Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2022

Η «αισχρή» εκμετάλλευση της κυπριακής διαλέκτου



Πριν από μερικά χρόνια, σε μια επίσκεψή του στο νησί μας, ο καθηγητής


 Γλωσσολογίας Γεώργιος Μπαμπινιώτης είπε ότι «οι άνθρωποι εδώ στην Κύπρο διαθέτουν δύο εθνικά κεφάλαια, δύο προνόμια. Την κοινή γλώσσα και τη διάλεκτο. Μια κοινή γλώσσα καλλιεργημένη, που είναι η Ελληνική και μια διάλεκτο της Ελληνικής που είναι πλούσια, σε Ελληνικές λέξεις την Κυπριακή. Δεν βρίσκονται αυτές οι δύο μορφές της Ελληνικής σε αντιπαράθεση και σύγκρουση, αλλά έχουν μια συμπληρωματική σχέση μεταξύ τους». Αυτό είναι απόλυτα φυσιολογικό και υφίσταται από την εποχή που οι Έλληνες εξαπλώθηκαν σε τεράστιες εκτάσεις, έτσι σιγά-σιγά η γλώσσα σε κάθε περιοχή ανέπτυξε τις δικές της ιδιομορφίες, όμως διαχρονικά υπήρχε η Πανελλήνια κοινή Ελληνική που χρησιμοποιούσαν στις μεταξύ τους σχέσεις και συναλλαγές. Η γλώσσα συμβάλλει στην πνευματική δημιουργία και ανάπτυξη της ανθρώπινης σκέψης. Όσο πιο εξελιγμένη είναι μια γλώσσα τόσο  περισσότερο βοηθά στην ανάπτυξη των επιστημών, στη δημιουργία υψηλότερου επιπέδου έργων από τους χρήστες της, αποτελώντας το μεγαλύτερο κεφάλαιό μας ως Ελληνισμού στο σύνολό του. Με τη συνέχειά της, την οικουμενικότητά της και την καλλιέργειά της αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της δύναμης του Έθνους μας και των αντιστάσεων του ως προς τις επίβουλες των «εχθρών» του.

Η πλουσιότατη κυπριακή λογοτεχνία άνθισε πολύ νωρίς, παράλληλα με αυτήν του υπόλοιπου Ελληνισμού, ως αναπόσπαστο τμήμα της, από τον 12ο αιώνα π.Χ. Ένα από τα πρώτα δείγματα κυπριακής λογοτεχνίας που έχουμε είναι τα Κύπρια Έπη, που γράφτηκαν, σύμφωνα με τις μελέτες που έγιναν, πριν από τα Ομηρικά Έπη, τα οποία δημιουργήθηκαν ως συνέχεια των Κυπρίων Επών. Ο Ύμνος εις Αφροδίτην αρχίζει ως εξής: Μούσα μοι έννεπε έργα πολυχρύσου Αφροδίτης Κύπριδος…, ενώ η Οδύσσεια έχει την ακόλουθη εισαγωγή: Άνδρα μοι έννεπε μούσα πολύτροπον… Είναι εμφανέστατη η κοινή γλώσσα, το ύφος και ο τρόπος σκέψεως, αφού η άσκηση στη γλώσσα είναι ενασχόληση της σκέψης και της νόησης του ανθρώπου.

Χάρη στον αείμνηστο καθηγητή Μιχάλη Πιερή γνωρίσαμε την επίσης πλουσιότατη κυπριακή λογοτεχνία του Μεσαίωνα. Ο λαός της Κύπρου, ως αναπόσπαστο μέρος του Ελληνισμού όπως προαναφέραμε, συγκλονίστηκε από την πτώση και τα δεινά της Βασιλεύουσας, που αποδόθηκε με το εκπληκτικό ποιητικό έργο Ανακάλημα της Κωνσταντινόπολης. Ακολούθησε το άλλο θρηνητικό έμμετρο Διήγησις εις στον θρήνον του αιχμαλωτισμού της ευλογημένης Κύπρου, που αναφέρεται στην κατάληψη της ιδιαίτερης πατρίδας μας από τους Οθωμανούς. Κατά τον 16ο αιώνα γράφτηκαν τα Κυπριακά Ερωτικά ή Ρίμες Αγάπης στην κυπριακή διάλεκτο, επηρεασμένα από την κίνηση του Πετραρχισμού. Ο Μ. Πιερή εμβάθυνε στο θέμα της πολιτισμικής όσμωσης της δυτικής ποιητικής παράδοσης με την ελληνική, με αποτέλεσμα τον δυναμικό διάλογο του κυπριακού Πετραρχισμού τόσο με τη Δύση όσο και με την Ανατολή. Η λαϊκή και λόγια κυπριακή ερωτική ποίηση ξεκινά από τα δημοτικά τραγούδια του Μεσαίωνα και φτάνει στην ποίηση του Βασίλη Μιχαηλίδη, του Δημήτρη Λιπέρτη, του Κώστα Μόντη, του Μιχάλη Πασιαρδή και τόσων άλλων. Ένα σημαντικότατο έργο της κυπριακής πεζογραφίας του 17ου αιώνα είναι το Περί Ηρώων, Στρατηγών, Φιλοσόφων, Αγίων και Άλλων Ονομαστών Ανθρώπων οπού εβγήκασιν από το νησί της Κύπρου, του λόγιου κληρικού Νεόφυτου Ροδινού. Αναφέρεται στην ανθρωπογεωγραφία και τον πολιτισμό της νήσου μας, γραμμένο σε νεοελληνική δημώδη γλώσσα με κυπριακούς ιδιωματισμούς. Στο έργο εξαίρεται ως ύψιστη αρετή ο πατριωτισμός, η υπερηφάνεια για τον τόπο καταγωγής, ενώ υποβάλλεται έμμεσα η ιδέα της απαλλαγής από τον Οθωμανό δυνάστη εν ονόματι ενός πολιτισμικού εθνισμού. Γίνονται αναφορές στη χριστιανική παράδοση παράλληλα και σε αρμονία με το αρχαιοελληνικό παρελθόν.

