Τετάρτη 23 Μαρτίου 2022

Ορθοδοξία

 

 


Ἔχοντες τώρα αὐτὰ  ὑπ' ὄψιν, βλέπομε γιατί τὸ Βυζαντινὸ κράτος ἐπεδίωξε νὰ ἔχῃ ὡς ἐπίσημη θρησκεία τὴν Ὀρθοδοξία καὶ γιατί ἔκανε τόσες πολλὲς  προσπάθειες, ὥστε νὰ διαφυλάσσεται ἀκέραιο τὸ ὀρθόδοξο δόγμα. 

Γιατί τὸ ἔκανε; Γιὰ νὰ διαφυλάξῃ ἁπλῶς τὸ δόγμα ὡς δόγμα; Ἢ μᾶλλον, ἐπειδὴ τὸ συγκεκριμένο Ὀρθόδοξο δόγμα ἦταν ἡ προϋπόθεσις γιὰ μία θεραπεία τῶν πολιτῶν, ἡ ὁποία θὰ ἐπέφερε κοινωνικὴ ἐξυγίανσι, μέσῳ τῆς θεραπείας τῆς προσωπικότητος ἑνὸς ἑκάστου πολίτη; Μᾶλλον, τὸ δεύτερο. Ὁ Ἐθνικὸς Ὕμνος τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας ποιός ἦταν; Δὲν ἦταν τό: «Σῶσον, Κύριε, τὸν λαόν Σου καὶ... εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν Σου· νίκας τοῖς βασιλεῦσι κατὰ βαρβάρων δωρούμενος, καὶ τὸ Σὸν φυλάττων διὰ τοῦ Σταυροῦ Σου πολίτευμα»;
 
 

Αὐτὸς ὁ ὕμνος ἐκφράζει τὴν ἰδεολογία - ἂν μποροῦμε νὰ τὴν ὀνομάσουμε ἔτσι - τῆς ἐφαρμογῆς τῆς Ὀρθοδόξου διδασκαλίας, πίστεως καὶ ζωῆς στὸ Κράτος, σὲ πανεθνικὴ δηλαδὴ κλίμακα. Ἀφοῦ τὸ Κράτος διεῖδε τὴν κοινωνικὴ συμβολὴ καὶ ὠφέλεια ποὺ θὰ προέκυπτε ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη θεραπευτικὴ διδασκαλία καὶ μέθοδο, ἐὰν ἐφαρμοζόταν, ἐθέσπισε καὶ προέβαλε τὴν Ὀρθόδοξη πίστι ὡς τὴν ἐπίσημη θρησκεία τοῦ Κράτους, ὥστε τὸ Κράτος νὰ γεμίσῃ ἀπὸ ἐνορίες, στὶς ὁποῖες οἱ ἱερεῖς θὰ ἀσκοῦσαν αὐτὴν τὴν θεραπευτικὴ ἀγωγή. Ἔτσι οἱ ἐνορίες θὰ ηὔξαναν σὺν τῷ χρόνῳ σὲ ὑγιεῖς πολῖτες καὶ κατ᾿ ἐπέκτασιν καὶ τὸ ἴδιο τὸ Κράτος. Σ᾿ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία δὲ εἶπε φυσικὰ ὄχι, ἀλλὰ συνεργάσθηκε μὲ τὸ Κράτος.

Συνέβῃ ὅμως αὐτὴ ἡ ἐξουσία, ποὺ ἐδόθῃ στὴν Ἐκκλησία, μαζὶ μὲ τὴν ἀναγκαιοῦσα διοικητικὴ ἐκκλησιαστικὴ ὀργάνωσι νὰ δημιουργήσῃ ἕνα δημοσιοϋπαλληλικὸ πρόβλημα ὡς ἀναγκαῖο κακό. Πολλοὶ δηλαδή, ποὺ ἐποφθαλμιοῦσαν δημόσιες θέσεις, ὑπεκρίνοντο τοὺς Ὀρθοδόξους, ἐνῶ δὲν ἦσαν, ἡ δὲ Ἐκκλησία ἄρχισε νὰ ἐκκοσμικεύεται.

Παρ᾿ ὅλα αὐτὰ ἡ Ἐκκλησία εἶχε ὡς παράλληλο ἔργο της τὸ νὰ προστατεύῃ τὸ Κράτος ἀπὸ τοὺς κομπογιαννίτες γιατρούς, δηλαδὴ ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς. Οἱ Τοπικὲς καὶ Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι ἐφρόντιζαν ἀκριβῶς γι᾿ αὐτό. Στὰ Πρακτικὰ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων βρίσκομε τὴν φράσι: «Ἔδοξε τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καὶ ἡμῖν». Δηλαδή: Ἐφάνῃ καλὸν εἰς τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ εἰς ἡμᾶς...» Αὐτὸ τὸ ἔλεγαν οἱ παρευρισκόμενοι στὶς Συνόδους αὐτές, διότι, εἶχαν στὴν κατοχή τους τὴν νοερὰ προσευχή, διὰ τῆς ὁποίας ἐπληροφοροῦντο περὶ τῆς ἀληθείας τῶν Ὅρων ποὺ διετύπωναν.

