Τοῦ Ποιμενάρχου
Στόν μαρτυρικὸ θάνατο τοῦ Χρυσοστόμου Σμύρνης
Τοῦ Κωστῆ Παλαμᾶ
Στὸν ἥλιο τῆς Ἀνατολῆς μέσ’ στ’ ἄχραντά της χέρια
πῆρε, μεγάλωσεν Ἐσένα ἡ Πίστη τοῦ Κυρίου,
δέηση καὶ μέρας καὶ νυχτός, ἀπάνου ἀπὸ τ’ ἀστέρια
τὸ ἐπαγγελμένο Σου ὅραμα Σταυρὸς τοῦ μαρτυρίου.
Ἱερή, κ’ ἡ Ἀλήθεια κ’ ἡ Ὀμορφιά, κ’ ἐσὺ Ἀρετή, Τριάδα
στὸν κόσμο δίνει νόημα, τὴν ὕπαρξη δικαιώνει,
κρίνει τριπλή, καὶ Παναγιὰ καὶ Θάλεια καὶ Παλλάδα,
τὸ Φαρισαῖο δείχνει γυμνό, ψηλὰ πάει τὸν Τελώνη.
Ὁ κυβερνήτης, ὁ σοφός, ὁ ἥρωας, ὁ προφήτης
καὶ ὁ λόγος καὶ τὸ πείραμα καὶ ἡ ζυγαριὰ καὶ ἡ λύρα,
νά την ἡ ἀρχόντισσα ζωή, καὶ σκιάχτρο καὶ μαγνήτης,
θαυματουργὴ στὰ χέρια τῆς βαστάει τῆς γῆς τὴ μοίρα!
Μὰ δὲν τῆς φτάνει τῆς ζωῆς κυρίαρχη στὸν αἰώνα
νὰ ζῆ, ἂν τὸ βλέμμα της δὲν πάει βαθιά, πέρα ἀπὸ κείνη,
πορφυρογέννητη Ψυχή, τοῦ ἰδανικοῦ κορῶνα,
τῶν ἐπιγείων καταφρονήτρα ὑπέρτατη, Ἁγιωσύνη!
Ἐσὺ δὲν ἄκουες τὴ φωνή, ποὺ ἔλεγε πέρνα! σώσου!
θύμα καὶ σώστης, ὅλα ἐσύ, καὶ ἀμνὸς ὁ Ποιμενάρχης,
καὶ μὲ τὴ Σμύρνη σου μαζὶ κι ἀπάνου ἀπ’ τὸ λαό σου
καὶ στῆς ἰδέας τοὺς οὐρανοὺς — δὲν πέρασες— ὑπάρχεις.
Ὅπου καρδιά, ὅπου φρόνημα, τὸ Γένος, ἡ Ἐκκλησία
καὶ τῶν Ἑλλήνων οἱ χοροὶ καὶ τῶν πιστῶν τὰ πλήθη,
σοῦ προσκυνοῦμεν, ἄμωμε, τὴ θεία δοκιμασία,
καὶ τὸ μεταλαβαίνουμε τὸ αἷμα σου, ὅπου ἐχύθη.
Τῆς μοναξιᾶς ἢ ὀνειρευτής, ὅμοια, ἢ τοῦ Ἔθνους χτίστης,
θὰ προσκυνάη καὶ σὲ βωμὸ γραμμένο, ἕνα Μεσσία.
Ἀνοίγονται κ’ οἱ ἑφτὰ οὐρανοί, μὲ μιὰ Δόξα ἐν Ὑψίστοις
φωνή, γυρτοὶ μπρὸς στὸ βωμὸ ποὺ γράφεται ἡ θυσία.
Τέτοιος βωμός, μακαριστέ, τὸ μνῆμα ποὺ σοῦ ὑψώνει
καὶ στὸ χαμὸ καὶ πάντα ὀρθὴ καὶ ἀχάλαστη ἡ Πατρίδα.
Πίστη κι Ἀγάπη, Ἑλλάδα, Θεός! Καὶ τρίσβαθο τὸ χιόνι
βλάστησης καρπερότερής μας φέρνει τὴν ἐλπίδα…
Ἀπὸ τὸ βιβλίο Περάσματα καὶ Χαιρετισμοί, ἐκδ. Ἀδελφοὶ Βλάσση.