Ἕνα μέλος τοῦ πληρώματος τοῦ θρυλικοῦ ὑποβρυχίου Παπανικολῆς, εἶχε μιλήσει γιὰ τὶς θρυλικὲς ἀποστολές του τὴν περίοδο 1940-1941. Στὸ τέλος τοῦ ρεπορτὰζ μπορεῖτε νὰ δεῖτε σὲ βίντεο τὴν ἐξαιρετικὰ ἐνδιαφέρουσα διήγησή του.
«Ὅταν φτάσαμε στὴν βάση ὑποβρυχίων, οἱ σειρῆνες ἀπὸ ὅλα τὰ καράβια δὲν σταματοῦσαν. Ἡ μπάντα τοῦ ναυτικοῦ ἔπαιζε συνεχῶς. Σήκωσαν τὸν κυβερνήτη ἀπὸ τοὺς ὧμους, καὶ ἀπὸ τὴν βάση, ἀπὸ τὸν μόλο, τὸν πῆγαν στὸ ναυπηγεῖο. Δὲν μπορῶ νὰ σᾶς περιγράψω τί ἀκριβῶς αἰσθανόταν ὁ κόσμος». Ἡ φωνή του γεμάτη ἐνθουσιασμό. Τὸ βλέμμα του μοιάζει νὰ ταξιδεύει ἀντίστροφα στὸν χρόνο καθώς ἀνακαλεῖ στὴν μνήμη του μία ἀπὸ τὶς πλέον ἔνδοξες σελίδες στὴν ἱστορία τῆς Ἑλλάδος, στὴν διάρκεια τοῦ ἑλληνοιταλικοῦ πολέμου τοῦ 1940-1941: τὴν βύθιση μεγάλης νηοπομπῆς, μέσα σὲ ἰταλικὰ ὕδατα, ἀπὸ τὸ ὑποβρύχιο «Παπανικολῆς».
Ὁ Νικόλαος Τασιάκος, ὁ τελευταῖος ἐπιζών ἑνὸς θρύλου τοῦ Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ποὺ εἶχε γίνει ὁ ἐφιάλτης τῶν ἰταλικῶν καὶ τῶν γερμανικῶν δυνάμεων, θυμᾶται σὰν χθὲς τὴν χειμωνιάτικη ἐκείνη νύχτα τοῦ 1940, παραμονὲς Χριστουγέννων, ὅταν τὸ «Παπανικολῆς» κατόρθωσε νὰ βυθίσει στὰ Στενὰ τοῦ Ὀτράντο τρία ἰταλικὰ ὁπλιταγωγά, συνολικοῦ βάρους 25.000 τόνων, ποὺ μετέφεραν ὅπλα καὶ ἄλλο πολεμικὸ ὑλικὸ στὰ παράλια τῆς Ἀλβανίας, πρὸς ἐνίσχυση τῶν ἰταλικῶν δυνάμεων ποὺ μάχονταν κατὰ τῶν Ἑλλήνων.
Δύο μόλις χρόνια προτοῦ κλείσει ἕναν αἰώνα ζωῆς, μικρὸς τὸ δέμας, ἀλλὰ μὲ βλέμμα σπινθηροβόλο καὶ διαύγεια πνεύματος ποὺ θὰ ζήλευαν πολλοὶ μικρότεροί του, μὲ πολυπεριποιημένο λευκὸ μουσάκι, ὅπως ὁρίζει ἡ παράδοση τῶν ναυτικῶν, καὶ καλοχτενισμένη κόμη, ὁ κ. Τασιάκος ἀφηγούταν στὸ ΑΜΠΕ τὰ γεγονότα ποὺ προηγήθηκαν ἐκείνης τῆς μεγάλης νύχτας.