Σήμερα ὅμως, ποὺ σπανίζει ἡ νοερὰ προσευχὴ στοὺς ἐπισκόπους, ἂν συνέλθῃ μία Σύνοδος ἐξ ἐπισκόπων καὶ σηκωθοῦν κατὰ τὴν ἔναρξι καὶ ποῦν ὅλοι μαζὶ «Βασιλεῦ Οὐράνιε, Παράκλητε, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ πανταχοῦ παρὼν καὶ τὰ πάντα πληρῶν...», θὰ ἔλθῃ ὁπωσδήποτε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο νὰ τoὺς φωτίσῃ; Ἐπειδὴ δηλαδὴ εἶναι κανονικοὶ ἐπίσκοποι καὶ συνέρχονται σὲ Σύνοδο καὶ κάνουν προσευχή; Ὅμως δὲν ἐνεργεῖ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο ἔτσι. Μόνο δηλαδὴ κάτω ἀπὸ αὐτὲς τίς προϋποθέσεις. Χρειάζονται καὶ ἄλλες. Χρειάζεται ὁ προσευχόμενος νὰ ἔχῃ ἤδη ἐνεργουμένη τὴν νοερὰ προσευχὴ μέσα του, ὅταν προσέρχεται στὴν Σύνοδο, γιὰ νὰ τὸν φωτίσῃ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ. Στὶς ψευδο-συνόδους οἱ προσερχόμενοι δὲν εἶχαν αὐτὴν τὴν προσευχητικὴ κατάστασι.

Οἱ παλαιοὶ ἐπίσκοποι ὅμως εἶχαν τέτοια πνευματικὴ ἐμπειρία καί, ὅταν προσήρχοντο ὡς Σῶμα, ἤξεραν τί τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο τους πληροφοροῦσε μέσα στὴν καρδιὰ γιὰ ἕνα συγκεκριμένο θέμα. Καί, ὅταν ἔβγαζαν ἀποφάσεις, ἤξεραν ὅτι οἱ ἀποφάσεις τους ἦταν σωστές. Διότι εὑρίσκοντο σὲ κατάστασι φωτισμοῦ, ἐνῶ ὡρισμένοι ἀπὸ αὐτοὺς εἶχαν φθάσει καὶ στὸν δοξασμό, δηλαδὴ στὴν θέωσι.

Ὁπότε βλέπομε ὅτι στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία κυριαρχοῦσε τὸ χαρισματικὸ στοιχεῖο (δηλαδὴ κυριαρχοῦσαν τὰ μέλη μὲ χαρίσματα Ἁγίου Πνεύματος), ἐνῶ τὰ καθιδρυματικὰ στοιχεῖα, δηλαδὴ τὰ τυπικὰ ἐκκλησιαστικὰ καὶ διοικητικὰ προσόντα ἀκολουθοῦσαν. Αὐτὸ εἶναι σαφέστατο καὶ στὴν Καινὴ Διαθήκη καὶ στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία καὶ στοὺς μεγάλους Πατέρες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἀπό την 1η Οἰκουμενικὴ Σύνοδο (4ος αἰὼν ) μέχρι την 9η Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ ἔλαβε χώραν ἐπὶ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ (14ος αἰὼν)111.

Αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὴν συμμαρτυρία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στὴν καρδιὰ τὴν ξέρουν καλὰ μόνο ὅσοι ἔχουν τὴν νοερὰ προσευχὴ ἐνεργουμένη μέσα στὴν καρδιά τους. Ἡ νοερὰ προσευχὴ εἶναι μία ἐμπειρικὴ ἐξακρίβωσις καὶ ἐπιβεβαίωσις τῆς θεραπείας τοῦ νοός τοῦ ἀνθρώπου. Μία τέτοια θεραπεία εἶναι ἐφικτὴ σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ἐφ᾿ ὅσον πληροῦνται οἱ πνευματικὲς προϋποθέσεις τῆς θεραπευτικῆς μεθόδου. Δὲν εἶναι δηλαδὴ προωρισμένη ἢ σχεδιασμένη μόνο γιὰ κάτι καλογήρους, μόνο δηλαδὴ γιὰ κάποιους ποὺ φορᾶνε ράσα, ἀλλὰ γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Διότι στὴν Ἁγία Γραφὴ δὲν φαίνεται πουθενὰ νὰ γίνεται διάκρισις μεταξὺ μοναστικῆς πνευματικότητος καὶ λαϊκῆς πνευματικότητος. Ἡ Ἁγία Γραφὴ μιλάει μόνο γιὰ μία πνευματικότητα. Ἔχετε βρῇ ποτὲ στὴν Ἁγία Γραφὴ κάποιο χωρίο ποὺ νὰ μιλάη ξεχωριστὰ γιὰ πνευματικότητα λαϊκῶν ἢ γιὰ πνευματικότητα κληρικῶν; Δὲν ὑπάρχει τέτοιο πρᾶγμα στὴν Ἁγία Γραφή. Ἡ ἐν Χριστῷ πνευματικότης εἶναι μία γιὰ ὅλους τοὺς πιστούς.

Αὐτὴ ἡ ἐν Χριστῷ πνευματικότης εἶναι στὴν οὐσία της μία θεραπευτικὴ ἀγωγή, ἡ ὁποία προσφέρεται ἀπὸ τὸν Χριστὸ σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Εἶναι σχεδιασμένη γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Δὲν εἶναι μόνο γιὰ τοὺς μοναχοὺς ἢ τοὺς παπᾶδες ἢ τοὺς μορφωμένους ἢ διανοούμενους, διότι μέσα της δὲν ἔχει καθόλου διανόησι. Οὔτε ἔχει σχέσι μὲ τὰ ἐξωτερικὰ καὶ φαινόμενα τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ μὲ τὰ ἐσωτερικὰ καὶ κρυπτά.
 
Πρωτοπρεσβυτέρου Ἰωάννου Ρωμανίδου

Σημειώσεις:
111. Ὡς 8η Οἰκουμενικὴ Σύνοδος θεωρεῖται ἡ ἐπὶ Μεγάλου Φωτίου, τὸ ἔτος 879