Κυριακή 11 Φεβρουαρίου 2018

Για τον ήρωα του Μακεδονικού Αγώνα Τέλλο Αγαπηνό (“Καπετάν Άγρα”), για τη συνέχειά μας



Για τον ήρωα του Μακεδονικού Αγώνα Τέλλο Αγαπηνό (“Καπετάν Άγρα”), για τη συνέχειά μας

Εκδήλωση για τον ήρωα του Μακεδονικού Αγώνα ανθυπολοχαγό του Ελληνικού Στρατού και καταγόμενο από τη Μεσσηνία, Τέλλο Αγαπηνό (“Καπετάν Άγρα”), ο οποίος θυσιάστηκε την 7η Ιουνίου 1907, για την απελευθέρωση της Μακεδονίας, οργάνωσε ο Σύλλογος Μεσσηνίων Μακεδονίας – Θράκης «Ο Καπετάν Άγρας».

Η τελετή πραγματοποιήθηκε στο μνημείο του Ήρωα, στο χώρο του Πολεμικού Μουσείου Θεσσαλονίκης παρουσία πολιτών, οι οποίοι τίμησαν τη μεγάλη αυτή προσωπικότητα του Μακεδονικού Αγώνα.

Στην εκδήλωση μίλησε ο Θεοφάνης Μαλκίδης, ο οποίος έκανε την αναγκαία προβολή της πορείας του “Καπετάν Άγρα” στο σήμερα, επισημαίνοντας το πρότυπό του, το βίο του καθώς και την ανιδιοτελή προσφορά του και τελικώς τη θυσία του για την Ελλάδα και τη Μακεδονία.

Η ομιλία του Θ. Μαλκίδη







Ο Τέλλος Άγρας (ψευδώνυμο με το οποίο έγινε γνωστός) ή Σαράντος Αγαπηνός (Γαργαλιάνοι Μεσσηνίας, 17 Φεβρουαρίου 1880 - Πέλλα, 7 Ιουνίου 1907) , το 1901, αποφοίτησε από τη Σχολή Ευελπίδων και τοποθετήθηκε στη φρουρά της Αθήνας. Η επιθυμία του να προσφέρει ουσιαστικότερες υπηρεσίες στην πατρίδα τον ώθησε μετά από λίγους μήνες στην εθελούσια κατάταξή του στα στρατιωτικά σώματα που αγωνίζονταν στη Μακεδονία εναντίον των Βουλγάρων κομιτατζήδων. Σε πολύ νεαρή ηλικία κατόρθωσε να διοριστεί αρχηγός ενός ανταρτικού σώματος, το οποίο προετοίμαζε στο Βόλο ο καπετάν Ακρίτας (Κωνσταντίνος Μαζαράκης).

Τον Σεπτέμβριο του 1906, ύστερα από απόφαση του Γενικού Προξενείου Θεσσαλονίκης, αποστέλλονται στη λίμνη των Γιαννιτσών τρία νεοσυγκροτηθέντα ελληνικά σώματα. Μετά από μεσολάβηση του Νικολάου Ρόκα, καλείται στην περιοχή ο Αγαπηνός. Πρώτο εισήλθε στις αρχές του μήνα το σώμα του Ανθυπολοχαγού του Πεζικού Τέλλου Αγαπηνού με δύναμη είκοσι ανδρών, ενώ μετά από λίγες μέρες κατέφτασαν τα σώματα του Υπολοχαγού του Πεζικού Σάρρου Κωνσταντίνου (Κάλα) και Ανθυποπλοίαρχου Δεμέστιχα Ιωάννη (Νικηφόρου) με εικοσιπέντε άνδρες ο καθένας. Πρωταρχική αποστολή των σωμάτων ήταν η απομάκρυνση των βουλγαρικών συμμοριών από τη λίμνη, οι οποίες είχαν εγκατασταθεί με ισχυρές δυνάμεις στο νοτιοδυτικό τμήμα της, έτσι ώστε να μπορεί να αποτελέσει βάση εξόρμησης και κέντρο ανεφοδιασμού των ελληνικών σωμάτων για τις περιοχές της Κεντρικής Μακεδονίας.