Ὁ θυμὸς γιὰ τὸν τορπιλισμὸ τῆς «Ἕλλης»
«27 Οκτωβρίου τοῦ ’40. Κυριακὴ ἀπόγευμα, ὁ δεύτερος κυβερνήτης τοῦ Παπανικολή μοῦ ἔδωσε ἕναν κατάλογο γιὰ νὰ εἰδοποιήσω τὰ πληρώματα ποὺ ἦταν ἔξω, λόγῳ Σαββατοκύριακου. Δευτέρα πρωί, μᾶς κάλεσε ὁ κυβερνήτης καὶ ἑτοιμαστήκαμε γιὰ πόλεμο. Εἰς τάξιν ἀπάρσεως, ἑφοδιαστήκαμε μὲ τορπίλες μάχης, πυροβόλα, βόμβες. Ὁ κυβερνήτης μᾶς ρώτησε ἄν κάποιος θέλει νὰ μείνει ἔξω, στὴν στεριά. Δὲν ἔφυγε κανείς. Πετάξαμε τὰ καπέλα μας, μὲ συναισθήματα ὀργῆς, ἀλλὰ καὶ χαρᾶς συνάμα. Ὀργῆς ἐπειδὴ μᾶς εἶχαν τορπιλίσει τὴν Ἕλλη στὴν Παναγία τῆς Τήνου καὶ μαυροφόρεσαν περίπου 28 σπίτια, χῆρες καὶ ὀρφανά. Ἀλλὰ καὶ χαρᾶς γιατὶ θὰ τοὺς πετούσαμε στὴν θάλασσα, ὅπως κι ἔγινε» λέει.
Στὴ mare nostrum ἑλληνικὸ ὑποβρύχιο; Ἀδύνατον!
Μὲ φωνὴ στεντόρεια καὶ λόγο καθαρό, συνεχίζει τὴν ἀφήγηση: «Ἦταν ἡ περιπολία ἡ πρώτη. Φτάσαμε στὴν Ἀδριατικὴ ἀλλὰ δὲν βρίσκαμε τίποτα. Ἀπὸ τὶς πολλὲς φορές, μία, παραμονὲς Χριστουγέννων τοῦ ’40, στὶς 12 ἡ ὥρα τὴν νύχτα, συναντήσαμε ἕνα ἰστιοφόρο. Πήγαινε στὴν Ἀλβανία, φορτωμένο πυρομαχικά, τροφὲς καὶ διάφορα ἄλλα. Ἀφοῦ πήραμε τοὺς αἰχμαλώτους μέσα, τὸ χτυπήσαμε γιὰ νὰ τὸ βουλιάξουμε, ἀλλὰ δὲν τὰ καταφέραμε. Φαίνεται ὅτι τὸ σκαρί του ἦταν γερὸ καὶ δὲν μπορέσαμε νὰ τὸ διαλύσουμε. Βάλαμε φωτιὰ καὶ τὸ κάψαμε. Ὁ κυβερνήτης καὶ τὸ πλήρωμα, ἕξι ἄτομα, δὲν πίστευαν πὼς ἤμασταν ἑλληνικὸ ὑποβρύχιο. Ἔλεγαν <<ἀποκλείεται νὰ ὑπάρχει ἑλληνικὸ ὑποβρύχιο στὴ mare nostrum, τὴν δική μας θάλασσα>>.
Οἱ χρήσιμες πληροφορίες
Ὁ Ἰταλὸς κυβερνήτης, αἰχμάλωτος στὰ χέρια τους, ἀποδείχθηκε ἰδιαιτέρως χρήσιμος ! «Στὸ πλήρωμά μας ἦταν καὶ ἕνας Κερκυραῖος – Μικάλεφ τὸν λέγανε- ποὺ ἤξερε ἰταλικὰ καὶ μέσῳ αὐτοῦ μάθαμε ἀπὸ τὸν κυβερνήτη τοῦ πλοίου, ὅτι τὴν ἄλλη μέρα θὰ περνοῦσε γιὰ τὴν Ἀλβανία μεγάλη νηοπομπή….» θυμᾶται.
«Μᾶς ἔδωσε τὴν πληροφορία ὅτι οἱ νηοπομπὲς ποὺ ἔβγαιναν ἀπὸ τὴν Ἰταλία γιὰ νὰ βοηθήσουν τὸν στρατὸ στὴν Ἀλβανία,δὲν ἔβγαιναν ἀπὸ τὸ Πρίντεζι γιὰ νὰ χτυπήσουν γραμμὴ πρὸς Αὐλώνα. Ἔβγαιναν ἀπὸ τὸ Πρίντεζι, ἔστριβαν ἀριστερά, ἔβαζαν πλώρη πρὸς τὴν Βενετία καὶ Τεργέστη, τὸ βορειότερο μέρος τῆς Ἀδριατικῆς,καὶ ἀπὸ ἐκεῖ χτυποῦσαν πρὸς τὶς Δαλματικὲς Ἀκτὲς τῆς τότε Γιουγκοσλαβίας καὶ κατέβαιναν γιαλὸ-γιαλὸ καὶ ἔφταναν στὴν Αὐλώνα, στὴν Ἀλβανία. Γι’ αυτὸ ὅλα τὰ ὑποβρύχια, ὅσα ἔκαναν περιπολία στὴν περιοχή αὐτή, κανένα δὲν ἔβρισκε νὰ χτυπήσει καράβι» σημειώνει.
