Χρωστᾶμε τήν μετάνοια μᾶς, στίς ψυχές πού ἔφυγαν στά Τέμπη καί στίς οἰκογένειες πού δοκιμάζονται - Εἰδάλλως τίποτα δέν πρόκειται νά ἀλλάξει
Μιά ἀσύλληπτη ἐθνική τραγωδία, ὅπως αὐτή πού συνέβη στά Τέμπη θά ἔπρεπε νά μετατραπεῖ σέ ἕνα γερό ταρακούνημα γιά ὁλόκληρο τόν ἑλληνικό λαό, πού τά τελευταῖα χρόνια βρισκόταν σέ λήθαργο καί σέ ἀφασία.
Τό ἑπόμενο διάστημα θά σηκωθεῖ ἕνα σύννεφο σκόνης... ἀπό ἀλληλοκατηγορίες, καταγγελίες καί εὐθύνες. Θά ἀπομακρυνθοῦν τά αἱματοβαμμένα συντρίμμια τῶν τρένων καί θά μείνουμε νά κοιτᾶμε τά συντρίμμια μᾶς ὁλόκληρης χώρας. Καί μετά τί; Τί θά ἀπομείνει μόλις πέσει ὅλος αὐτός ὁ κουρνιαχτός; Θά ὑπάρξει ἀφύπνιση; Θά ἔχει ριζώσει ἡ μετάνοια μέσα μας; Θά ἐμπεδώσουμε καθόλου τήν ματαιότητα τῆς ζωῆς; Θά εὐδοκιμήσει πνευματικά ἡ συντριβή πού νοιώσαμε - ἄν εἴχαμε τήν εὐαισθησία νά τή νοιώσουμε;
Κλαίει γοερά ὁ λαός γι' αὐτά τά παιδιά πού χάθηκαν τόσο ἄδικα. Ὅμως δάκρυ χωρίς μετάνοια καί αὐτομεμψία δέν ἀξίζει τίποτε. Θρῆνος χωρίς περισυλλογή, δέν ὁδηγεῖ πουθενά. Αὐτές τίς οἰκογένειες πού σπαράζουν πάνω ἀπό δεκάδες φέρετρα, πῶς θά τίς βοηθήσουμε ἄν ἀναλωθοῦμε μόνο σέ κατηγορίες καί ὑποδείξεις; Μπορεῖ νά ξαναχτιστεί μιά χώρα ἔτσι; Μπορεῖ νά ἀναστηθεῖ μιά κοινωνία ἔτσι; Δέν μπορεῖ.
Καί τί θά γίνει μέ αὐτές τίς οἰκογένειες; Θά τίς ἀφήσουμε στόν βουβό πόνο τους καί θά συνεχίσουμε τίς ζωές μας ὅπως πρίν; Θά περιμένουμε νά ξεθωριάσει ἡ θλίψη μας καί νά γυρίσουμε στό κομματικό μαντρί μας ἤ τήν ἐγωκεντρική ζωή μας; Δυστυχῶς, αὐτή ἦταν ἡ ἐξέλιξη μετά τό Μάτι, αὐτή ἦταν μετά τή Μάνδρα, μετά τήν Ἠλεία, μετά τό «Ἐξπρές Σάμινα».
Γιά νά ἀλλάξεις τή μοῖρα τοῦ τόπου σου καί νά καλυτερεύσεις τή ζωή τῶν συνανθρώπων σου, πρέπει πρῶτα ἀπ' ὅλα νά κατανοήσεις τί εἶναι ζωή καί τί ΔΕΝ εἶναι. Μᾶς ἀρέσει νά παραμυθιάζουμε τόν ἑαυτό μας πώς ἡ ζωή μας εἶναι ἀδιάκοπη καί αὐτονόητη. Τό νά μπαίνεις σέ ἕνα τρένο καί νά μήν ἔχεις τήν παραμικρή ὑποψία πώς ὁδεύεις στό τελευταῖο δρομολόγιο τῆς ζωῆς σου, αὐτό εἶναι ἕνα ἀπίστευτα βίαιο καί σπαρακτικό, ἄλλα ἐξίσου πραγματικό πρόσωπο τῆς ζωῆς. Καί ἕνα ἠχηρό χαστούκι γιά ὅλους μας, νά καταλάβουμε πώς ἡ ζωή δέν εἶναι δεδομένη.