Το Νοέμβριο επιχειρείται επίθεση από το σώμα του Αγαπηνού κατά των βουλγαρικών ανταρτικών σωμάτων, με σκοπό να καταλάβει την καλύβα Κούγκα. Η επιχείρηση δεν ήταν επιτυχής. Ο ίδιος ο Αγαπηνός τραυματίζεται και μεταφέρεται στη Θεσσαλονίκη, μετά από μια βδομάδα, ωστόσο, επανέρχεται. Στα τέλη Φεβρουαρίου αποχώρησε από τη λίμνη και εγκαταστάθηκε στη Νάουσα, αφενός για να αποθεραπευτεί από τα τραύματα και τους πυρετούς από τους οποίους έπασχε, αφετέρου για να διευθύνει τον αγώνα της περιοχής. Παρά τον κλονισμό της υγείας του και τα τραύματά του εξακολουθούσε να συμμετέχει ενεργά.

Εντούτοις, τον Απρίλιο του 1907, το Προξενείο Θεσσαλονίκης αποφάσισε να αντικαταστήσει τους αρχηγούς και τους αντάρτες, οι οποίοι είχαν δοκιμαστεί και εξαντληθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, ανάμεσά τους και ο Άγρας. Ωστόσο, επανειλημμένα λάμβανε πληροφορίες για την πτώση του ηθικού των βουλγαρικών συμμοριών και τη διάθεση πολλών στελεχών των κομιτάτων να διακόψουν τους δεσμούς τους με αυτά και να προσχωρήσουν στον ελληνικό αγώνα. Τέτοια διάθεση εκδήλωσε ο βοεβόδας Ζλατάν, την οποία καλωσόρισε ο Άγρας. Ήθελε να επισφραγίσει την πολυσχιδή δράση του με τη θεαματική προσχώρηση στην ελληνική πλευρά μεγάλης ομάδας κομιτατζήδων.

Ακολούθησαν αρκετές συναντήσεις των δύο αρχηγών πριν την τελευταία συνάντηση της 3ης Ιουνίου. Εκείνη τη μέρα, οι βοεβόδες Κασάπτσε και Ζλατάν, παραβαίνοντας τις συμφωνίες, συνέλαβαν τον Άγρα και τον Αντώνη Μίγγα, ενώ οι υπόλοιποι από τη συνοδεία αφέθηκαν αργότερα ελεύθεροι. Τους διαπόμπευσαν ως δήθεν αιχμαλώτους, δεμένους και ξυπόλυτους, στα χωριά της περιοχής, με σκοπό να αναπτερώσουν το ηθικό των τρομοκρατημένων οπαδών των κομιτατζήδων.

Τη νύχτα της 7ης Ιουνίου, τους απαγχόνισαν μεταξύ των χωριών Τέχοβο (Καρυδιά) και Βλάδοβο (Άγρας). Το γεγονός τάραξε τους Έλληνες της περιοχής και η προδοσία των Βουλγάρων φανάτισε τους Έλληνες αντάρτες, με αποτέλεσμα ο ελληνικός αγώνας να συνεχιστεί με μεγαλύτερη ένταση και περισσότερες επιτυχίες.

Σε ανάμνηση του θανάτου των δύο αγωνιστών, το χωριό Τέχοβο μετονομάστηκε αργότερα Καρυδιά (το δέντρο όπου απαγχονίστηκαν), ενώ το χωριό Βλάδοβο, όπου ενταφιάστηκαν έξω από την εκκλησία του Αγίου Δημητρίου, είναι ο σημερινός Άγρας. Η δράση και ο μαρτυρικός θάνατος του Καπετάν Άγρα ενέπνευσαν στην Πηνελόπη Δέλτα το γνωστό μυθιστόρημά της «Στα μυστικά του Βάλτου».