Ὁ Ἰταλὸς κυβερνήτης τοὺς ἔδωσε καὶ μία ἄλλη πληροφορία – «θησαυρό», ὅπως ἀποδείχθηκε.. «Μᾶς λέει, αὔριο, θὰ βγεῖ μιὰ μεγάλη νηοπομπή. Θὰ ἦταν πλοία ἐπιφανείας ἀντιτορπιλικά, θὰ ἦταν καὶ ἀεροπλάνα. Θὰ συνοδεύονταν καὶ ἀπὸ ὑδροπλάνα. Ὁ κυβερνήτης μας ἦταν ἀποφασισμένος. Ἄν δὲν τύχαινε αὐτὸ, ἦταν ἀποφασισμένος νὰ μποῦμε στὸ λιμάνι τῆς Αὐλώνας. Ἕξι τορπίλες ποὺ εἴχαμε, θὰ τὶς ῥίχναμε καὶ τὶς ἕξι,καὶ ὅ,τι βγεῖ…. Ἦταν ἀποφασισμένος νὰ χτυπήσουμε τὴν Αὐλώνα καὶ δὲν ἔχει σημασία ἄν θὰ χανόμασταν. Τὸ εὐτύχημα ἦταν ὅτι ἔλαβε τὴν πληροφορία αὐτὴ καὶ,παραμονὲς Χριστουγέννων ἀκριβῶς,πιάσαμε ἔξω ἀπὸ τὸ Πρίντεζι. Μόλις βγῆκαν ἀπὸ ἐκεῖ γιὰ νὰ στρίψουν ἀριστερὰ πρὸς τὸν βορρᾶ, μπήκαμε στὴ μέση…. Ὅταν ἔφτασαν σὲ ἀπόσταση βολῆς, ῥίξαμε τέσσερις τορπίλες.
Καὶ οἱ 4 τορπίλες βρῆκαν στόχο
«Καὶ οἱ τέσσερις πῆγαν διάνα !» λέει μὲ συγκίνηση καὶ περηφάνια. «Ἀκούσαμε τοὺς κρότους ἀπὸ τὶς ἐπιτυχίες τῶν στόχων» συμπληρώνει, «καὶ μείναμε στὰ τριάντα μέτρα. Οἱ Ἰταλοί μᾶς βομβάρδιζαν συνεχῶς μὲ βόμβες βυθοῦ, οἱ ὁποίες ἦταν ῥυθμισμένες νὰ σκᾶνε στὰ 100 μέτρα, εἶχαν ἀκτίνα δράσεως 50 μέτρα κι ἔτσι ἐμεῖς ποὺ ἤμασταν στὰ 30, ἤμασταν κατὰ κάποιον τρόπο ἀσφαλεῖς. Μᾶς ἔριξαν πολλὲς βόμβες οἱ Ἰταλοί. Καὶ τὰ ἀεροπλάνα μᾶς βομβάρδιζαν,καὶ τὰ ἀντιτορπιλικά».
Ἡ ψυχραιμία τοῦ κυβερνήτη ὀλύμπια, καὶ τὸ θάρρος τοῦ πληρώματος, ἀπαράμιλλο: «Τὸ εὐτύχημα γιὰ ἐμᾶς- τονίζει ὁ κ. Τασιάκος- ἦταν ὁ κυβερνήτης* ἦταν καὶ ψύχραιμος καὶ εἶχε βγάλει καὶ σχολὴ πολέμου φαίνεται καὶ ἤξερε τὰ πάντα γιὰ τοὺς Ἰταλούς. Σταματήσαμε κάτω ἀπὸ τὰ ναυάγια στὰ 30 μέτρα….. Οἱ βόμβες ποὺ ἔπεφταν ἀπὸ τὰ ἀντιτορπιλικὰ καὶ τὰ ἀεροπλάνα ἔσκασαν στὰ 100 μέτρα. Εἶχαν ἀκτίνα δράσεως 50 μέτρα. Εἴχαμε καὶ 20 περιθώριο ἀσφαλείας. Τὸ πλήρωμα,μιὰ γροθιὰ ἤμασταν ὅλοι. Σ’ ἕνα ὑποβρύχιο, ὅταν εἴμαστε στὰ 50-60 μέτρα βάθος, ἕνα λάθος χειριστοῦ θὰ ἦταν τὸ φέρετρο γιὰ ὅλους. Καὶ τὸ φέρετρο ἐκεῖ δὲν ξεχωρίζει κυβερνήτες κι ἐμᾶς. Ἤμασταν στὸ σιδερένιο κλουβί. Ἕνα λάθος ἄν κάναμε ἐκεῖ,χανόμασταν ὅλοι».
