ασχολούνται μόνο με την οικονομική τους επιβίωση, δημιουργώντας έτσι ένα νέο είδος ανθρώπου, αυτό του homo oeconomicus. Η διαρκής ενασχόληση του ατόμου με την πώληση του εαυτού του ως εμπόρευμα στη μεγάλη παγκοσμιοποιημένη αγορά του κόσμου οδήγησε στην πτώχευση των προσωπικών μας σχέσεων, στη διάλυση των οικογενειακών μας δεσμών, καθώς επίσης και στην καταστροφή του κοινού συμφέροντος, καθώς πλέον το κάθε άτομο ξεχωριστά αναζητά την ικανοποίηση της ιδιωτικής ζωής.
Το δεύτερο μέρος του βιβλίου, που αποτελεί και τον επίλογό του, κλείνει με το επίμετρο του Ζαν Κλωντ Μισεά, φιλόσοφου που ασχολείται με την ψυχή του ανθρώπου στον καπιταλισμό. Αναλύει πως ο καπιταλισμός έχει εξαπλωθεί πολύ πέρα από την εμπορευματική σφαίρα και, πλέον, εισβάλλει σε ολόκληρο το πεδίο της ανθρώπινης ύπαρξης. Η μείζων κατηγορική επιταγή του καπιταλισμού έχει περισσότερο ως σκοπό να απομακρύνει τις κοινωνίες από οποιονδήποτε δεσμό αυτές έχουν με τον τόπο τους, το παρελθόν τους και την πολιτισμική τους ταυτότητα, ούτως ώστε να ολοκληρωθεί ο υπαρκτός φιλελευθερισμός.
Εμείς, ως Ένωσις, θα συμφωνήσουμε απολύτως με το συμπέρασμα του Μισεά πως οι σύγχρονοι άνθρωποι δεν πρόκειται να βρούμε τον δρόμο προς μια προσωπική και συλλογική χειραφέτηση, πραγματική και γνήσια ανθρώπινη, αν δεν σταματήσουμε να δαιμονοποιούμε οποιανδήποτε στροφή προς την πολιτισμική μας ταυτότητα, και πρέπει να ξεκινήσουμε μια διαδικασία προς αναζήτηση της γλώσσας μας, της κουλτούρας μας, των παραδόσεών μας. Δεν πρόκειται για «παρελθοντολατρεία», αλλά για επιτακτική ανάγκη της διατήρησης της ταυτότητας αυτής, ούτως ώστε να μπορέσουμε να συσφίξουμε τους δεσμούς μας ως κοινωνία ξανά και να μπορέσουμε να προβάλουμε το συλλογικό συμφέρον.
Η αντίσταση στην παγκοσμιοποίηση και την καταστροφή των πολιτισμικών ταυτοτήτων είναι υπόθεση συλλογική.
Ιλιάνα Κουλαφέτη
Στήλη: Στο πέμπτο ράφι αριστερά