Προχθές, μετά την σχολική γιορτή για τα Χριστούγεννα, ήλθαν στο μοναστήρι να παίξουν, τα δύο μικρά γνωστά αδελφάκια, νηπιαγωγείου και πρώτης τάξεως δημοτικού.
Μιλούσαν για μια μοναχική κυρία, ανύπανδρη, που έχει περάσει τα εκατό της χρόνια.
Αναρωτιόντουσαν πως άραγε θα βγάλει μέρες Χριστουγέννων, μόνη της στο σπίτι-σπηλιά που μένει;
Μένει σε χωριό, λίγο μακρυά,
και έχουν πεθάνει όλοι της οι συγγενείς.
Δεν έχει κανέναν στο κόσμο.
Ζει με τις εικόνες της και τα καντηλάκια της.
Δεν την νοιάζει η μοναξιά,
γιατί δεν πολυθέλει κόσμο και επισκέψεις,
όμως έχει άραγε χρήματα να πάρει έστω κάτι φαγώσιμο;
Ο μικρός άφησε το παιχνίδι,
και άρχισε να ψάχνει τις τσέπες του.
Με χαρά και φως στο προσωπάκι του κάτι βρίσκει!
Πλησιάζει τους συζητούντας, με δύο σέκελ(=μισό ευρώ-50 λεπτά) στο χέρι, και λέει:
-Σήμερα είχαμε γιορτή στο σχολείο μας.
Δεν αγόρασα κουλούρι.
Μπορείτε με αυτά τα χρήματα να αγοράσετε κάτι στη γιαγιά να φάει;
Να της το αφήσετε στη πόρτα της, άμα δεν ανοίξει.
Δεν έχω κάτι άλλο να δώσω!
Ας γίνουν οι καρδιές μας...παιδικές!
Ευλογημένες, αγνές, καθάρες, όλο αγάπη για αυτά τα Χριστούγεννα,
αλλά και για όλο τον χρόνο.
Μόνιμα, παντοτινά...
Αχ...Αμήν!
π. Ιγνάτιος Καζάκος