Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2025

ΑΟΖ: Ρίσκα και οφέλη από ένα «forum παράκτιων κρατών» για την Ανατ. Μεσόγειο


του Γιάννη Χαραλαμπίδη από το newshub.gr

Αίσθηση προκάλεσε, κατά τη διάρκεια της προ ημερησίας διάταξης συζήτησης στη Βουλή για την εξωτερική πολιτική, η αναφορά του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, στην πρόθεση της κυβέρνησης να προσκαλέσει τα παράκτια κράτη της Ανατολικής Μεσογείου σε μια πολυμερή διάσκεψη για τις θαλάσσιες ζώνες. Μολονότι η αναφορά έγινε γενικά σε θαλάσσιες ζώνες, είναι προφανές ότι πρόκειται ουσιαστικά για μια συζήτηση που θα αφορά τον καθορισμό και τη διακήρυξη της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) των χωρών της περιοχής.



Πολλά ειπώθηκαν και γράφτηκαν σχετικά με αυτή την αποστροφή του Έλληνα πρωθυπουργού, κυρίως σε ένα πνεύμα έκφρασης ανησυχίας για τα πιθανά αποτελέσματα που μπορεί να είχε μια τέτοια διάσκεψη με τη συμμετοχή της Τουρκίας. Αρκετοί δηλαδή εκτιμούν a priori ως οπωσδήποτε επικίνδυνη και δυνητικά επιβλαβή για τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα μια διοργάνωση που θα έφερνε στο προσκήνιο ένα μεγάλο “στρογγυλό τραπέζι” για τον διακανονισμό των αντίστοιχων ΑΟΖ. Είναι όμως έτσι;

Η βάση της συζήτησης

Καταρχάς, δεν υφίσταται αυτή τη στιγμή ένα διεθνές όργανο που μπορεί να προκαλέσει μια ανάλογη πολυμερή διάσκεψη. Η σύγκλησή της θα μπορούσε να γίνει με δύο τρόπους, είτε άμεσα από ένα από τα ενδιαφερόμενα κράτη, όπως υπονόησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης ότι θα πράξει η Ελλάδα, είτε μέσω συγκρότησης ενός διεθνούς πολιτικού οργάνου ικανού για κάτι τέτοιο. 

Υπάρχουν αυτή τη στιγμή δύο υποτυπώδεις τέτοιοι σχηματισμοί χωρών που θα μπορούσαν δυνητικά να εξελιχθούν σε μια ad hoc πρωτοβουλία: αφενός το συμβούλιο EUROMED 9, το πλαίσιο συνεννόησης και συνεργασίας των μεσογειακών χωρών-μελών της ΕΕ. Αφετέρου το East Med Gas Forum (EMGF) με έδρα το Κάιρο. Το δεύτερο κλαμπ είναι ίσως πιθανότερο να τύχαινε τέτοιας αξιοποίησης, καθώς πρώτον αφορά ήδη την περιοχή, έστω κι αν δεν περιλαμβάνονται σε αυτό όλες οι χώρες, όπως πχ η Τουρκία και δεύτερον διατηρούν σε αυτό θέση παρατηρητή οι ΗΠΑ.

Είναι σαφές ότι οι χώρες της Ανατολικής Μεσογείου έχουν διαφορετικά μεταξύ τους στάδια ωρίμανσης των ΑΟΖ τους, οπότε θα προσέλθουν στην συζήτηση από διαφορετικές αφετηρίες. Αυτό όμως δεν επηρεάζει το τελικό αποτέλεσμα, αφού για την ανακήρυξη και οριοθέτηση ΑΟΖ δεν υπάρχουν προαπαιτούμενα αναφορικά με άλλες θαλάσσιες ζώνες και η όποια τελική ρύθμιση τυχόν προκύψει θα πρέπει να είναι προϊόν συμφωνίας, αλλά και να κυρωθεί από τα εθνικά κοινοβούλια.

Με κόκκινες γραμμές η τμηματική οριοθέτηση Ελλάδας-Αιγύπτου και με μπλε γραμμές η οριοθέτηση του παράνομου τουρκολυβικού μνημονίου

Ο παράγοντας Τουρκία

Ο βασικός λόγος ανησυχίας που προβάλλεται από όσους αντιμετωπίζουν ως κίνδυνο μια τέτοια σύνοδο είναι, τι άλλο, η συμμετοχή της Τουρκίας. Πόσο πιθανό είναι να δούμε την Τουρκία να συμμετέχει σε μια τέτοια διαδικασία; Είναι εξαιρετικά δύσκολο έως απίθανο. Και ο κύριος λόγος είναι ότι η εκ των πραγμάτων δεδομένη συμμετοχή πρωτίστως της Κύπρου και δευτερευόντως του Ισραήλ, δημιουργεί στην Τουρκία τεράστια προβλήματα. 