Έχοντας όλον αυτόν τον ανεκτίμητο θησαυρό κατά νουν, χάρη στους αμέτρητους κόπους των πνευματικών μας ανθρώπων, είναι άξιον απορίας που κάποια άτομα, κυρίως από πολιτικά κόμματα, καλλιεργούν μετά μανίας τον κυπριωτισμό. Δηλαδή προσπαθούν να αναπτύξουν κυπριακή εθνική συνείδηση σε ένα νησί που εκτός από την πληθώρα των αρχαιολογικών ευρημάτων που καταδεικνύουν και αποδεικνύουν πέραν πάσης αμφιβολίας την ελληνικότητά του, διαθέτει και πληθώρα λογοτεχνικών κειμένων, πεζών, έμμετρων, φιλοσοφικών, θρησκευτικών και άλλων, που επίσης ουδέν δεικνύουν πέραν της ελληνικότητάς του! Σ’ αυτή τους την προσπάθεια μεταχειρίζονται την όμορφη και με μουσικότητα κυπριακή διάλεκτο με βάναυσο τρόπο και προπάντων «φωνασκούντες», αλλοιώνοντας και την προφορά της και τις λέξεις της, ούτως ώστε να πείσουν ότι είναι μια άλλη γλώσσα που ουδεμία σχέση έχει με την Ελληνική, αλλά έχει πολλά κοινά στοιχεία με την τουρκική διάλεκτο που χρησιμοποιούν οι Τουρκοκύπριοι. Μάλιστα το Υπουργείο Παιδείας, πριν από μια δεκαετία περίπου, χρηματοδότησε την έκδοση ελληνοκυπριακού και τουρκοκυπριακού λεξικού, για εμπέδωση της άποψης περί κυπριακής γλώσσας και συνείδησης. Ποιος λογοδότησε γι’ αυτό το κονδύλι από κρατικούς πόρους; Ουδείς, αφού την επομένη ξεχάστηκε, όπως τόσα άλλα και τόσες άλλες προσπάθειες αφελληνισμού των Κυπρίων.

Η κυπριακή διάλεκτος αποτελεί πλούτο για εμάς τους Κυπρίους, που πρέπει να διαφυλάξουμε και όχι να κακοποιούμε, ούτε να χρησιμοποιούμε για ευτελείς σκοπούς. Αλλά να χρησιμοποιείται στο σπίτι, στις διαπροσωπικές μας σχέσεις αφού αγγίζει τον συναισθηματικό μας κόσμο, «όμως επιβάλλεται στο σχολείο, στα μέσα επικοινωνίας, στα επίσημα όργανα να χρησιμοποιείται η κοινή Ελληνική». Οι άνθρωποι δεν μπορούν να διδαχθούν την κοινή Ελληνική μόνο μέσα από τον γραπτό λόγο. Ποτέ στην ιστορία μας δεν αμφισβητήθηκε η ελληνικότατά μας, παρά μόνο από τότε που πάτησαν το πόδι τους στην Κύπρο οι Βρετανοί. Αντιλαμβανόμενοι τον προαιώνιο πόθο των Κυπρίων για ένταξή τους στον εθνικό κορμό, επιστράτευσαν μεταξύ άλλων λεγόμενους επιστήμονες επί χρήμασι, οι οποίοι αποδύθηκαν στην απόδειξη, διά ψευδών, ότι είμαστε ελληνόφωνοι και όχι Έλληνες!!! Αυτό το ψεύδος βόλευε τα συμφέροντα κάποιων δικών μας, έτσι το υιοθέτησαν. Από την τουρκική εισβολή και εντεύθεν βολεύει πολύ περισσότερους, αφού μ’ αυτό το αφήγημα ευκολότερα θα πείσουν για την άνομη λύση που προωθούν.  Το Κίνημα Ελληνικής Αντίστασης προτάσσει ότι … «Δεν θα περάσουν»!

Του Κρίνου Ζ. Μακρίδη*

*Πρόεδρος Κινήματος Ελληνικής Αντίστασης (ΚΕΑ) Κύπρου  

6 Σεπτεμβρίου  2022