Ἡ μεγαλειώδης ὑποδοχή
«Τὸ ὡραιότερο ἦταν πού, λόγῳ Παρασκευῆς, βγήκαμε ἀμέσως ἔξω καὶ ὅταν φτάσαμε μὲ τὴν βενζίνα στὸν Πειραιά, ἀκούσαμε ἀνακοινωθὲν τῆς Ἰταλίας πὼς ἐβυθίσθη τὸ ἑλληνικὸ ὑποβρύχιο Παπανικολῆς. Βάλαμε τὰ γέλια» λέει καὶ ὰφηγεῖται συγκεκριμένα:
«Ὁ κυβερνήτης Μίλτων Ἰατρίδης εἶχε ἐνημερώσει τὴν Διοίκηση γιὰ τὸν τορπιλισμὸ τῶν ἰταλικῶν πλοίων καὶ πήραμε τὴν ἐντολὴ νὰ πᾶμε στὸν Πειραιᾶ ὅπου μᾶς ὑποδέχτηκαν μὲ μεγάλες τιμές. Ἡ μπάντα τοῦ ναυτικοῦ παιάνιζε ἐμβατήρια καὶ πατριωτικὰ τραγούδια. Ἡ ἐπιτυχία μας εἶχε σκορπίσει μεγάλον ἐνθουσιασμὸ καὶ σὲ συνδυασμὸ μὲ τὶς νίκες τοῦ στρατοῦ μας, εἶχε γεμίσει τὸν κόσμο μὲ αἰσιοδοξία. Τὰ πληρώματα τῶν πλοίων ζητωκραύγαζαν, ἅρπαξαν τὸν πλοίαρχο, τὸν σήκωσαν ψηλά στὰ χέρια καὶ τὸν ἀνεβάσανε στὸ ἀρχηγεῖο. Τὴν ἴδια μέρα,ὁ πλωτάρχης – κυβερνήτης τοῦ σκάφους μας προβιβάστηκε σὲ ἀντιπλοίαρχο ἐπ’ ἀνδραγαθία καὶ σὲ ὅλο τὸ πλήρωμα ἀπονεμήθηκαν τιμητικὲς διακρίσεις. Ἦταν μιὰ ἀξέχαστη ἡμέρα ποὺ χαράχτηκε βαθιὰ στὴν μνήμη μας. Ἡ ἐπιτυχία μας λειτούργησε καὶ ὡς στοιχεῖο ἄμιλλας ἀνάμεσα στοὺς κυβερνῆτες ὅλων τῶν πολεμικῶν σκαφῶν γιατί ἦταν τὸ πρῶτο μεγάλο πολεμικὸ γεγονὸς στὴν θάλασσα καὶ πολλοὶ ἦταν ἐκείνοι ποὺ θὰ ἤθελαν νὰ βρίσκονται στὴν θέση τοῦ Μ. Ἰατρίδη..».
Ἡ δράση τοῦ θρυλικοῦ ὑποβρυχίου μεταφέρθηκε καὶ στὴν μεγάλη ὀθόνη μὲ τὴν ὁμώνυμη ταινία «Ὑποβρύχιον Παπανικολῆς» ποὺ γυρίστηκε τὸ 1971.
Στὸ βίντεο ποὺ ἀκολουθεῖ, ὁ Νικόλαος Τασιάκος διηγεῖται τὶς ἡρωικὲς στιγμὲς ποὺ ἔζησε,στὸ θρυλικὸ ὑποβρύχιο «Παπανικολῆς».
ΠΗΓΕΣ