Η de facto αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας και της ΑΟΖ της (που είναι από χρόνια οριοθετημένη με την Αίγυπτο και το Ισραήλ) είναι μόνο ένα από τα σοβαρά προβλήματα που θα αντιμετωπίσει η Άγκυρα. Το δεύτερο είναι η εκ των πραγμάτων πολύ ισχυρότερη θέση διαπραγμάτευσης της Ελλάδας σε ένα forum στο οποίο θα μετέχουν οι τρεις στρατηγικοί συνεργάτες της στην Ανατολική Μεσόγειο. Όλοι γνωρίζουν ότι η Άγκυρα παγίως προωθεί την απευθείας συνεννόηση με την Αθήνα χωρίς την προσθήκη ή παρεμβολή άλλων μερών. 

Το να πάει σε μια διαπραγμάτευση η Τουρκία, στην οποία θα έχει απέναντί της όχι μόνο την Ελλάδα, αλλά εξίσου την Κύπρο και το Ισραήλ ως ισότιμους παράγοντες, κι από κοντά την Αίγυπτο και τον Λίβανο που έχουν επίσης οριοθετήσει ΑΟΖ με το Ισραήλ, δεν είναι καθόλου μέσα στο φάσμα του επιθυμητού για την κυβέρνηση της “Γαλάζιας Πατρίδας”, όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό. Επιπλέον, θα έπεφτε στο κενό οποιαδήποτε προσπάθεια της Άγκυρας για πρόσκληση του τουρκοκυπριακού ψευδοκράτους, αφού αποτελεί οντότητα που δεν αναγνωρίζει κανένα κράτος στην περιοχή.

Συνεπώς, το πιθανότερο είναι ότι η Τουρκία όχι απλώς θα απόσχει από μια τέτοια πιθανή διαδικασία, αλλά και κατά πάσα πιθανότητα θα προσπαθήσει να την υπονομεύσει και να την ακυρώσει στην πράξη, με τον τρόπο που ξέρει, με προβοκάτσιες και προσπάθεια για τη δημιουργία τετελεσμένων στο πεδίο. Εκεί όμως έγκειται και ένα από τα οφέλη που έχει στο πίσω μέρος του μυαλού της η Αθήνα προβαίνοντας ενδεχομένως σε μια τέτοια πρωτοβουλία.

Με κίτρινο χρώμα η γραμμή της οριοθετημένης ΑΟΖ Ελλάδας-Ιταλίας και με πράσινο η οριοθετημένη ΑΟΖ της Κύπρου με την Αίγυπτο και το Ισραήλ

Τα κέρδη και το ρίσκο 

Η νομοτελειακή ουσιαστικά αποχή της Τουρκίας από ένα διεθνές forum για την Ανατολική Μεσόγειο και πολύ περισσότερο η προσπάθεια να το σαμποτάρει ενεργά θα την έφερνε απευθείας σε αντιπαράθεση με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. Παράλληλα θα την εξέθετε ως ταραχοποιό στην περιοχή έναντι της Ουάσιγκτον, η οποία έχει συμφέρον και ενδιαφέρον για την προώθηση μιας ανάλογης πρωτοβουλίας, καθώς ήδη αμερικανικές εταιρείες εμπλέκονται στα πεδία εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων της Κύπρου και της Κρήτης. Δεν είναι άλλωστε καθόλου τυχαία η προσέγγιση ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κυπριακή Δημοκρατία τα τελευταία χρόνια.

Επιπλέον, μια πολυμερής διαδικασία για την οριοθέτηση των ΑΟΖ της Ανατολικής Μεσογείου, θα αποτελούσε ιδανικό πλαίσιο για να “ξεκλειδώσει” η επιφυλακτική μέχρι τώρα συμμετοχή της Αιγύπτου στις ευρύτερες διεργασίες, καθώς πλέον η Άγκυρα θα έμενε μόνη της να υποστηρίζει εκτός forum θέσεις ασύμβατες με το διεθνές δίκαιο. Να θυμηθούμε στο σημείο αυτό ότι η Αίγυπτος και η Ελλάδα έχουν προχωρήσει σε μερική οριοθέτηση ΑΟΖ, με το Κάιρο να περιμένει μια πλήρη οριοθέτηση μετά την όποια κάποια στιγμή ελληνοτουρκική διευθέτηση. Η άποψη της Τουρκίας ωστόσο δεν εμπόδισε στο παρελθόν την Αίγυπτο να ολοκληρώσει την οριοθέτηση με την Κύπρο, όταν η τελευταία “τα βρήκε” και με το Ισραήλ.

