Το σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη συνέβη στις 28 Φεβρουαρίου 2023 κοντά στον οικισμό του Ευαγγελισμού Λάρισας και αφορούσε στη σφοδρή, μετωπική σύγκρουση μιας επιβατικής αμαξοστοιχίας της εταιρείας Hellenic Train με μια εμπορική αμαξοστοιχία της ίδιας εταιρείας.
Στις 23:21, ο επιβατικός συρμός Intercity 62 με μηχανή ηλεκτροκίνησης Siemens Mobility 120-022, που μετέφερε περισσότερους από 350 επιβάτες και εκτελούσε τη διαδρομή Αθήνα-Θεσσαλονίκη, συγκρούστηκε με την εμπορική αμαξοστοιχία 63503 που εκτελούσε το δρομολόγιο Θεσσαλονίκη-Λάρισα. Η σφοδρή σύγκρουση, ο εκτροχιασμός και η ανάφλεξη των συρμών προκάλεσε τον θάνατο 57 ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένων των δύο μηχανοδηγών. Οι τραυματίες ήταν τουλάχιστον 85. Πρόκειται για το πιο θανατηφόρο σιδηροδρομικό δυστύχημα που έχει καταγραφεί στην Ελλάδα.
Πριν από το δυστύχημα, είχαν γίνει έγγραφες προειδοποιήσεις, κινητοποιήσεις και νομικές ενέργειες των εργαζομένων στο σιδηροδρομικό δίκτυο, όσον αφορά στην υποστελέχωση, την ανεπαρκή συντήρηση και την έλλειψη ηλεκτρονικών συστημάτων ασφαλείας στους σιδηροδρόμους.
Τον Ιούνιο του 2023, πολυσέλιδη έκθεση δικαστικών πραγματογνωμόνων - που παραδόθηκε στον εφέτη ανακριτή Λάρισας - γνωμοδότησε ότι η απουσία συστημάτων ασφαλείας και τα ανθρώπινα λάθη ήταν τα κύρια αίτια που οδήγησαν στο εν λόγω σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών.
Η επιβατική αμαξοστοιχία IC62, η οποία επρόκειτο να αναχωρήσει από την Αθήνα για τη Θεσσαλονίκη στις 7:22 μ.μ. μεταφέροντας περίπου 350 επιβάτες, ξεκίνησε με μικρή χρονική καθυστέρηση. Πολλοί από τους επιβαίνοντες ήταν φοιτητές που επέστρεφαν στη Θεσσαλονίκη μετά από το τριήμερο της Καθαράς Δευτέρας. Η αμαξοστοιχία IC62 κατέφθασε στη Λάρισα με καθυστέρηση λόγω ενός περιστατικού που προηγήθηκε στον σταθμό του Παλαιοφάρσαλου και αποχώρησε από τον σταθμό της Λάρισας στις 23:00, εισερχόμενη -λανθασμένα- στην γραμμή καθόδου. Ταυτόχρονα, η εμπορευματική αμαξοστοιχία πορευόταν από τη Θεσσαλονίκη στη Λάρισα στην ίδια, καθοδική γραμμή.
Η μετωπική σύγκρουση των δύο αμαξοστοιχιών σημειώθηκε στις 23:21 της 28ης Φεβρουαρίου 2023 στη γραμμή Αθήνα-Θεσσαλονίκη. Το τμήμα όπου σημειώθηκε το ατύχημα, 27,3 χιλιόμετρα βόρεια της Λάρισας, ήταν διπλής τροχιάς όμως τα αυτόματα χειριστήρια είχαν καταστραφεί λόγω πυρκαγιάς το 2019, οπότε η μεταγωγή εξακολουθούσε να ελέγχεται χειροκίνητα. Η επιβατική αμαξοστοιχία και η εμπορευματική αμαξοστοιχία συγκρούστηκαν μετωπικά στα μισά του δρόμου μεταξύ των Τεμπών και του Ευαγγελισμού, καθώς η επιβατική αμαξοστοιχία έβγαινε από τη σήραγγα κάτω από τον αυτoκινητόδρομο Ε75. Το επιβατικό τρένο κινούταν με ταχύτητα 160 χλμ./ώρα, ενώ βρισκόταν στην αριστερή, μη προβλεπόμενη, σιδηροδρομική τροχιά, όπου πορευόταν και η εμπορική αμαξοστοιχία, με αντίθετη φορά κίνησης. Από την σύγκρουση, τα περισσότερα βαγόνια του επιβατικού τρένου εκτροχιάστηκαν,ενώ τη στιγμή της σύγκρουσης, προκλήθηκε ακαριαία έκρηξη και πυρκαγιά, που κατέκαψε τα δύο μπροστινά βαγόνια της επιβατικής αμαξοστοιχίας.
Σύμφωνα με τον περιφερειάρχη Θεσσαλίας, Κωνσταντίνο Αγοραστό, τα βαγόνια 1 και 2 της επιβατικής αμαξοστοιχίας κάηκαν ολοσχερώς, ενώ το ΕΚΑΒ Θεσσαλίας ανέφερε ότι 2 με 3 βαγόνια είχαν πολτοποιηθεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.
Η Hellenic Train, ιδιοκτήτρια εταιρεία της επιβατικής αμαξοστοιχίας, σύμφωνα με την αναφορά που έδωσε στις αρμόδιες αρχές, υπολόγισε καταρχήν τον αριθμό των επιβατών σε περίπου 350. Σε ανακοίνωση της αναφέρει επιπλέον ότι δεν υπάρχει ακριβής εικόνα πέραν των διαδικτυακών εισιτηρίων που εκδόθηκαν, όσον αφορά το συνολικό αριθμό των επιβαινόντων και τα ονομαστικά τους στοιχεία.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, στο δυστύχημα σκοτώθηκαν 57 άνθρωποι, εκ των οποίων 56 ταυτοποιήθηκαν από βιολογικό υλικό, ενώ σε μία περίπτωση αγνοούμενης δεν βρέθηκε δείγμα. Η ταυτοποίηση ορισμένων θυμάτων υπήρξε ιδιαίτερα δύσκολη λόγω των υψηλών θερμοκρασιών που αναπτύχθηκαν κατά την πυρκαγιά κι έφτασαν τους 1.300 βαθμούς Κελσίου στο εσωτερικό του πρώτου βαγονιού.
Τουλάχιστον 85 άνθρωποι τραυματίστηκαν, από τους οποίους 25 πολύ σοβαρά. Από τους τραυματίες, οι 66 νοσηλεύτηκαν σε νοσοκομεία της Λάρισας και της Θεσσαλονίκης, ενώ 6 νοσηλεύτηκαν σε μονάδες εντατικής θεραπείας.