Τρίτη 9 Ιανουαρίου 2018

Τραπεζούντα: Ζωντανός ο Ρωμαίικος πολιτισμός



Τραπεζούντα: Ζωντανός ο Ρωμαίικος πολιτισμός

Του Θοδωρή Ασβεστόπουλου
Κάνοντας μία βόλτα στην κεντρική πλατεία της Τραπεζούντας, πέσαμε σε μία συγκέντρωση διαμαρτυρίας για την αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ από την αμερικανική κυβέρνηση. Διοργανωτής ήταν ο τοπικός Δήμος.

Αυτή ήταν η μία εικόνα της Τραπεζούντας, η δημόσια, η μουσουλμανική, η τουρκική.
Αμέσως μετά όμως είδαμε και την άλλη εικόνα της πόλης και της ευρύτερης περιοχής, αυτήν της ιστορίας που είναι γεμάτη Ελληνισμό και Ορθοδοξία. Με την περιήγηση στο Δημοτικό Μουσείο της Τραπεζούντας, το οποίο άρχισε να λειτουργεί τον Φεβρουάριο του 2017, κάναμε ένα νοερό ταξίδι στην ιστορία και τον πολιτισμό του Πόντου.
Στις εικόνες, τις επιγραφές και το βίντεο παρακολουθούσαμε την ιστορική αναδρομή για την γεωγραφική έκταση που καταλαμβάνει τις νοτιοανατολικές ακτές της Μαύρης Θάλασσας (ή Εύξεινου Πόντου) από τη Σινώπη έως την Ριζούντα. 
Μετά τις αμφιλεγόμενες αναφορές για τα τουρανικά φύλα που κατοίκησαν πρώτα την περιοχή και τους Χετταίους, περιγράφεται ο αποικισμός της περιοχής από τους Ίωνες που ξεκίνησε από την Μίλητο, η εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, το ελληνιστικό βασίλειο της δυναστείας των Μυθριδατών, η ρωμαιοκρατία και η εποχή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ιδιαίτερη αναφορά ως περίοδος ακμής γίνεται για την Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας υπό την δυναστεία των Κομνηνών, για να ακολουθήσει η τουρκική κατάκτηση του 1461 από τον Μωάμεθ Β΄ τον Πορθητή. Στην σύγχρονη εποχή αναφέρεται η κατάληψη της Τραπεζούντας από τους Ρώσους τον Απρίλιο του 1916, κατά την διάρκεια του Α΄  Παγκοσμίου Πολέμου, και η έναρξη του κεμαλικού κινήματος το 1919.

