Τρίτη 10 Αυγούστου 2021

Ξύπνα καυμενε μου ραγιά...

 


«Αγαπητοί μου γονείς,


όταν θα διαβάζετε το γράμμα μου αυτό εγώ θα έχω σβήσει για πάντα από την ζωή.


Μην νομίσετε όμως αυτό με λυπεί. Απεναντίας επειδή γνωρίζω για ποιο σκοπό θα εκτελεστώ αισθάνομαι τον εαυτό μου Ισχυρό και γαλήνιο και είμαι έτοιμος να τα αντιμετωπίσω όλα με αφάνταστη ψυχραιμία. Τι κι’ αν ζήσω 50 και 60 χρόνια, πάλι θα πεθάνω και μάλιστα άδοξα.


Δεν θέλω να λυπάστε καθόλου για μένα . έχετε πολλά παιδιά και δεν πρέπει να λυπηθήτε που θα θυσιάσετε ένα για την λευτεριά της Κύπρου μας.


Τις ατελείωτες ώρες μου τις περνώ διαβάζωντας θρησκευτικά βιβλία και τραγουδώντας εθνικά τραγούδια. Ας μην με κολακεύει η μητέρα μου ότι θα ζήσω και θα ξανάρθω στο σπίτι γιατί έχω κι’ όλας δώσει την ψυχή μου στους ουρανούς .

Ζήσετε ευτυχισμένοι με τα άλλα μου αδέλφια και ο παντοδύναμος Θεός θα σας δίνει κουράγιο για να αντέξετε σε όλες τις δοκιμασίες που σας περιμένουν.


Λυπούμαι που θ’ αφήσω πίσω μου αγαπημένα μου πρόσωπα, τι να γίνει όμως αφού ήταν θέλημα Θεού να με χάσετε.


Αυτά έχω να σας γράψω, κλείω δε το γράμμα μου με τον τελευταίο θερμό μου ασπασμό και με την ευχή όπως αποκτήσετε εκείνο για το οποίο πεθαίνω.


Με άπειρη αγάπη Ο γιός σας Χαρίλαος Μιχαήλ»


Σε επιστολή του στις 7 Αυγούστου στον φίλο του Άνθο Νικολάου γράφει :


«Περιμένομε να φθάσουν οι γονείς μας.


Θα τους υποδεχθούμε με ζητωκραυγές και χειροκροτήματα. Αυτοί θα έχουν καμάρι ότι τα παιδιά τους πεθαίνουν για την πατρίδα, για την ελευθερία και την αγάπη προς το καθήκον χάριν της πατρίδος. Τραγουδούμε και ψάλλομε, δοξάζομε τον Θεό που μας αξιώνει να αποθάνωμεν χάριν της ελευθερίας»


Το βράδι της Τετάρτης 8 Αυγούστου, λίγες ώρες προτού οδηγηθεί στην αγχόνη τον επισκέφθηκαν οι γονείς του στις κεντρικές φυλακές. Τους υποδέχτηκε με το τραγούδι «Ξύπνα καημένε μου ραγιά» όταν έφευγαν τους είπε: « Εχω το θάρρος, πατέρα, να πατήσω την αγχόνη. Εσύ, μάνα, να το έχεις ευχαρίστηση και να το κρατείς καύχημα που πεθαίνω για την πατρίδα»


Λίγα λεπτά προτού ανοίξει η καταπακτή του θανάτου, ένας Άγγλος , θέλησε να του δώσει μια συμβουλή και αυτός παρ’ όλον που ήταν μόλις 20 χρονών του απάντησε:


«Έννοια σας, οι Έλληνες ξέρουν να πεθαίνουν».