Η Α' Εθνοσυνέλευση Επιδαύρου ή Πρώτη Εθνική Συνέλευση της Επιδαύρου (20 Δεκεμβρίου 1821 - 15 Ιανουαρίου 1822) ήταν η πρώτη συνέλευση νομοθετικού σώματος του νέου Ελληνικού κράτους. Συνήθως αναφέρεται και ως Α' Συνέλευση Επιδαύρου ή ως Α' Εθνοσυνέλευση και έλαβε χώρα στη σημερινή περιοχή της Νέας Επιδαύρου Αργολίδας. Σαν σήμερα υιοθέτησε ως σύμβολο μας τη γαλανόλευκη που αναφέρεται με το ή Ελευθερία ή Θάνατος.
Η διοργάνωση
Μετά την ανάληψη της στρατιωτικής αρχηγίας από τον Δ. Υψηλάντη και την κάθοδο στην Ελλάδα των φαναριωτών Αλ. Μαυροκορδάτου και Θ. Νέγρη, άρχισαν οι ετοιμασίες για μια εθνοσυνέλευση που θα αντικαθιστούσε προηγούμενους οργανισμούς όπως αυτόν της συνέλευσης των Καλτεζών.
Για την προετοιμασία έγιναν δύο τοπικές συνελεύσεις στην Στερεά Ελλάδα. Με εγκυκλίους κλήθηκαν αντιπρόσωποι στο Μεσολόγγι και την Άμφισσα την 14η Σεπτεμβρίου, εορτή Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού. Η πρώτη, τοπική συνέλευση της Δυτικής Ελλάδος, τελείωσε την 9 Νοεμβρίου 1821, και η δεύτερη περί τα τέλη του ίδιου μήνα. Από εκεί προέκυψαν οργανισμοί διοίκησης και πληρεξούσιοι για την Εθνική Συνέλευση ή Εθνική Βουλή όπως λεγόταν.
Στην Πελοπόννησο αποφασίστηκε η ανασύσταση της Πελοποννησιακής Γερουσίας με συνεννοήσεις που έγιναν στη Βέρβενα και τη Ζαράκοβα. Εξέλεξαν πρόεδρο τον Υψηλάντη και κατήρτισαν οργανισμό ανάλογο με αυτό της Στερεάς.
Αρχικά ως έδρα της Εθνοσυνέλευσης είχε οριστεί από τον Υψηλάντη το Άργος, που προτιμήθηκε από την Τρίπολη όπου είχαν ξεσπάσει επιδημίες. Μετά από αναβολές και καθυστερήσεις οι πληρεξούσιοι ή «παραστάτες» ορκίστηκαν στην παλαιά εκκλησία του Αη Γιάννη του Άργους την 2 Δεκεμβρίου.[1]. Πανηγυρικό λόγο εκφώνησε ο διδάσκαλος του Γένους Νεόφυτος Βάμβας. Σταδιακά έφτασαν και οι καθυστερούντες εκπρόσωποι από τη Στερεά και ορισμένοι από την Πελοπόννησο και η Εθνοσυνέλευση άρχισε τις επίσημες εργασίες στις 20 Δεκεμβρίου 1821, στο χωριό Πιάδα. Η περιοχή μετονομάστηκε σε Νέα Επίδαυρος. Οι εργασίες της εθνοσυνέλευσης έληξαν στις 16 Ιανουαρίου 1822.[2]
Ο χώρος διεξαγωγής της Α' Εθνοσυνελεύσεως
Η διεξαγωγή της Ά Εθνοσυνελεύσεως πραγματοποιήθηκε στην Πιάδα[3], τη σημερινή περιοχή της Νέας Επιδαύρου Αργολίδας. Στην πλατεία του χωριού έχει κηρυχθεί διατηρητέο μνημείο, ενώ στον περιβάλλοντα υπαίθριο χώρο έχει τοποθετηθεί αναθηματική στήλη με τον Φοίνικα στην κορυφή, συμβολίζοντας την αναγέννηση του έθνους, την ελευθερία και τη δημοκρατία που ολοκληρώθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα.[4] Η περιοχή μετονομάστηκε κατόπιν εισήγησης του Ιωάννη Κωλέττη προς την Κυβέρνηση το 1823 για ανακήρυξη της Πιάδας σε δήμο, κατοχυρώνοντας προνόμια και δικαιώματα πόλης για την περιοχή [5]. Η σημασία της Πιάδας ως πρώτου τόπου άσκησης εθνικών συντακτικών λειτουργιών επισημαίνεται ήδη από τον Μάιο 1822, όταν το Υπουργείο Εσωτερικών ανακοινώνει με έγγραφό του ότι «Εἰς τὸ ἑξῆς πᾶσα ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπικράτεια θέλει γνωρίζει τὸ μὲν χωρίον τῆς Πεδιάδος ὑπὸ τὸν τίτλον πόλις καὶ ὑπὸ τὸ ὄνομα Νέα Ἐπίδαυρος, τοὺς δὲ κατοίκους αὐτοῦ ὑπὸ τὸ ὄνομα πολῖται Ἐπιδαύριοι»[6].
Εργασίες της Εθνοσυνέλευσης
Πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης ήταν ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος
Στην Εθνική Συνέλευση της Επιδαύρου γράφτηκε η «Διακήρυξις της Εθνικής Συνελεύσεως» (με την καθοριστική συμβολή του Αναστάσιου Πολυζωίδη[7]), ορίστηκε ο τρόπος της προσωρινής λειτουργίας του νεοσύστατου Ελληνικού κράτους και ψηφίστηκε την 1 Ιανουαρίου 1822 το πρώτο Σύνταγμα της Ελλάδας, η «Προσωρινή Διοίκησις της Ελλάδος», ή «Προσωρινό Πολίτευμα» κείμενο του Ιταλού Βιντσέντζο Γκαλλίνα (Vincenzo Gallina) μαζί με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και τον Θεόδωρο Νέγρη[8]. Την επιτροπή που είχε οριστεί από τη Συνέλευση για τη συγγραφή του συντάγματος αποτελούσαν οι: Θεόδωρος Νέγρης, Γεώργιος Αινιάν, Δρόσος Μανσόλας, Ιωάννης Ορλάνδος, Πέτρος Σκυλίτζης, Α. Μοναρχίδης, Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, Ι. Κωλέτης, Φώτιος Καραπάνου, Παλαιών Πατρών Γερμανός Γ', Πανούτζος Νοταράς και Α. Κανακάρης.[9]
Σε αυτό το Σύνταγμα, ορίστηκε και το εθνικό σύμβολο, η ελληνική σημαία. Το Σύνταγμα που ψηφίστηκε προέβλεπε προστασία των ατομικών ελευθεριών, την αντιπροσωπευτική αρχή καθώς και της διάκριση των εξουσιών. Ορίστηκε ότι η «Διοίκησις» θα γινόταν από το «Βουλευτικόν» και το «Εκτελεστικόν», ενώ το «Δικαστικόν» θα ήταν ανεξάρτητο όργανο. Η απονομή δικαιοσύνης προβλεπόταν από τα «Κριτήρια» (τα δικαστήρια). Στη Β' Εθνοσυνέλευση Άστρους, το 1823 το Σύνταγμα αυτό βελτιώθηκε