Αναφορά στην Γενοκτονία των Ελλήνων της περιοχής (1916 – 1923) δεν υπάρχει καμία, αλλά αν περιμέναμε το αντίθετο θα  ήμασταν πλεονέκτες. Ποιος φανταζόταν μέχρι πέρσι ότι σε δημόσιο μουσείο εντός της τουρκικής επικράτειας θα μνημονεύονταν οι Κομνηνοί και γενικότερα η υπερχιλιετής παρουσία του Ελληνισμού και του Χριστιανισμού;
Στους άλλους χώρους του Μουσείου ξετυλίγεται μπροστά στον επισκέπτη ο πολιτισμός και η λαογραφία του Πόντου. Χάρη σε πλήθος εικόνων, εκθεμάτων και υπέροχων κέρινων ομοιωμάτων ντυμένα με παραδοσιακές ενδυμασίες γυρίσαμε πίσω στο χρόνο κατά έναν αιώνα, σε μία άλλη εποχή ίδια με αυτήν που μετέφεραν στις επόμενες γενεές οι πρόσφυγες που έφυγαν από τα μέρη εκείνα έως το 1924 όταν και έγινε η ανταλλαγή πληθυσμών. Βιώσαμε επίσης το πώς ζούσαν, πως ντύνονταν, τι έτρωγαν, τι δουλειές έκαναν αυτοί που έμεναν στην ποντιακή ύπαιθρο, με πολλά από αυτά τα στοιχεία να παραμένουν ακόμα και σήμερα στα ορεινά χωριά του νομού Τραπεζούντας.
Μία ολόκληρη πτέρυγα ήταν αφιερωμένη στα μουσικά  ακούσματα και τους χορούς του Πόντου, με την ποντιακή λύρα,τον κεμεντζέ, να έχει την τιμητική του μεταξύ των οργάνων.
Είδαμε επίσης στοιχεία από την χλωρίδα και την πανίδα της περιοχής, ενώ δεν θα μπορούσε να λείπει και ο χώρος αφιερωμένος στην ομάδα – θρησκεία της περιοχής, την Τράμπζονσπορ.
Ξεχωριστή θέση στο Μουσείο είχε το λιμάνι της Τραπεζούντας το οποίο αναπτύχθηκε μετά το 1924.
Τεμέλ και Ντουρσούν όπως λέμε Κωστίκας και Γιωρίκας
Τα «ποντιακά ανέκδοτα» δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο, αφού οι σημερινοί κάτοικοι του Πόντου έχουν στην Τουρκία την ίδια φήμη που είχαν οι Πόντιοι στην Ελλάδα. Όπως ακούγαμε ανέκδοτα με πρωταγωνιστές τον Κωστίκα και τον Γιωρίκα, στην τουρκική κοινωνία υπάρχουν αντίστοιχα ανέκδοτα με τον Τεμέλ και τον Ντουρσούν. Μάλιστα τις τελευταίες δεκαετίες τα ζευγάρια στην γειτονική χώρα απέφευγαν να δώσουν στα παιδιά τους κάποιο από τα συγκεκριμένα ονόματα υπό τον φόβο να μην γίνουν αντικείμενο χλευασμού από τον κοινωνικό περίγυρο.
Μπροστά στον κίνδυνο τα ονόματα αυτά να εκλείψουν παντελώς, το 2011, ο τότε Δήμαρχος του Αρσίν, περιοχής ανατολικά της Τραπεζούντας, ErdenShen, έταξε ως ανταμοιβή μία χρυσή λίρα σε όποιο ζευγάρι έδινε σε κάποιο παιδί του το όνομα Τεμέλ ή Ντουρσούν!
Οι Ελληνόφωνοι της Τραπεζούντας 

Ο ρωμαίικος πολιτισμός όμως στην ευρύτερη περιοχή της Τραπεζούντας δεν είναι κλεισμένος μόνο σε ένα μουσείο, αλλά παραμένει ζωντανός μέσα από την μουσική, τον χορό, την χρήση της παραδοσιακής φορεσιάς σε εορταστικές εκδηλώσεις, της μαγειρικής, των ηθών και των εθίμων που είχαν και οι Έλληνες χριστιανοί ορθόδοξοι έως την Γενοκτονία και την ανταλλαγή πληθυσμών. Αν και οι περισσότεροι από τους σημερινούς κατοίκους του ανατολικού Πόντου που ακολουθούν τις παραδόσεις αυτές μιλάνε τούρκικα και δηλώνουν Τούρκοι εντούτοις κουβαλάνε μέσα τους τον πολιτισμό της ρωμιοσύνης στο ανατολικότερο άκρο του Ελληνισμού.
Όμως υπάρχουν και αυτοί – και δεν είναι λίγοι – που ακόμα και σήμερα μιλάνε το ελληνικό ποντιακό τοπικό ιδίωμα, τα ρωμαίικα ή ρούμτζα. Η ελληνοφωνία διατηρείται σε 57 χωριά στα ενδότερα του νομού Τραπεζούντας. Συγκεκριμένα σε 35 χωριά στο Δήμο Κατοχωρίου (Τσάικαρα)στην περιοχή του Όφι που πήρε το όνομα του από τον ποταμό που θυμίζει ελιγμό φιδιού, σε 15 χωριά στο Δήμο Σουρμένων και σε 7 χωριά στην Τόνια (αρχαία Θοανία). Οι πρόγονοι αυτών των ελληνόφωνων ήταν Έλληνες που εξισλαμίστηκαν επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αλλά διατήρησαν την γλώσσα τους. Λόγω του θρησκεύματος τους, παρ’ ότι μιλούσαν ελληνικά, δεν υπέστησαν τις συνέπειες της Γενοκτονίας ούτε εντάχθηκαν στους πληθυσμούς που αντηλλάγησαν, αφού η Ανταλλαγή Πληθυσμών που προέβλεπε η Συνθήκη της Λωζάννης έγινε βάσει θρησκείας και μόνο. Έτσι σήμερα μπορούμε να τους χαρακτηρίσουμε ως τους ανατολικούς ακρίτες της ελληνικής γλώσσας.
Οι αναγκαστικά εξισλαμισμένοι από το 1650 κάτοικοι του Όφι, οι Οφλήδες, πέρα από το ότι διατηρούσαν την ελληνική γλώσσα, κρατούσαν και τα χριστιανικά έθιμα, είχαν συνείδηση της καταγωγής τους και φύλαγαν με σεβασμό τα προγονικά τους κειμήλια: Ευαγγέλια, ιερά βιβλία, χειρόγραφα, θυμιατήρια, σταυρούς, εκκλησιαστικά σκεύη, ιερατικά άμφια κ.ά.
Αλλά και στο χαρακτήρα και στην κουλτούρα τους γενικότερα οι εξισλαμισμένοι Έλληνες του ανατολικού Πόντου διέφεραν από τους άλλους μουσουλμάνους, αφού ήταν πιο ήρεμοι και ασχολούνταν πολύ περισσότερο με τα γράμματα, ενώ ακόμα και σήμερα έχουν ως χαρακτηριστικό ότι δεν είναι τόσο συντηρητικοί όσο είναι στο σύνολο τους οι κάτοικοι της τουρκικής επικράτειας.