Μιά ἀγκαλιά, ἕνα βλέμμα ἀγάπης, ἕνα χαμόγελο, ἕνα φιλί, μιά ζεστή συμβουλή, ἕνα μήνυμα ἀπό κάποιον πού σέ σκέφτεται, ἕνα οἰκογενειακό τραπέζι, ἕνας περίπατος, ὅλα τά ἁπλά καί τά ὄμορφα εἶναι θησαυροί πού ξεγλιστροῦν ἀπό τά χέρια μας ἀνεκμετάλλευτοι.
Δέν δοξολογοῦμε τόν Θεό γιά κάθε ξημέρωμα πού μᾶς δωρίζει. Δέν ἐκτιμοῦμε τή ζωή ὅπως θά ἔπρεπε. Ἡ ζωή δέν μπορεῖ νά εἶναι ἕνα χρονικό διάστημα πού ξοδεύεται ἀφειδῶς καί ἀλογίστως. Ἡ κάθε στιγμή εἶναι ἕνα δῶρο ἀπό τόν Θεό πού μᾶς προσθέτει χρόνο μετανοίας. Ἡ ζωή εἶναι μιά ἀλληλουχία στιγμῶν, μιά ἁλυσίδα μέ βιώματα πού κάθε κρίκος της εἶναι καί ἕνα θαῦμα.
Φταῖμε γιά αὐτή τή χώρα πού φτιάξαμε
Πενθοῦμε γιά τά Τέμπη, ἄλλα πολλοί πενθοῦν στά τυφλά, χωρίς ἀνώτερο νόημα γιά τή θλίψη τους. Ὅταν πενθεῖς γιά τόν ξαφνικό θάνατο ἑνός δικοῦ σου ἀνθρώπου, ἀναρωτιέσαι τί δέν πρόλαβες νά μοιραστεῖς μαζί του, σκέφτεσαι ἄν τόν πίκρανες, ποῦ τόν στεναχώρησες, ἄν τόν ἀδίκησες κάπου.
Ἐμεῖς τί δέν προλάβαμε νά ποῦμε σέ αὐτά τά παιδιά;
Δέν προλάβαμε νά τούς ποῦμε συγγνώμη γιά αὐτήν τήν Ἑλλάδα πού τούς ἑτοιμάσαμε. Δέν προλάβαμε νά τούς ποῦμε συγγνώμη γιά τήν ἀμετανοησία μας καί τήν πνευματική τύφλωση μᾶς, πού μετά ἀπό δεκαετίες λαθῶν καί παθῶν, κάναμε αὐτό τό κράτος τριτοκοσμικό καί ἐπικίνδυνο.
Δέν σταθήκαμε οὔτε σωστοί πολιτικοί, οὔτε σωστοί πολῖτες, οὔτε σωστοί ἄνθρωποι ἀπέναντι τούς. Ὑποδεχθήκαμε τά τρυφερά νιᾶτα τους στήν χώρα του «πᾶμε κι ὅπου βγεῖ». Δέν ἔχουμε ἀνάγκη ἀπό καμία ἄνωθεν «τιμωρία», γιατί φτάσαμε νά κατασκευάζουμε τίς μάστιγες καί τά θανατικά μόνοι μας. Σέ μιά Ἑλλάδα τόσο διεφθαρμένη, πού σκοτώνει τά παιδιά της.
Καί ὁ καλύτερος φίλος τῆς διαφθορᾶς (κρατικῆς, κοινωνικῆς, ἠθικῆς) εἶναι ἡ ἀδιαφορία καί ὁ ὠχαδερφισμός. Ἔτσι τήν τροφοδοτούσαμε τόσα χρόνια καί ἔτσι θά συνεχίσουμε νά τήν τροφοδοτοῦμε, ἄν δέν ἀλλάξουμε ρότα.
