Η Σμύρνη στις αρχές του 20ου αιώνα
Από την ιστοσελίδα cognoscoteam.gr
Όταν ο Γεώργιος Α΄ ορίστηκε βασιλεύς των Ελλήνων, η έλευσή του συνοδεύτηκε με την παραχώρηση από τις Μεγάλες Δυνάμεις των Ιονίων νήσων στην Ελλάδα. Τότε, με τον ενθουσιασμό της εδαφικής αύξησης της χώρας, οι ελεύθεροι Έλληνες έστρεψαν το βλέμμα τους στα αλύτρωτα εδάφη, της Θεσσαλίας, Ηπείρου, Μακεδονίας και Θράκης, όπου ήκμαζε ο ελληνισμός πνευματικά και οικονομικά, σε μελλοντική ενσωμάτωση τους. Γνώριζαν, ότι στην Κωνσταντινούπολη περιλαμβάνεται και μία άλλη πόλη, μεγάλη σε πληθυσμό, ελληνική.
Το 1821 ο πληθυσμός της Ελλάδος (Πελοπόννησος, Στερεά και νησιά Αργοσαρωνικού-έκταση 47.516 τ. χλμ.) ήταν 938.765 κάτοικοι (εκ των οι 63.615 Τούρκοι. Ο αριθμός τους περιορίστηκε σε 11.450 το 1828). Το 1853 ο πληθυσμός ξεπέρασε το εκατομμύριο! Ήταν 1.035.527 κάτοικοι (πυκνότητα 21,79 κάτοικοι κατά τ. χλμ.) και το 1861 μετρήθηκαν σε 1.096.810. Η επόμενη απογραφή έγινε το 1870, αφού προηγήθηκε το 1864, η έλευση του νέου βασιλιά Γεωργίου Α΄ και η παραχώρηση από τους Άγγλους των Ιονίων νήσων και η έκταση της Ελλάδος έφτασε τα 50.211 τ. χλμ. (από 40.716) με πληθυσμό 1.457.894 κατοίκους.
Εκείνη λοιπόν την περίοδο, οι Έλληνες είχαν συναίσθηση της ελληνικής δύναμης στην Κιλικία, την Καππαδοκία, τη Συρία, την Παλαιστίνη και το παλιό Βασίλειο του Πόντου, με υψηλό και ακμαίο εθνικό φρόνημα. Τεράστια δύναμη του ελληνικού έθνους αποτελούσε η εκκλησία με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, που με αρωγούς τα τότε ισχυρά ελληνικά πατριαρχεία της Αλεξανδρείας, των Ιεροσολύμων και της Αντιοχείας αντιμετώπιζε ισότιμα το Βατικανό.
Μεγάλη υπερηφάνεια ένοιωθαν οι Έλληνες για την Μεγάλη του Γένους Σχολή στην Πόλη, την Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης και το Φροντιστήριο της Τραπεζούντας. Αυτά τα μεγάλα και εξαίρετα εκπαιδευτήρια παρείχαν διπλώματα που θα ζήλευαν σήμερα διάφορα πανεπιστήμια.
Γνώριζαν ακόμα οι Έλληνες, ότι σε όλη την Ανατολή, μεγάλος πλούτος βρισκόταν σε ελληνικά χέρια, ενώ οι έμποροι, οι τραπεζίτες και κυρίως οι ναυτικοί, συναγωνίζονταν εκείνους των άλλων χωρών. Ένοιωθαν επίσης υπερήφανοι για τις εξαιρετικά ανθούσες παροικίες τους στις πόλεις Λονδίνο, Μασσαλία, Τεργέστη, Γένουα, Λιβόρνο, Οδησσό, Βουκουρέστι και Αλεξάνδρεια. Όλα αυτά ενίσχυαν τότε και διόγκωναν τη Μεγάλη Ιδέα.
Για να σχηματίσουμε πληρέστερη αντίληψη και εικόνα, για τη δύναμη του ελληνικού στοιχείου στον απόδημο ελληνισμό πριν από την έναρξη του Κριμαϊκού πολέμου, θα ανατρέξουμε στα στατιστικά στοιχεία που υπήρχαν ( G.D.P. Russian Turkey or a Greek empire, σελ. 40) και τα ανέφεραν Άγγλοι μελετητές. Η ακρίβεια των αριθμών μπορεί να αμφισβητηθεί, αλλά σε γενικές γραμμές συμπίπτουν στις διάφορες διασταυρώσεις:
- Τούρκοι Κωνσταντινουπόλεως 400.000
- Έλληνες Κωνσταντινουπόλεως 150.000
- Τούρκοι Ευρωπαϊκής Τουρκίας και νήσων 2.600.000
- Έλληνες και των παραλίων της Μικράς Ασίας 4.650.000
- Έλληνες ελεύθερης Ελλάδος 1.457.894
- Σλαβόνοι και Σέρβοι 1.200.000
- Βούλγαροι 3.000.000
- Ρουμάνοι ή Δάκες (κάτοικοι Μολδαβίας και Βλαχίας) 4.000.000
- Βλάχοι της Πίνδου 600.000
- Αλβανοί χριστιανοί 1.600.000
- Αρμένιοι χριστιανοί στην Κων/πολη 250.000
Υπήρχαν επίσης στην Κωνσταντινούπολη 10.000 χριστιανοί μη ορθόδοξοι, και 20.000 Ισραηλίτες.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο στατιστικός αυτός πίνακας, διότι κατά τους τότε αναλυτές, από τα 2.600.000 των Τούρκων, οι 800.000 ήταν Σλαβόνοι της Βοσνίας, ενώ στην Ήπειρο ήταν αρνησίθρησκοι Αλβανοί. Οι Βούλγαροι δεν ήταν Σλάβοι, όπως και οι λατινικής προελεύσεως Ρουμάνοι. Η αριστοκρατία της Κωνσταντινουπόλεως αποτελείτο από Έλληνες, οι Βλάχοι της Πίνδου ήταν Έλληνες νομάδες, ανάμικτοι με πληθυσμό από την Βαλλαχία και οι κάτοικοι των πόλεων και των χωρίων της Πίνδου Έλληνες ομιλούντες Ελληνικά. Οι Αλβανοί δεν είχαν κάτι κοινό με τους Σλάβους. Ομιλούσαν γλώσσα ιλλυρικής καταγωγής, με σλαβική ρίζα στο 1/60 και ελληνική το 1/5.
Έτσι, με αυτήν την συλλογιστική θα έπρεπε να προστεθούν στον ελληνικό πληθυσμό άλλοι 2.200.000 κάτοικοι.
Η εντυπωσιακή αυτή υπεροχή των Ελλήνων και η ισχυρή τους παρουσία στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, αναζωπύρωσε, ενθάρρυνε και ενίσχυσε την Μεγάλη Ιδέα, που σύμφωνα με τον ορισμό του Παύλου Καρολίδη, «είχε την καθολικοτάτην, άμα δε και την απλουστάτην έννοιαν: Ανόρθωσις του πεπτωκότος, πτώσις του καθεστηκώτος», την έννοιαν «της απελευθερώσεως σύμπαντος του Ελληνικού, ανακτήσεως του Βυζαντίου και της Αγίας Σοφίας και αναστηλώσεως του θρόνου των Κωνσταντίνων». Λίγο μετά… γεννήθηκε το Ανατολικό ζήτημα.
Έρευνα: Τάσος Κ. Κοντογιαννίδης
PONTOS NEWS