Την ποντιακή παράδοση την βλέπουμε σε μεγάλο βαθμό ζωντανή και στην περιοχή της Κερασούντας όπου και εκεί βλέπουμε να προβάλλονται ως χαρακτηριστικά του τοπικού πολιτισμού ο κεμεντζές και οιγνωστές παραδοσιακές ενδυμασίες. Παρόμοια στοιχεία παρατηρούμε έως την Ριζούντα πιο ανατολικά και στα ενδότερα στην Αργυρούπολη.
Πρέπει ως σημαντικό ιστορικό στοιχείο να σημειωθεί ότι μέχρι το 1856 που εκδόθηκε το ΧάτιΧουμαγιούν (το σουλτανικό διάταγμα που έδινε δικαιώματα στους μη μουσουλμάνους υπηκόους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας) υπήρχαν στην περιοχή της Τραπεζούντας πάρα πολλοί κρυπτοχριστιανοί και κυρίως στις επαρχίες της Κρώμνης, του Σταυρίν και της Ίμερας, οι οποίοι αποκάλυψαν στην συνέχεια την πραγματική τους πίστη.
Όμως από τα Κοτύωρα (σημερινή Ορντού) και πηγαίνοντας πιο  δυτικά, στους νομούς Σαμψούντας, Σινώπης, Αμάσειας και Τοκάτης, θα διαπιστώσουμε ότι η παράδοση αυτή μειώνεται στην έκφραση της μέχρι που χάνεται.
Είναι γεγονός ότι ο δυτικός Πόντος γνώρισε στον μεγαλύτερο βαθμό την φρίκη της Γενοκτονίας των Ελλήνων από το 1916 έως το 1923. Γι’ αυτό ακόμα και όσοι μουσουλμάνοι μιλούσαν ελληνικά ιδιώματα σε εκείνες τις περιοχές έπαψαν να διατηρούν από τότε την γλωσσικής τους ιδιαιτερότητα. Έτσι η Τραπεζούντα έμεινε ο θεματοφύλακας της διατήρησης του ρωμαίικου πολιτισμού.
Κατά την διάρκεια του οδοιπορικού είχαμε την τιμή να γίνουμε μάρτυρες του φαινομένου ότι η ρωμαίικη μουσική παράδοση παραμένει ζωντανή στον νομό Τραπεζούντας χάρη στην συμμετοχή μας σε γιορτή με ποντιακούς χορούς και τραγούδια υπό τους ήχους του κεμεντζέ που έλαβε χώρα στο ορεινό χωριό Οξόχο(ετυμολογία Όξω Χωρίον) του Δήμου Σουρμένων.
Η μελωδία του κεμεντζέ συστατικό αφύπνισης

