Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2020

Το έγκλημα των Ναζί στον Χορτιάτη Θεσσαλονίκης

 


Το Ναζιστικό Ολοκαύτωμα στο Χορτιάτη Θεσσαλονίκης το 1944

Τα Ναζιστικά κρεματόρια δεν υπήρξαν μόνο στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, αλλά τέθηκαν σε λειτουργία και στο Ολοκαύτωμα του Χορτιάτη, όταν με την πυρπόληση ενός φούρνου και ενός σπιτιού στα οποία επίτηδες είχαν εγκλωβίσει άμαχο πληθυσμό, οι ναζί κατακτητές δολοφονούσαν 149 ανθρώπους και έγραφαν άλλη μία μαύρη σελίδα στα εγκλήματα πολέμου. 




Αποφράδα ημέρα λοιπόν, αλλά ταυτόχρονα και ημέρα μνήμης και θυσίας είναι η 2 Σεπτεμβρίου του 1944, όταν οι Nαζί με τους  συνεργάτες τους, έβαψαν στο αίμα το Χορτιάτη.
Προηγήθηκαν δύο ανταρτικές επιθέσεις σε δύο αυτοκίνητα, ένα του οργανισμού Ύδρευσης Θεσσαλονίκης που πήγαινε στο βυζαντινό υδραγωγείο για την απολύμανση της δεξαμενής από την οποία υδροδοτούνταν η Θεσσαλονίκη και στο οποίο οι επιβαίνοντες ήταν Έλληνες (ο ένας εκ των δύο επέζησε) και ακολούθησε ένα δεύτερο αυτοκίνητο με τρεις Γερμανούς και δύο Έλληνες και με τελικό απολογισμό τη διαφυγή δύο Γερμανών και την αιχμαλωσία των υπολοίπων. Οι διαφυγόντες επέστρεψαν στο Ασβεστοχώρι Θεσσαλονίκης.
Οι περισσότεροι άντρες του Χορτιάτη ήταν στις δουλειές τους και οι εναπομείναντες είχαν δίλημμα αν έπρεπε να μείνουν ή όχι. Σύμφωνα με κάποιες μαρτυρίες πήραν τη διαβεβαίωση ή την εκτίμηση καλύτερα των ανταρτών, ότι δεν θα κινδυνεύσουν. Αυτά πάντα σύμφωνα με μία εκδοχή, καθώς υπάρχει και δεύτερη σαφώς διαφορετική, που αναφέρουμε στη συνέχεια του κειμένου.
Η σφαγή
Η ναζιστική πολεμική μηχανή που πάντα εξαντλούσε την αγριότητά της σε αμάχους, αφού με τους αντάρτες έπρεπε να πολεμήσει στα ίσια, περικύκλωσε το Χορτιάτη. Κινητοποιήθηκαν δυνάμεις που γέμισαν 20 φορτηγά με Γερμανούς στρατιώτες, αλλά και δυνάμεις του «αποσπάσματος καταδίωξης ανταρτών» του Φριτς Σούμπερτ (Jagdkommando Schubert). Ακολούθως έκαναν αυτό που ήξεραν καλύτερα, δηλαδή πλιάτσικο και πυρπολήσεις, ενώ όσοι κάτοικοι ήταν στο χωριό συγκεντρώθηκαν στο καφενείο. Οι κάτοικοι αυτοί οδηγήθηκαν έκλεισαν στο φούρνο του Στέφανου Γκουραμάνη, πολυβολήθηκαν από τους ναζί και μετά έβαλαν φωτιά για να κάψουν όσους δεν είχαν ξεψυχήσει από τις σφαίρες.
Κατάφεραν να γλιτώσουν μόνο δύο. Δείγμα της απανθρωπιάς των ναζί ήταν ότι οι όμηροι οδηγήθηκαν στο φούρνο υπό τη συνοδεία βιολιού και μάλιστα με εύθυμους σκοπούς που έπαιζε Γερμανός στρατιώτης. «Γλεντούσαν» δηλαδή τη σφαγή των αμάχων που προετοίμαζαν!! Όποιος επιχειρούσε να διαφύγει από το φλεγόμενο κτήριο, τον μαχαίρωναν οι Γερμανοί και οι Έλληνες ταγματασφαλίτες που ως άλλοι Νέρωνες «καμάρωναν» για τα έργα τους. Μία άλλη ομάδα αμάχων την οδήγησαν στο σπίτι του Ευάγγελου Νταμπούδη και τους έκαψαν ζωντανούς. Άλλοι εκτελέστηκαν επί τόπου όταν προσπάθησαν να διαφύγουν και εντοπίστηκαν, γυναίκες βιάστηκαν και δολοφονήθηκαν.
Ο απολογισμός της αποφράδας ημέρας ήταν 149 νεκροί, μεταξύ αυτών 109 γυναίκες και κορίτσια και περίπου 300 σπίτια καμένα.
Δύο ημέρες μετά οι Γερμανοί ξαναγύρισαν για να ολοκληρώσουν το πλιάτσικο. Ο υπεύθυνος του Ολοκαυτώματος, ο Φριτς Σούμπερτ μετά τον πόλεμο δικάστηκε και εκτελέστηκε στην Αθήνα. Μετά τον πόλεμο και με δεδομένη την πολιτική κατάσταση που επικρατούσε στη χώρα και που τα προδρομικά σημάδια της ήταν ορατά και μέσα στην κατοχική περίοδο, υπήρξε αντιπαράθεση σχετικά με την αφορμή για το Ολοκαύτωμα.

Στο βιβλίο του «Μία επαίσχυντη συμφωνία και το Ολοκαύτωμα του Χορτιάτη», ο Γ. Φαρσακίδης αναφέρει: Η Ελληνική Επίσημη Ιστοριογραφία ελάχιστα έχει ασχοληθεί με την πυρπόληση του Χορτιάτη.  Το ολοκαύτωμα, σαν συμβάν, απουσιάζει παντελώς τόσο από τα, κατά τα άλλα σχολαστικά στην καταγραφή, γερμανικά, όσο και τα βρετανικά αρχεία. Κι αναρωτιέται κανείς, συγκαλύπτοντας άραγε ποιους μεγαλόσχημους συνεργούς εγκλημάτων πολέμου, ποιες πολιτικές ατιμίες και προδοσίες, έχει διαγραφεί αυτή η σελίδα;».

Η oπισθοχώρηση των Γερμανών το 1944, σήμανε, απολύτως συνειδητά από την πλευρά τους, την εκδήλωση της εκδικητικής τους μανίας με σειρά σφαγών αμάχων.