Ως εκ τούτου, μια διάσκεψη σαν αυτή που περιέγραψε ο πρωθυπουργός μπορεί να εξελιχθεί σε “κλειδί” για το ξεμπλοκάρισμα της υπόθεσης ΑΟΖ για την Ελλάδα, μέσω της de facto απομόνωσης της Τουρκίας μεταξύ των παράκτιων χωρών της Ανατολικής Μεσογείου. Θα παρασχεθεί έτσι η δυνατότητα να ανοίξει ο δρόμος για μια ευρεία διεθνή νομιμοποίηση της ανακήρυξης και οριοθέτησης της ελληνικής ΑΟΖ, με τρόπο που θα καταστήσει εξαιρετικά δύσκολο για την Τουρκία να αντιδράσει ή αλλιώς θα την εκθέσει υπερβολικά σε περίπτωση που αποφασίσει να προχωρήσει σε σκληρές προκλήσεις.

Δεν έχει όμως και ρίσκα μια τέτοια εξέλιξη; Οπωσδήποτε, πρόκειται για μια πρωτοβουλία η οποία θα ταράξει τα νερά. Η ελληνική εξωτερική πολιτική είναι σχεδόν συνώνυμο της ακινησίας, οπότε εδώ μιλάμε για μια κίνηση εντυπωσιακά διαφορετική από ό,τι έχουμε συνηθίσει. Συνεπώς, έχουμε να κάνουμε με μια εξέλιξη που θα βγάλει την εξωτερική μας πολιτική “στο ξέφωτο”, θα την βγάλει από την βολική της απραξία σε κάποια ζητήματα. Σε μια πολυμερή συνεννόηση η Ελλάδα μπορεί να μην αποσπάσει το μέγιστο των επιδιώξεών της, από την άλλη όμως ούτε στις διμερείς συμφωνίες επιτυγχάνονται συνήθως τα μέγιστα όρια των επιδιώξεών μας. Ας μην μας διαφεύγει δε ότι εδώ και δεκαετίες και μέχρι σήμερα, απλώς δεν ασκούμε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, επιφυλασσόμενοι να το πράξουμε κάποια στιγμή.

Ένα ακόμα ρίσκο είναι ότι μπορεί με αυτό τον τρόπο να προκαλέσουμε όντως την Τουρκία να προχωρήσει σε κλιμάκωση των προκλήσεών της, να διακινδυνεύσουμε δηλαδή μια ιδιαίτερα θερμή ελληνοτουρκική κρίση. Όμως, αφενός κάτι τέτοιο θα έχει πολύ σημαντικό πολιτικό βάρος για την Άγκυρα, όπως αναφέραμε ήδη, αφετέρου κανείς δεν μας εγγυάται ότι η Τουρκία δεν θα επιδιώξει η ίδια κάποια στιγμή να επιβάλει τετελεσμένα στη θάλασσα της Ανατολικής Μεσογείου, καθώς όσο περνά ο καιρός η νευρικότητά της αυξάνεται.

Άλλωστε, θα πρέπει κάποια στιγμή να αποφασίσουμε τι θέλουμε και πώς μπορούμε να το επιτύχουμε. Δεν γίνεται να ασκείται στην εξωτερική πολιτική κριτική επί όλων των επιλογών και των αντίθετών τους… Η αιώνια αναπομπή της άσκησης των κυριαρχικών δικαιωμάτων, αλλά και της διευθέτησης των προβλημάτων σε ένα αόριστο μέλλον δεν συνιστά πολιτική, αλλά άρνηση πολιτικής. Όποιος παρατηρεί από μια απόσταση ασφαλείας όσα λέγονται και γράφονται για τις εξωτερικές μας σχέσεις και δη τα ελληνοτουρκικά, αποκομίζει την αίσθηση μιας διαρκούς γκρίνιας από πολλές μεριές, χωρίς σαφές αντικείμενο. Καμία κυβέρνηση όμως και καμία χώρα συνολικά δεν πήγε μακριά επιλέγοντας την απραξία για να αποφύγει την γκρίνια…