«Θεωρούνταν αμαρτία από πολλούς πιστούς μουσουλμάνους να ακούς και να παίζεις λύρα σχεδόν μέχρι τη δεκαετία του 1980 και του 1990»,είχε δηλώσει στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων ο διδάκτωρ Ανθρωπολογίας του πανεπιστημίου Princeton των ΗΠΑ, Νίκος Μιχαηλίδης μετά από διετή έρευνα στην περιοχή. Όπως σημείωσε δεν ήταν λίγοι οι οργανοπαίχτες που «έβγαζαν τη λύρα από το σπίτι τους τυλιγμένη σε χαρτιά από εφημερίδες και κρυμμένη κάτω από τη ζακέτα, προκειμένου να αποφύγουν την κριτική και τον στιγματισμό». Στόχος του τουρκικού κεμαλικού κατεστημένου είναι ο έλεγχος της μνήμης των ανθρώπων.
Μετά τον εξισλαμισμό τμήματος του ελληνικού πληθυσμού της Τραπεζούντας, τον 16ο και τον 17ο αιώνα, η ποντιακή λύρα στιγματίστηκε από τοπικούς θρησκευτικούς ηγέτες ως όργανο των «απίστων» και παλιά χριστιανική συνήθεια.
«Αυτός ο φόβος και η απομάκρυνση από τη λύρα δημιουργούν ένα ρήγμα με το παρελθόν και παράλληλα διαμορφώνουν άλλου τύπου προσδοκίες για το μέλλον. Η προσωπικότητά μας διαμορφώνεται από την τραπεζουντιακή λύρα. Όταν λοιπόν μας λένε ορισμένοι ιμάμηδες να μην παίζουμε και να μην ακούμε αυτό το όργανο γιατί δήθεν συνιστά αμαρτία, τότε προσπαθούν να ελέγξουν τη σκέψη, τη μνήμη και την προσωπικότητά μας. Έτσι οι άνθρωποι αλλάζουν και αφομοιώνονται» επισήμανε ντόπιος λυράρης, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Βέβαια όλα αυτά τα χρόνια, αφού δεν στάθηκε δυνατή η πλήρης εξάλειψη της ποντιακής μουσικής έγινε συστηματική προσπάθεια υποκατάστασης των παραδοσιακών τραγουδιών με στίχους στα τουρκικά.
Από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 άρχισαν να γίνονται στην Τουρκία οι πρώτες δισκογραφίες τραγουδιών στα ρωμαίικα ή ρούμτζα, το ποντιακό ιδίωμα, από ντόπιους Πόντιους καλλιτέχνες. Τα πρώτα βήματα για την δημόσια έκφραση αυτογνωσίας και για την επανασύνδεση με τις ιστορικές καταβολές τους έκαναν οι τραγουδιστές ΒολκάνΚονάκ και Φουάτ Σάκα, χάρη στις συνεργασίες τους με Πόντιους καλλιτέχνες από την Ελλάδα. Το παράδειγμα ακολούθησε με μεγάλη επιτυχία έως σήμερα ο ΑντέμΕκίζ. Την τελευταία δεκαετία εμφανίζονται όλο και περισσότεροι τραγουδιστές και λυράρηδες που παίζουν και στα ρωμαίικα όπως ο ΑπόλαςΛερμί και ο ΕκίνΟυζουνλάρ, οι δουλειές των οποίων τυγχάνουν σημαντικής αναγνώρισης από το κοινό.
Γεγονός είναι επίσης ότι ορισμένοι ραδιοφωνικοί σταθμοί της Τραπεζούντας παίζουν τραγούδια στα ρωμαίικα, κάτι που μέχρι πριν πέντε χρόνια ήταν αδιανόητο.
Κάποιοι Ελληνόφωνοι κάτοικοι του νομού Τραπεζούντας, πιο τολμηροί θα λέγαμε, έκαναν βήματα προς την κατεύθυνση της Ελλάδας πέρα από την αφορμή της παραδοσιακής μουσικής. Από το 1994 ορισμένοι νέοι άρχισαν να έρχονται κυρίως στην Αθήνα και την Θεσσαλονίκη για να σπουδάσουν σε ελληνικά πανεπιστήμια και σχολές.
Παράλληλα όμως έμαθαν περισσότερα πράγματα για την καταγωγή τους.
Και μερικοί από αυτούς βαπτίστηκαν χριστιανοί…