Ναί δέν ἦταν δυστύχημα, ἦταν ἔγκλημα. Ἕνα κατεξοχήν πολιτικό ἔγκλημα καί μάλιστα μέ διαχρονική ἰσχύ πού «ἔσκασε» στά χέρια της παρούσας κυβέρνησης ἡ ὁποία δέν ἔκανε τίποτα γιά νά τό ἀποτρέψει. Ἕνας 60χρονος, λίγο πρίν βγεῖ στή σύνταξη καί χωρίς νά ἔχει καμία ἱκανή ἐμπειρία «προσγειώθηκε» σέ μιά τόσο ὑπεύθυνη θέση, προφανῶς γιατί ἦταν «βύσμα» σέ μιά χώρα πού βασιλεύουν τά «βύσματα» καί τό πελατειακό κράτος.
Λοιπόν; Ὅλο αὐτό τό ὄργιο διαφθορᾶς, ὁ ἀμοραλισμός, ἡ ξεδιαντροπιά πού κυριαρχεῖ στό πολιτικό σκηνικό, δέν εἶναι σάρκα ἀπό τή σάρκα τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ; Γίνεται νά ὑφίσταται πολιτική διαφθορά χωρίς νά ὑπάρχει κοινωνική;
Μόνο ἡ μετάνοια θά ἀνατρέψει τό χάος πού μᾶς περιβάλλει
Ὅλοι εἴμαστε κλήματα ἑνός ἄρρωστου ἀμπελιοῦ, πού τοῦ ἀξίζει νά πεταχτεῖ στή φωτιά. Ἄλλα ὁ φιλεύσπλαγχνος Θεός συνεχίζει νά μακροθυμεῖ μήπως καί ἀλλάξουμε. Αὐτά τά παιδιά μαρτύρησαν γιά τά τραγικά λάθη μας. Ἐγκλήματα δεκαετιῶν μας ἔφεραν ὡς ἐδῶ. Λάθη στήν κάλπη, λάθη γιά νά πετύχουμε τό βόλεμα καί τό ρουσφέτι, λάθη ἀνοχῆς, λάθη ἀδιαφορίας, λάθη κοινωνικά, λάθη - πάνω ἀπ' ὅλα- πνευματικά.
Καί ἄν ἀκόμα πέσουν ὅλα τά λεφτά τοῦ κόσμου στό σιδηροδρομικό δίκτυο καί γίνει πρότυπο ἐκσυγχρονισμοῦ γιά ὅλη τήν Εὐρώπη, ἔχουμε τήν αὐταπάτη πώς θά σταματήσει τό ὄργιο διαφθορᾶς στίς ὑποδομές τῆς χώρας; Μετά ἀπό ποιά τραγωδία σταμάτησε, γιά νά σταματήσει τώρα;
Ἄς πάρουμε τή θλίψη μας καί νά τή μετατρέψουμε σέ κάτι πού θά ἀποδώσει καρπούς. Τό δάκρυ γι' αὐτά τά παιδιά, νά γίνει δάκρυ μετανοίας καί θερμῆς προσευχῆς. Νά γίνουμε ἐνεργοί ὡς πολῖτες, ἄλλα ἀκόμα περισσότερο ὡς χριστιανοί. Ἡ συντριβή μας νά ἑνωθεῖ μέ τό πένθιμο πνεῦμα τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καί νά γίνει δέηση γιά ὅλες αὐτές τίς ψυχές καί τίς οἰκογένειες τούς. Νά σπεύσουμε στούς Χαιρετισμούς καί νά ζητήσουμε μέ θέρμη ἀπό τήν μάνα μας Παναγία νά ἁπαλύνει τόν ἀσήκωτο πόνο ὅλων τῶν μανάδων. Τό χρωστᾶμε σέ αὐτά τά παιδιά. Τό χρωστᾶμε σέ ὅλους αὐτούς τούς γονεῖς. Εἶναι τό ἐλάχιστο ἄλλα καί τό μέγιστο πού μποροῦμε νά κάνουμε.
Γράφει ὁ Ἐλευθέριος Ἀνδρώνης